Τρίτη 8 Νοεμβρίου 2016

Στη σκιά του FBI και με φόντο ψυχροπολεμικό

Γράφει ο
Κωνσταντίνος Αρβανιτόπουλος
Ο J. Edgar Hoover δέσποσε στο αμερικανικό στερέωμα ως  διευθυντής του FBI για δεκαετίες.  Πολλές από τις πράξεις της μακράς του θητείας, υπό το φως της ιστορικής μελέτης, θεωρήθηκαν ως κατάχρηση εξουσίας. Αλλά αυτά συνέβησαν σε μια ταραγμένη ιστορική περίοδο.  Η πρόσφατη δημόσια παρέμβαση του διευθυντή του FBI λίγες μέρες πριν τις εκλογές ήταν, τουλάχιστον, ασυνήθιστη.  Το FBI φάνηκε ξαφνικά να εμπλέκεται στη προεδρική εκλογή με έναν τρόπο που λειτουργούσε εις βάρος της Κλίντον. Και γι αυτό προκάλεσε θύελλα αντιδράσεων από το κόμμα των δημοκρατικών.
 
Οι τρέχουσες αμερικανικές εκλογές είναι πρωτόγνωρες από κάθε άποψη. Ένας λαϊκιστικός αντικομφορμισμός και μια πρωτοφανής πόλωση σκιάζουν τη διαδικασία. Και αυξάνουν το χάσμα ανάμεσα στους υποψηφίους σε όλα τα κρίσιμα θέματα. Την οικονομία, το ασφαλιστικό, τις αμβλώσεις, την οπλοκατοχή, το μεταναστευτικό, την εξωτερική πολιτική. Τα δυο παραδοσιακά κόμματα έχουν περιέλθει στην ομηρία των ακραίων. Ο Μπέρνι Σάντερς στο δημοκρατικό κόμμα και το tea party, αλλά και ο ίδιος ο Τραμπ στο ρεπουμπλικανικό κόμμα, λειτουργούν φυγόκεντρα προς διαμετρικά αντίθετες κατευθύνσεις. Πράγμα που κάνει την επόμενη μέρα της διακυβέρνησης να φαντάζει εξαιρετικά δύσκολη. Ο Ντικ Μόρρις, με τη περίφημη τριγωνοποίηση, έπεισε τον Μπιλ Κλίντον να ακολουθήσει μια πραγματιστική πολιτική. Συνθέτοντας στο κέντρο του πολιτικού φάσματος. Έτσι ανέκαμψε μετά την ήττα των δημοκρατικών στις ενδιάμεσες εκλογές του 1994 και επανεξελέγη στις προεδρικές εκλογές του 1996.  Σήμερα τα δυο κόμματα όχι μόνο δεν δείχνουν πρόθεση να συνεργαστούν αλλά μπαίνουν σε διάταξη μάχης για την επόμενη μέρα. Ο εφιάλτης της κυβερνητικής παράλυσης, του gridlock, πλανάται πάνω από την Ουάσιγκτον. 
Αλλά δεν είναι μόνο η οξύτητα της πολιτικής αντιπαράθεσης που ξενίζει. Και σε άλλες εκλογικές αναμετρήσεις είχαμε οξύτατες πολιτικές αντιπαραθέσεις. Υπήρξαν και ανώμαλες περίοδοι στην  αμερικανική πολιτική ιστορία. Αλλά δεν υπήρξε αμφισβήτηση των δημοκρατικών θεσμών και των θεσμικών αντίβαρων του συστήματος.  Για πρώτη φορά, ένας υποψήφιος για το ύπατο αξίωμα της υπερδύναμης αμφισβητεί την εκλογική διαδικασία και θέτει, εκ των προτέρων, θέμα εγκυρότητας του εκλογικού αποτελέσματος.  Προσβάλοντας με το τρόπο αυτό τους θεσμούς και τις συμβάσεις της αμερικανικής δημοκρατίας. Οι βιτριολικές επιθέσεις του στα παραδοσιακά ΜΜΕ δυναμιτίζουν το κλίμα και φανατίζουν το κόσμο.  Προπηλακίζεται δημοσιογράφος του CNN που καλύπτει περιοδεία του Τραμπ, ενώ ο ίδιος ο Τραμπ στοχοποιεί δημοσιογράφο εγκαλώντας την ονομαστικά σε ομιλία του. Πλήττεται, έτσι, το κύρος και το γόητρο της ηγέτιδας δύναμης της Δύσης. Και σίγουρα πλήττεται η ήπια ισχύς της Αμερικής που εκδιπλώνονταν με τη προβολή της εικόνας  του φάρου της δημοκρατίας και της ελευθερίας.
Η Αμερική παραμένει κραταιά δύναμη. Η οικονομία της έχει ανακάμψει από τη κρίση του 2008, και παραμένει πρωτοπόρα στη καινοτομία, στην έρευνα και στις επιστήμες. Είναι ενεργειακά αυτάρκης και πλανητικά προεξάρχουσα. Η διχαστική πόλωση, όμως, φέρνει στην επιφάνεια τις διαιρετικές τομές της αμερικανικής κοινωνίας.  Τις ανισότητες, τα ζητήματα φύλλου και ταυτότητας. Και κάνει δύσκολη τη γεφύρωση τους.
Η αντιμετώπιςή τους θα είναι το ένα στοίχημα της επόμενης προεδρίας. Το άλλο θα είναι η προσπάθεια σταθεροποίησης ενός διαταραγμένου πλανητικού συστήματος. Οι αμερικανορωσικές σχέσεις έχουν εισέλθει σε μια νέα ψυχροπολεμική εποχή.  Στη Ρωσία του Πούτιν η δημοκρατία βρίσκεται σε υποχώρηση. Αντίθετα, βλέπουμε μια δύναμη που προσπαθεί να επανασυστήσει σφαίρες επιρροής. Με την απειλή η με τη χρήση βίας. Οι διαχωριστικές γραμμές έχουν αρχίσει να επαναχαράσσονται και οι σύμμαχοι και οι εταίροι να στοιχίζονται εκατέρωθεν. Το κλίμα για τη Ρωσία του Πούτιν στην Ουάσιγκτον είναι βαρύ. Ιδιαίτερα στη περίπτωση εκλογής της Κλίντον, η επιδείνωση των σχέσεων θα είναι ραγδαία.  Λόγω της πρωτοφανούς απόπειρας ανάμειξης της Ρωσίας στα εσωτερικά των ΗΠΑ, μέσω των διαρροών. Αλλά και λόγω της αποτυχημένης εμπειρίας της πολιτικής του reset των σχέσεων με τη Ρωσία το 2009.
Το άλλο μεγάλο μέτωπο είναι η Μέση Ανατολή.
Οι σεχταριστικές διαμάχες σε όλη τη Μέση Ανατολή, η ριζοσπαστικοποίηση του ισλαμικού στοιχείου, ο συριακός εμφύλιος και ο ISIS , το προσφυγικό-μεταναστευτικό  απειλούν όλο το διεθνές σύστημα. Η Τουρκία είναι η νέα μαύρη τρύπα του συστήματος. Οι αμερικανοί θεωρούν πλέον τον Ερντογάν απρόβλεπτο και αναξιόπιστο. Η επανεκκίνηση της πολιτικής τους στη περιοχή περνάει μέσα από τη συγκρότηση ενός μετώπου λογικής και μετριοπάθειας.  Των χωρών του Ισραήλ, της Κύπρου, της Ελλάδας, αλλά και της Αιγύπτου και της Ιορδανίας. Αλλά και της πρόσφατης συμφωνίας με το Ιράν. 
Στο πλαίσιο αυτό η σταθερότητα της Ελλάδας αποτελεί γεωπολιτική αναγκαιότητα. Αυτό εξηγεί τις πυροσβεστικές παρεμβάσεις της αμερικανικής ηγεσίας προς τους Γερμανούς εταίρους μας, καθ’ όλη την διάρκεια της κρίσης. Εξηγεί την πίεση τους για την επίλυση του Κυπριακού. Και εξηγεί και την ανοχή τους σε μια αριστερή κυβέρνηση που έχει μαζέψει το πεζοδρόμιο. Υπό μια προϋπόθεση. Ότι θα μαζἐψει και τα φιλορωσικά της ανοίγματα. Αυτά συμβολίζει η επίσκεψη Ομπάμα στην Αθήνα.
Σ’ αυτόν τον κόσμο που ανατέλλει έχει μεγάλη σημασία για ένα μικρό κράτος, όπως εμείς, να επιλέξει τις συμμαχίες του. Ιδιαίτερα σε στιγμές αδυναμίας. Περιθώρια για λάθη δεν υπάρχουν. Γιατί οι επιπτώσεις δεν θα είναι οικονομικές αλλά εθνικές. 
*Ο Κωνσταντίνος Αρβανιτόπουλος είναι Καθηγητής Πανεπιστημίου και πρώην Υπουργός
(Από τα «Νέα»)