Τετάρτη 31 Οκτωβρίου 2018

Τί είπαν οι επιστήμονες για σεισμούς, πλημμύρες και δασικές πυρκαγιές στην ημερίδα του ΤΕΕ για τις Φυσικές Καταστροφές

Αποτέλεσμα εικόνας για τεε
Τις ελλείψεις αλλά και τις δυνατότητες, τις απειλές και τις ευκαιρίες σε θέματα φυσικών καταστροφών, τόσο της επιστήμης όσο και του θεσμικού πλαισίου, αλλά και τις ευθύνες της Πολιτείας, της αγοράς, των επιστημόνων και των πολιτών ανέδειξαν οι εξαιρετικοί ομιλητές στις επιστημονικές ενότητες για σεισμούς, πλημμύρες και δασικές πυρκαγιές, στην ημερίδα που διοργάνωσε το ΤΕΕ με θέμα: «Φυσικές Καταστροφές: Πρόληψη, Πολιτική Προστασίας& Έργα Υποδομής».

Οι περισσότεροι ομιλητές τόνισαν τη σημασία μιας τέτοιας εκδήλωσης όπου
συνυπάρχουν εκπρόσωποι της επιστήμης, των τεχνικών επαγγελμάτων και της πολιτικής, συμφώνησαν με την πρωτοβουλία που ανέλαβε το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας και ζήτησαν να συνεχιστεί. Για την πρωτοβουλία αυτή του ΤΕΕ, όπως τόνισε κατά την εναρκτήρια ομιλία του ο Πρόεδρος του ΤΕΕ  Γιώργος Στασινός, δίνοντας το νόημα της εκδήλωσης είπε: «στο βάθος, στο θεμέλιο, της επιστημονικής εργασίας όλων μας, μηχανικών και μη, στα θέματα φυσικών καταστροφών, είναι και πρέπει πάντα να είναι, η προστασία της ανθρώπινης ζωής. Και αυτός είναι ο βαθιά ουμανιστικός ρόλος της επιστήμης. Και παράλληλα είναι πρωταρχική υποχρέωση της Πολιτείας».

Αναλυτικά οι ομιλητές, με τη σειρά του προγράμματος της εκδήλωσης, ανάπτυξαν τις επιστημονικές απόψεις τους ως εξής:

Για τους σεισμούς:

Μιχάλης Φαρδής, Ομότιμος Καθηγητής του Πανεπιστημίου Πατρών
Μιλώντας στην  εκδήλωση ο Ομότιμος Καθηγητής του Πανεπιστημίου Πατρών Μιχάλης Φαρδής, σχετικά με τη «Μελέτη κατασκευών για πολλαπλούς κινδύνους», τόνισε πως σε τυχαία και απρόσμενα συμβάντα οφείλονται, πιθανόν, η πλειονότητα των αστοχιών και καταρρεύσεων των κατασκευών πολιτικού μηχανικού. Συγκεκριμένα, όπως είπε, «στατιστικά προκύπτει ότι τέτοια αίτια όπως σεισμός εξαιρετικής έντασης, πολύ μεγαλύτερος από το σεισμό σχεδιασμού, αλλά και φωτιά, εκρήξεις, κρουστικά φορτία και λοιπά, προκαλούν μεγαλύτερο ποσοστό αστοχιών απ’ ότι οι αιτίες και οι φορτίσεις για τις οποίες μελετάμε τις κατασκευές». Παράλληλα με τις εσκεμμένες, ανθρωπογενείς απειλές, δήλωσε, αυξάνεται σήμερα η πολυπλοκότητα και η πυκνότητα του δομημένου περιβάλλοντος, καθώς και η τρωτότητά του σε ακραία συμβάντα. Παράγοντες όπως:
·         η χρήση υπολογιστών για τη μελέτη των κατασκευών,
·         η μείωση των περιθωρίων ασφαλείας λόγω της επιστημονικής/τεχνικής προόδου,
·         η ασυνέχεια στις συνδέσεις προκατασκευασμένων μελών για να διευκολυνθεί η τοποθέτηση και η αποσυναρμολόγησή τους (για επανάχρηση ή ανακύκλωση υλικών στο πλαίσιο της βιώσιμης χρήσης των πόρων),
·         η αύξηση των ανοιγμάτων μεταξύ κατακόρυφων στοιχείων για καλύτερη λειτουργικότητα και πολυχρηστικότητα των χώρων,
·         η κατασκευή πιο λεπτών στοιχείων χάρη στα νέα υλικά υψηλής αντοχής,
·         οι μεγάλοι ανοιχτοί χώροι (οριζόντια ή κάθετα) στα σύγχρονα κτίρια, που επιτρέπουν την εξάπλωση της πυρκαγιάς,
οδηγούν σε κατασκευές με μικρότερη ανθεκτικότητα έναντι κινδύνων που δεν έχουν ληφθεί υπόψη στη μελέτη. Η πρόοδος της επιστημονικής και τεχνική γνώσης ώστε να αποτραπούν ή να περιοριστούν οι καταστροφές από ακραία συμβάντα δεν έχει προχωρήσει ανάλογα. Είναι προφανώς κοινότοπη η διαπίστωση ότι η τεχνολογία δεν μπορεί να ελέγξει τη φύση και ότι υπάρχουν όρια στο τι μπορεί να κάνει ώστε να αποτρέψει ανθρωπογενείς απειλές.   Αναγνωρίζοντας το παραπάνω, όπως και τη δυνατότητα ισχυρών φαινομένων να καταστρέψουν κοινότητες, μεγάλες περιοχές ή ακόμα και ολόκληρες χώρες (βλ. τον σεισμό στην Αϊτή το 2010, τους σεισμούς μαζί με τσουνάμι που έπληξαν τη Σουμάτρα το 2004 και τη Βορειοανατολική Ιαπωνία το 2011), η επιστημονική/τεχνική κοινότητα που ασχολείται με τέτοιες απειλές, όπως και μεγάλοι εθνικοί και υπερεθνικοί οργανισμοί, επέλεξαν την ανθεκτικότητα έναντι καταστροφών ως την καλύτερη στρατηγική για τη μείωση των κοινωνικοοικονομικών επιπτώσεων από αναπόφευκτους κινδύνους.
Η πιο σημαντική (αν όχι μοναδική) ανταπόκριση της κοινότητας των Πολιτικών Μηχανικών στην έκκληση για ανθεκτικότητα έναντι καταστροφών προέρχεται από τον τομέα της αντισεισμικής μηχανικής. Και συνοπτικά, τόνισε, προτείνεται ένας ολιστικός σχεδιασμός κατασκευών, έναντι πολλαπλών κινδύνων. Μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις, δηλαδή σε πολύ σημαντικές κατασκευές, να καταφεύγει ο μελετητής σε αρκετά κοπιώδεις και εξειδικευμένες διαδικασίες, για την αντιμετώπιση τέτοιων κινδύνων, μέσω υποθετικών σεναρίων υλοποίησης κινδύνων συγκεκριμένων και ανάλυσης τύπου δέντρου συμβάντων, για τις συνέπειές τους. Στη γενική περίπτωση μέσω της σωστής μόρφωσης και κατασκευαστικών λεπτομερειών, μπορεί να αντιμετωπιστεί σε μεγάλο βαθμό το πρόβλημα των κινδύνων από ακραία γεγονότα και σε πολύ λίγες περιπτώσεις να χρειαστεί να καταφύγει κανείς σε εξειδικευμένες αναλύσεις και υπολογισμούς.

Νικήτας Παπαδόπουλος, Γενικός Διευθυντής του ΟΑΣΠ
Στη διαχείριση του σεισμικού κινδύνου και τον ρόλο του ΟΑΣΠ αναφέρθηκε ο Γενικός Διευθυντής του Οργανισμού Αντισεισμικού Σχεδιασμού και Προστασίας Νικήτας Παπαδόπουλος. «Η Ελλάδα είναι η πιο σεισμογενής χώρα της Ευρώπης και μία από τις πιο σεισμογενείς χώρες σε ολόκληρο τον κόσμο», είπε. Σκοπός του Οργανισμού είναι η επεξεργασία και ο σχεδιασμός της αντισεισμικής πολιτικής της χώρας, καθώς και ο συντονισμός των ενεργειών δημοσίου και ιδιωτικού τομέα για την εφαρμογή της πολιτικής αυτής. Οι κατευθύνσεις του ΟΑΣΠ, σημείωσε, είναι η πρόληψη, η ετοιμότητα, η απόκριση και η αντιμετώπιση.
«Έχουμε αποδείξει ότι οι σεισμικοί κανονισμοί οι δικοί μας είναι από τους καλύτερους παγκόσμια, όπως ο Ελληνικός Αντισεισμικός Κανονισμός που ισχύει, είπε χαρακτηριστικά. Συμμετέχουμε στον Αντισεισμικό Κανονισμό Οπλισμένου Σκυροδέματος». Τα τελευταία χρόνια επίσης έχει προχωρήσει ο κανονισμός επεμβάσεων σε κτίρια από οπλισμένο σκυρόδεμα, που είναι ένας κανονισμός μοναδικός στην Ευρώπη για θέματα ενισχύσεων, και προχωρά και ο κανονισμός, για την αποτίμηση και τις επεμβάσεις στην τοιχοποιία. Και ταυτόχρονα λειτουργεί συνέχεια στον Οργανισμό ο προσεισμικός έλεγχος κτιρίων δημόσιας και κοινωφελούς χρήσης, ενώ έχουν γίνει και προδιαγραφές για προσεισμικό έλεγχο των γεφυρών. Υπάρχει συμμετοχή στους ευρωκώδικες, ενώ ένα βασικό που έχει κάνει ο Οργανισμός, είναι η σύνταξη κανονιστικού κειμένου για τις επεμβάσεις και την αντισεισμική προστασία των ελληνικών μνημείων.
Επίσης ο κ. Παπαδόπουλος ανέφερε ότι μόλις το 20% των δημοσίων κτιρίων έχουν ελεγχθεί, ενώ ο έλεγχος πρέπει να γίνεται και στα ιδιωτικά κτήρια. Επίσης πως καλώς εφαρμόζεται και επιδοτείται το Εξοικονομώ κατ οίκον, αλλά καλό είναι όμως η Πολιτεία να φροντίσει για την αντισεισμική θωράκιση των κτηρίων. Γιατί τα παλιά κτήρια έχουν προβλήματα και είναι λογικό ότι πρέπει να λαμβάνονται και μέτρα για τα θέματα αυτά της αντισεισμικής θωράκισης των κτηρίων. Στη συνέχεια αναφέρθηκε στον κανονισμό επεμβάσεων, τον ΚΑΝΕΠΕ, ενώ τόνισε πως έχει τελειώσει και ο κανονισμός για την αποτίμηση για δομητικές επεμβάσεις τοιχοποιίας, έχει προχωρήσει ο αντισεισμικός κτηριοδομικός κανονισμός, ενώ υπάρχει δραστηριότητα σε ο,τι αφορά την προστασία της πολιτιστικής μας κληρονομιάς. Ταυτόχρονα, ο Οργανισμός προκηρύσσει και προγράμματα εφαρμοσμένης έρευνας στους τομείς της αντισεισμικής τεχνολογίας και της κοινωνικής αντισεισμικής άμυνας και συμμετέχει σε προγράμματα σχετικά με τη διαχείριση σεισμικού κινδύνου, την προστασία από τον σεισμό και επίσης, σε ευρωπαϊκά προγράμματα.

Βασίλης Μπαρδάκης, Πρόεδρος του Συλλόγου Πολιτικών Μηχανικών Ελλάδας 
Με θέμα: «Αποτίμηση και επεμβάσεις σε κτίρια και έργα υποδομής», μίλησε στην εκδήλωση του ΤΕΕ ο πρόεδρος του Συλλόγου Πολιτικών Μηχανικών Ελλάδας Βασίλης Μπαρδάκης.Όπως είπε, έχουμε τα εργαλεία, τις μεθόδους, τις τεχνικές, τις γνώσεις, τους κανονισμούς, τις τεχνολογίες, τα υλικά, για να αποτρέψουμε κάμποσες καταστροφές. Για παράδειγμα, θα μπορούσε να είχε προληφθεί η τραγική κατάρρευση της γέφυρας Μοράντι στη Γένοβα, ενώ πολλά κτήρια θα μπορούσαν να συμπεριφερθούν διαφορετικά στην Βρίσα, αν είχαν ενισχυθεί στοιχειωδώς. Ακόμη, οι βλάβες στα λιμάνια της Κεφαλλονιάς, ή ακόμη περισσότερο στο οδικό δίκτυο του νησιού, προέκυψαν από έλλειψη αναβάθμισης, εκσυγχρονισμού, ενίσχυσης ή έστω συντήρησης.
Συνήθως, συνέχισε, επεμβαίνουμε μετά από βλάβες. Μετά από κάποιο συμβάν ή μετά από σημαντική παθολογία, η οποία μπορεί να οφείλεται ακόμη και στην έλλειψη ανθεκτικότητας σε διάρκεια. Συνήθως η Πολιτεία κρύβεται πίσω από το κόστος, τη δαπάνη της αναβάθμισης ή βρίσκει συμβούλους που μέσω εμπειρικών μεθόδων αποδεικνύουν ότι αφού μια κατασκευή στέκεται για κάμποσα χρόνια, είναι και ασφαλής… στο διηνεκές! Άλλες φορές βρίσκουν άλλες βολικές δικαιολογίες όπως ειδικά γεωλογικά χαρακτηριστικά, ακραία φαινόμενα κ.ο.κ. Ας υπενθυμίσουμε –είπε- ότι ο σεισμός σχεδιασμού έχει περίοδο επαναφοράς 475 έτη ή πιθανότητα υπέρβασης 10% σε 50 έτη. Ότι στην Ιταλία κατέρρευσαν στους πρόσφατους σεισμούς μεσαιωνικά κτίσματα, που στέκονταν για αιώνες υπό τη δράση των κατακορύφων φορτίων… και περίμεναν τον μεγάλο σεισμό.
Νομίζω, σημείωσε ο κ. Μπαρδάκης, πως το 2018, με τα εργαλεία και τις τεχνικές που γνωρίζουν οι Πολιτικοί Μηχανικοί - οι Μηχανικοί των Επεμβάσεων - το κόστος μπορεί να περιοριστεί σε διαχειρίσιμα επίπεδα. Σε κάθε περίπτωση για να πετύχουμε ανταγωνιστικό κόστος, για να «σώσουμε» τις κατασκευές, να μην τις καταδικάσουμε σε αντιοικονομικές επεμβάσεις που ποτέ δεν θα υλοποιηθούν, θα πρέπει να ακολουθούμε την αιχμή της επιστήμης μας, τους πρόσφατους κανονισμούς επεμβάσεων. Δεν γίνεται να λύσουμε τέτοια προβλήματα με τους Κανονισμούς που αφορούσαν ανέγερση νέων κατασκευών.  
Για τους σύγχρονους κανονισμούς σημείωσε ότι έχουμε για τις Επεμβάσεις τον ΚΑΝ.ΕΠΕ., το σχέδιο Κ.Α.Δ.Ε.Τ το μέρος 3 του ΕΝ1998 που μάλιστα ανανεώνεται. Έχουμε οπλοστάσιο. Με επίπεδα Αξιοπιστίας για την Τεκμηρίωση, ανάλογους συντελεστές ασφαλείας, με ανελαστικές μεθόδους - άρα πιο φιλικές στις κατασκευές, μα πιο απαιτητικές για τη δουλειά μας. Όλα αυτά τα εργαλεία μπορούμε διασταλτικά να τα εφαρμόσουμε και σε άλλου τύπου Έργα. Σε Υδραυλικά Έργα, σε Λιμενικά Έργα κ.ο.κ. Να προλάβουμε τους κρηπιδότοιχους, τα σιλό, τις δεξαμενές, πριν ανατραπούν. Έχουμε εργαλεία για να βάλουμε προτεραιότητες. Να δούμε πρώτα τα νοσοκομεία, τα σχολεία, τους χώρους συνάθροισης.
Σημείωσε ότι ο Ο.Α.Σ.Π. αναφέρει ότι στάλθηκαν 15000 δελτία πρωτοβάθμιου ελέγχου. Αν προστεθούν και τα στοιχεία από τα ΔΕ.ΔΟ.Τ.Α. ή τις μελέτες στατικής επάρκειας, έχουμε ένα σημαντικό πρώτο δείγμα. Σε ειδικές κατασκευές μπορεί να εφαρμοσθεί ενοργάνωση - monitoring – κάποιοι φορείς (πχ ΕΡΓΟΣΕ) κινούνται ήδη σε αυτή την κατεύθυνση. Ο 2οβάθμιος έλεγχος την περίοδο που διανύουμε μάλλον δεν έχει και τόσο πρακτικό ενδιαφέρον, αφού το κόστος των μελετών στατικής επάρκειας έχει περιοριστεί στο ελάχιστο – λόγω της αναδουλειάς και των μεγάλων εκπτώσεων.

Για τις πλημμύρες:

Νίκος Μαμάσης, Δημήτρης Κουτσογιάννης, Σχολή Πολιτικών Μηχανικών του Ε.Μ.Π.
Από τη Σχολή Πολιτικών Μηχανικών του Ε.Μ.Π. την εισήγηση με τίτλο: Κοινωνικοπολιτικές και τεχνολογία στη διαχείριση πλημμυρών» έκαναν οι Νίκος Μαμάσης και Δημήτρης Κουτσογιάννης. Όπως επισημάνθηκε:
Στα πλαίσια της Οδηγίας 2007/60 προσομοιώθηκαν  πλημμύρες σχεδιασμού υψηλής, μέσης και χαμηλής πιθανότητας (περιόδοι  επαναφοράς 50, 100 και 1000 χρόνια αντίστοιχα).
  • Η σημερινή αντιπλημμυρική ασφάλεια στο σχεδιασμό έργων πρέπει να αναθεωρηθεί δεδομένου ότι μέσης και χαμηλής πιθανότητας πλημμύρες γίνονται σχεδόν κάθε χρόνο σε κάποια περιοχή της Ελλάδας με σημαντικές απώλειες
  •   Απαιτούνται ΑΜΕΣΑ μικρές στοχευμένες παρεμβάσεις σε όλες τις περιοχές που βρίσκονται στους χάρτες πλημμύρας. Ο σχεδιασμός αντιπλημμυρικών έργων να γίνεται συνολικά στη λεκάνη απορροής (υδρογραφικό δίκτυο και δίκτυο ομβρίων) 
  •  Επείγει η αξιοποίηση των σχεδίων διαχείρισης πλημμύρας που έγιναν στα πλαίσια της Οδηγίας 2007/60, τα οποία προβλέπεται στο μέλλον να επικαιροποιούνται και να βελτιώνονται. Οι μελετητές οφείλουν να αξιοποιούν τις υποδομές που αναπτύχθηκαν (δεδομένα, εργαλεία και επιστημονικές μέθοδοι).
  •  Τα συστήματα προειδοποίησης θα πρέπει να υλοποιούνται λαμβάνοντας υπόψη την έντονη μεταβλητότητα των περιβαλλοντικών διεργασιών στο χώρο και το χρόνο.  Ειδικότερα οι πλημμύρες  στην Ελλάδα συμβαίνουν κυρίως σε μικρές λεκάνες απορροής, όπου  οι χρόνοι συγκέντρωσης είναι μικροί,  ενώ η χωροχρονική μεταβλητότητα της βροχής είναι μεγάλη και δύσκολα προβλέψιμη σε αυτό τη χωρική κλίμακα.
  •   Τα τεχνικά έργα δεν μπορούν να εξαλείψουν τις επιπτώσεις των πλημμυρών στο σύνολο της χώρας. Τα αντιπλημμυρικά έργα πρέπει να συνοδεύονται από πολιτικές και δράσεις όπως:  (α) έλεγχος των χρήσεων σε ρέματα και πλημμυρικά πεδία, (β) κανονιστικές διατάξεις για τη μείωση της εκροής ομβρίων σε επίπεδο οικοδομικού κανονισμού, (γ) καθορισμός αρμοδιοτήτων διαχείρισης και συντήρησης των έργων στα διάφορα επίπεδα διοίκησης.
Παράλληλα:
Οι πολίτες είναι χρήσιμο να:  γνωρίζουν τους φυσικούς κινδύνους που πηγάζουν από το φυσικό περιβάλλον όπου κινούνται, παρεμβαίνουν προληπτικά και σε ατομικό επίπεδο στο περιβάλλον τους, είναι εκπαιδευμένοι στην πρόληψη και αντιμετώπιση φυσικών καταστροφών καθώς και στην παροχή πρώτων βοηθειών 
Οι πολιτικοί θα πρέπει να: κάνουν τις αυτονόητες παρεμβάσεις προσαρμογής των χρήσεων σε περιοχές ευάλωτες από φυσικές καταστροφές, προγραμματίζουν τα απαιτούμενα έργα μακρόπνοα, πέρα από θητείες, βάζουν σε προτεραιότητα τα απαιτούμενα έργα στις ευάλωτες περιοχές, σε επίπεδο χώρας και ανεξαρτήτως περιφέρειας
Οι επιστήμονες είναι σκόπιμο να: συμβάλλουν στην αντιμετώπιση των συγκεκριμένων προβλημάτων του σήμερα βασιζόμενοι στις παρατηρήσεις και όχι στην προώθηση δράσεων για την επίτευξη ενός «προσδιοριστικού» κλιματικού σεναρίου, αναπτύσσουν την επιστήμη χωρίς ιδεοληψία  και να την συνδέουν με την κοινή λογική, την φιλοσοφία και την τεχνολογία, αναγνωρίζουν την αβεβαιότητα ως συστατικό στοιχείο της φύσης αλλά και ως στοιχείο ενισχυτικό της ανάπτυξης δεδομένου ότι η αναζήτηση για σιγουριά εμποδίζει το δρόμο για το νόημα. «Η αβεβαιότητα  είναι εκείνη η κατάσταση που ωθεί τις δυνατότητές μας να ξεδιπλωθούν», σύμφωνα με τον Erich Fromm, όπως σημειώθηκε.

Ιάκωβος Γκανούλης, Ειδικός Γραμματέας Υδάτων Υ.Π.Ε.Ν.
Ο Ειδικός Γραμματέας Υδάτων Υ.Π.Ε.Ν. Ιάκωβος Γκανούλης μίλησε για τον ολοκληρωμένο σχεδιασμό διαχείρισης κινδύνων πλημμύρας από την Ειδική Γραμματεία Υδάτων. «Η Ειδική Γραμματεία Υδάτων είναι ο διαχειριστικός φορέας σε κεντρικό επίπεδο που μέσα από μία διαδικασία συμβουλίων και επιτροπών καταρτίζει νομοθετήματα προς την Βουλή για να μπορέσουμε να κάνουμε ένα αντιπλημμυρικό σχεδιασμό ή καλύτερο σχεδιασμό των υδατικών πόρων», επεσήμανε και συνέχισε:
«Υπάρχουν οι αυτοδιοικητικοί οι οποίοι συχνά λένε: μα δεν χρειάζεται. Σε κάθε Περιφέρεια θα πρέπει να έχουμε ένα σχεδιασμό από αυτούς που ξέρουν το τι γίνεται επί τόπου. Και φανταστείτε δηλαδή στην Κρήτη ή στη Θεσσαλία, η Περιφέρεια Κρήτης να έχει το δικό της σχεδιασμό, αντιπλημμυρικό, οτιδήποτε, στην Κεντρική Μακεδονία κάτι άλλο, χωρίς κανένα ιστό ο οποίος να μπορεί να διασυνδέει όλα αυτά σε ένα ας πούμε συνολικό σχεδιασμό».
Και ακόμη τόνισε: Η Οδηγία για τις πλημμύρες συνδέεται πολύ και με τη διαχείριση των υδατικών πόρων. Δηλαδή, δεν μπορεί να κάνει κανείς διαχείριση των ακραίων χωρίς να έχει ένα διαχειριστικό σχέδιο της χρήσης των υδατικών πόρων. Γιατί υπάρχουν και έργα τα οποία είναι πολλαπλής χρήσης. Να έχουμε δηλαδή ταμιευτήρες, οι οποίοι να είναι αντιπλημμυρικής προστασίας, αλλά και να δίνουν νερό σε περίπτωση λειψυδρίας το καλοκαίρι ή να μπορούν τα ελικόπτερα να πηγαίνουν να παίρνουν νερό για να κάνουν κατάσβεση των πυρκαγιών. Επομένως, η εφαρμογή της Οδηγίας των πλημμυρών πρέπει να βασίζεται και στην ορθολογική διαχείριση των υδατικών πόρων. Επομένως, πρέπει να είμαστε έτοιμοι και για να τη μετριάσουμε την πλημμύρα με τα μέτρα, αλλά και πώς να επέμβουμε σε περίπτωση που θα συμβεί.
Για την πολιτική προστασία σημείωσε ότι η διακυβέρνηση τελικά αφορά το πώς θα λύσει κανείς ορισμένες διενέξεις μεταξύ Δήμων, μεταξύ χρηστών, μεταξύ, ας πούμε, διαφόρων συμφερόντων. Οπότε, μπορούμε να πάμε λίγο πιο γρήγορα, γιατί εκείνο που μας λείπει δεν είναι πια το τι κάνουμε διυπουργικά, γιατί υπάρχει η Εθνική Επιτροπή Υδάτων. Στην Ελλάδα έχουμε τη γνώση, έχουμε πολύ καλούς πολιτικούς. Αλλά, δεν έχουμε τη ρυθμιστική προσέγγιση για να εφαρμόσουμε αυτά που ξέρουμε με τρόπο συνεργειακό. Και αυτό ίσως είναι που μας λείπει. Μας λείπει από την εκπαίδευση. Μας λείπει από το σχολείο, όπου ο καθένας μαθαίνει μόνος του και χωρίς να συνεργάζεται σε ομάδα. Δεν υπάρχουν στα Πανεπιστήμια σεμινάρια που να είναι διεπιστημονικού, πολύ-επιστημονικού τύπου. Γιατί τα φαινόμενα αυτά, των υδατικών πόρων, δεν είναι μόνο τεχνικά. Είναι κυρίως κοινωνικά και πολιτικά. Και αν δεν τα αναλύουμε ολοκληρωμένα, κάτι, κάπου θα υπάρχει ένα έλλειμμα.

Μιχάλης Καλογιαννάκης, πρόεδρος Πανελληνίου Συλλόγου Διπλωματούχων Αγρονόμων Τοπογράφων Μηχανικών Π.Σ.Δ.Α.Τ.Μ.
Για τις «ανθρώπινες παρεμβάσεις που συνέβαλλαν στην σφοδρότητα του πλημμυρικού φαινομένου στην Μάνδρα», μίλησε ο πρόεδρος Π.Σ.Δ.Α.Τ.Μ. Μιχάλης Καλογιαννάκης. Και τις κατέγραψε:
-          Δεν υπήρξε σεβασμός στις φυσικές «χαράξεις» των ρεμάτων, μείωση του εύρους της κοίτης τους (οδικό δίκτυο, εκτροπή της κοίτης αυθαίρετα – γωνία 90ο), στενώσεις σε διαβάσεις και αλλαγές κατεύθυνσης με μικρές ακτίνες καμπυλότητας
-          Παρουσία ρύπανσης και φερτών υλικών
-          Ανεπαρκή τεχνικά έργα (γέφυρες, διαβάσεις κλπ)
-          Κλειστοί αγωγοί και κυρίως δίδυμοι
-          Διακοπή και παρεμπόδιση της συνέχειας των ρεμάτων
-          Στένωση της κοίτης με αυθαίρετες και «νόμιμες» κατασκευές εντός των ρεμάτων
-          Κάλυψη της κοίτης των ρεμάτων που περνούν μέσα από τους αστικούς ιστούς και μη υδατοπερατά υλικά.
Ακόμη αναφέρθηκε στα συμπεράσματα ημερίδας του Συλλόγου του Γενάρη του ’18. Οι διαπιστώσεις που υπήρξαν χρησιμοποιήθηκαν και στο πόρισμα του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης για τις πλημμύρες. Τα συμπεράσματα ήταν ότι η μελετώμενη περιοχή περιλαμβάνει επί μέρους περιοχές, όπου η απορροή είχε ήδη συγκεντρωθεί σε λίγους κλάδους, με απότομη κλίση και το οποίο φόρτισε με ενέργεια το φαινόμενο  λόγω της μεγάλης υψομετρικής διαφοράς.  Διαπιστώθηκε ένταση ταυτόχρονης δραστηριότητας, σε πεδία κατάκλυσης της μελετώμενης περιοχής. Πυκνή δόμηση, με την επέκταση των οικισμών προς τις παρυφές των ορεινών όγκων και κάλυψη συγκεκριμένων σημείων με μη υδρατοπερατά υλικά που επιδείνωσαν το φαινόμενο. Συγκεκριμένα για τα ρέματα ποταμού, εντοπίστηκε η διακοπή της συνέχειας των ρεμάτων, η αλλαγή της εκτροπής τους, η κάλυψη της κοίτης τους και μεγάλα έργα, κυρίως οδικά. Και επίσης δήλωσε πως, κατά την αυτοψία διαπιστώθηκε ότι δεν έχουν καθαριστεί τα ρέματα αλλά και τα υφιστάμενα τεχνικά έργα από φερτά υλικά, μπάζα.  Μετά τη συμπλήρωση ενός έτους από την πλημμύρα δεν φαίνεται να ολοκληρώνονται τα σχεδιαζόμενα έργα, πρέπει να έχουν ένα μήνα που έχουν ξεκινήσει. Δεν έχουν γίνει έργα υδρονομίας στους ορεινούς όγκους. Δεν εντοπίστηκαν στοιχεία ακόμα και εκεί που γίνονται τα έργα, χάραξης των έργων…
«Πρέπει να βάλουμε στη σκέψη μας ότι πολιτική γης είναι και να προστατέψουμε αυτές τις υποδομές που υπάρχουν και την περιουσία είτε δημόσια είτε ιδιωτική.  Και προφανώς πρέπει να υπάρχει συνεργασία πολεοδομικών και υδραυλικών μελετών», είπε και συμπλήρωσε: «Στην Κίνα έχουν υπολογίσει ότι η ετήσια απώλεια από φυσικές καταστροφές φτάνει το 3,15 του εθνικού οικονομικού προϊόντος. Το αναφέρωγιατί αυτά τα έργα δεν είναι δημοφιλή και ίσως γίνουν «δημοφιλή» σε συγκεκριμένους γιατί έχουν οικονομικό αντίκρισμα, αν δεν γίνουν έχουμε οικονομικές απώλειες. Άρα σε ένα σχεδιασμό μακροχρόνιο θα πρέπει να δώσουμε βάση σε αυτά.
Υπάρχει μεγάλη καθυστέρηση στην έγκριση αυτών των έργων. Ακόμα, δηλαδή οι απευθείας αναθέσεις έγιναν στην ουσία για εξαιρετικά επείγουσες περιπτώσεις και όχι για να δίνονται έργα σε γνωστούς. Δεν χρησιμοποιείται, από ό,τι φαίνεται, αυτό το εργαλείο. Χρησιμοποιείται λάθος. Και όπως είπε και ο Πρόεδρος του ΤΕΕ, πρέπει να γίνει ένα νομοθετικό πλαίσιο αντίστοιχο που υπήρχε για τα έργα των ολυμπιακών έργων.
Προτείνω, τόνισε, μια ομάδα εργασίας από το ΤΕΕ, σε συνεργασία με άλλους φορείς, όπως το ΓΕΩΤΕΕ, για την οικονομική και τεχνική αποτίμηση φυσικών καταστροφών, σε αυτές τις περιοχές, συγκεκριμένα στην πράξη, όχι γενικά, ώστε να εκτιμηθεί η οικονομική και κοινωνική απώλεια και να συγκριθεί με το κόστος των έργων που πρέπει να είχαν γίνει ώστε να μειωθούν οι συνέπειες των φυσικών καταστροφών. Μόνο έτσι μπορεί να πειστεί η Κυβέρνηση, οι τοπικές αρχές, τα κόμματα και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την αναγκαιότητα των έργων που δεν είναι δημοφιλή, δεν είναι «έφτιαξα ένα σχολείο» που και αυτό προφανώς είναι σημαντικό, αλλά κόβεις μία κορδέλα και γίνεσαι αρεστός».

Για τις δασικές πυρκαγιές

Κώστας Δημόπουλος, Γενικός Διευθυντής Περιβαλλοντικής Πολιτικής ΥΠΕΝ
Ο Γενικός Διευθυντής Περιβαλλοντικής Πολιτικής του ΥΠΕΝ Κώστας Δημόπουλος μίλησε για τις δασικές πυρκαγιές με θέμα: «Πρόληψη: Το θεμέλιο της καταστολής». Όπως είπε, η χώρα μας ανήκει στην μεσογειακή ζώνη και έχει συγκεκριμένα κλιματικά χαρακτηριστικά τους καλοκαιρινούς μήνες, σε συνδυασμό με την αυτοφυή βλάστηση. Επικρατούν υψηλές θερμοκρασίες, με συνέπεια μετά τους καύσωνες να ακολουθούν δυνατοί άνεμοι. Η ξηρόφιλη βλάστηση που επικρατεί αναφλέγεται εύκολα. Αυτά τα στοιχεία δεν είναι άγνωστα, ή πρωτόγνωρα. Αυτά επικρατούν σχεδόν κάθε καλοκαίρι. Ως συνέπεια αυτών των χαρακτηριστικών φυσικά ξεσπούν πολλές πυρκαγιές. Ούτε αυτό είναι πρωτόγνωρο. Το πρωτόγνωρο στοιχείο όμως είναι οι μεγάλες υλικές ζημιές που συνοδεύονται από απώλειες συνανθρώπων μας.
Συνεπώς η ΠΡΟΛΗΨΗ είναι το πρώτο, το σημαντικότερο, το αποτελεσματικότερο και λιγότερο δαπανηρό επίπεδο προστασίας από τις φυσικές καταστροφές. Είναι όμως και το δυσκολότερο στην εφαρμογή του. Πλήθος υπηρεσιών εμπλέκονται στο επίπεδο αυτό, απλώνοντας τα πλοκάμια του γραφειοκρατικού τέρατος, εμποδίζοντας την έγκαιρη και αποτελεσματική υλοποίησή του. Αποτέλεσμα: διάχυση και διασπορά των προληπτικών ενεργειών που πρέπει να γίνουν, αλλά και διάχυση ευθυνών όταν αυτές πρέπει να αποδοθούν.
«Τί πιο απλό να οριστεί ο κάθε κρατικός φορέας της κεντρικής διοίκησης υπεύθυνος και αποκλειστικά στον τομέα αρμοδιότητάς του, για τις δράσεις πρόληψης από φυσικές καταστροφές, που ενδέχεται θα συμβούν στον τομέα του. Π.χ. μια κεντρική υπηρεσία για πρόληψη από τις πλημμύρες, μια κεντρική υπηρεσία για πρόληψη από τους σεισμούς, μια κεντρική υπηρεσία για τις δασικές πυρκαγιές κ.λ.π., οι οποίες θα ανήκουν στα θεματικά υπουργεία και όπου δεν υπάρχουν να δημιουργηθούν. Αυτές οι υπηρεσίες, σε επίπεδο καταστολής πρέπει να συντονίζονται και να αλληλοσυμπληρώνονται από την Πολιτική Προστασία», σημείωσε.
«Τί πιο απλό να εκπονηθούν τοπικά σχέδια πρόληψης, σε επίπεδο χωρικής αρμοδιότητας δασαρχείου, με ανάλυση των ιδιαίτερων τοπικών συνθηκών που επικρατούν στην συγκεκριμένη δασική περιοχή», αναρωτήθηκε.
«Τί πιο απλό να εκπονηθούν τοπικά σχέδια εκκένωσης και προστασίας του τοπικού πληθυσμού, ιδιαίτερα στους κρίσιμους οικισμούς που βρίσκονται σε ζώνες μίξης δασών – οικιστικών περιοχών, από φυσικές καταστροφές με εκπαίδευση και συμμετοχή σε ασκήσεις των κατοίκων της περιοχής. Αυτό ειδικά θα αποτελέσει ταυτόχρονα και το εργαλείο ενημέρωσης των πολιτών», τόνισε και πρόσθεσε «τί πιο απλό να δοθεί απόλυτη προτεραιότητα στις δράσεις και ενέργειες για την πρόληψη σε σχέση με την καταστολή;»
Η  μάχη των πυρκαγιών πέρα από το επίπεδο του συντονισμού (που πλέον η κοινωνία έχει κουραστεί να ακούει τόσα χρόνια) χάνεται στο ίδιο πεδίο. Δεν χάνεται ούτε στο πολιτικό επίπεδο, ούτε στο αυτοδιοικητικό επίπεδο αφού για ένα τόσο εξειδικευμένο θέμα η διοίκηση εισηγείται τα μέτρα πρόληψης και αντιμετώπισης των πυρκαγιών. Διαχρονικά η κάθε πολιτική ηγεσία τα αποδέχεται και τα εφαρμόζει. «Η πείρα μου όμως όλα αυτά τα χρόνια, έδειξε ότι η μάχη χάνεται στο πεδίο και εκεί πρέπει να στραφούμε ώστε να μη ξαναζήσουμε τέτοιες καταστροφές, είπε χαρακτηριστικά. Για να έχεις αποτελεσματική καταστολή πρέπει να έχεις επενδύσει στην πρόληψη», κατέληξε.

Νίκος Χλύκας, Πρόεδρος του Πανελλαδικού Συνδέσμου Μελετητών Γεωτεχνικών
Για τα μέτρα πρόληψης και αντιμετώπισης των δασικών πυρκαγιών μίλησε στην εκδήλωση ο Νίκος Χλύκας, Πρόεδρος του Πανελλαδικού Συνδέσμου Μελετητών Γεωτεχνικών.«Πυρκαγιές θα έχουμε πάντοτε, τόνισε, διότι έχουμε μία σύνθεση βλάστησης στη νότια Ελλάδα που είναι πυρόφιλη. Έχουμε κλιματικές συνθήκες που ευνοούν τις πυρκαγιές. Άρα λοιπόν, αυτό που πρέπει να συζητάμε, είναι πως θα αντιμετωπίσουμε το φαινόμενο, πως θα μετριάσουμε τους κινδύνους και πως θα λάβουμε προληπτικά μέτρα τέτοια, ούτως ώστε να μειωθούν οι εκδηλώσεις του φαινομένου των πυρκαγιών, στο πρώτο επίπεδο και από εκεί και πέρα να περάσουμε στο δεύτερο επίπεδο, πως οργανώνουμε την καταστολή τους και τι κάνουμε για την επαναφορά της κατάστασης για την αποκατάσταση τη λεγόμενη. Τόσα χρόνια που βλέπουμε να καίγονται και ξανακαίγονται τα δάση, δεν έχουμε εφαρμόσει το πιο βασικό. Δεν υπάρχει αντιπυρικό σχέδιο σε κάθε Δασαρχείο για το δάσος, πως θα αντιμετωπίσει ένα φαινόμενο. Υπάρχουν προδιαγραφές τεχνικές για εκπόνηση μελετών αντιπυρικών σχεδίων εδώ και 50 χρόνια και, και μέχρι σήμερα δεν έχω δει να χρηματοδοτείται αυτή η απαραίτητη υποδομή από κανέναν. Και προφανώς οι υπηρεσίες από μόνες τους δεν μπορούν να ανταποκριθούν, διότι δεν έχουν προσωπικό». Και συνέχισε πως σε μία τέτοια κατάσταση πρέπει να χρησιμοποιήσουμε όλες τις δυνάμεις που είναι δυνατόν να κινητοποιηθούν. Όλοι αυτοί λοιπόν οι οποίοι θίγονται, πρέπει να χρησιμοποιηθούν στο βαθμό που μπορούν να χρησιμοποιηθούν. «Τί έχουμε κάνει λοιπόν μέχρι σήμερα; Έχουμε φύγει από τη δασική υπηρεσία, έχουμε πάει στη Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας, όπου υπάρχει μια Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας η οποία έχει τη συνολική ευθύνη. Ποιος έχει την καταστολή; Θεωρητικά η δασική υπηρεσία. Πρακτικά δεν την έχει, διότι εξαιρείται από την πολιτική προστασία, εξαιρείται όλη η πολιτική προστασία και δεν έχει και χρηματοδότηση. Σε ποιο σχεδιασμό υπακούουν τα έργα τα οποία κάνουν αυτοί όλοι για την πρόληψη των πυρκαγιών; Σε κανέναν. Ποιος έχει τη συνολική ευθύνη παρακολούθησης αυτού του σχεδιασμού; Κανένας. Ποιο είναι λοιπόν το αποτέλεσμα το οποίο έχουμε; Μηδενικό», σημείωσε χαρακτηριστικα.
Πρόσθεσε ότι στο επίπεδο της καταστολής, έχουμε ένα κατασταλτικό μηχανισμό σήμερα που είναι η πυροσβεστική υπηρεσία. «Γίνεται μία πυρκαγιά. Είναι δυνατόν να είναι μια πυρκαγιά σε μα δασική περιοχή και να λείπει ο Δασάρχης;  Να μην είναι εκεί ένας δασολόγος που ξέρει τις περιοχές; Που ξέρει τους δρόμους. Που ξέρει τα μονοπάτια, που ξέρει τα πάντα, για να πει, που μπορεί να κινητοποιήσει τους δασικούς συνεταιρισμούς; Που μπορεί να κινητοποιήσει τους αγρότες; Που μπορεί να κινητοποιήσει τους Συλλόγους με τους οποίους έρχεται κάθε μέρα σε επαφή λόγω του αντικειμένου της δουλειάς του. Αυτό όλο δεν το κάνουν. Άρα λοιπόν, εδώ υπάρχει ένα τεράστιο κενό. Εάν λοιπόν οργανώσουμε την πρόληψη κατά τέτοιο τρόπο που είπα νωρίτερα και διαθέτουμε ένα προβάδισμα σε αυτό, στη δασική υπηρεσία και τις δώσουμε ένα πρώτο μέσο επέμβασης σε αυτή τη φωτιά και μπορεί να κινητοποιήσει αυτόν τον μηχανισμό, τότε μπορεί η πυροσβεστική υπηρεσία να κάνει τη δουλειά της, συνεπικουρούμενη από τη  δασική υπηρεσία, η οποία θα έχει όμως τον κύριο λόγο στην πρόληψη των πυρκαγιών και στην οργάνωση όλης αυτής της», σημείωσε.
Ο κ. Χλύκας τόνισε ότι στην πρόληψη δεν είναι μόνο οι κλαδεύσεις, οι αραιώσεις, η φύλαξη η 24ωρη και όλος αυτός ο σχεδιασμός. Είναι η παραγωγή των χαρτών καύσιμης ύλης. Η παρακολούθηση των κλιματικών συνθηκών, τα μοντέλα που πρέπει να τρέξουν στην 20ετία, στην 50ετία για να έχουμε τα αποτελέσματα. «Ποιος τα έχει όλα αυτά; Το Ινστιτούτο Δασικών Ερευνών. Το Ινστιτούτο Δασικών Ερευνών χρησιμοποιείσαι σήμερα στις πυρκαγιές; Όχι. Η εμπειρία του χρησιμοποιείται; Όχι. Όταν λοιπόν αναρωτιέται κανείς γιατί είμαστε εδώ που είμαστε, είναι πολύ απλό να καταλήξουμε γιατί είμαστε εδώ», σημείωσε χαρακτηριστικά.

Νικόλαος Μπόκαρης, δασολόγος, μέλος του ΔΣ ΓΕΩΤΕΕ
Τέλος, με θέμα «Δασικές πυρκαγιές: Η ανάγκη για ένα αποτελεσματικότερο σύστημα πρόληψης και καταστολής», μίλησε ο Νικόλαος Μπόκαρης, δασολόγος, μέλος του ΔΣ ΓΕΩΤΕΕ. Αναφερόμενος στις συνέπειες των δασικών πυρκαγιών επεσήμανε τις:
·         Υποβάθμιση στο φυσικό περιβάλλον ιδιαίτερα όταν έχουμε επαναλαμβανόμενες πυρκαγιές
·         Άμεσες και έμμεσες οικονομικές απώλειες (παραγωγή ξύλου, ρητίνης -  οικονομική απαξίωση της γης (γεωργικής και δασικής)
·         Μείωση των ωφελειών του δάσους όπως η αισθητική αξία,  η προστασία από πλημμύρες, η δέσμευση του διοξειδίου του άνθρακα, η βιοποικιλότητα κ.λ.π
·         Πρόκληση οικονομικού κόστους για την οργάνωση μηχανισμών πρόληψης και καταστολής και μεταπυρικής αποκατάστασης
·         Καταστροφές στην ατομική περιουσία πολιτών (οικίες, ποιμνιοστάσια, καλλιέργειες κλπ)
·         και ιδιαίτερα κίνδυνος απώλειας ανθρώπινων ζωών
Η οργάνωση, όπως είπε,  ενός συγχρόνου συστήματος δασοπυρόσβεσης επιχειρησιακά θα πρέπει να έχει σαν ξεκάθαρους στόχους:
•       Την μείωση του αριθμού των δασικών πυρκαγιών (πρόληψη)
•      Την εκτέλεση έργων υποδομής (δρόμοι , αντιπυρικές ζώνες, διαχειριστικά μέτρα, μόνιμες διασπορές οχημάτων και επάνδρωση πυροφυλακείων) ,
•      Την άμεση επέμβαση στο δάσος πριν η φωτιά πάρει διαστάσεις
•      Την αποτελεσματικότητα του μηχανισμού  καταστολής και τον περιορισμό των ζημιών, είτε αυτές αφορούν στα δασικά οικοσυστήματα (προσβολή και περιορισμός πυρκαγιών μέσα στο δάσος) , είτε στις υποδομές και στις ανθρώπινες περιουσίες (προστασία  γύρω από αυτές) και τη ζωή των πολιτών.
Οι στόχοι αυτοί μπορούν να υπηρετηθούν μόνο από μια νέα προσέγγιση στον τρόπο διαχείρισης των δασικών πυρκαγιών που θα περιλαμβάνει την πλήρη αναδιοργάνωση του μηχανισμού δασοπυρόσβεσης και την αξιοποίηση όλων των συντελεστών πολιτικής προστασίας.
Ο κ. Μπόκαρης πρότεινε «την  από μηδενική βάση  επανεξέταση του συστήματος πυροπροστασίας με αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας του συστήματος δασοπυρόσβεσης και των προβλημάτων που υπάρχουν  παράλληλα με την προώθηση λύσεων  νομοτεχνικού περιεχομένου που θα πρέπει να  ταράξουν λίγο τα ισχύοντα σήμερα δεδομένα». Στο πλαίσιο αυτό θα πρέπει να ανοίξει η συζήτηση για την ανάγκη  αξιοποίησης  όλων των δυνάμεων πολιτικής προστασίας. Θεωρούμε ότι η  ουσιαστική συμμετοχή των Δασικών Υπηρεσιών στον επιχειρησιακό σχεδιασμό  και στην εκτέλεση του έργου της καταστολής θα πρέπει να αποτελέσει βασικό στοιχείο του σχεδιασμού για την επόμενη μέρα. Αυτό σήμερα με τις ισχύουσες διατάξεις Ν.2612/1998  δεν μπορεί να γίνει, σημείωσε και πρόσθεσε:
«Είναι απαραίτητο να ληφθούν οι αναγκαίες Κεντρικές Πολιτικές Αποφάσεις. για την αλλαγή του θεσμικού πλαισίου για τη δασοπροστασία και την οργάνωση και λειτουργία του Κρατικού μηχανισμού». Πρέπει να επανεξεταστεί συνολικά ο ρόλος «των δυνάμεων πολιτικής προστασίας», δηλαδή κάθε φορέα που εμπλέκεται στη διαχείριση των πυρκαγιών από το στάδιο της πρόληψης, την καταστολή  μέχρι και τη μεταπυρική διαχείριση των καμένων εκτάσεων». Η συγκεκριμένη πρόταση στηρίζεται:
•      Στο Πόρισμα της Διακομματικής Κοινοβουλευτικής Επιτροπής για τη μελέτη σε βάθος του προβλήματος των πυρκαγιών και την υπόδειξη τρόπων οργάνωσης και μέσων για τη μακροπρόθεσμη και αποτελεσματική αντιμετώπισή τους (Μάιος 1993)
•      Στην έκθεση της Ειδικής Μόνιμης Επιτροπής  Προστασίας Περιβάλλοντος προς τη Βουλή των Ελλήνων (έτους 2008) στην οποία τότε προέδρευε ο νυν αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
•      Στις πάγιες θέσεις του ΓΕΩ.Τ.Ε.Ε  όπως διατυπώθηκαν και στην πρόσφατη  επιστολή που απέστειλε το Επιμελητήριο  στον Πρωθυπουργό μετά τις καταστροφικές δασικές πυρκαγιές στην Αττική  με την οποία κατατίθενται προτάσεις  για διοικητικές μεταρρυθμίσεις και λήψη συγκεκριμένων μέτρων
•      Στις θέσεις που διατύπωσε  η «πρωτοβουλία για τα δάση» μια κίνηση πεντακοσίων (500) πανεπιστημιακών,  ερευνητών και διοικητικών στελεχών που με επιστολή τους στον Πρωθυπουργό ζήτησαν ανάλογες μεταρρυθμίσεις. 

Γραφείο Τύπου ΤΕΕ- Χριστίνα Ντζόιδου