
Ηδη οι Ελληνες ξενοδόχοι επιδόθηκαν σε ένα ιδιότυπο μπρα ντε φερ με τους μεγάλους tour operators το τελευταίο χρονικό διάστημα, με φόντο το 2026 και τις τιμές στις οποίες «κλειδώνουν» τα συμβόλαια για την επόμενη τουριστική σεζόν.
Σύμφωνα με τις πληροφορίες η πλειονότητα των ξενοδόχων φαίνεται ότι κερδίζει για το 2026 μία μεσοσταθμική αύξηση της τάξης του 3%-5% στις τιμές των συμβολαίων, τη στιγμή που ο πληθωρισμός διαμορφώθηκε στο 2,9% στην Ελλάδα τον Αύγουστο, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής.
Χαρακτηριστικό της μάχης που έδωσαν φέτος οι επιχειρηματίες του κλάδου είναι το γεγονός ότι σε αρκετούς προορισμούς της χώρας τα συμβόλαια για το 2026 υπογράφηκαν μόλις πριν από λίγες ημέρες, ενώ ενδέχεται κάποια να μην έχουν υπογραφεί ακόμη. Και τούτο διότι οι tour operators επιδίωκαν να κρατήσουν φέτος χαμηλά τον πήχη της αύξησης, ασκώντας πίεση στους Ελληνες ξενοδόχους, οι οποίοι από την πλευρά τους διεκδικούσαν υψηλότερες τιμές σε ένα περιβάλλον έντονου ανταγωνισμού και ακρίβειας.
Το πάνω χέρι
Ούτως ειπείν, οι tour operators φαίνεται να έχουν φέτος το πάνω χέρι στις συζητήσεις με τους επιχειρηματίες, οι οποίοι έχασαν μέρος της διαπραγματευτικής ισχύος τους και σε γενικές γραμμές κατάφεραν να εξασφαλίσουν μια μικρή μονοψήφια αύξηση στα νέα συμβόλαια που συνάπτουν για την επόμενη τουριστική περίοδο.
«Φέτος, δόθηκαν πολύ μικρές αυξήσεις στα συμβόλαια, γύρω στο 4%-5%. Πέρυσι, είχαν δοθεί μεγαλύτερες αυξήσεις. Μέχρι στιγμής το μεγαλύτερο ενδιαφέρον για το 2026 διαφαίνεται από τη Γερμανία, το Ηνωμένο Βασίλειο, τη Γαλλία, την Ολλανδία και την Πολωνία», τόνισε ο πρόεδρος της Ενωσης Ξενοδόχων Ηρακλείου, Νίκος Χαλκιαδάκης.
Σε κάθε περίπτωση, όπως εξηγούν οι ξενοδόχοι, μπορεί και φέτος το καλοκαίρι οι τιμές των δωματίων στα ξενοδοχεία να ήταν σε γενικές γραμμές λίγο αυξημένες ανάλογα με τον προορισμό, με κάποιες εξαιρέσεις, ωστόσο, αυτή η αύξηση δεν αποτυπώνεται στην κερδοφορία των επιχειρήσεών τους, καθώς το λειτουργικό και το μισθολογικό κόστος «ροκανίζουν» τα έσοδα.
Σημειωτέον δε πως σε αρκετές περιπτώσεις οι επιχειρηματίες, προκειμένου να γεμίσουν τα καταλύματά τους στην αιχμή της σεζόν, προχώρησαν σε προσφορές, μειώνοντας την τιμή διάθεσης ενός δίκλινου δωματίου.
«Ο τουρισμός παρουσιάζει υψηλή ελαστικότητα στην τιμή. Επίσης, είναι εξαγωγικός τομέας με διεθνή προσανατολισμό, που λειτουργεί σε περιβάλλον οξύτατου ανταγωνισμού και αξιολογείται καθημερινά στη διεθνή αγορά, επηρεάζεται δε άμεσα από κάθε μορφή επιβάρυνσης. Οι υψηλότεροι έμμεσοι φόροι στη Μεσόγειο και από τους υψηλότερους στην Ευρώπη (ΦΠΑ διαμονής, τέλος ανθεκτικότητας στην κλιματική κρίση και δημοτικά τέλη, που στην πράξη μάλιστα στερούνται ανταποδοτικότητας), σε συνδυασμό με την αύξηση του κόστους ενέργειας και των πρώτων υλών, αλλά και το υψηλό ακόμα (παρά τις μειώσεις των τελευταίων ετών) μη μισθολογικό κόστος, λειτουργούν ανασταλτικά στην ανταγωνιστικότητα», επισημάνθηκε στη σχετική επιστολή.
Μάλιστα, οι επιχειρηματίες του κλάδου της φιλοξενίας εκφράζουν ανησυχίες μη θεωρηθεί, τελικά, το ελληνικό τουριστικό προϊόν ακριβό εξαιτίας των φόρων που το επιβαρύνουν. Ενδεικτικά, υπενθυμίζεται ότι με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία, η Ελλάδα έχει μαζί με την ανταγωνίστρια Κροατία τον υψηλότερο ΦΠΑ διαμονής στο 13%. Ακολουθούν Ιταλία, Ισπανία και Τουρκία με 10%, στο 9% βρίσκεται η Κύπρος και στο 6% η Πορτογαλία. Σε ό,τι αφορά το τέλος παρεπιδημούντων, η Ελλάδα είναι στο 0,75% και η Τουρκία στο 0,5%.
Σύμφωνα με τη μηνιαία έρευνα (πάνελ) για την παρακολούθηση της πορείας των βασικών ξενοδοχειακών μεγεθών κατά το 2025 που εκπονεί το Ινστιτούτο Τουριστικών Ερευνών και Προβλέψεων (ΙΤΕΠ) για λογαριασμό του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδος (ΞΕΕ), η μέση τιμή δωματίου τον Ιούλιο διαμορφώθηκε στα 168 ευρώ, αυξημένη κατά 14% σε σχέση με τον Ιούνιο και μειωμένη κατά 3% συγκριτικά με τον αντίστοιχο περυσινό μήνα, όταν το σχετικό ποσό είχε ανέλθει σε 174 ευρώ. Αντίστοιχα, η πληρότητα διαμορφώθηκε στο 82,4% έναντι 82,8% τον Ιούλιο του 2024.
Τουρισμός: Οι προοπτικές για το 2026
Θετικές είναι οι ενδείξεις από τη γερμανική αγορά για το 2026, με τα επίσημα διαθέσιμα στοιχεία να παραπέμπουν σε αυξημένη ζήτηση, ενισχυμένη συνδεσιμότητα και έμφαση σε θεματικές εμπειρίες. Η γερμανική αγορά, η μία εκ των δύο μεγαλύτερων ταξιδιωτικών δεξαμενών του ελληνικού τουρισμού, καταγράφει για το 2025 σταθερά ανοδική πορεία, με την Ελλάδα να διατηρεί την πρώτη θέση μεταξύ των χωρών προέλευσης επισκεπτών.
Με το βλέμμα στο 2026, ήδη μεγάλοι tour operators από τη Γερμανία «κλειδώνουν» αυξημένη χωρητικότητα για την Ελλάδα, με πακέτα που καλύπτουν τόσο το κλασικό τουριστικό μοντέλο «ήλιος και θάλασσα» όσο και εξειδικευμένες εμπειρίες, όπως γαστρονομία, πολιτισμό και δραστηριότητες στη φύση. Παράλληλα, οι τάσεις για σύντομες αποδράσεις (2-4 ημερών) εκτιμάται ότι θα συμβάλουν στην τόνωση των μηνών εκτός της υψηλής περιόδου, ανοίγοντας δρόμο για περαιτέρω επέκταση της τουριστικής σεζόν.
Στην ίδια λογική, θετικό για το 2026 είναι και το momentum από την Αυστρία, με την Ελλάδα να είναι ο top προορισμός για εκείνους που ετοιμάζουν αποδράσεις τους επόμενους 12 μήνες, σύμφωνα με έρευνα της Dertour που διεξήχθη από την Ipsos.
Στις «δυνατές» αγορές για τον ελληνικό τουρισμό εξελίσσεται και η Σαουδική Αραβία. Είναι ενδεικτικό ότι κατά τη θερινή περίοδο του 2025 οι διαθέσιμες αεροπορικές θέσεις από τη Σαουδική Αραβία προς την Ελλάδα αυξήθηκαν κατά 45%, ξεπερνώντας τις 84.000 θέσεις. Με βάση τη δυναμική του 2025, το 2026 αναμένεται νέα άνοδος αφίξεων από τη Σαουδική Αραβία της τάξης του 6%-8%. Η περαιτέρω διεύρυνση των αεροπορικών δρομολογίων και η ενίσχυση της τουριστικής προβολής θα λειτουργήσουν ως καταλύτης για την αγορά.
Τουρισμός: Θετικές προβλέψεις για το 2027
Για το 2027, οι προβλέψεις δείχνουν ακόμη πιο εντυπωσιακή πορεία, με πιθανή διψήφια αύξηση στις αφίξεις, καθώς η Ελλάδα ενισχύει τη θέση της ως κορυφαίος προορισμός για ταξιδιώτες υψηλής εισοδηματικής στάθμης από τη Σαουδική Αραβία. Σε αντίστοιχο μήκος κύματος κινείται και η καναδική αγορά, η οποία χαρακτηρίζεται από υψηλή μέση δαπάνη ανά ταξίδι και ιδιαίτερη προτίμηση σε ταξίδια μεγάλης διάρκειας. Με βάση την τρέχουσα δυναμική, το 2026 αναμένεται νέα αύξηση αφίξεων Καναδών στην Ελλάδα της τάξης του 8%-10%, ενώ για το 2027 οι προβλέψεις κάνουν λόγο για ακόμη μεγαλύτερη ενίσχυση, με πιθανή διψήφια άνοδο. Καθοριστικό ρόλο σε αυτήν την πορεία θα παίξει η περαιτέρω ενίσχυση της αεροπορικής συνδεσιμότητας, καθώς και η εδραίωση της εικόνας της Ελλάδας ως premium προορισμού που προσφέρει αυθεντικές εμπειρίες.