Η τρόικα επέμενε από την αρχή για πλήρη απελευθέρωση των πλειστηριασμών πρώτης κατοικίας.
Μπροστά στις αντιδράσεις και στις προειδοποιήσεις περί άμεσου κινδύνου κοινωνικής αναταραχής, δύο από τους τρεις δανειστές μας (ΕΕ και ΕΚΤ) έκαναν πίσω και άναψαν το πράσινο φως για την συνέχιση της προστασίας.
Το ΔΝΤ, όμως, που ουδέποτε ενδιαφέρθηκε για την κοινωνική ειρήνη σε οποιαδήποτε χώρα και αν παρενέβη (καθώς ακολουθεί απαρέγκλιτα το δικό του πρωτόκολλο, όπως αυτό προκύπτει από το Καταστατικό του), αδιαφορεί για την κοινωνική συνοχή της Ευρώπης (διότι προέρχεται από άλλη ήπειρο) και όποτε θέλει παίρνει το καπελάκι του και φεύγει, συνέχισε να πιέζει και να απαιτεί.
Στην αρχική φάση αυτής της διαπραγμάτευσης έγινε το μοιραίο λάθος να μην αποκλειστεί κάθε (υπό πιεστικές συνθήκες) συζήτηση για ένα μη προαπαιτούμενο θέμα και αυτό να συζητηθεί στο πλαίσιο μιας μόνιμης ρύθμισης από το 2015 – στο πλαίσιο του λεγόμενου «ιρλανδικού μοντέλου» που έχει προκριθεί και το οποίο επίσης πρέπει να μελετηθεί και να προσαρμοστεί στην ελληνική πραγματικότητα.
Έτσι, άνοιξε η όρεξη του ΔΝΤ, που άρχισε τους γνωστούς εκβιασμούς, με τη γνωστή πρακτική της αποχώρησης από τη χώρα και των απειλών για μη εκταμίευση της υποδόσης του Ιουλίου, 1 δις ευρώ, που τελικά εκταμιεύτηκε.
Στις 22 Αυγούστου, ο πρωθυπουργός Α. Σαμαράς έκανε τη γνωστή δήλωση – εξαγγελία, σύμφωνα με την οποία θα προστατευτούν τα φτωχά και μεσαία στρώματα.
Οι διαπραγματεύσεις συνεχίστηκαν με βάση αυτή την εξαγγελία, αλλά έφθασαν σε αδιέξοδο και η κυβέρνηση αποφάσισε να νομοθετήσει μονομερώς, καταθέτοντας σχέδιο νόμου με το οποίο αναστέλλονται για έναν ακόμη χρόνο (υπό τους γνωστούς τρεις όρους) οι πλειστηριασμοί πρώτης κατοικίας, με παράλληλη διατήρηση των προστατευτικών νόμων Κατσέλη και αυτού που ακολούθησε το 2013 – οπότε, αυτοί που δεν καλύπτονται από τον μόλις ψηφισθέντα νόμο, θα μπορούν πάντα να κάνουν χρήση των άλλων δύο (3869/2010 και 4161/2013).
Πρόκειται για τους νόμους που οδηγούν στην άμεση αναστολή πλειστηριασμού αμέσως μετά την υποβολή αίτησης υπαγωγής στο νόμο, μέχρι την έκδοση τελεσίδικης απόφασης.
Οι διαπραγματεύσεις με την τρόικα (για την ακρίβεια με το ΔΝΤ, αφού οι άλλοι δύο υποχώρησαν) συνεχίστηκαν μέχρι την τελευταία στιγμή.
Την Τετάρτη, 18 Δεκεμβρίου 2013, το υπουργείο Ανάπτυξης παρουσίασε το νόμο, μαζί με μια σειρά στοιχεία σύμφωνα με τα οποία:
9 στους 10 δανειολήπτες έχουν κύρια κατοικία αντικειμενικής αξίας μικρότερης των 200.000 ευρώ – άρα καλύπτουν το πρώτο κριτήριο προστασίας.
9 στα 10 νοικοκυριά με στεγαστικό δάνειο έχουν καθαρό ετήσιο οικογενειακό εισόδημα μικρότερο ή ίσο των 35.000 ευρώ – άρα καλύπτουν και το δεύτερο κριτήριο.
Η μέση κινητή και ακίνητη περιουσία για το σύνολο των νοικοκυριών ανέρχεται στα 110.200 ευρώ και ειδικά για τους δανειολήπτες στα 173.966 ευρώ – άρα καλύπτεται και το κριτήριο που αφορά στο σύνολο της ακίνητης περιουσίας, που τοποθετείται στα 270.000 ευρώ.
Το μέσο ποσό καταθέσεων ανέρχεται σε 3.600 ευρώ και το 92,8% των καταθετών διαθέτει καταθέσεις συνολικού ύψους ως 10.000 ευρώ – οπότε καλύπτεται και το κριτήριο που απαιτεί οι καταθέσεις των δανειοληπτών που δηλώνουν σε αδυναμία καταβολής των δόσεων να μην υπερβαίνουν τα 15.000 ευρώ.
Φυσικά, από την Τετάρτη, 18 Δεκεμβρίου, ως το Σάββατο, 21 Δεκεμβρίου, δεν ήταν δυνατόν να ελεγχθεί η ακρίβεια των στοιχείων – δουλειά που το αρμόδιο υπουργείο χρειάστηκε έξι μήνες για να διεκπεραιώσει.
Η Βουλή νομοθέτησε λαμβάνοντας ως δεδομένο ότι της δόθηκαν ακριβή στοιχεία – και με τις διορθώσεις που έγιναν ως προς τα χρέη των εμπόρων και των μικροεπιχειρηματιών.
Αν υπάρξει περίπτωση αδικίας (διότι τα παραπάνω κριτήρια πρέπει να υπάρχουν σωρευτικά), τότε θα προκύψει πρόβλημα όσον αφορά στα στοιχεία που δόθηκαν και στην περίπτωση αυτή η Βουλή υποχρεούται να ξανανομοθετήσει, καλύπτοντας τα κενά που θα έχουν προκύψει κατά την εφαρμογή του νόμου.
Διότι τα στοιχεία θα έχουν διαψευστεί, ακόμη και αν αδικηθεί έστω και ένας…
elzoni.gr