Η πολιτική αβεβαιότητα και κυρίως η προοπτική ανατροπών στις σχέσεις μας με τους ξένους πιστωτές προκαλούν ανησυχία στους καταθέτες, οι οποίοι φοβούνται μη χάσουν τα χρήματά τους. Μέχρι τώρα δεν υπάρχει μαζική φυγή κεφαλαίων από τις τράπεζες, όμως αυτό ανά πάσα στιγμή μπορεί να εκδηλωθεί ανάλογα με τον τρόπο που θα κλιμακωθεί η προεκλογική μάχη. Εξάλλου, η δήλωση του Αλέξη Τσίπρα πριν από λίγες ημέρες ότι ο ΣΥΡΙΖΑ εγγυάται τις καταθέσεις αποσκοπούσε στην καθησύχαση των πολιτών για να μη σηκώσουν τα χρήματά τους από τις τράπεζες και τα βγάλουν στο εξωτερικό ή τα πάρουν στο σπίτι τους. Και πολύ καλά έκανε που το δήλωσε.
Το πρόβλημα όμως δεν σχετίζεται με τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά με το ενδεχόμενο πολιτικής αστάθειας που δεν θα επιτρέψει τον σχηματισμό κυβέρνησης η οποία θα είναι σε θέση να διαπραγματευτεί με τους Ευρωπαίους και να συμφωνήσει τους τρόπους χρηματοδότησης της χώρας. Το πρόβλημα θα εμφανιστεί αν δεν έχουμε χρηματοδότηση μετά το τέλος Μαρτίου, οπότε θα χρειαστεί να χρηματοδοτήσουμε την οικονομία μας μόνοι μας και να πληρώσουμε και τους τόκους των δανείων μας για να μην οδηγηθούμε σε πτώχευση. Το ερώτημα λοιπόν τώρα είναι να δούμε τι μπορεί να φοβούνται οι καταθέτες και πώς μπορούν να διασώσουν την περιουσία τους σε περίπτωση που οι φόβοι τους επαληθευτούν. Τρεις φόβοι υπάρχουν: πρώτον, ο φόβος της φορολόγησης των καταθέσεων, δεύτερον, ο φόβος του bail in αλά Κύπρο, τρίτον, ο φόβος αλλαγής νομίσματος και επιστροφής στη δραχμή.
Ας τους εξετάσουμε έναν-έναν:
Μια περίπτωση λοιπόν θα είναι η επόμενη κυβέρνηση να νομοθετήσει για να επιβληθεί φόρος στις καταθέσεις, είτε εφάπαξ (για μια χρονιά) είτε κάθε χρόνο με μικρότερο ποσοστό. Ας πούμε λοιπόν ότι αυτό συμβαίνει. Θα υποχρεωθούν όσοι έχουν κατάθεση -ίσως φορολογηθούν οι καταθέσεις από ένα ποσό και πάνω- να πληρώσουν τον φόρο με παρακράτηση από τις ελληνικές τράπεζες και τα υποκαταστήματα των ξένων τραπεζών που βρίσκονται στην Ελλάδα. Σε αυτή την περίπτωση όσοι Ελληνες έχουν κατάθεση εδώ θα πληρώσουν τον αντίστοιχο φόρο.
Το πιθανότερο όμως για να γίνει τέτοιου είδους φορολόγηση είναι ότι ο νόμος θα διατυπωθεί με τέτοιον τρόπο ώστε να πιάνει και τις καταθέσεις των Ελλήνων στο εξωτερικό. Για να γίνει αυτό θα πρέπει πρώτα να αναγκαστούν όλοι οι Ελληνες να δηλώσουν τα ποσά που έχουν κατατεθειμένα και στις ξένες τράπεζες. Θεωρητικά αυτό είναι εύκολο να γίνει νόμος, στην πράξη όμως για να εφαρμοστεί και για να φορολογηθούν οι καταθέσεις αυτές πρέπει πρώτα οι Ελληνες να τις δηλώσουν.
Αν δεν τις δηλώσουν, θα είναι μεν εκτεθειμένοι έναντι του νόμου, δηλαδή φοροφυγάδες, αλλά δεν θα πληρώσουν διότι το κράτος δεν θα γνωρίζει ότι έχουν κατάθεση στο εξωτερικό. Δεν μπορεί το κράτος να ζητήσει από κάθε ξένη τράπεζα να του δηλώσει ποιοι Ελληνες έχουν λεφτά στην τράπεζα. Αυτό προστατεύεται από το απόρρητο των τραπεζικών συναλλαγών. Καμία τράπεζα δεν θα το δηλώσει διότι αν, για παράδειγμα, το δηλώσει μία, όλοι οι πελάτες της από όλο τον κόσμο θα σηκώσουν τις καταθέσεις τους και θα τις πάνε στις άλλες που δεν το δήλωσαν.
Αρα, για να γίνει κάτι τέτοιο, θα πρέπει η Ελλάδα να κάνει συμφωνίες με χώρες και όχι με τράπεζες. Θα πρέπει δηλαδή κάθε χώρα να συμφωνήσει ότι θα επιβάλει στις τράπεζές της να δώσουν στοιχεία στις ελληνικές φορολογικές αρχές για τις καταθέσεις των Ελλήνων που διατηρούν στα καταστήματά τους. Θα πρέπει στη συνέχεια οι χώρες στις οποίες είναι εγκατεστημένες οι τράπεζες να τις αναγκάσουν να παρακρατήσουν τον φόρο από τις ελληνικές καταθέσεις και να τον αποδώσουν στην ελληνική εφορία.
Ολο αυτό και δύσκολο είναι, και απαιτεί άριστες σχέσεις της ελληνικής κυβέρνησης με τους πιστωτές, και ενδεχομένως να μην υπάρχουν συμφωνίες με τις χώρες, αφού όλες θέλουν τις καταθέσεις της παγκόσμιας κοινότητας (και των Ελλήνων φυσικά), οπότε δεν θα χαρούν και πολύ να εμπλέξουν το τραπεζικό τους σύστημα σε μια τέτοια ιστορία.
Με λίγα λόγια, ενώ ο φόρος για τις καταθέσεις που βρίσκονται εντός Ελλάδας επιβάλλεται εύκολα και εισπράττεται αυτόματα, ο φόρος για εκείνες του εξωτερικού επιβάλλεται δύσκολα, αλλά ίσως και να μην καταβληθεί αν δεν τον δηλώσει ο κάτοχος της κατάθεσης ή δεν θέλει να τον πληρώσει. Ασφαλώς, αν η Εφορία καταφέρει να μάθει για καταθέσεις που δεν έχουν δηλωθεί (πράγμα πολύ δύσκολο), τότε ο καταθέτης μπορεί να κατηγορηθεί για φοροδιαφυγή και να πληρώσει πρόστιμα.
Σημειώνεται ότι σε όλη αυτή την ιστορία ευνοημένοι βγαίνουν πάλι οι φοροφυγάδες που έχουν κρυφά χρήματα στο εξωτερικό -ίσως και βρώμικα- και όχι αυτοί που τα έβγαλαν με εμβάσματα και τα έχουν δηλωμένα. Προϋπόθεση, πάντως, για να πετύχει ο φόρος επί των καταθέσεων είναι να υπάρχει Περιουσιολόγιο, που δεν έχει γίνει ακόμη και θα πάρει τουλάχιστον ένα φορολογικό έτος για να φτιαχτεί.
Εχει σημασία να δούμε και τι θα εισπράξει το κράτος αν φορολογήσει τις καταθέσεις. Διότι μπορούμε να λέμε ότι στην Ελλάδα υπάρχουν 170 δισ. ευρώ καταθέσεις, αλλά αυτά είναι λογιστικά. Οι τράπεζες δεν έχουν στα θησαυροφυλάκια τα χρήματα, αφού τα έχουν δανείσει, έχουν μετατραπεί σε στεγαστικά, επιχειρηματικά κ.λπ. δάνεια. Σύμφωνα με εκτιμήσεις των τραπεζιτών, τα διαθέσιμα των τραπεζών είναι περίπου 10-12 δισ. ευρώ και τελικά επ’ αυτών μπορεί να παρακρατηθεί και να αποδοθεί ο φόρος.
Θεωρητικά, αν κάποιος έχει τα χρήματά του σε αμοιβαία κεφάλαια που διαχειρίζεται μια τράπεζα μπορεί να γλιτώσει τον φόρο των καταθέσεων, αλλά αυτό θα εξαρτηθεί από τη διατύπωση του σχετικού νόμου, δηλαδή αν θα υπάρχει πρόβλεψη και για τη φορολόγηση αυτών των τοποθετήσεων. Σε αυτή την περίπτωση, θα φορολογηθεί ο διαχειριστής των αμοιβαίων κεφαλαίων και θα πρέπει να αποδώσει αυτόματα τον φόρο.
Με λίγα λόγια, οι καταθέσεις του εξωτερικού και τα λεφτά στο στρώμα μπορεί να αποφύγουν τη φορολόγηση: τα μεν πρώτα λόγω τεχνικών δυσκολιών, τα δε δεύτερα διότι θα πρέπει η Εφορία να μπει στην κρεβατοκάμαρα!
Το bail in
Οι ελληνικές τράπεζες, προς το παρόν, είναι καλά κεφαλαιοποιημένες σύμφωνα με τα τελευταία stress tests, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι θα αντέξουν σε οποιεσδήποτε συνθήκες. Αν, για παράδειγμα, υποχρεωθούν να αγοράσουν έντοκα γραμμάτια του Δημοσίου για να το χρηματοδοτήσουν και να αναγκαστούν να φορολογήσουν τις καταθέσεις και να αποδώσουν στο Δημόσιο τα χρήματα, τότε ίσως χρειαστούν κεφάλαια.
Τα οποία θα βρεθούν από το bail in, δηλαδή τη μέθοδο με την οποία βρέθηκαν στην Κύπρο, που είναι η υποχρεωτική -για να μην καταρρεύσουν- αύξηση των κεφαλαίων τους με τα λεφτά των καταθετών, στους οποίους θα δοθούν έναντι μετοχές των τραπεζών, ελληνικά έντοκα γραμμάτια και ομόλογα. Ενώ λοιπόν οι τράπεζες είναι καλά κεφαλαιοποιημένες, μπορεί να οδηγηθούν στην πτώχευση και στο bail in μόνο και μόνο από τις κινήσεις της ελληνικής κυβέρνησης.
Στην περίπτωση αυτή, δεν ξέρουμε ποιες τράπεζες θα χρειαστούν bail in και ποιες όχι. Ισως κάποιες ισχυρές ελληνικές να γλιτώσουν. Τα υποκαταστήματα των ξένων τραπεζών στην Ελλάδα μάλλον δεν κινδυνεύουν από το bail in. Κάθε τράπεζα θα έχει και άλλες ανάγκες. Θεωρητικά οι καταθέσεις μέχρι 100.000 ευρώ είναι εγγυημένες από την Ε.Ε. κατ’ άτομο και ανά τράπεζα. Και αυτό αλλάζει με νόμο, αν το επιθυμεί η κυβέρνηση.Αν δηλαδή το ελληνικό τραπεζικό σύστημα φτάσει στα όριά του για να χρηματοδοτήσει το Ελληνικό Δημόσιο, τότε ο κίνδυνος του bail in είναι ορατός και ίσως να μην μπορεί να αποφευχθεί.
Η δραχμή
Η περίπτωση αλλαγής νομίσματος και επιστροφής στη δραχμή είναι σχεδόν ανύπαρκτη. Κανένα ελληνικό κόμμα δεν μιλάει γι’ αυτό το ενδεχόμενο. Ούτε έχει τη δυνατότητα η Ευρωπαϊκή Ενωση να «διώξει» ένα κράτος από το ευρώ. Το να το διαλέξουμε μόνοι μας είναι τρέλα και ακόμη και στην περίπτωση δημοψηφίσματος κάτι τέτοιο μάλλον δεν θα επικρατήσει.
Στη θεωρητική όμως περίπτωση που συμβεί, είναι άγνωστο τι θα ισχύσει για τις καταθέσεις.
Η αλλαγή νομίσματος από δραχμή σε ευρώ δεν είναι ίδια με την αλλαγή από ευρώ σε δραχμή. Για την πρώτη προετοιμάζονταν επί χρόνια μαζί όλες οι κεντρικές τράπεζες της Ευρώπης. Τη δεύτερη θα πρέπει να την κάνουμε μόνοι μας. Στην πρώτη καταργήθηκε το δικό μας νόμισμα, η δραχμή, στη δεύτερη το ευρώ θα συνεχίσει να υπάρχει.
Στην πρώτη αναγκάστηκαν όλοι να δώσουν τις δραχμές τους για να πάρουν ευρώ, στη δεύτερη κανείς δεν θα δίνει το ευρώ του για να πάρει δραχμές. Για να αλλάξει το νόμισμα θα πρέπει να νομοθετηθεί, δηλαδή να περάσει από τη Βουλή. Θα υπάρξει ποτέ πλειοψηφία για να ψηφίσει μια τέτοια αλλαγή;
Αν αλλάξει το νόμισμα, θα αλλάξει και το νόμισμα των καταθέσεων από ευρώ σε δραχμές; Και των δανείων; Και των καταθέσεων σε συνάλλαγμα; Και των χρημάτων που είναι τοποθετημένα σε αμοιβαία κεφάλαια διαχείρισης διαθεσίμων που διαχειρίζονται οι ελληνικές τράπεζες; Αναπάντητα ερωτήματα για τα οποία ακόμη και οι εμπειρότεροι τραπεζίτες δεν έχουν άποψη. Πέραν όλων αυτών, πάντως, η αλλαγή νομίσματος θα είναι ένας λογιστικός και τεχνικός εφιάλτης για το τραπεζικό σύστημα, για τις επιχειρήσεις, για όλους. Θα δημιουργηθεί τεράστια μαύρη αγορά σε ευρώ και η δραχμή θα είναι κουρελόχαρτο.
Ολα αυτά και πολλά άλλα κάνουν σχεδόν αδύνατη την αλλαγή του νομίσματος. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, τα ευρώ του εξωτερικού και τα ευρώ στα στρώματα πάλι τη γλιτώνουν.
arouraios.gr
Το πρόβλημα όμως δεν σχετίζεται με τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά με το ενδεχόμενο πολιτικής αστάθειας που δεν θα επιτρέψει τον σχηματισμό κυβέρνησης η οποία θα είναι σε θέση να διαπραγματευτεί με τους Ευρωπαίους και να συμφωνήσει τους τρόπους χρηματοδότησης της χώρας. Το πρόβλημα θα εμφανιστεί αν δεν έχουμε χρηματοδότηση μετά το τέλος Μαρτίου, οπότε θα χρειαστεί να χρηματοδοτήσουμε την οικονομία μας μόνοι μας και να πληρώσουμε και τους τόκους των δανείων μας για να μην οδηγηθούμε σε πτώχευση. Το ερώτημα λοιπόν τώρα είναι να δούμε τι μπορεί να φοβούνται οι καταθέτες και πώς μπορούν να διασώσουν την περιουσία τους σε περίπτωση που οι φόβοι τους επαληθευτούν. Τρεις φόβοι υπάρχουν: πρώτον, ο φόβος της φορολόγησης των καταθέσεων, δεύτερον, ο φόβος του bail in αλά Κύπρο, τρίτον, ο φόβος αλλαγής νομίσματος και επιστροφής στη δραχμή.
Ας τους εξετάσουμε έναν-έναν:
Μια περίπτωση λοιπόν θα είναι η επόμενη κυβέρνηση να νομοθετήσει για να επιβληθεί φόρος στις καταθέσεις, είτε εφάπαξ (για μια χρονιά) είτε κάθε χρόνο με μικρότερο ποσοστό. Ας πούμε λοιπόν ότι αυτό συμβαίνει. Θα υποχρεωθούν όσοι έχουν κατάθεση -ίσως φορολογηθούν οι καταθέσεις από ένα ποσό και πάνω- να πληρώσουν τον φόρο με παρακράτηση από τις ελληνικές τράπεζες και τα υποκαταστήματα των ξένων τραπεζών που βρίσκονται στην Ελλάδα. Σε αυτή την περίπτωση όσοι Ελληνες έχουν κατάθεση εδώ θα πληρώσουν τον αντίστοιχο φόρο.
Το πιθανότερο όμως για να γίνει τέτοιου είδους φορολόγηση είναι ότι ο νόμος θα διατυπωθεί με τέτοιον τρόπο ώστε να πιάνει και τις καταθέσεις των Ελλήνων στο εξωτερικό. Για να γίνει αυτό θα πρέπει πρώτα να αναγκαστούν όλοι οι Ελληνες να δηλώσουν τα ποσά που έχουν κατατεθειμένα και στις ξένες τράπεζες. Θεωρητικά αυτό είναι εύκολο να γίνει νόμος, στην πράξη όμως για να εφαρμοστεί και για να φορολογηθούν οι καταθέσεις αυτές πρέπει πρώτα οι Ελληνες να τις δηλώσουν.
Αν δεν τις δηλώσουν, θα είναι μεν εκτεθειμένοι έναντι του νόμου, δηλαδή φοροφυγάδες, αλλά δεν θα πληρώσουν διότι το κράτος δεν θα γνωρίζει ότι έχουν κατάθεση στο εξωτερικό. Δεν μπορεί το κράτος να ζητήσει από κάθε ξένη τράπεζα να του δηλώσει ποιοι Ελληνες έχουν λεφτά στην τράπεζα. Αυτό προστατεύεται από το απόρρητο των τραπεζικών συναλλαγών. Καμία τράπεζα δεν θα το δηλώσει διότι αν, για παράδειγμα, το δηλώσει μία, όλοι οι πελάτες της από όλο τον κόσμο θα σηκώσουν τις καταθέσεις τους και θα τις πάνε στις άλλες που δεν το δήλωσαν.
Αρα, για να γίνει κάτι τέτοιο, θα πρέπει η Ελλάδα να κάνει συμφωνίες με χώρες και όχι με τράπεζες. Θα πρέπει δηλαδή κάθε χώρα να συμφωνήσει ότι θα επιβάλει στις τράπεζές της να δώσουν στοιχεία στις ελληνικές φορολογικές αρχές για τις καταθέσεις των Ελλήνων που διατηρούν στα καταστήματά τους. Θα πρέπει στη συνέχεια οι χώρες στις οποίες είναι εγκατεστημένες οι τράπεζες να τις αναγκάσουν να παρακρατήσουν τον φόρο από τις ελληνικές καταθέσεις και να τον αποδώσουν στην ελληνική εφορία.
Ολο αυτό και δύσκολο είναι, και απαιτεί άριστες σχέσεις της ελληνικής κυβέρνησης με τους πιστωτές, και ενδεχομένως να μην υπάρχουν συμφωνίες με τις χώρες, αφού όλες θέλουν τις καταθέσεις της παγκόσμιας κοινότητας (και των Ελλήνων φυσικά), οπότε δεν θα χαρούν και πολύ να εμπλέξουν το τραπεζικό τους σύστημα σε μια τέτοια ιστορία.
Με λίγα λόγια, ενώ ο φόρος για τις καταθέσεις που βρίσκονται εντός Ελλάδας επιβάλλεται εύκολα και εισπράττεται αυτόματα, ο φόρος για εκείνες του εξωτερικού επιβάλλεται δύσκολα, αλλά ίσως και να μην καταβληθεί αν δεν τον δηλώσει ο κάτοχος της κατάθεσης ή δεν θέλει να τον πληρώσει. Ασφαλώς, αν η Εφορία καταφέρει να μάθει για καταθέσεις που δεν έχουν δηλωθεί (πράγμα πολύ δύσκολο), τότε ο καταθέτης μπορεί να κατηγορηθεί για φοροδιαφυγή και να πληρώσει πρόστιμα.
Σημειώνεται ότι σε όλη αυτή την ιστορία ευνοημένοι βγαίνουν πάλι οι φοροφυγάδες που έχουν κρυφά χρήματα στο εξωτερικό -ίσως και βρώμικα- και όχι αυτοί που τα έβγαλαν με εμβάσματα και τα έχουν δηλωμένα. Προϋπόθεση, πάντως, για να πετύχει ο φόρος επί των καταθέσεων είναι να υπάρχει Περιουσιολόγιο, που δεν έχει γίνει ακόμη και θα πάρει τουλάχιστον ένα φορολογικό έτος για να φτιαχτεί.
Εχει σημασία να δούμε και τι θα εισπράξει το κράτος αν φορολογήσει τις καταθέσεις. Διότι μπορούμε να λέμε ότι στην Ελλάδα υπάρχουν 170 δισ. ευρώ καταθέσεις, αλλά αυτά είναι λογιστικά. Οι τράπεζες δεν έχουν στα θησαυροφυλάκια τα χρήματα, αφού τα έχουν δανείσει, έχουν μετατραπεί σε στεγαστικά, επιχειρηματικά κ.λπ. δάνεια. Σύμφωνα με εκτιμήσεις των τραπεζιτών, τα διαθέσιμα των τραπεζών είναι περίπου 10-12 δισ. ευρώ και τελικά επ’ αυτών μπορεί να παρακρατηθεί και να αποδοθεί ο φόρος.
Θεωρητικά, αν κάποιος έχει τα χρήματά του σε αμοιβαία κεφάλαια που διαχειρίζεται μια τράπεζα μπορεί να γλιτώσει τον φόρο των καταθέσεων, αλλά αυτό θα εξαρτηθεί από τη διατύπωση του σχετικού νόμου, δηλαδή αν θα υπάρχει πρόβλεψη και για τη φορολόγηση αυτών των τοποθετήσεων. Σε αυτή την περίπτωση, θα φορολογηθεί ο διαχειριστής των αμοιβαίων κεφαλαίων και θα πρέπει να αποδώσει αυτόματα τον φόρο.
Με λίγα λόγια, οι καταθέσεις του εξωτερικού και τα λεφτά στο στρώμα μπορεί να αποφύγουν τη φορολόγηση: τα μεν πρώτα λόγω τεχνικών δυσκολιών, τα δε δεύτερα διότι θα πρέπει η Εφορία να μπει στην κρεβατοκάμαρα!
Το bail in
Οι ελληνικές τράπεζες, προς το παρόν, είναι καλά κεφαλαιοποιημένες σύμφωνα με τα τελευταία stress tests, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι θα αντέξουν σε οποιεσδήποτε συνθήκες. Αν, για παράδειγμα, υποχρεωθούν να αγοράσουν έντοκα γραμμάτια του Δημοσίου για να το χρηματοδοτήσουν και να αναγκαστούν να φορολογήσουν τις καταθέσεις και να αποδώσουν στο Δημόσιο τα χρήματα, τότε ίσως χρειαστούν κεφάλαια.
Τα οποία θα βρεθούν από το bail in, δηλαδή τη μέθοδο με την οποία βρέθηκαν στην Κύπρο, που είναι η υποχρεωτική -για να μην καταρρεύσουν- αύξηση των κεφαλαίων τους με τα λεφτά των καταθετών, στους οποίους θα δοθούν έναντι μετοχές των τραπεζών, ελληνικά έντοκα γραμμάτια και ομόλογα. Ενώ λοιπόν οι τράπεζες είναι καλά κεφαλαιοποιημένες, μπορεί να οδηγηθούν στην πτώχευση και στο bail in μόνο και μόνο από τις κινήσεις της ελληνικής κυβέρνησης.
Στην περίπτωση αυτή, δεν ξέρουμε ποιες τράπεζες θα χρειαστούν bail in και ποιες όχι. Ισως κάποιες ισχυρές ελληνικές να γλιτώσουν. Τα υποκαταστήματα των ξένων τραπεζών στην Ελλάδα μάλλον δεν κινδυνεύουν από το bail in. Κάθε τράπεζα θα έχει και άλλες ανάγκες. Θεωρητικά οι καταθέσεις μέχρι 100.000 ευρώ είναι εγγυημένες από την Ε.Ε. κατ’ άτομο και ανά τράπεζα. Και αυτό αλλάζει με νόμο, αν το επιθυμεί η κυβέρνηση.Αν δηλαδή το ελληνικό τραπεζικό σύστημα φτάσει στα όριά του για να χρηματοδοτήσει το Ελληνικό Δημόσιο, τότε ο κίνδυνος του bail in είναι ορατός και ίσως να μην μπορεί να αποφευχθεί.
Η δραχμή
Η περίπτωση αλλαγής νομίσματος και επιστροφής στη δραχμή είναι σχεδόν ανύπαρκτη. Κανένα ελληνικό κόμμα δεν μιλάει γι’ αυτό το ενδεχόμενο. Ούτε έχει τη δυνατότητα η Ευρωπαϊκή Ενωση να «διώξει» ένα κράτος από το ευρώ. Το να το διαλέξουμε μόνοι μας είναι τρέλα και ακόμη και στην περίπτωση δημοψηφίσματος κάτι τέτοιο μάλλον δεν θα επικρατήσει.
Στη θεωρητική όμως περίπτωση που συμβεί, είναι άγνωστο τι θα ισχύσει για τις καταθέσεις.
Η αλλαγή νομίσματος από δραχμή σε ευρώ δεν είναι ίδια με την αλλαγή από ευρώ σε δραχμή. Για την πρώτη προετοιμάζονταν επί χρόνια μαζί όλες οι κεντρικές τράπεζες της Ευρώπης. Τη δεύτερη θα πρέπει να την κάνουμε μόνοι μας. Στην πρώτη καταργήθηκε το δικό μας νόμισμα, η δραχμή, στη δεύτερη το ευρώ θα συνεχίσει να υπάρχει.
Στην πρώτη αναγκάστηκαν όλοι να δώσουν τις δραχμές τους για να πάρουν ευρώ, στη δεύτερη κανείς δεν θα δίνει το ευρώ του για να πάρει δραχμές. Για να αλλάξει το νόμισμα θα πρέπει να νομοθετηθεί, δηλαδή να περάσει από τη Βουλή. Θα υπάρξει ποτέ πλειοψηφία για να ψηφίσει μια τέτοια αλλαγή;
Αν αλλάξει το νόμισμα, θα αλλάξει και το νόμισμα των καταθέσεων από ευρώ σε δραχμές; Και των δανείων; Και των καταθέσεων σε συνάλλαγμα; Και των χρημάτων που είναι τοποθετημένα σε αμοιβαία κεφάλαια διαχείρισης διαθεσίμων που διαχειρίζονται οι ελληνικές τράπεζες; Αναπάντητα ερωτήματα για τα οποία ακόμη και οι εμπειρότεροι τραπεζίτες δεν έχουν άποψη. Πέραν όλων αυτών, πάντως, η αλλαγή νομίσματος θα είναι ένας λογιστικός και τεχνικός εφιάλτης για το τραπεζικό σύστημα, για τις επιχειρήσεις, για όλους. Θα δημιουργηθεί τεράστια μαύρη αγορά σε ευρώ και η δραχμή θα είναι κουρελόχαρτο.
Ολα αυτά και πολλά άλλα κάνουν σχεδόν αδύνατη την αλλαγή του νομίσματος. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, τα ευρώ του εξωτερικού και τα ευρώ στα στρώματα πάλι τη γλιτώνουν.
arouraios.gr