Τα ξημερώματα της τελευταίας ημέρας του 2017, η περιοχή του Κορινθιακού Κόλπου σείστηκε από μια σεισμική δόνηση. Η οποία δεν ήταν ιδιαίτερα ισχυρή αλλά αρκετά αισθητή. Ο σεισμός στον Κορινθιακό ήταν μεγέθους 4,7 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ.Οι σεισμολόγοι δηλώνουν ότι είναι πολύ νωρίς να κρίνουν αν πρόκειται για τον κύριο ή για προσεισμό.
Η ευρύτερη περιοχή του Κορινθιακού Κόλπου εδώ και πολλά χρόνια
παρακολουθείται καλύτερα από οποιαδήποτε άλλη σεισμογενή περιοχή της χώρας τόσο με σεισμογράφους όσο και με μαγνητόμετρα που καταγράφουν αλλαγές στο μαγνητικό πεδίο, κυρίως, λόγω της μεγάλης σεισμικής δραστηριότητάς της, της παραμόρφωσης με μεγάλη ταχύτητα του φλοιού της περιοχής αλλά και του σεισμικού κινδύνου, δηλαδή του μεγάλου οικονομικού κόστους που θα δημιουργήσει ένας μεγαλύτερου μεγέθους σεισμός.
Ο Κορινθιακός Κόλπος είναι η περιοχή με την υψηλότερη παραμόρφωση του φλοιού της Γης σε όλη την Ευρώπη, αφού κάθε χρόνο ο Κόλπος ανοίγει ένα με δύο εκατοστά. Σύμφωνα με τους επιστήμονες, ο βόρειος και ο νότιος Κορινθιακός Κόλπος απομακρύνονται μεταξύ τους με ετήσιο ρυθμό έως 15 χιλιοστών, ενώ η περιοχή του Ξυλοκάστρου μέχρι Αλεποχώρι «ανοίγει» κατά ένα εκατοστό το χρόνο και από την περιοχή του Αιγίου ο Κόλπος καταγράφει παραμόρφωση περίπου 1,5 εκατοστό το χρόνο.
Η μεγάλη ανάπτυξη των δικτύων καταγραφής των σεισμών έχει δώσει στην επιστημονική κοινότητα νέα δεδομένα προς εξέταση τόσο για τους μεγάλους σεισμός όσο και για τους μικρότερους. Αν και υπάρχει διχογνωμία μεταξύ των ερευνητών σχετικά με το αν τα έως τώρα δεδομένα για πρόβλεψη σεισμών με τη μελέτη των προσεισμών μπορούν να δώσουν αξιόπιστα συμπεράσματα, ωστόσο υπάρχουν αρκετές αξιοσημείωτες παρατηρήσεις.
Αν και ο Κορινθιακός Κόλπος παρακολουθείται εδώ και 30 χρόνια από σεισμογράφους ακριβώς επειδή υπάρχει μεγάλη σεισμική δραστηριότητα και παραμόρφωση, δεν υπάρχει κρατικός σχεδιασμός για το μεγάλο σεισμικό κίνδυνο της περιοχής. «Το υψηλότατο κόστος ενός μεγάλου σεισμού στον Κορινθιακό δεν έχει εκτιμηθεί. Από το 1981, που καταγράφηκε ο τελευταίος μεγάλος σεισμός της περιοχής, αλλά από το σεισμό του 1999 στην Πάρνηθα μέχρι και σήμερα έχει τριπλασιαστεί η δόμηση με πολύ μεγάλες υποδομές: διυλιστήρια στην Ελευσίνα, το Αττικό Μετρό, ο αγωγός του φυσικού αερίου και φυσικά εκατοντάδες χιλιάδες κτίρια που έχουν υποστεί δύο μεγάλους σεισμούς και άρα τεράστια επιβάρυνση. Τα κτίρια σκοτώνουν και όχι οι σεισμοί. Το κράτος δεν έχει δει σοβαρά την αντισεισμική θωράκιση ούτε ο κόσμος πλέον έχει τα χρήματα να επιδιορθώσει ό,τι πρέπει. Με τον τελευταίο σεισμό στον Κορινθιακό δέχτηκα δεκάδες μηνύματα ανθρώπων που ζουν ακόμα σε σπίτια που δεν έχουν επιδιορθωθεί μετά τους δύο αυτούς σεισμούς. Στα χρόνια της κρίσης οι έλεγχοι έχουν μείνει στάσιμοι και τα κτίρια είναι τρωτά σε ισχυρό σεισμό», καταλήγει.
ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΒΑΜΒΑΚΑ
Από την έντυπη έκδοη του Ελέυθερου Τύπου της Κυριακής