Τρίτη 24 Αυγούστου 2021

"Έφυγε" από τη ζωή στα 87 του ο πιο διάσημος «κακός» του ελληνικού κινηματογράφου , ο Ανέστης Βλάχος

 Ανέστης Βλάχος 

Είναι πρωί, κάπου εκεί στα τέλη της δεκαετίας του ΄60. Σε ένα καφενείο της Πλατείας Βικτωρίας κάθονται δύο φίλοι, πίνουν καφέ και τα λένε. Τα βλέμματα των περαστικών πέφτουν διαρκώς πάνω τους καθώς πρόκειται για δύο πολύ γνωστούς ηθοποιούς του ελληνικού σινεμά, τον Νίκο Ξανθόπουλο και τον πιο διάσημο κινηματογραφικό «κακό», Ανέστη Βλάχο. «Νίκο, τι κάθεσαι δίπλα του; Θα σε σκοτώσει!» φωνάζουν τρομαγμένες δύο ηλικιωμένες απευθυνόμενες στον Ξανθόπουλο, επηρεασμένες από τα κινηματογραφικά εγκλήματα του ανθρώπου που κάθεται δίπλα του. «Τι λέτε, κυρίες μου, ο Ανέστης είναι το κουμπαράκι μου, το φιλαράκι μου, τον αγαπώ» τούς απαντά με ήρεμο ύφος εκείνος υπονοώντας ξεκάθαρα πως ο άνδρας που έχει απέναντί του δεν είναι ικανός να πειράξει ούτε κουνούπι!

Πράγματι, ο Ανέστης Βλάχος, που που έφυγε σήμερα το πρωί από τη ζωή, σε ηλικία 87 ετών μετά από ολιγοήμερη νοσηλεία, στην αληθινή ζωή δεν είχε απολύτως καμία σχέση με τους σκληρούς, τους νταήδες, του κακούς και αιμοβόρους τύπους που ενσάρκωνε στη μεγάλη οθόνη.Ο αγαπημένος ηθοποιός

νοσηλευόταν από τις 27 Ιουλίου στο νοσοκομείο Ευαγγελισμός.Ο γνωστός «σκληρός» του ελληνικού σινεμά, έδωσε τον δικό του αγώνα όμως δεν τα κατάφερε.

Ο βραβευμένος ηθοποιός που μεσουράνησε την χρυσή εποχή του ελληνικού κινηματογράφου είχε υποστεί αρκετά εγκεφαλικά επεισόδια, ενώ η καρδιακή ανεπάρκεια τον «βασανίζει» τα τελευταία χρόνια, με αποτέλεσμα να χρειάζεται η υποστήριξη με οξυγόνο.  Το τελευταίο διάστημα, ο αγαπημένος ηθοποιός δεν μπορούσε καν να σιτιστεί με αποτέλεσμα το ανοσοποιητικό του σύστημα να εξασθενήσει εντελώς και δυστυχώς να καταλήξει βυθίζοντας στο πένθος τους οικείους του.

«Να την προσέχεις την μαμά σε παρακαλώ εκεί που πας Πατέρα, βρες και την Σοφία μας και να με περιμένετε, σας αγαπώ όλους τόσο πολύ… Αντίο μπαμπά… Καλό ταξίδι» έγραψε ο γιος του.

 Η διοίκηση της ΠΑΕ ΑΕΚ εκφράζει τα ειλικρινή της συλλυπητήρια στην οικογένεια και στους οικείους του κορυφαίου Ελληνα ηθοποιού!” αναφέρει η ΠΑΕ ΑΕΚ στο ποστάρισμα της.

“Σύσσωμη η κιτρινόμαυρη οικογένεια αποχαιρετά με οδύνη τον Ανέστη Βλάχο, έναν εκ των κορυφαίων Ελλήνων ηθοποιών, αλλά και φανατικό φίλο της ομάδας μας.

  
Η εικόνα του στις εξέδρες του παλιού γηπέδου μας στη Νέα Φιλαδέλφεια, δίπλα σε πολλούς ακόμα Ενωσίτες καλλιτέχνες, αλλά και το ασίγαστο πάθος του, όταν παρακολουθούσε την αγαπημένη του ΑΕΚ, δεν θα φύγει ποτέ από το μυαλό και την καρδιά μας.Η ψυχή του θα ζει για πάντα στο νέο μας γήπεδο. Θα βρίσκεται για πάντα ανάμεσά μας, γιατί η ανάμνησή του δεν θα σβήσει ποτέ!

Καλό σου ταξίδι, Ανέστη Βλάχο!

“Mε οδύνη η οικογένεια της «Βασίλισσας» αποχαιρετά έναν από τους σπουδαίους του ελληνικού κινηματογράφου και θεάτρου, αλλά και μεγάλο «Ενωσίτη».

Καλό Κατευόδιο, Ανέστη Βλάχο” ήταν το σχόλιο της ΚΑΕ ΑΕΚ στα social media.

 Ο Ανέστης Βλάχος, στην αληθινή ζωή δεν είχε απολύτως καμία σχέση με τους σκληρούς, τους νταήδες, του κακούς και αιμοβόρους τύπους που ενσάρκωνε στη μεγάλη οθόνη. Ήταν ένας απλός, γλυκός άνθρωπος, που πάσχισε για να καταφέρει όσα κατάφερε, πόνεσε πολύ αλλά και αγάπησε και αγαπήθηκε πολύ. Ένας παθιασμένος χαρακτήρας που στήριζε με θέρμη τα πιστεύω του και στεκόταν σαν βράχος στο πλευρό των δικών του ανθρώπων.Τα δύσκολα για εκείνον ξεκίνησαν από τα παιδικά του κιόλας χρόνια. Η φτώχεια μάστιζε το σπιτικό που μεγάλωνε στην Προσοτσάνη της Δράμας ενώ ήταν δεν ήταν έξι χρονών όταν ο πατέρας του σκοτώθηκε το '40 στο Αλβανικό μέτωπο. Ο μικρός Ανέστης θα βγάλει τις πρώτες τάξεις του Δημοτικού στο Ορφανοτροφείο της Δράμας και το 1946 θα κατέβει με τη μητέρα του στην Αθήνα αναζητώντας ένα καλύτερο μέλλον.

Και στην πρωτεύουσα όμως τα πράγματα συνεχίζουν να είναι δύσκολα. Ο αγώνας για την επιβίωση σκληρός. Ο νεαρός Ανέστης αναγκάζεται να κάνει διάφορες δουλειές προκειμένου να εξασφαλίσει τα προς το ζην για τον ίδιο και η μητέρα του. Ακόμη κι όταν αποφασίζει να γίνει ηθοποιός και γράφεται στη Σχολή Σταυράκου, αποφοιτά και κάνει τα πρώτα του επαγγελματικά βήματα δεν σταματά να κάνει μεροκάματα όπου βρει.

Σε ένα από εκείνα τα δύσκολα μεροκάματα στην οικοδομή θα χάσει για πάντα κάτι εξαιρετικά πολύτιμο, το ένα του μάτι. Προσπαθώντας κάποια στιγμή να καρφώσει μια πρόκα, τραυματίζεται στο δεξί μάτι. Αρχικά το χτύπημα δεν φαίνεται σοβαρό και δεν ανησυχεί ιδιαίτερα ούτε τον ίδιο ούτε τους γιατρούς. Στην συνέχεια όμως παθαίνει μόλυνση και το 50% της όρασής του χάνεται οριστικά και διά βίου προκαλώντας του μεγάλο σοκ και αλλάζοντας ριζικά την ποιότητα ζωής του χωρίς ωστόσο να καταφέρει να τον λυγίσει και να σταθεί εμπόδιο στην μετέπειτα εξέλιξή του. Αντιθέτως η ισόβια αυτή πληγή ενσωματώνεται απόλυτα στον ερμηνευτικό χαρακτήρα του αποτελώντας μάλιστα, σε αρκετές περιπτώσεις, υποκριτικό εφόδιο.

Σε εκείνη τη δύσκολη περιπέτεια που πέρασε μετά το ατύχημα έχει διαρκώς στο πλευρό του, σαν φύλακες – αγγέλους του, ένα από τα διασημότερα και πιο ταλαντούχα ζευγάρια της μεγάλης οθόνης, την Έλλη Λαμπέτη και τον Δημήτρη Χορν. Με την Λαμπέτη έχει ήδη συνεργαστεί στο «Κορίτσι με τα μαύρα» του Μιχάλη Κακογιάννη και ανάμεσά τους έχει αναπτυχθεί μια ισχυρή φιλία. «Με φρόντιζαν και με πήραν στο σπίτι τους, σε ένα μικρό δωματιάκι μέχρι να γίνω εντελώς καλά» είχε εξομολογηθεί ο ίδιος πολλές φορές τρέφοντας ισόβια ευγνωμοσύνη απέναντί τους.

Μπορεί ο Ανέστης Βλάχος να ερμήνευσε κατά κύριο λόγο δεύτερους ρόλους, η παρουσία του στον ελληνικό κινηματογράφο ωστόσο ήταν μακροχρόνια και εντατική δεδομένου ότι συμμετείχε σε περισσότερες από 180 ταινίες. Ανάμεσά τους και Η κατάρα της μάνας» του Βασίλη Γεωργιάδη (1961), «Το σπίτι της ηδονής» του Γιώργου Ζερβουλάκου (1961), «Μικρές Αφροδίτες» του Νίκου Κούνδουρου (1963), «Η Κύπρος στις φλόγες» του Ερρίκου Θαλασσινού (1964), «Λόλα» του Ντίνου Δημόπουλου (1964), «Με τη λάμψη στα μάτια» του Πάνου Γλυκοφρύδη, «Κιέριον» του Δήμου Θέου (1968), «Ληστεία στην Αθήνα» του Βαγγέλη Σερντάρη (1969), «Στο Δρόμο του Λαμόρε» του Δημήτρη Μαυρίκιου (1979), «Θανάση σφίξε κι άλλο το ζωνάρι» του Θόδωρου Μαραγκού (1980), «Ο άνθρωπος με το γαρύφαλλο» του Νίκου Τζήμα (1980), «Τα όπλα μου ρίχνουν λουλούδια» του Γιάννη Φαφούτη (1981), «Αυτόπτης Μάρτυς» του Μάρκου Χολέβα (1993) και «Lilly’s Story» του Ροβήρου Μανθούλη (2002). Ενδιαμέσως δούλεψε και στο θέατρο συμμετέχοντας σε κάποιες παραστάσεις με παρθενική το ««Θάψτε τους νεκρούς».

Φωτεινό σταθμός στην καριέρα του αποτέλεσε ο πρωταγωνιστικός ρόλος που ενσάρκωσε στην ταινία του Κώστα Μανουσάκη «Ο Φόβος» (1966) για την οποία μάλιστα απέσπασε τιμητική διάκριση στο κινηματογραφικό Φεστιβάλ της Τυνησίας. Πρόκειται για μια ταινία γυρισμένη στους βάλτους της Κωπαΐδας που αναφέρεται στα καταπιεσμένα ήθη μιας απομονωμένης μεγαλοαγροτικής οικογένειας. Ο σπουδαίος Αλέξης Δαμιανός υποδύεται τον σκληρό πατέρα και ο Ανέστης Βλάχος τον καταπιεσμένο προσωπικά και σεξουαλικά γιο από τον πρώτο του γάμο.

«Εγώ είμαι ρολίστας. Δεν μπορείς να με κατατάξεις ούτε στους δραματικούς ούτε στους κωμικούς ηθοποιούς. Εμένα μου έμεινε η στάμπα του σκληρού λόγω της φυσιογνωμίας μου κι έτσι οι σκηνοθέτες μου έδιναν συνεχώς ρόλους για να παίξω» είχε δηλώσει χαρακτηριστικά ο ίδιος.

Ο Ανέστης Βλάχος έκανε δύο γάμους. Από τον πρώτο, με την τραγουδίστρια Αναστασία Παπανδρώνη, απέκτησε ένα γιο, τον Ηρακλή Βλάχο και μία κόρη, την οποία έχασε σε ηλικία μόλις τριών ετών! «Μικρό παιδάκι, ήταν 3 χρονών, ήταν ένας άγγελος...Πολύ με σημάδεψε... Το «χάσαμε» από παράτυφο, είναι μια αρρώστια σαν τον τύφο» είχε εξομολογηθεί ο ίδιος. Η δεύτερή σύζυγός του, η ηθοποιός Μαρία Γαρίτση, του χάρισε μια κόρη, την Έλλη η οποία ακολούθησε το επάγγελμα του δημοσιογράφου.  Πιθανότατα λίγοι είναι εκείνοι που γνωρίζουν πως ο Ανέστης Βλάχος υπήρξε από τα ιδρυτικά στελέχη του ΠΑΣΟΚ. Όπως  είχε αποκαλύψει σε παλαιότερη συνέντευξή του, ήταν ο ιδρυτής της πρώτης τοπικής του ΠΑΣΟΚ στην Ελλάδα για να συνεχίσει την πολιτική του δράση και στους συνδικαλιστικούς κόλπους του κλάδου του, των ηθοποιών. Το 1977 μάλιστα κατέβηκε ως υποψήφιος βουλευτής του κόμματος στη Β' Αθηνών ενώ ένα χρόνο αργότερα εξελέγη δημοτικός σύμβουλος στον Δήμο Αθηναίων με την παράταξη του Δημήτρη Μπέη...