Η διαφοροποιημένη στάση που έλαβε το Βερολίνο το βράδυ της Κυριακής, μέσω της συνέντευξης Σόιμπλε στο κρατικό ARD, αλλά και η διαφοροποίηση της ΕΚΤ μέσω του Άσμουσεν, τη Δευτέρα, δεν ήταν αποτέλεσμα των αντιδράσεων στο εσωτερικό της Κύπρου, αλλά των πληροφοριών που υπήρχαν – και οι οποίες επιβεβαιώθηκαν λίγο μετά – ότι θα ακολουθούσε πτώση στα χρηματιστήρια και στην αγορά πετρελαίου, καθώς και πτώση του ευρώ.
Μόνο αφελείς μπορεί να θεωρούν πως όταν η Μέρκελ και ο Σόιμπλε έλεγαν ότι η Κύπρος δεν αποτελεί συστημικό πρόβλημα, το πίστευαν κιόλας (και απλώς έκαναν λάθος εκτίμηση).
Ήταν ένα προπαγανδιστικό επιχείρημα, μια μπλόφα, με σκοπό να πιεστεί η Λευκωσία και να δεχθεί (μετά τα κατοχικά) και τα οικονομικά τετελεσμένα.
Μιλώντας στο ARD, ο Σόιμπλε είπε πως το Βερολίνο και το ΔΝΤ ήσαν διατεθειμένοι να σεβαστούν τους κάτω των 100.000 ευρώ καταθέτες – και να μεταφερθεί το κούρεμα στους άνω των 100.000 – αλλά διαφώνησαν η Λευκωσία, η ΕΚΤ και η ΕΕ.
Λίγο μετά, βγήκε ο Άσμουσεν και πέταξε κανονικά το μπαλάκι στην Κύπρο, ξεκαθαρίζοντας πως η Λευκωσία μπορεί να ρυθμίσει τους όρους του κουρέματος, αρκεί να εξοικονομηθεί το ποσό των 5,87 δις ευρώ - το οποίο δεν αλλάζει.
Και μπορεί η Λευκωσία να διέψευσε τον Σόιμπλε, δηλώνοντας πως ουδέποτε υπήρξε άλλη επιλογή από αυτήν που αποφασίστηκε – απλώς συζητήσεις που τελικά θα εξουδετέρωναν πλήρως τους μεγαλοκαταθέτες, δηλαδή τους ξένους καταθέτες – αλλά η ουσία βρίσκεται αλλού:
Η διαφοροποίηση Σόιμπλε και Άσμουσεν δεν αποτελεί «υποχώρηση», όπως ίσως σπεύσουν να μας πουν οι διάφορες «αντιμνημονιακές» δυνάμεις, μιλώντας για «νίκη επί των δανειστών».
Πρόκειται για διαφοροποίηση επί το σκληρότερον. Εκεί δηλαδή που με απόφαση του Eurogroup αποφασιζόταν η κατάργηση της Κύπρου ως διεθνούς χρηματοπιστωτικού κέντρου, τώρα πετούν το μπαλάκι στην ίδια τη Λευκωσία, στέλνοντας περίπου στην Κύπρο μήνυμα του τύπου «αφού δεν θέλετε να σας καταργήσουμε εμείς από διεθνές χρηματοπιστωτικό κέντρο, αυτοκαταργηθείτε μόνοι σας, αλλάζοντας τους όρους του κουρέματος – αρκεί το ποσό στο τέλος να είναι το ίδιο».
Διότι είναι σαφές πως αν η Κύπρος υπερασπιστεί τους δικούς της καταθέτες (διότι Κύπριοι είναι οι μικροκαταθέτες) και αυξήσει το ποσοστό κουρέματος των ξένων καταθέσεων, είναι βέβαιο ότι αυτό θα εκληφθεί ως δυσμενή διακριτική μεταχείριση έναντι των ξένων κεφαλαίων.
Και αυτό θα αποτελέσει την ταφόπλακα αυτού που ονομάζουμε «Κύπρος, διεθνές χρηματοπιστωτικό κέντρο».
Ήδη, η Μόσχα ανακοίνωσε πως θα επαναπατρίσει τα ρωσικά κεφάλαια.
Με δεδομένο, λοιπόν, ότι οι δανειστές πηγαίνουν από σκληρή σε σκληρότερη απόφαση – και επειδή ο κ. Τσίπρας έχει κάποιες απορίες – εύλογα ζητούμε να μάθουμε αν εκεί στην Κουμουνδούρου επιμένουν πως υπάρχουν περιθώρια καλύτερης διαπραγμάτευσης, όσον αφορά στην Ελλάδα.
Διότι αυτό μας λένε κάθε τόσο – επισήμως και από τα τηλεπαράθυρα: Ότι αυτοί θα καταργήσουν το μνημόνιο και θα επαναδιαπραγματευτούν τη δανειακή σύμβαση.
Ότι δηλαδή – αφού θα έχουν καταργήσει με ένα νόμο και ένα άρθρο το μνημόνιο – θα βρουν απέναντί τους κάποιον συνομιλητή για να διαπραγματευτούν.
Ο κ. Τσίπρας δεν κουράζεται να επαναλαμβάνει πως αν είχε κερδίσει τις εκλογές του Ιουνίου, θα είχε με το στανιό καθίσει τους δανειστές στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων και θα επέβαλε μια νέα συμφωνία.
Το είπε και πρόσφατα, στις 10 Μαρτίου, κατά την ομιλία του στην περίφημη διημερίδα του Ινστιτούτου Ερευνών και Πολιτικής Στρατηγικής (ΙΝΤΕΡΠΟΣΤ) και του Levy Institute – όπου, όπως θα θυμάστε ομιλητές ήσαν πλείστοι όσοι εξ εκείνων που μας οδήγησαν από το «λεφτά υπάρχουν» στο μνημόνιο:
«Εμείς πιστεύουμε ότι αν ο ΣΥΡΙΖΑ είχε εκλεγεί τον Ιούνη θα είχε καταφέρει να καθίσει τους δανειστές μας σε ένα τραπέζι και να θέσει όρους. Οι πολιτικές εξελίξεις σε όλη τη Νότια Ευρώπη σήμερα αυτό επαληθεύουν».
Όχι και πολύ ρεαλιστική πολιτική ανάλυση, αν λάβουμε υπόψη μας τις τελευταίες περί την Κύπρο εξελίξεις.
Για ποιον λόγο άλλωστε να πιστέψει κανείς πως ο ΣΥΡΙΖΑ θα είχε καταφέρει «να καθίσει» τους δανειστές στο τραπέζι και… «να θέσει όρους»;
Τι έχει; Το κοκαλάκι της νυχτερίδας;
Κάτι ανάλογο είπε και στις 14 Μαρτίου, κατά την εμφάνισή του στο LSE – από όπου εξ όσων γνωρίζω έχουν «αγοράσει» τα πτυχία τους πλείστοι όσοι καπιταλιστές.
Οικοδεσπότης ήταν ο καθηγητής Κέβιν Φέδερστοουν, ο οποίος ρώτησε τον κ. Τσίπρα τι θα κάνει αν η κ. Μέρκελ αποφασίσει να σταματήσει την οικονομική βοήθεια στην Ελλάδα, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ θα ακυρώσει το μνημόνιο.
Ιδού τι απάντησε ο κ. Τσίπρας – στη λογική «ζώνομαι με εκρηκτικά και… ορμάω»:
«Βασικό στοιχείο της ανάλυσής μας είναι ότι η Ευρωζώνη είναι σαν μια αλυσίδα με 17 κρίκους. Αν ένας κρίκος σπάσει, θα είναι βεβαίως πολύ κακό για τον κρίκο, γιατί θα καταστραφεί, αλλά θα καταστραφεί και η αλυσίδα. Αυτό το ξέρει πάρα πολύ καλά η κ. Μέρκελ»!
Κάθε άλλο παρά διορατική πολιτική ανάλυση (ως γνωστόν πολιτική είναι η τέχνη του προβλέπειν).
Διότι αμέσως μετά, τη νύχτα της 15ης προς 16η Μαρτίου, ένας από τους «17 κρίκους», η Κύπρος, υποχρεώθηκε μια χαρά να υποκύψει στην απαίτηση για κούρεμα των τραπεζικών καταθέσεων, με τον κ. Σόιμπλε να επαναλαμβάνει στη διάρκεια των άνω των δέκα ωρών διαπραγματεύσεων, το γνωστό προπαγανδιστικό επιχείρημα, σύμφωνα με το οποίο η κυπριακή οικονομία είναι πολύ μικρή για να αποτελέσει συστημικό κίνδυνο για την Ευρώπη.
Οπότε, οι «κρίκοι» έγιναν μάνι-μάνι 16.
Διότι και διαφοροποιημένη ως προς τους όρους του κουρέματος η απόφαση για την Κύπρο παραμένει το ίδιο και περισσότερο σκληρή.
Προκύπτει έτσι πως μια χαρά θα μπορούσαν οι «κρίκοι» να γίνουν και 15, διότι αυτό που γνωρίζει καλύτερα η κ. Μέρκελ δεν είναι αυτό που ο κ. Τσίπρας θέλει να μας πει ότι γνωρίζει (η Μέρκελ), αλλά το γεγονός ότι βρίσκεται σε προεκλογική περίοδο και λογοδοτεί στον γερμανικό λαό.
Στη Γερμανία, όλοι (φίλοι και αντίπαλοι της Μέρκελ) δηλώνουν ευχαριστημένοι από τη συμφωνία για την Κύπρο με τους Σοσιαλδημοκράτες μάλιστα να δηλώνουν πως ήταν ιδέα του κόμματός τους η συμμετοχή των ίδιων των επενδυτών στο κόστος της διάσωσης.
Όσο για το αριστερό κόμμα Die Linke, αδελφό του ΣΥΡΙΖΑ, ουδόλως διαφώνησε με την φιλοσοφία του σχεδίου – δηλαδή την κατάργηση της Κύπρου από διεθνές χρηματοπιστωτικό κέντρο.
Αντίθετα, έσπευσε να ευθυγραμμιστεί με τον… Σόιμπλε, μιλώντας μόνο για την ανάγκη προστασίας των μικροκαταθετών.
Αυτά ξέρει η κ. Μέρκελ και όχι αυτά που ισχυρίζεται ο κ. Τσίπρας.
Σημειώστε επίσης ότι η Κύπρος τα έπαθε όλα αυτά ενώ έχει ήδη βρει τα κοιτάσματα πετρελαίου και φυσικού αερίου, αλλά αυτά δεν ελήφθησαν υπόψη, καθώς δεν έχει ακόμη στη διάθεσή της τις επιβεβαιωτικές γεωτρήσεις, ώστε οι πλουτοπαραγωγικοί της πόροι να συμπεριληφθούν στους υπολογισμούς των δανειστών.
Αλλά ο κ. Τσίπρας συνεχίζει τους λεονταρισμούς.
Στις 10 Μαρτίου, κατά την ομιλία του στην Κοκκινιά, κατηγόρησε τον Α. Σαμαρά για την στρατηγική επιλογή του να διακηρύξει πως οι ενεργειακοί πόροι της Ελλάδας είναι ευρωπαϊκοί.
«Εμείς του απαντάμε ότι οι πλουτοπαραγωγικοί πόροι της πατρίδας μας, ανήκουν στον ελληνικό λαό. Δεν ανήκουν στους δανειστές, δεν ανήκουν σε αυτούς που υπέγραψαν την καταδίκη της χώρας μας», βροντοφώναξε.
έβαια, δυο μέρες νωρίτερα, ο βουλευτής του Γ. Σταθάκης, μιλώντας στον Real, είχε χαρακτηρίσει την κίνηση του πρωθυπουργού «ευφυή» σε γεωπολιτικό επίπεδο, διότι επιτρέπει στο ελληνικό κράτος να απεμπλακεί από την προφανή σύγκρουση και βάζει την Ευρώπη εντός ενός αναγκαστικού πλαισίου.
Σωστά, αλλά ο λαϊκισμός του αρχηγού του ξεπερνά τα όρια της λογικής…
elzoni.gr