Ελληνικά κεράσια: Πόδι στην Ανατολή πατάνε οι Έλληνες παραγωγοί κερασιών, οι οποίοι το τελευταίο διάστημα επικεντρώνουν τις προσπάθειές τους στην επέκταση των εξαγωγών τους στην ασιατική αγορά. Αφού εδραίωσαν την παρουσία τους σε αρκετές χώρες της Ευρώπης, επιχειρούν οργανωμένα να διεισδύσουν σε αγορές, όπως η Σιγκαπούρη, η Ινδονησία και το Ντουμπάι, οι οποίες, παρόλο που είναι πιο απαιτητικές, κρίνονται οικονομικά πιο προσοδοφόρες. Παράλληλα,
τρέχουν και προγράμματα προώθησης των προϊόντων τους σε Αμερική και Καναδά προκειμένου να επεκταθούν και στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού.Αν και την περίοδο 2002-2004, οι παραγωγοί κερασιών διέθεταν το σύνολο της παραγωγής τους στην εγχώρια αγορά, πλέον το ισοζύγιο έχει αλλάξει, με το 50% της παραγωγής να εξάγεται στις διεθνείς αγορές και το υπόλοιπο να διοχετεύεται στην ελληνική επικράτεια. Ιδιαίτερα μετά το ρωσικό εμπάργκο, το οποίο επιβλήθηκε στα ευρωπαϊκά προϊόντα το 2014 και ισχύει μέχρι και σήμερα, οι Ελληνες παραγωγοί αναγκάστηκαν να αναζητήσουν νέες αγορές για τα προϊόντα τους. Σύμφωνα με στοιχεία του Συνδέσμου Ελληνικών Επιχειρήσεων Εξαγωγής, Διακίνησης Φρούτων, Λαχανικών και Χυμών INCOFRUIT-HELLAS, το 2013 (τελευταία χρονιά εξαγωγών στη Ρωσία) απεστάλησαν στη χώρα 12.376 τόνοι κερασιών αξίας 17 εκατ. ευρώ, ποσότητες που απορροφήθηκαν εν τέλει από ευρωπαϊκές αγορές αυξάνοντας σημαντικά τα μερίδιά τους.
Μάλιστα, ο αποκλεισμός των προϊόντων από τη ρωσική αγορά οδήγησε τους παραγωγούς στην καθετοποίηση της παραγωγής τους αυξάνοντας έτσι τις εξαγωγικές τους δυνατότητες. Σύμφωνα με στελέχη της αγοράς, το 2016 η ελληνική παραγωγή κερασιών άγγιξε τους 90.000 τόνους, όμως οι καθετοποιημένες μονάδες ήταν λίγες με αποτέλεσμα να μην μπορούν να εξυπηρετήσουν ποσότητες άνω των 20.000 τόνων. Ετσι, η υπόλοιπη παραγωγή είτε έμενε αδιάθετη είτε «έφευγε» σε τρίτες χώρες, όπως ακριβώς ήταν, απευθείας από το χωράφι. Σήμερα, οι καθετοποιημένες μονάδες έχουν διπλασιαστεί και πλέον μπορούν να συσκευάζουν ποσότητες άνω των 50.000 τόνων.
Οι βασικοί προορισμοί για τα ελληνικά κεράσια είναι η Γαλλία, η Ολλανδία, η Γερμανία, η Ιταλία και η Ισπανία, ενώ το τελευταίο διάστημα αρκετοί ελληνικοί συνεταιρισμοί έχουν συνάψει συμφωνίες για εξαγωγές στη Σιγκαπούρη και την Ινδονησία, μικρών ποσοτήτων σε πρώτη φάση, καθώς η μεταφορά τους γίνεται αεροπορικώς.
Αλλωστε, η Ελλάδα βρίσκεται στη λίστα με τις δέκα μεγαλύτερες παραγωγούς χώρες κερασιών παγκοσμίως -πρώτη είναι η Τουρκία με 600.000 τόνους- και, όπως αναφέρουν στελέχη του κλάδου, ακολουθεί συνεχώς μια σταθερά ανοδική πορεία. Αν, δε, ευνοήσουν και οι καιρικές συνθήκες, θα καταφέρει να αυξήσει τη συνολική παραγωγή της και κατ’ επέκταση και τις εξαγωγές της.
Το 2020 η ελληνική παραγωγή κερασιών άγγιξε τους 100.000 τόνους, εκ των οποίων οι 70.000 τόνοι προέρχονται από την Πέλλα και οι υπόλοιποι 30.000 τόνοι από άλλες περιοχές της Ελλάδας. Κερασιές καλλιεργούνται σε όλη τη χώρα, από τον Εβρο, την Κοζάνη, τις Σέρρες μέχρι και την Πελοπόννησο.
Η αξία των πωλήσεών τους ανέρχεται στα 120 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων περίπου τα μισά (60 εκατ. ευρώ) προέρχονται από εξαγωγές και τα υπόλοιπα από την εγχώρια αγορά.
Σε ό,τι αφορά στη φετινή παραγωγή, αν και σύμφωνα με στελέχη του κλάδου είναι νωρίς ακόμα για να προβλεφθεί η εξέλιξη της, εκτιμάται ότι θα κινηθεί στα περυσινά επίπεδα. Παρά το γεγονός ότι ο παγετός που σημειώθηκε τον Απρίλιο στις βόρειες περιοχές της χώρας έπληξε κάποιες καλλιέργειες μειώνοντας σε ορισμένες περιπτώσεις την παραγωγή μέχρι και 30%, ανταγωνίστριες χώρες έχουν εκτεταμένες ζημιές, γεγονός που δίνει το πλεονέκτημα στην Ελλάδα να κερδίσει έδαφος στις διεθνείς αγορές. Ενδεικτικά, οι καταστροφές στην Ιταλία, ειδικά από τη Ρώμη και πάνω, ξεπερνούν το 60% της παραγωγής, ενώ μεγάλο πλήγμα έχουν δεχτεί και η Γαλλία και η Ισπανία.