Τετάρτη 7 Ιουνίου 2017

Τα πολλαπλά μηνύματα που έστειλε ο Τσίπρας, μιλώντας για τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη

http://www.newsit.gr/files/Image/2017/06/07/MITSOTAKIS/VOULI/mitsotakis24.jpg

Η Ομιλία του Πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα, στην ειδική συνεδρίαση της Βουλής στη μνήμη του πρώην Πρωθυπουργού και επίτιμου Προέδρου της ΝΔ, Κωνσταντίνου Μητσοτάκη:

"Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
αποτελεί κοινή ομολογία ότι ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης υπήρξε ένας πολιτικός που άφησε έντονο το προσωπικό του στίγμα στη μεταπολεμική ιστορία της χώρας. Πρόκειται για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα που χαρακτηρίστηκε από περιόδους έντονης πολιτικής αναταραχής και αποσταθεροποίησης, από τις
προσπάθειες για την εμπέδωση και την εδραίωση της Δημοκρατίας μετά την πτώση της χούντας, από τις διαθρωτικές μεταβολές που επέφερε στα κράτη και τις κοινωνίες ολόκληρου του κόσμου η ταραγμένη περίοδος του τέλους της δεκαετίας του ’80, αρχές του ’90 με την πτώση του τείχους του Βερολίνου.
Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης ανήκει πλέον στην ιστορία και η ιστορία ακούει προσεκτικά και τους υποστηριχτές και τους επικριτές και καταγράφει, δεν κρίνει. Οι πολιτικοί άλλωστε κρίνονται από τους πολίτες και μάλιστα σε τρέχοντα χρόνο γιατί έτσι επιτάσσει η δημοκρατία.
Θέλω να σημειώσω ωστόσο, ότι ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης ανέλαβε πλήρως την ευθύνη όλων των πολιτικών του επιλογών, ακόμα και των πιο δύσκολων και πιο αμφιλεγόμενων επιλογών. Και αυτό είναι κάτι που ανεξάρτητα από τον τρόπο με τον οποίο προσεγγίζει κανείς τα γεγονότα, πρέπει να του το αναγνωρίσει.
Για την παράταξη της Αριστεράς ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης υπήρξε πάντοτε ένας πολιτικός αντίπαλος. Οφείλουμε, ωστόσο, να του αναγνωρίσουμε ότι κατά την περίοδο της δικτατορίας δραστηριοποιήθηκε ενεργά για την καταγγελία και τη διεθνή απομόνωση του καθεστώτος των συνταγματαρχών. Στο πλαίσιο αυτό, αναγνωρίστηκε ακόμα και από ηγετικά στελέχη της Αριστεράς ως άνθρωπος απαλλαγμένος από εμφυλιακές φοβίες και προκαταλήψεις, άμεσος, ανοιχτόμυαλος και ανοιχτός στον διάλογο.
Πρόκειται για χαρακτηριστικά που μπορεί σήμερα να τα θεωρούμε συνήθη, αλλά ιδιαίτερα τότε, με δεδομένο το πολιτικό κλίμα της εποχής, δεν θεωρούντο δεδομένα.
Θεωρούμε, επίσης, ότι ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης υπήρξε συνεπής στη στάση αυτή και στα χρόνια που ακολούθησαν τη Μεταπολίτευση. Ως Αρχηγός της Νέας Δημοκρατίας αναγνώρισε την ανάγκη να απαλλαγεί η παράταξή του από κατάλοιπα μισαλλοδοξίας και να αναπροσανατολίσει το κόμμα του ως κόμμα εθνικού ακροατηρίου, πέρα και πάνω από διχαστικές διαχωριστικές γραμμές του παρελθόντος. Ανεξάρτητα από τις όποιες -και υπαρκτές- πολιτικές διαφωνίες, η επιλογή αυτή θα πρέπει να αναγνωριστεί ως μία σημαντική και θετική συνεισφορά στην εδραίωση, στην εμπέδωση της δημοκρατίας στον τόπο μας.
Επίσης, ως Αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης σε μια περίοδο μεγάλης πολιτικής όξυνσης, ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης επέδειξε αξιοσημείωτη προσήλωση στις αρχές του κοινοβουλευτισμού και ανεξάρτητα από την ένταση της πολιτικής αντιπαράθεσης, κράτησε πάντοτε τον δημόσιο πολιτικό του λόγο στα πλαίσια μιας ήρεμης, συγκροτημένης και αυτοκυριαρχούμενης ρητορικής.
Η ταραγμένη εκείνη περίοδος έκλεισε με την ολιγόμηνη κυβερνητική συνεργασία ανάμεσα στη Νέα Δημοκρατία και τον Συνασπισμό, για την οποία επίσης υπάρχουν, και είναι λογικό, διαφορετικές προσεγγίσεις και πολιτικές και ιστορικές. Άλλωστε και αυτό, όπως όλα, κρίθηκε από τον λαό, όπως όλα κρίνονται από τον λαό. Οφείλουμε, όμως, να αποδεχθούμε, ανεξάρτητα από την ιστορική αποτίμηση της επιλογής αυτής, ότι το ευρύτερο πλαίσιο αυτής της συνεργασίας προϋπόθετε την οριστική υπέρβαση των όποιων εμφυλιοπολεμικών διχαστικών προκαταλήψεων. Και αναγνωρίζουμε στον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη ότι δέσμιος τέτοιων προκαταλήψεων δεν υπήρξε ποτέ στον πολιτικό του βίο.
Η Οικουμενική Κυβέρνηση που ακολούθησε την Κυβέρνηση Τζαννετάκη σηματοδότησε, επίσης, τη λήξη μιας μεγάλης περιόδου σφοδρής πολιτικής έντασης και την αποκατάσταση ενός νέου πολιτικού κλίματος, όπου η αντιπαράθεση μπορούσε να γίνεται με πολιτικότερους όρους, χωρίς φυσικά αυτό να σημαίνει και το τέλος της ιστορίας ή των διαχωριστικών γραμμών με βάση την ιδεολογία και την πολιτική άποψη. Όμως είναι σημαντικό η αντιπαράθεση να διεξάγεται με πολιτικότερους όρους στον τόπο.
Όπως ανέφερα εισαγωγικά, για την παράταξη της Αριστεράς ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης υπήρξε πάντοτε ένας πολιτικός αντίπαλος, αλλά ένας σοβαρός και υπολογίσιμος πολιτικός αντίπαλος ως βασικός εισηγητής του πολιτικού νεοφιλελευθερισμού στην Ελλάδα. Γι’ αυτό δεν θα προχωρήσω σε κρίσεις για το κυβερνητικό έργο της περιόδου 1991-1993, καθώς κάτι τέτοιο θα ξέφευγε από το πλαίσιο ενός πολιτικού μνημόσυνου. Υποθέτω άλλωστε, ότι θα έχουμε την ευκαιρία να αναφερθούμε σε αυτά σε μια πιο ανοικτή πολιτική συζήτηση για την πορεία της χώρας από τότε έως τα χρόνια της κρίσης, διότι η ιστορία της Ελλάδας, και ευτυχώς, δεν ξεκινά από την έναρξη της κρίσης.
Σε ό,τι αφορά, όμως, την περίοδο της Πρωθυπουργίας του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη οφείλω να αναγνωρίσω και να του πιστώσω τους χαμηλούς και προσεκτικούς τόνους στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής, σε μία περίοδο μάλιστα όπου η έξαρση της εθνικιστικής ρητορικής απειλούσε με αποσταθεροποίηση τη γειτονιά μας.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, αναμφισβήτητα ο θάνατος του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη κλείνει και συμβολικά μία ιστορική περίοδο για τη χώρα μας. Βεβαίως η πολιτική αντιπαράθεση δεν σταματά ποτέ και έτσι πρέπει να γίνεται. Οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει ο τόπος, καθώς και οι κοινωνικές διεκδικήσεις θα βάζουν διαρκώς νέα ζητήματα στην ημερήσια διάταξη.
Σταθερή άποψή μας είναι ότι τα ζητήματα αυτά θα πρέπει να συζητιούνται με την ένταση που τους αναλογεί, αλλά και με τη συμφωνημένη προσήλωση σε ένα ξεκάθαρο δημοκρατικό θεσμικό πλαίσιο. Και σε ένα τέτοιο πλαίσιο δεν μπορεί να έχει θέση η μισαλλοδοξία και ο εμφυλιοπολεμικός διχαστικός λόγος από τον οποίο τρέφεται και δυναμώνει η ακροδεξιά και οι εχθροί της Δημοκρατίας.
Θα θυμόμαστε, λοιπόν, τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη ως έναν πολύ ικανό πολιτικό αντίπαλο της Αριστεράς, αλλά ταυτόχρονα, και ως έναν αταλάντευτο υπερασπιστή της Δημοκρατίας και του Κοινοβουλευτισμού, ως έναν τολμηρό πολιτικό, που δεν δίστασε να αναλάβει πολλά πολιτικά ρίσκα στον πολιτικό του βίο, από την ταραγμένη δεκαετία του 1960 ως την εποχή της μεγάλης πόλωσης της δεκαετίας του 1980, ιδίως στα τέλη της δεκαετίας του 1980.
Θα τον θυμόμαστε ως έναν εξαιρετικό κοινοβουλευτικό άντρα και κοινοβουλευτικό ρήτορα, αλλά και κοινοβουλευτικό εν γένει. Θα τον θυμόμαστε ως έναν σημαντικό ηγέτη της παράταξής του, που παρά τη μεγάλη ένταση της εποχής, απέφυγε συστηματικά να υιοθετήσει τη μισαλλοδοξία ως εργαλείο για την προώθηση του πολιτικού του σχεδιασμού. Νομίζω ότι αυτό αποτελεί μία σοβαρή και αξιομνημόνευτη παρακαταθήκη, όχι μόνο για την παράταξή του, αλλά για τη Δημοκρατία, για το πολιτικό μας σύστημα και για τον πολιτικό πολιτισμό στη χώρα μας.
Με αυτές τις σκέψεις, λοιπόν, θα ήθελα να συλλυπηθώ για άλλη μια φορά τους οικείους του και να ευχηθώ να θυμόμαστε τον εκλιπόντα και κυρίως την παρακαταθήκη, που αφήνει πίσω του."