«Η καινούργια ΕΡΤ δίνει την ευκαιρία να αποδείξουμε ότι στον
δημόσιο τομέα μπορούμε να προσφέρουμε έργο προς την κοινωνία με πιο λιτό
και αποδοτικό τρόπο, αξιοποιώντας καλύτερα το ανθρώπινο δυναμικό και τα
μέσα, που έχουμε στη διάθεσή μας. Αν το καταφέρουμε, αυτή θα είναι η
μεταρρύθμιση στη δημόσια διοίκηση στην πράξη και θα έχει ευρύτερη
σημασία» σημειώνει ο υφυπουργός Δημόσιας Ραδιοτηλεόρασης, Παντελής
Καψής, στη συνέντευξη, που παραχώρησε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Διευκρινίζει πως το ζητούμενο της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης δεν είναι απαραιτήτως τα υψηλά ποσοστά τηλεθέασης, αλλά η προσβασιμότητα του προγράμματός της σε ευρείες ομάδες πληθυσμού, προαναγγέλει ότι έως το τέλος του Αυγούστου ο μεταβατικός φορέας θα εκπέμψει «ένα αρκετά ικανοποιητικό πρόγραμμα, που σίγουρα θα ικανοποιεί τις προδιαγραφές που έθεσε το ΣτΕ», γνωστοποιεί ότι έως χθες το βράδυ οι αιτήσεις υποψηφίων εργαζομένων είχαν φτάσει τις 2.800, επαναλαμβάνει πως δεν υπάρχει σχεδιασμός για αστυνομική επέμβαση στο μέγαρο της Αγίας Παρασκευής, αλλά κάνει σαφές πως οι προσλήψεις εκείνων, που θα επιλεγούν για τον μεταβατικό φορέα, θα γίνουν εφόσον υπάρξει πρόσβαση στις εγκαταστάσεις του ραδιομεγάρου.
Ολόκληρη η συνέντευξη:
ΕΡ: Ύστερα από 46 μέρες συνεχόμενης παρουσίας και εκπομπής τηλεοπτικού προγράμματος των εργαζομένων στις εγκαταστάσεις της ΕΡΤ και μετά τα χθεσινά περιστατικά στον Υμηττό εξακολουθείτε να αποκλείετε αστυνομική επέμβαση στην Αγία Παρασκευή;
«Τα χθεσινά περιστατικά στον Υμηττό ήταν μια κίνηση απελπισίας της ΠΟΣΠΕΡΤ ενόψει και του συνεδρίου της και επειδή η άρνηση της να πάρει μέρος στις διαδικασίες για τον μεταβατικό φορέα την έχει οδηγήσει σε αδιέξοδο. Έχουμε πει ότι δεν υπάρχει σχεδιασμός για αστυνομική επέμβαση και πιστεύω πως οι εργαζόμενοι θα καταλάβουν και οι ίδιοι το αδιέξοδο, στο οποίο έχουν βρεθεί. Αυτό που υπάρχει, είναι ότι δεν θα μπουν τα ΜΑΤ και περιμένουμε να καταλάβουν το αδιέξοδο, στο οποίο έχουν οδηγηθεί και έχουν οδηγήσει και τους εργαζόμενους».
ΕΡ: Ποιο είναι το χρονοδιάγραμμα των προσλήψεων και της έναρξης κανονικής λειτουργίας του μεταβατικού φορέα;
«Μέχρι χθες το βράδυ ο αριθμός των αιτήσεων ανερχόταν σε 2800. Νομίζω ότι μέχρι το τέλος του Αυγούστου θα εκπέμψει ένα αρκετά ικανοποιητικό πρόγραμμα που σίγουρα θα ικανοποιεί τις προδιαγραφές που έθεσε το ΣτΕ. Η προκήρυξη για τις υπόλοιπες 1.400 θέσεις εργασίας για τον μεταβατικό φορέα είναι θέμα λίγων ημερών, αλλά οι προσλήψεις αυτών θα γίνουν εφόσον υπάρχει πρόσβαση στις εγκαταστάσεις της Αγίας Παρασκευής. Ίσως υπάρχουν κάποιες ειδικότητες που θα χρειαστεί να τις πάρουμε αργότερα με σύμβαση έργου, πχ. για συγκεκριμένα αντικείμενα, όπως το Champions League. Αυτά θα τα δει ο διαχειριστής. Ελπίζω ότι μέσα στο 2013 θα έχουμε τη νέα Ραδιοτηλεόραση. Δεν θέλω να δεσμευτώ για κάτι που θα αναλάβει η νέα διοίκηση. Πρέπει αυτοί να πάρουν τις αποφάσεις. Όχι εγώ.
ΕΡ: Η παρούσα λειτουργία της Δημόσιας Τηλεόρασης, όπως έχετε δηλώσει, προσπαθεί να καλύψει την απόφαση του ΣτΕ. Υπάρχει, όμως, κενό ως προς την εκπομπή ραδιοφωνικού προγράμματος…
«Νομίζω ότι είναι σχετικά εύκολο τώρα, που θα μπούμε στις εγκαταστάσεις στην Κατεχάκη, να ξεκινήσει και το ραδιόφωνο να εκπέμπει».
ΕΡ: Σύμφωνα με το νομοσχέδιο, το Εποπτικό Συμβούλιο θα ορίσει το Διοικητικό Συμβούλιο που θα αποφασίσει από την αρχή για τη δομή της νέας ραδιοτηλεόρασης. Πώς εξασφαλίζεται η ανεξαρτησία του Εποπτικού Συμβουλίου; Πώς μπορεί θεσμικά και πρακτικά να επιτευχθεί η απεμπλοκή του νέου φορέα από την όποια πολιτική εξάρτηση;
«Το Διοικητικό Συμβούλιο, που θα οριστεί από το Εποπτικό Συμβούλιο, θα αναλάβει να στήσει την καινούργια Δημόσια Τηλεόραση με κάποιες προδιαγραφές. Θεσμικά, ο υπουργός δεν θα μπορεί να παρέμβει, να πάρει καμία απόφαση σχετικά με τη λειτουργία της Δημόσιας Τηλεόρασης. Αυτή τη στιγμή, ο υπουργός μπορεί να αλλάξει πρόσωπα, να αλλάξει ακόμη και τις ώρες μετάδοσης των προγραμμάτων, να βάλει βέτο σε οποιαδήποτε απόφαση. Με το νέο θεσμικό πλαίσιο δεν θα μπορεί να κάνει τίποτε. Η μόνη του δυνατότητα θα είναι μία φορά περίπου κάθε έξι χρόνια να επιλέγει τη σειρά της τοποθέτησης των μελών του Εποπτικού Συμβουλίου. Δηλαδή, ποια τρία από τα δέκα μέλη του θα είναι αναπληρωματικά. Πρακτικά, λοιπόν, δεν θα έχει καμία δυνατότητα παρέμβασης. Προφανώς αυτό προϋποθέτει και μια αλλαγή κουλτούρας όλων μας. Και στο πολιτικό σύστημα και στους ανθρώπους που θα αναλάβουν να λειτουργήσουν αυτήν τη νέα Ραδιοτηλεόραση. Και αυτό το θεσμικό πλαίσιο επιτρέπει την αλλαγή αυτής της κουλτούρας».
ΕΡ: Σε ό,τι αφορά τη στελέχωση του Εποπτικού Συμβουλίου, ποιες είναι οι σκέψεις σας;
«Θα είναι πρόσωπα υψηλού κύρους που δεν θα δημιουργείται καν η υποψία ότι μεταφέρουν κομματικές γραμμές ή ότι κάνουν κάποια ρουσφέτια. Σας λέω, όμως, ότι δεν θα υπάρχει δυνατότητα επηρεασμού τους. Το ποια θα είναι αυτά τα άτομα, θα το ανακοινώσουμε σύντομα».
ΕΡ: Ποιες θα είναι οι βασικές κατευθύνσεις από τη μεριά της κυβέρνησης προς το Εποπτικό Συμβούλιο; Για θέματα όπως ο αριθμός των εργαζομένων του νέου φορέα, ο προϋπολογισμός, ο αριθμός των καναλιών και των ραδιοφώνων ποιος τελικά θα αποφασίζει;
«Προφανώς θα υπάρξει ένα πλαίσιο το οποίο θα δοθεί για να κινηθεί η νέα διοίκηση, αλλά το πλαίσιο αυτό θα είναι πολύ γενικό. Το ύψος του ανταποδοτικού τέλους, προφανώς, δεν θα είναι απόφαση δική του, αλλά για παράδειγμα ο αριθμός των εργαζομένων θα είναι δική του απόφαση, γιατί ανάλογα με το πώς θα οργανωθεί, θα προκύψουν και οι ανάγκες σε ανθρώπινο δυναμικό. Αν, για παράδειγμα, ο νέος φορέας κάνει πολλές εξωτερικές παραγωγές, θα χρειάζεται λιγότερο προσωπικό. Αν κάνει πιο πολλές εσωτερικές παραγωγές θα χρειάζεται περισσότερο. Αφετηρία του πλαισίου αυτού είναι το σχέδιο Μόσιαλου, χωρίς αυτό να είναι δεσμευτικό, καθώς θα υπόκειται στις αλλαγές που θα αποφασίσει το διοικητικό συμβούλιο. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο θα κινηθεί αυτόνομα. Είναι νωρίς, όμως, να μπω σε περισσότερες λεπτομέρειες.
ΕΡ: Οι εργαζόμενοι της ΕΡΤ σας έχουν κατηγορήσει για έλλειψη διάθεσης διαλόγου επί της ουσίας. Εσείς έχετε δηλώσει ότι οι εργαζόμενοι αποτελούν μέρος της λύσης. Παράλληλα, όμως, έχετε κάνει λόγο για μια κουλτούρα αναξιοκρατίας, δημοσιοϋπαλληλική νοοτροπία, που είχε επικρατήσει στην ΕΡΤ. Τελικά τι ισχύει;
«Η ΠΟΣΠΕΡΤ και οι δημοσιογράφοι της ΕΡΤ από την πρώτη στιγμή αρνιόντουσαν την ιδέα ενός μεταβατικού φορέα. Αντίθετα, άλλες Ενώσεις το έχουν αποδεχτεί αυτό και παίρνουν μέρος στον διάλογο. Η απόφαση ότι έκλεισε η ΕΡΤ είναι αμετάκλητη. Αυτό δεν δέχονταν η ΠΟΣΠΕΡΤ και οι δημοσιογράφοι. Αυτό, όμως, δεν τέθηκε προς διαπραγμάτευση. Τώρα θα δημιουργηθεί ένας νέος φορέας και θα γίνει καινούργιος ανοιχτός διαγωνισμός στον οποίο θα μπορεί να πάρει μέρος ο καθένας. Προφανώς, θα υπάρχει κάποια πριμοδότηση της εμπειρίας σε ραδιοτηλεοπτικό φορέα.
ΕΡ: Τα δελτία ειδήσεων της ΕΡΤ σας ικανοποιούσαν ως θεατή;
«Πάντως, ήταν πολύ καλύτερα από τα περισσότερα ιδιωτικά κανάλια. Είχε κάνει βήματα στον τομέα αυτόν και είχαν πολλά θετικά στοιχεία. Όμως, η δημόσια τηλεόραση δεν είναι μόνο δελτία ειδήσεων. Ούτε να κάνει εκπομπές που να καλεί κόσμο και να ανταλλάσσουν απόψεις, έστω και με πιο ήπιο τρόπο, χωρίς να δίνουν έμφαση στον εντυπωσιασμό. Η δημόσια τηλεόραση είναι πολύ περισσότερα πράγματα. Είναι σωστές δημοσιογραφικές έρευνες, είναι σωστά ντοκιμαντέρ. Σε αυτόν τον τομέα υπήρχαν πολλά προβλήματα».
ΕΡ: Στην ανακοίνωση κλεισίματος της ΕΡΤ υπήρχε η κατηγορία για χαμηλά ποσοστά τηλεθέασης και παράλληλα υψηλό κόστος λειτουργίας. Στη νέα Δημόσια Τηλεόραση τι ρόλο θα παίζουν τα ποσοστά τηλεθέασης;
«Τα μικρά ποσοστά θεαματικότητας υπάρχουν πολλοί τρόποι να τα δει κανείς. Σίγουρα δεν πας να μπεις σε ανταγωνισμό με την ιδιωτική τηλεόραση και δεν είναι αυτός ο στόχος να έχεις κέρδος, αλλά από την άλλη αν δεν φτάνεις στα ειδικά εκείνα κοινά, που δεν στοχεύει η ιδιωτική τηλεόραση, δεν επιτελείς έργο. Δεν θέλουμε να είναι πάντα υψηλά τα ποσοστά τηλεθέασης, αλλά το πρόγραμμα πρέπει να φτάνει σε ευρείες ομάδες του πληθυσμού. Μιλάμε για δύο ειδών μετρήσεις. Μία είναι η τηλεθέαση και μία τα ειδικά κοινά, στα οποία απευθύνεται το πρόγραμμα της δημόσιας τηλεόρασης. Πρέπει να βλέπουμε τα χαρακτηριστικά των κοινών, τα οποία έχουν μείνει εκτός εμπορικής τηλεόρασης. Για παράδειγμα, αν κάνεις μια εκπομπή για το χόκεϋ, δεν περιμένεις να έχει τηλεθέαση, αλλά να είναι αξιόλογη για να την παρακολουθεί το ενδιαφερόμενο κοινό.
ΕΡ: Μήπως, τελικά, η απόφαση για το αιφνίδιο κλείσιμο της ΕΡΤ δημιούργησε περισσότερα προβλήματα από εκείνα που έλυσε;
«Σίγουρα δημιούργησε προβλήματα. Όμως, νομίζω ότι δίνει την ευκαιρία, κάτω από κάποιες προϋποθέσεις ασφαλώς, να φτιάξουμε μια καινούργια ΕΡΤ που θα είναι ένα παράδειγμα πώς στον δημόσιο τομέα μπορούμε να προσφέρουμε το ίδιο έργο προς την κοινωνία με πιο λιτό και αποδοτικό τρόπο, αξιοποιώντας καλύτερα το ανθρώπινο δυναμικό και τα μέσα, που έχουμε στη διάθεση μας. Και η ΕΡΤ είναι κατεξοχήν αυτό το παράδειγμα. Αν μπορέσουμε να το καταφέρουμε, θα είναι η μεταρρύθμιση στη δημόσια διοίκηση στην πράξη και θα έχει ευρύτερη σημασία.
ΕΡ: Αν υποθετικά η πολιτική κρίση, που προέκυψε από το κλείσιμο της ΕΡΤ οδηγούσε σε πρόωρες εκλογές, κατά τη γνώμη σας, θα μπορούσαν αυτές να γίνουν χωρίς τη λειτουργία της δημόσιας τηλεόρασης;
«Κοιτάξτε. Η δημόσια τηλεόραση έχει πολύ σοβαρό ρόλο να παίξει στην πολιτική ζωή. Και αυτό γιατί έχουμε ανάγκη ενός πολιτικού λόγου, που δεν θα στέκεται μόνο στον εντυπωσιασμό, αλλά θα μπορεί να παρουσιάζει και να αναλύει τα προβλήματα πολύ πιο ψύχραιμα και μέσα από μία πιο ολοκληρωμένη σκοπιά. Άρα θεωρώ ότι όχι μόνο στις εκλογές, αλλά γενικότερα έχουμε ανάγκη αυτή τη στιγμή από μία δημόσια τηλεόραση. Δυστυχώς, ο τρόπος που γίνεται ο διάλογος μέσα από τα μέσα ενημέρωσης, πολλές φορές είναι εξαιρετικά απλουστευτικός και μονοδιάστατος μέσα από την οπτική είτε της πολιτικής, είτε της συνδικαλιστικής αντιπαράθεσης και η έννοια του δημοσίου συμφέροντος, που αυτό πρέπει να υπηρετεί μια δημόσια τηλεόραση, μπαίνει πολύ λιγότερο. Αυτό, αν δεν το συνειδητοποιήσουμε ως κοινωνία, θα έχουμε πρόβλημα».
Διευκρινίζει πως το ζητούμενο της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης δεν είναι απαραιτήτως τα υψηλά ποσοστά τηλεθέασης, αλλά η προσβασιμότητα του προγράμματός της σε ευρείες ομάδες πληθυσμού, προαναγγέλει ότι έως το τέλος του Αυγούστου ο μεταβατικός φορέας θα εκπέμψει «ένα αρκετά ικανοποιητικό πρόγραμμα, που σίγουρα θα ικανοποιεί τις προδιαγραφές που έθεσε το ΣτΕ», γνωστοποιεί ότι έως χθες το βράδυ οι αιτήσεις υποψηφίων εργαζομένων είχαν φτάσει τις 2.800, επαναλαμβάνει πως δεν υπάρχει σχεδιασμός για αστυνομική επέμβαση στο μέγαρο της Αγίας Παρασκευής, αλλά κάνει σαφές πως οι προσλήψεις εκείνων, που θα επιλεγούν για τον μεταβατικό φορέα, θα γίνουν εφόσον υπάρξει πρόσβαση στις εγκαταστάσεις του ραδιομεγάρου.
Ολόκληρη η συνέντευξη:
ΕΡ: Ύστερα από 46 μέρες συνεχόμενης παρουσίας και εκπομπής τηλεοπτικού προγράμματος των εργαζομένων στις εγκαταστάσεις της ΕΡΤ και μετά τα χθεσινά περιστατικά στον Υμηττό εξακολουθείτε να αποκλείετε αστυνομική επέμβαση στην Αγία Παρασκευή;
«Τα χθεσινά περιστατικά στον Υμηττό ήταν μια κίνηση απελπισίας της ΠΟΣΠΕΡΤ ενόψει και του συνεδρίου της και επειδή η άρνηση της να πάρει μέρος στις διαδικασίες για τον μεταβατικό φορέα την έχει οδηγήσει σε αδιέξοδο. Έχουμε πει ότι δεν υπάρχει σχεδιασμός για αστυνομική επέμβαση και πιστεύω πως οι εργαζόμενοι θα καταλάβουν και οι ίδιοι το αδιέξοδο, στο οποίο έχουν βρεθεί. Αυτό που υπάρχει, είναι ότι δεν θα μπουν τα ΜΑΤ και περιμένουμε να καταλάβουν το αδιέξοδο, στο οποίο έχουν οδηγηθεί και έχουν οδηγήσει και τους εργαζόμενους».
ΕΡ: Ποιο είναι το χρονοδιάγραμμα των προσλήψεων και της έναρξης κανονικής λειτουργίας του μεταβατικού φορέα;
«Μέχρι χθες το βράδυ ο αριθμός των αιτήσεων ανερχόταν σε 2800. Νομίζω ότι μέχρι το τέλος του Αυγούστου θα εκπέμψει ένα αρκετά ικανοποιητικό πρόγραμμα που σίγουρα θα ικανοποιεί τις προδιαγραφές που έθεσε το ΣτΕ. Η προκήρυξη για τις υπόλοιπες 1.400 θέσεις εργασίας για τον μεταβατικό φορέα είναι θέμα λίγων ημερών, αλλά οι προσλήψεις αυτών θα γίνουν εφόσον υπάρχει πρόσβαση στις εγκαταστάσεις της Αγίας Παρασκευής. Ίσως υπάρχουν κάποιες ειδικότητες που θα χρειαστεί να τις πάρουμε αργότερα με σύμβαση έργου, πχ. για συγκεκριμένα αντικείμενα, όπως το Champions League. Αυτά θα τα δει ο διαχειριστής. Ελπίζω ότι μέσα στο 2013 θα έχουμε τη νέα Ραδιοτηλεόραση. Δεν θέλω να δεσμευτώ για κάτι που θα αναλάβει η νέα διοίκηση. Πρέπει αυτοί να πάρουν τις αποφάσεις. Όχι εγώ.
ΕΡ: Η παρούσα λειτουργία της Δημόσιας Τηλεόρασης, όπως έχετε δηλώσει, προσπαθεί να καλύψει την απόφαση του ΣτΕ. Υπάρχει, όμως, κενό ως προς την εκπομπή ραδιοφωνικού προγράμματος…
«Νομίζω ότι είναι σχετικά εύκολο τώρα, που θα μπούμε στις εγκαταστάσεις στην Κατεχάκη, να ξεκινήσει και το ραδιόφωνο να εκπέμπει».
ΕΡ: Σύμφωνα με το νομοσχέδιο, το Εποπτικό Συμβούλιο θα ορίσει το Διοικητικό Συμβούλιο που θα αποφασίσει από την αρχή για τη δομή της νέας ραδιοτηλεόρασης. Πώς εξασφαλίζεται η ανεξαρτησία του Εποπτικού Συμβουλίου; Πώς μπορεί θεσμικά και πρακτικά να επιτευχθεί η απεμπλοκή του νέου φορέα από την όποια πολιτική εξάρτηση;
«Το Διοικητικό Συμβούλιο, που θα οριστεί από το Εποπτικό Συμβούλιο, θα αναλάβει να στήσει την καινούργια Δημόσια Τηλεόραση με κάποιες προδιαγραφές. Θεσμικά, ο υπουργός δεν θα μπορεί να παρέμβει, να πάρει καμία απόφαση σχετικά με τη λειτουργία της Δημόσιας Τηλεόρασης. Αυτή τη στιγμή, ο υπουργός μπορεί να αλλάξει πρόσωπα, να αλλάξει ακόμη και τις ώρες μετάδοσης των προγραμμάτων, να βάλει βέτο σε οποιαδήποτε απόφαση. Με το νέο θεσμικό πλαίσιο δεν θα μπορεί να κάνει τίποτε. Η μόνη του δυνατότητα θα είναι μία φορά περίπου κάθε έξι χρόνια να επιλέγει τη σειρά της τοποθέτησης των μελών του Εποπτικού Συμβουλίου. Δηλαδή, ποια τρία από τα δέκα μέλη του θα είναι αναπληρωματικά. Πρακτικά, λοιπόν, δεν θα έχει καμία δυνατότητα παρέμβασης. Προφανώς αυτό προϋποθέτει και μια αλλαγή κουλτούρας όλων μας. Και στο πολιτικό σύστημα και στους ανθρώπους που θα αναλάβουν να λειτουργήσουν αυτήν τη νέα Ραδιοτηλεόραση. Και αυτό το θεσμικό πλαίσιο επιτρέπει την αλλαγή αυτής της κουλτούρας».
ΕΡ: Σε ό,τι αφορά τη στελέχωση του Εποπτικού Συμβουλίου, ποιες είναι οι σκέψεις σας;
«Θα είναι πρόσωπα υψηλού κύρους που δεν θα δημιουργείται καν η υποψία ότι μεταφέρουν κομματικές γραμμές ή ότι κάνουν κάποια ρουσφέτια. Σας λέω, όμως, ότι δεν θα υπάρχει δυνατότητα επηρεασμού τους. Το ποια θα είναι αυτά τα άτομα, θα το ανακοινώσουμε σύντομα».
ΕΡ: Ποιες θα είναι οι βασικές κατευθύνσεις από τη μεριά της κυβέρνησης προς το Εποπτικό Συμβούλιο; Για θέματα όπως ο αριθμός των εργαζομένων του νέου φορέα, ο προϋπολογισμός, ο αριθμός των καναλιών και των ραδιοφώνων ποιος τελικά θα αποφασίζει;
«Προφανώς θα υπάρξει ένα πλαίσιο το οποίο θα δοθεί για να κινηθεί η νέα διοίκηση, αλλά το πλαίσιο αυτό θα είναι πολύ γενικό. Το ύψος του ανταποδοτικού τέλους, προφανώς, δεν θα είναι απόφαση δική του, αλλά για παράδειγμα ο αριθμός των εργαζομένων θα είναι δική του απόφαση, γιατί ανάλογα με το πώς θα οργανωθεί, θα προκύψουν και οι ανάγκες σε ανθρώπινο δυναμικό. Αν, για παράδειγμα, ο νέος φορέας κάνει πολλές εξωτερικές παραγωγές, θα χρειάζεται λιγότερο προσωπικό. Αν κάνει πιο πολλές εσωτερικές παραγωγές θα χρειάζεται περισσότερο. Αφετηρία του πλαισίου αυτού είναι το σχέδιο Μόσιαλου, χωρίς αυτό να είναι δεσμευτικό, καθώς θα υπόκειται στις αλλαγές που θα αποφασίσει το διοικητικό συμβούλιο. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο θα κινηθεί αυτόνομα. Είναι νωρίς, όμως, να μπω σε περισσότερες λεπτομέρειες.
ΕΡ: Οι εργαζόμενοι της ΕΡΤ σας έχουν κατηγορήσει για έλλειψη διάθεσης διαλόγου επί της ουσίας. Εσείς έχετε δηλώσει ότι οι εργαζόμενοι αποτελούν μέρος της λύσης. Παράλληλα, όμως, έχετε κάνει λόγο για μια κουλτούρα αναξιοκρατίας, δημοσιοϋπαλληλική νοοτροπία, που είχε επικρατήσει στην ΕΡΤ. Τελικά τι ισχύει;
«Η ΠΟΣΠΕΡΤ και οι δημοσιογράφοι της ΕΡΤ από την πρώτη στιγμή αρνιόντουσαν την ιδέα ενός μεταβατικού φορέα. Αντίθετα, άλλες Ενώσεις το έχουν αποδεχτεί αυτό και παίρνουν μέρος στον διάλογο. Η απόφαση ότι έκλεισε η ΕΡΤ είναι αμετάκλητη. Αυτό δεν δέχονταν η ΠΟΣΠΕΡΤ και οι δημοσιογράφοι. Αυτό, όμως, δεν τέθηκε προς διαπραγμάτευση. Τώρα θα δημιουργηθεί ένας νέος φορέας και θα γίνει καινούργιος ανοιχτός διαγωνισμός στον οποίο θα μπορεί να πάρει μέρος ο καθένας. Προφανώς, θα υπάρχει κάποια πριμοδότηση της εμπειρίας σε ραδιοτηλεοπτικό φορέα.
ΕΡ: Τα δελτία ειδήσεων της ΕΡΤ σας ικανοποιούσαν ως θεατή;
«Πάντως, ήταν πολύ καλύτερα από τα περισσότερα ιδιωτικά κανάλια. Είχε κάνει βήματα στον τομέα αυτόν και είχαν πολλά θετικά στοιχεία. Όμως, η δημόσια τηλεόραση δεν είναι μόνο δελτία ειδήσεων. Ούτε να κάνει εκπομπές που να καλεί κόσμο και να ανταλλάσσουν απόψεις, έστω και με πιο ήπιο τρόπο, χωρίς να δίνουν έμφαση στον εντυπωσιασμό. Η δημόσια τηλεόραση είναι πολύ περισσότερα πράγματα. Είναι σωστές δημοσιογραφικές έρευνες, είναι σωστά ντοκιμαντέρ. Σε αυτόν τον τομέα υπήρχαν πολλά προβλήματα».
ΕΡ: Στην ανακοίνωση κλεισίματος της ΕΡΤ υπήρχε η κατηγορία για χαμηλά ποσοστά τηλεθέασης και παράλληλα υψηλό κόστος λειτουργίας. Στη νέα Δημόσια Τηλεόραση τι ρόλο θα παίζουν τα ποσοστά τηλεθέασης;
«Τα μικρά ποσοστά θεαματικότητας υπάρχουν πολλοί τρόποι να τα δει κανείς. Σίγουρα δεν πας να μπεις σε ανταγωνισμό με την ιδιωτική τηλεόραση και δεν είναι αυτός ο στόχος να έχεις κέρδος, αλλά από την άλλη αν δεν φτάνεις στα ειδικά εκείνα κοινά, που δεν στοχεύει η ιδιωτική τηλεόραση, δεν επιτελείς έργο. Δεν θέλουμε να είναι πάντα υψηλά τα ποσοστά τηλεθέασης, αλλά το πρόγραμμα πρέπει να φτάνει σε ευρείες ομάδες του πληθυσμού. Μιλάμε για δύο ειδών μετρήσεις. Μία είναι η τηλεθέαση και μία τα ειδικά κοινά, στα οποία απευθύνεται το πρόγραμμα της δημόσιας τηλεόρασης. Πρέπει να βλέπουμε τα χαρακτηριστικά των κοινών, τα οποία έχουν μείνει εκτός εμπορικής τηλεόρασης. Για παράδειγμα, αν κάνεις μια εκπομπή για το χόκεϋ, δεν περιμένεις να έχει τηλεθέαση, αλλά να είναι αξιόλογη για να την παρακολουθεί το ενδιαφερόμενο κοινό.
ΕΡ: Μήπως, τελικά, η απόφαση για το αιφνίδιο κλείσιμο της ΕΡΤ δημιούργησε περισσότερα προβλήματα από εκείνα που έλυσε;
«Σίγουρα δημιούργησε προβλήματα. Όμως, νομίζω ότι δίνει την ευκαιρία, κάτω από κάποιες προϋποθέσεις ασφαλώς, να φτιάξουμε μια καινούργια ΕΡΤ που θα είναι ένα παράδειγμα πώς στον δημόσιο τομέα μπορούμε να προσφέρουμε το ίδιο έργο προς την κοινωνία με πιο λιτό και αποδοτικό τρόπο, αξιοποιώντας καλύτερα το ανθρώπινο δυναμικό και τα μέσα, που έχουμε στη διάθεση μας. Και η ΕΡΤ είναι κατεξοχήν αυτό το παράδειγμα. Αν μπορέσουμε να το καταφέρουμε, θα είναι η μεταρρύθμιση στη δημόσια διοίκηση στην πράξη και θα έχει ευρύτερη σημασία.
ΕΡ: Αν υποθετικά η πολιτική κρίση, που προέκυψε από το κλείσιμο της ΕΡΤ οδηγούσε σε πρόωρες εκλογές, κατά τη γνώμη σας, θα μπορούσαν αυτές να γίνουν χωρίς τη λειτουργία της δημόσιας τηλεόρασης;
«Κοιτάξτε. Η δημόσια τηλεόραση έχει πολύ σοβαρό ρόλο να παίξει στην πολιτική ζωή. Και αυτό γιατί έχουμε ανάγκη ενός πολιτικού λόγου, που δεν θα στέκεται μόνο στον εντυπωσιασμό, αλλά θα μπορεί να παρουσιάζει και να αναλύει τα προβλήματα πολύ πιο ψύχραιμα και μέσα από μία πιο ολοκληρωμένη σκοπιά. Άρα θεωρώ ότι όχι μόνο στις εκλογές, αλλά γενικότερα έχουμε ανάγκη αυτή τη στιγμή από μία δημόσια τηλεόραση. Δυστυχώς, ο τρόπος που γίνεται ο διάλογος μέσα από τα μέσα ενημέρωσης, πολλές φορές είναι εξαιρετικά απλουστευτικός και μονοδιάστατος μέσα από την οπτική είτε της πολιτικής, είτε της συνδικαλιστικής αντιπαράθεσης και η έννοια του δημοσίου συμφέροντος, που αυτό πρέπει να υπηρετεί μια δημόσια τηλεόραση, μπαίνει πολύ λιγότερο. Αυτό, αν δεν το συνειδητοποιήσουμε ως κοινωνία, θα έχουμε πρόβλημα».