Το
Συμβούλιο της Επικρατείας ακύρωσε αποφάσεις πειθαρχικού συμβουλίου, με
τις οποίες είχε επιβληθεί σε ελεγκτή του ΣΔΟΕ ποινή της υποβάθμισης
κατά ένα βαθμό, αλλά και οριστικής απόλυσης. Και αυτό διότι , όπως γράφει το aftodioikisi.gr, ο ελεγκτής
αθωώθηκε για τις κατηγορίες της εκβίασης της παθητικής δωροδοκίας και
ξέπλυμα βρώμικου χρήματος, με αμετάκλητες δικαστικές αποφάσεις.
Ειδικότερα, σε βάρος υπαλλήλου του ΣΔΟΕ που υπηρετούσε σε νησί του Αιγαίου, τον Ιανουάριο του 2002 ασκήθηκε από τον υπουργό Οικονομικών πειθαρχική δίωξη για τα παραπτώματα: 1) της παράβασης καθήκοντος κατά τον ποινικό νόμο και 2) της χαρακτηριστικής ανάξιας υπαλλήλου διαγωγής εντός της υπηρεσίας.
Του καταλογίστηκε ότι τον Σεπτέμβριο του 1998 κατά τη διάρκεια ελέγχου σε επιχείρηση απαίτησε και πήρε το ποσό των 3.961,8 ευρώ για τον ίδιο και άλλα μέλη του τριμελούς συνεργείου ελέγχου, προκειμένου να μην προβούν σε έλεγχο κλειστής αποθήκης, καθώς η επιχείρηση εμφάνιζε υψηλό πιστωτικό υπόλοιπο.
Παράλληλα, ασκήθηκε σε βάρος του και ποινική δίωξη για εκβίαση και παθητική δωροδοκία.
Τόσο από το Πρωτοβάθμιο όσο και από το δευτεροβάθμιο πειθαρχικό συμβούλιο ο επίμαχος εφοριακός κρίθηκε ένοχος του παραπτώματος «της χαρακτηριστικής ανάξιας υπαλλήλου διαγωγής εντός υπηρεσίας» και του επιβλήθηκε η ποινή της οριστικής παύσης.
Το πρωτοβάθμιο και το δευτεροβάθμιο πειθαρχικό συμβούλιο (Σεπτέμβριος 2005) του επέβαλε την ποινή του υποβιβασμού κατά ένα βαθμό, ενώ παράλληλα ασκήθηκε σε βάρος του ποινική δίωξη για νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες (ξέπλυμα βρώμικου χρήματος) κατά την τετραετία 1998-2002. Όμως με βούλευμα κρίθηκε ότι «δεν προέκυψαν σοβαρές ενδείξεις τέλεσης του αδικήματος» του ξεπλύματος βρώμικου χρήματος.
Και αυτό γιατί κατόπιν άρσης του τραπεζικού απορρήτου και τον έλεγχο που διενεργήθηκε, δεν προέκυψε «πλουτισμός» του υπαλλήλου της ΣΔΟΕ, αλλά αντίθετα αντιστοιχία των εισοδημάτων του και των δηλώσεων «πόθεν έσχες».
Κατόπιν αυτών, οι σύμβουλοι Επικρατείας του Γ” Τμήματος του ΣτΕ έκαναν δεκτή την αίτηση του εφοριακού και ακύρωσαν τις πειθαρχικές αποφάσεις.
Ειδικότερα, σε βάρος υπαλλήλου του ΣΔΟΕ που υπηρετούσε σε νησί του Αιγαίου, τον Ιανουάριο του 2002 ασκήθηκε από τον υπουργό Οικονομικών πειθαρχική δίωξη για τα παραπτώματα: 1) της παράβασης καθήκοντος κατά τον ποινικό νόμο και 2) της χαρακτηριστικής ανάξιας υπαλλήλου διαγωγής εντός της υπηρεσίας.
Του καταλογίστηκε ότι τον Σεπτέμβριο του 1998 κατά τη διάρκεια ελέγχου σε επιχείρηση απαίτησε και πήρε το ποσό των 3.961,8 ευρώ για τον ίδιο και άλλα μέλη του τριμελούς συνεργείου ελέγχου, προκειμένου να μην προβούν σε έλεγχο κλειστής αποθήκης, καθώς η επιχείρηση εμφάνιζε υψηλό πιστωτικό υπόλοιπο.
Παράλληλα, ασκήθηκε σε βάρος του και ποινική δίωξη για εκβίαση και παθητική δωροδοκία.
Τόσο από το Πρωτοβάθμιο όσο και από το δευτεροβάθμιο πειθαρχικό συμβούλιο ο επίμαχος εφοριακός κρίθηκε ένοχος του παραπτώματος «της χαρακτηριστικής ανάξιας υπαλλήλου διαγωγής εντός υπηρεσίας» και του επιβλήθηκε η ποινή της οριστικής παύσης.
Το πρωτοβάθμιο και το δευτεροβάθμιο πειθαρχικό συμβούλιο (Σεπτέμβριος 2005) του επέβαλε την ποινή του υποβιβασμού κατά ένα βαθμό, ενώ παράλληλα ασκήθηκε σε βάρος του ποινική δίωξη για νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες (ξέπλυμα βρώμικου χρήματος) κατά την τετραετία 1998-2002. Όμως με βούλευμα κρίθηκε ότι «δεν προέκυψαν σοβαρές ενδείξεις τέλεσης του αδικήματος» του ξεπλύματος βρώμικου χρήματος.
Και αυτό γιατί κατόπιν άρσης του τραπεζικού απορρήτου και τον έλεγχο που διενεργήθηκε, δεν προέκυψε «πλουτισμός» του υπαλλήλου της ΣΔΟΕ, αλλά αντίθετα αντιστοιχία των εισοδημάτων του και των δηλώσεων «πόθεν έσχες».
Κατόπιν αυτών, οι σύμβουλοι Επικρατείας του Γ” Τμήματος του ΣτΕ έκαναν δεκτή την αίτηση του εφοριακού και ακύρωσαν τις πειθαρχικές αποφάσεις.