Ἦταν –ἔτσι τὸ θεώρησα τότε ποὺ τὸ πρωτάκουσα– ἕνα βάναυσο τραγουδιστικὸ ἄκουσμα. Παρότι δὲν μὲ ἀφοροῦσε (ἤμουν 9 ἐτῶν), μὲ ἐνοχλοῦσε αὐτὸ τὸ μετακατοχικὸ ἆσμα:
«Βρὲ πῶς μπατηρήσαμε ποὺ σαρανταρίσαμε...»!
Τὸ ἆσμα, μετὰ παρέλευση πενταετίας, ἔπαψε νὰ ἔχει σημασία. Ἡ βελτίωση τῶν συνθηκῶν ζωῆς ἔκανε τὰ 40 χρόνια μιὰ ἡλικία ἀνθηρή. Βγῆκε ἄλλο ἆσμα τονωτικό: «Ἡ ζωή, ἀγάπη μου, ἀρχίζει ἀπὸ τὰ σαράντα». Ἀργότερα ὁ παλαιός μου γείτονας, ὁ διάσημος Γιῶργος Ζαμπέτας, ἀνέβασε τὸν πῆχυ: «Ὁ πενηντάρης, ὁ πενηντάρης εἶναι ὁ νέος της ἐποχῆς»! Κι ἂν δὲν ἐρχόταν ἡ κρίση, θὰ θεωρούσαμε σὰν νέο της ἐποχῆς τὸν ἑξηντάρη σὺν κάτι παραπάνω.
Σὲ ὅλη αὐτὴ τὴν ἡλικιακὴ ἀνθοβολία ἐξαίρεση ἀποτελοῦσαν καὶ ἀποτελοῦν κάποιοι ἔφηβοι –μερικοὶ ἦσαν κάποτε μαθητὲς μου– ποὺ ἀσχολήθηκαν μὲ τὴν πολιτική. Ὅσοι τὴ βόλεψαν καλὰ κι ἔφαγαν ἀκόμα πιὸ καλά, παρουσίασαν ἕνα πρόωρο γῆρας. Στὰ 35 εἶχαν χάσει τὴ λυγεράδα τους καὶ στὰ 40 εἶχαν γεράσει προώρως. Πορτραῖτο τοῦ Ντόριαν Γκρέυ;
Πιθανῶς ἡ βαρυσαρκία, οἱ ρωγμὲς στὸ πρόσωπο, τὸ τυποποιημένο χαμόγελο, τὸ ἀπλανὲς βλέμμα, ἡ πνευματικὴ πλατυποδία, ὅλα αὐτὰ καὶ ἄλλα πολλά τους βάρυναν μαζὶ μὲ τὰ κιλά τους. Ἔγιναν ἐριγάστορες. Καὶ ἴσχυσε γι’ αὐτοὺς τὸ τοῦ Μεγάλου Βασιλείου: «Παχεία γαστὴρ λεπτὸν οὐ τίκτει νόον».
Εἰλικρινά, εἶχα ξεχάσει τὸ μετακατοχικὸ ἆσμα, δηλαδὴ τὸν τραγουδιστικὸ λίβελλο κατὰ τῶν σαραντάρηδων ἀμφοτέρων τῶν γενῶν. Δυστυχῶς μοῦ τὸ θύμισε ὁ πρωθυπουργὸς ποὺ μόλις προχθὲς τὸν λέγαμε... νεαρό! Μόλις ἔπιασε τὰ 40, ἔπιασε καὶ τὸ τιμόνι τῆς ἐξουσίας. Καὶ τότε μπατίρησε. Δὲν θὰ πῶ σωματικά. Μπατίρησε πολιτικά. Καὶ παράλληλα μπατίρησε (τὸ ρῆμα ἐδῶ ἐνεργητικὸ) κι ἐμᾶς.
Τοῦτο σημαίνει ὅτι τὸ δικό του «μπατιριλίκι» θὰ τὸ πληρώσουμε ἐμεῖς ποὺ οἱ πλεῖστοι κινούμαστε στὸν ἀστερισμὸ τῶν ἑβδομήκοντα ἐτῶν καὶ κάτι περισσότερο. Δὲν ἁπαλλασσόμεθα βέβαια –λόγω ἡλικίας– ἔναντι παλαιῶν μας ἁμαρτιῶν. Ἡ μεγάλη ἡλικία δὲν ἀποτελεῖ δικαιολογία γιὰ πρότερη ἁμαρτία. Εἶναι θλιβερὸ νὰ ἐπικαλεῖται κανεὶς γιὰ παλαιότερα λάθη σὰν δικαιολογητικό τα ἄσπρα του μαλλιά. Οὔτε ἡ μεγάλη ἡλικία μᾶς ἔκανε ἔμφρονες. Δυστυχῶς, τὰ χρόνια δὲν φέρνουν πάντα σοφία· φέρνουν γηρατειά.
Ἀλλ’ ἂς ἔλθουμε στὸ σήμερα. Ὅποιος παρακολουθεῖ τὶς πολιτικὲς μας ἐξελίξεις, σχηματίζει τὴ γνώμη ὅτι ὁ Θεὸς ἔφτιαξε τὴν Ἑλλάδα σὲ στιγμὴ παραληρήματος. Τούτη τὴ στιγμὴ ποὺ χαράσσω αὐτὲς τὶς γραμμὲς κάπου στὴν Τουλούζη, ἔχω τὴν ἐντύπωση ὅτι τοῦτα τὰ γενόσημα τῆς Ἀριστερᾶς ἄνοιξαν τὸ δρόμο γιὰ νέα συμφορά.
Θὰ μποροῦσα ὅλα τα καμώματα τοῦ κ. Τσίπρα καὶ τῆς πολυκέφαλης καὶ κακοκέφαλης κυβερνήσεώς του νὰ τὰ ὀνομάσω Πράξη Καταστροφῆς. Θὰ τὴν ἔλεγα καὶ πράξη δειλίας, ἀλλὰ συχνὰ μιὰ πράξη δειλίας μπορεῖ νὰ γίνει πράξη σωτηρίας. Δὲν κινδυνολογῶ. Ἀπεναντίας τώρα αἰσιοδοξῶ. Τὰ πράγματα βαίνουν διαρκῶς πρὸς τὸ χειρότερο. Καὶ τοῦτο μπορεῖ νὰ ἀποβεῖ σὲ καλό. Ἐνδέχεται ὁ λαός μας νὰ βάλει κάποτε μυαλό. Καὶ νὰ διαλέξει ἄξιο ἀρχηγό.
Ὁ πολιτικὸς ἀρχηγὸς πρέπει νὰ εἶναι ὅπως ὁ τσέλιγκας τὸν παλιὸ καιρό. Ποὺ εἶχε τὴν εὐθύνη γιὰ τὰ πάντα. Γιὰ τὰ κοπάδια, γιὰ τὰ λειβάδια, γιὰ τὰ χειμαδιά, γιὰ τοὺς «πρατάρηδες» καὶ τοὺς «γιδάρηδες». Ὅ,τι κουβέντιαζε ὁ τσέλιγκας, δὲν μποροῦσε νὰ εἶναι κατανοητὸ ἀπὸ τὸν ἁπλὸ βοσκό. Τὰ πάντα ἦσαν εὐθύνη τοῦ τσέλιγκα. Τὸ ἴδιο ἰσχύει καὶ γιὰ ἕναν πρωθυπουργό. Καὶ ἐξηγῶ: τί καταλαβαίνει σήμερα ὁ ἁπλὸς ψηφοφόρος ἀπ’ ὅσα κουβέντιαζαν ἐπὶ 5 μῆνες ὁ κ. Τσίπρας καὶ οἱ ἀριστόνοες οἰκονομολόγοι του μὲ τοὺς ὁμολόγους τους στὶς Βρυξέλλες καὶ ἀλλοῦ;
Βρισκόμουν στὸ Μπορντὼ ὅταν πληροφορήθηκα ὅτι ὁριστικοποιήθηκε τὸ δημοψήφισμα μὲ ἕνα σιβυλλικὸ ἐρωτηματικό. Ποὺ φοβᾶμαι ὅτι θὰ μᾶς ρίξει σὲ ἄπατο γκρεμό. Καὶ δὲν ἀπορῶ. Οἱ Ἕλληνες ἔχουν κάνει πολλὰ ἠλίθια πράγματα στὴ ζωή τους ποὺ θὰ δυσκολευόμουν πολὺ νὰ τὰ ταξινομήσω κατὰ μέγεθος ἠλιθιότητος. Δὲν ἀποκλείω τὸ ἐνδεχόμενο ἑνὸς θανατηφόρου κενοῦ. Νὰ ψηφίσουν δηλαδὴ «ΟΧΙ», γιὰ νὰ μποῦν τάχα στὸ μάτι τῶν Εὐρωπαίων κι ἔτσι νὰ βγάλουν τὸ δικό τους.
Λυπᾶμαι, ἀλλὰ ποτὲ δὲν εἶχα ἐμπιστοσύνη στὴν κρίση τοῦ λαοῦ μας. Τὸ ξαναγράφω: Ἡ μάχη τῆς Μικρᾶς Ἀσίας δὲν χάθηκε στὸ μέτωπο· χάθηκε στὴν κάλπη. Ἔχουμε τὴν τάση νὰ μετατρέπουμε τὸ ἤρεμο ρυάκι συχνότατα σὲ ἄγριο ἄνυδρο φαράγγι. Σὰν αὐτὸ τοῦ Ἀλῆ Βεράν.
Οὐδέποτε μέσα σὲ τόσο μικρὸ χρόνο ἑλληνικὴ κυβέρνηση δημιούργησε γιὰ τὸ τίποτε τόσο παγκόσμιο ντόρο καὶ οὐδέποτε ἄλλη κυβέρνηση σὲ τόσο μικρὴ χρονικὴ στιγμὴ προκάλεσε τόση καταστροφὴ ποὺ μᾶλλον θὰ μεγεθυνθεῖ καὶ μάλιστα μὲ τὴ δική μας συνενοχή. Ἡ κυβέρνηση τοῦ κ. Τσίπρα δὲν πολιτευόταν· διαφημιζόταν. Ἴσως μάλιστα περισσότερο καὶ ἀπὸ τὴ διάσημη Μαντόνα. Ἦταν κυβέρνηση πριμαντόνα.
Τὰ «σούρτα – φέρτα» στὴν Εὐρώπη, στὴ Ρωσία, στὴν Ἀσία καὶ στὴν Ἀμερικὴ ἔδιναν τὴν ἐντύπωση στοὺς ἀφελεῖς ἑνὸς δημιουργικοῦ παλμοῦ, ἐνῶ ἐπρόκειτο περὶ μιᾶς περίτεχνης πομφολυγοθηρίας. Ποτὲ ἄλλοτε δὲν εἴδαμε τόσες λεκτικὲς σαπουνόφουσκες. Πομφολυγοθῆρες συνεργάτες τοῦ πρωθυπουργοῦ, ποὺ παριστάνουν τοὺς πολιτικούς, νομίζουν ὅτι ἡ πολιτικὴ εἶναι παίγνιον κηφηνείου κι ἔκαναν τὴ σπουδαία θεωρία τῶν παιγνίων «μπαίγνιο», γιὰ νὰ γελᾶ ἡ οἰκουμένη. Καὶ ὁ λαὸς χαζολογοῦσε, χαζογελοῦσε, χαζοζητοκραύγαζε, νομίζοντας ὅτι ἔχει «μπροστάρηδες» Ροβεσπιέρρους, Δαντῶν, Σαὶν Ζὺστ καὶ Κουτόν. Τόσο κουτός! Γι’ αὐτὸ τὸν ἔφαγε ὁ μαρασμός.
Ἡ κυβέρνηση βούλιαξε μέσα στὸ βάλτο τῶν ἀβελτηριῶν της, τῶν ψευδῶν, τῶν ἀρριβισμῶν της. Οὐδὲν τὸ ἐπαναστατικόν. Διότι εἶναι μιὰ ἀριστοκρατίζουσα Ἀριστερά, ποὺ τὸν ἀριστερισμὸ της τὸν γνώρισε σὲ σχολεῖα καὶ πανεπιστήμια τρανά, σὲ σχολὲς τῶν ΗΠΑ καὶ τῆς Ἀγγλίας, οἱ ὁποῖες δημιούργησαν μιὰ ζύμη «Ἀριστερῶν του Κουτιοῦ» καὶ τοῦ σαλονιοῦ. Γι’ αὐτὸ τούτη ἡ πολιτικὴ ταραντέλα ἐπικρίνεται ἀπὸ τοὺς σοβαροὺς Ἀριστεροὺς περισσότερο ἀπ’ ὅ,τι ἐπικρίνεται καὶ ἀπὸ αὐστηροὺς Δεξιούς.
Τὸ εἶχα ὄνειρο ζωῆς νὰ ἐπισκεφθῶ τὶς ἀκτὲς τῆς Νορμανδίας καὶ νὰ δῶ ἀπὸ κοντά τους αἱματοπότιστους γιαλούς. Κι ἀκόμη νὰ ξαναδῶ τὴν περιοχὴ τοῦ Λάγκεντοκ. Ἤμουν στὰ κάστρα τῶν Καθαρῶν ὅταν πληροφορήθηκα τὴν πολιτικὴ βρομιὰ τῶν Ἀθηνῶν. Γιατί αὐτὸ τὸ δόλιο δημοψήφισμα εἶναι κάτι περισσότερο ἀπὸ λεκές. Κάνει τὸ λαὸ λακέ. Ἄκουσα στὴν ἐκεῖ τηλοψία καὶ τὶς δηλώσεις ἑνὸς δικοῦ μας ἰσχυροῦ παράγοντα. Οἱ Γάλλοι γύρω μου γελοῦσαν. Μελαγχόλησα. Λαὸς ποὺ ἐκλέγει πολιτικοὺς γιὰ γέλια, εἶναι λαὸς γιὰ κλάματα.
Στεκόμουν στὰ τείχη τῆς Καρκασσὸν κι ἀποροῦσα: Τί ἤθελε νὰ παραστήσει στὴν Εὐρώπη ὁ κ. Τσίπρας; Τὸν Κατσαντώνη ἢ τὸν Τσακιντζῆ, τὸν ἐφὲ τοῦ Ἀϊδινίου; Ὅλες αὐτὲς οἱ πόζες καὶ οἱ «κατινιὲς» ἦσαν ἀηδεῖς καὶ ἔξω ἀπὸ τὶς ἀρχὲς τῆς εὐπρεπείας καὶ τῆς λογικῆς. Ἦσαν ἀδέξιες κινήσεις καὶ μοῦ θύμιζαν ἕναν Λίβυο ταξιτζὴ ποὺ εἶχα μισθώσει μιὰ ἐποχὴ καὶ ποὺ τὸ προηγούμενο ὄχημα ποὺ εἶχε ὁδηγήσει ἦταν... καμήλα!
Ἀλλ’ ἐπειδὴ ξεκινήσαμε τραγουδιστικά, ἂς κλείσουμε πάλι τραγουδιστικά, ἀφιερώνοντας στὸν πρωθυπουργὸ μας τὸ προφητικὸ ἆσμα: «Γεννήθηκες γιὰ τὴν καταστροφή...»
http://www.palmografos.com/