Παράλληλα στην εισήγηση του ο Ανώτατος δικαστικός επικαλούμενος προηγούμενες αποφάσεις του Β2 Τμήματος του Αρείου Πάγου (παραπεμπτική και 866/2015) την οποία τις οποίες, όπως τονίζεις, “θεωρεί ορθότερες, από τις προαναφερόμενες διατάξεις (άρθρου 11 του π.δ. 164/2004 και 1 παρ. 4 εδ. α’ και β’ του ν. 3320/2005)”, υποστηρίσει ότι “προκύπτει ότι για τους απασχοληθέντες σε νομικά πρόσωπα του ευρύτερου δημόσιου τομέα, με διαδοχικές συμβάσεις μίσθωσης έργου, οι οποίες αναγνωρίσθηκαν ως συμβάσεις εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου, με τη διαδικασία που προβλέπεται στο ως άνω π.δ. 164/2004 και καταταγέντες σε οργανικές θέσεις, ο χρόνος των συμβάσεων μίσθωσης έργου λογίζεται για όλες τις άλλες συνέπειες (επιδόματα εορτών, άδειας, χρόνου υπηρεσίας για κατάταξη στα οικεία μισθολογικά κλιμάκια κλπ), εκτός από τη λήψη των αποδοχών της θέσεως στην οποία εντάχθηκαν, ότι έχει διανυθεί με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου, δικαιούνται δε αυτοί τις αποδοχές της θέσης στην οποία εντάχθηκαν από την ημερομηνία έκδοσης της πράξης κατάταξης και εφεξής (πρβλ. ΑΠ 1040/2011)…..Η αναγνώριση δικαιώματος να αμειφθούν αυτοί με όμοιο τρόπο και για το προγενέστερο της προσλήψεώς τους χρονικό διάστημα θα οδηγούσε σε αδικαιολόγητη και αθέμιτη, υπό όλες τις προπαρατιθέμενες συνθήκες, επιβάρυνση του κοινωνικού συνόλου, που αφενός μεν θίγεται από την αρχική, χωρίς οποιοδήποτε εχέγγυο αμεροληψίας, επιλογή τους ως απασχολούμενων στο Δημόσιο κλπ, αφετέρου δε θα καλείτο να επωμισθεί επιπλέον δημόσιες δαπάνες, τις οποίες θα συνεπαγόταν η εξ υπαρχής μη σύννομη επιλογή τους, στην οποία συνέπραξαν και οι ίδιοι, αποφεύγοντας να υποστούν την προβλεπόμενη από το Σύνταγμα διαδικασία διαγωνισμού ή επιλογής με αντικειμενικά κριτήρια, προκειμένου να προσληφθούν κανονικά με σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου”.
aftodioikisi.gr