Τετάρτη 17 Ιανουαρίου 2018

Η ΒΑΡΝΤΑΡΣΚΑ (ΣΚΟΠΙΑ) ΕΙΝΑΙ ΕΤΟΙΜΗ ΓΙΑ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΟΙ ΕΘΝΟΜΗΔΕΝΙΣΤΕΣ ΤΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ ΧΑΡΙΖΟΥΝ ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΜΑΣ.

ΑΡΘΡΟ ΤΟΥ 
ΑΝΔΡΕΑ ΜΗΤΣΟΠΟΥΛΟΥ

Μετά από 10 χρόνια απραξίας της εξωτερικής πολιτικής ως προς την επίλυση του ζητήματος της ονομασίας των Σκοπίων, το εν λόγω θέμα βγήκε και πάλι στην επιφάνεια. Το πρόβλημα αυτό παρουσιάζεται στον ορίζοντα σε μια δύσκολη συγκυρία για την Ελλάδα, δεδομένου ότι εδώ και 3 χρόνια, την εξωτερική πολιτική της χώρας ασκεί η εθνομηδενιστική κυβέρνηση της Αριστεράς. 

          Από την άλλη πλευρά όμως, η εδώ και 1 τουλάχιστον έτος  σφοδρή κρίση των εθνικών μειονοτήτων που συγκροτούν το κρατικό μόρφωμα-συνονθύλευμα των Σκοπίων, το οποίο συνεχίζει να παραπαίει και να εμφανίζει διαλυτικά φαινόμενα λόγω της ανυπαρξίας κοινής εθνικής ταυτότητας, καταδεικνύει ότι τα Σκόπια βρίσκονται σε ακόμη πιο δεινή θέση από την Ελλάδα.
          Αυτός ακριβώς είναι και ο λόγος που οι αξιωματούχοι του εν λόγω κρατιδίου, ευρισκόμενοι κυριολεκτικά με την πλάτη στον τοίχο ένεκα των εσωτερικών τους προβλημάτων, επιδεικνύουν κάποια διαλλακτικότητα ως προς το θέμα της κρατικής ονομασίας των Σκοπίων, διαπραγματευόμενοι μια σύνθετη ονομασία που να περιέχει όμως τη λέξη “Μακεδονία”, έχοντας ήδη υποχωρήσει ως προς την αξίωσή τους να φέρει το κράτος τους τη μονολεκτική ονομασία “ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ”. Από την άλλη, κατά τρόπο επίσημο και πομπώδη, δηλώνουν ότι θα αποσύρουν αγάλματα του Μ. Αλεξάνδρου και συζητούν να καταργήσουν επωνυμίες που προκαλούν την Ελλάδα, σε αεροδρόμια, δημόσιους χώρους κλπ. 
          Ασφαλώς, η ραγδαία αυτή μεταβολή συνθηκών σε ένα τόσο μείζον ζήτημα εξωτερικής πολιτικής, πρέπει να γίνει άκρως εκμεταλλεύσιμη από την ελληνική πλευρά και ανεξάρτητα από το ποία κυβέρνηση θα κληθεί να διαπραγματευθεί το θέμα, η ελληνική γραμμή πρέπει να είναι ενιαία, σκληρότερη από αυτήν που έχουμε συνηθίσει τα τελευταία 25 χρόνια και πιεστική προς την κατεύθυνση να εξευρεθεί λύση που να μην περιέχει το όνομα “ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ”, όπως άλλωστε είχε αποφασιστεί και από το Συμβούλιο των πολιτικών αρχηγών των ελληνικών κομμάτων το 1992, υπό την Προεδρία του τότε Προέδρου της Δημοκρατίας, Κωνσταντίνου Καραμανλή.
          Μην λησμονούμε άλλωστε ότι έως το έτος 1945 τα Σκόπια ονομάζονταν ΒΑΡΝΤΑΡΣΚΑ και ποτέ δεν είχαν αυτοπροσδιορισθεί ως “ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ”. Μια ονομασία που προσδιόριζε γεωγραφικά το εν λόγω ανομοιογενές κρατίδιο και προερχόταν από το όνομα του ποταμού της περιοχής Βαρδάρη (προέκταση του Αξιού).
          Εκείνη μόλις την εποχή για πρώτη φορά στην Ιστορία, χαρακτηρίστηκε “ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ” η νότια επαρχία της ενωμένης τότε Γιουγκοσλαβίας, που δεν ήταν άλλη από την Βαρντάρσκα και σημερινά Σκόπια. Στα πλαίσια μάλιστα της σύμπραξης μεταξύ του κομμουνιστή ηγέτη της Γιουγκοσλαβίας Τίτο και των ομοϊδεατών του, ελληνόφωνων κομμουνιστοσυμμοριτών, που συμμάχησαν μαζί του κατά τη διάρκεια του συμμοριτοπολέμου (1946-1949) προκειμένου να κατισχύσουν πολιτικά, εναντίον των Εθνικών Δυνάμεων της Πατρίδας μας, είχε αποφασιστεί η απόσχιση της Μακεδονίας μας και η ενσωμάτωσή της σ' ένα υπό διαμόρφωση ανελεύθερο σλαβοβουλγαροκομμουνιστικό προτεκτοράτο σταλινικών συμφερόντων με το όνομα “ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ”. Ασφαλώς αυτήν την αντεθνική πολιτική οι συριζαίοι που για κακή μας τύχη κυβερνούν σήμερα τη χώρα,  αρνούνται να καταδικάσουν ακόμη και σήμερα, ως γνήσιοι πολιτικοί απόγονοι των τότε κομμουνιστών. 
          Η ιστορική αλήθεια εξάλλου για όλα αυτά τα ζητήματα είναι ότι η λεγόμενη Άνω Μακεδονία που αποτελούσε τμήμα του αρχαίου ελληνικού μακεδονικού βασιλείου (και δεν ταυτίζεται με τη συνολική έκταση των σύγχρονων Σκοπίων) συμπεριελάμβανε περιοχές όπως η Πελαγονία, η Ηράκλεια Λυγκηστίς, αλλά και περιοχές όπου σήμερα βρίσκονται το Μοναστήρι, η Γευγελή κλπ., οι οποίες συγκροτούν το νότιο τμήμα της σκοπιανής επικράτειας, αποτελώντας ταυτόχρονα Αλύτρωτες Πατρίδες του Ελληνισμού. 
            Ακόμα λοιπόν κι αν προκρινόταν μια σύνθετη ονομασία για τα Σκόπια που θα συνιστούσε γεωγραφικό προσδιορισμό και μόνο, π.χ. Άνω ή Βόρεια Μακεδονία, είναι αδιανόητο η όποια ονομασία να παραπέμπει σε Αλύτρωτες Πατρίδες του Ελληνισμού, που σε κάθε περίπτωση δεν ταυτίζονται με την σλαβική ιστορία στην περιοχή, η οποία ξεκινά μόλις τον 7ο αιώνα μ.Χ.
          Η ουσία σε όλα αυτά είναι ότι η πολιτική συγκυρία σήμερα είναι άκρως ευνοϊκή για την Ελλάδα. Τα Σκόπια αυτοδιαλύονται γιατί δεν διαθέτουν κοινή εθνική συνείδηση, όντας μια ακαθόριστη ανθρωπόμαζα Σλάβων, Αλβανών και Βούλγαρων, χωρίς να επιτρέπεται να αγνοήσουμε και την πολυάριθμη ελληνική μειονότητα της Πελαγονίας, του Μοναστηρίου, της Γευγελής και των γύρω περιοχών, που δυστυχώς η λεκτική αναφορά της και μόνο, από το φοβικό και ενδοτικό νεοελληνικό κράτος αποτελεί ταμπού.
          Ήδη οι Σκοπιανοί, ευρισκόμενοι σε κατάσταση πανικού παρακαλούν για λύση στο θέμα του ονόματος, όσο πιο γρήγορα γίνεται αποφασισμένοι να προχωρήσουν σε παραχωρήσεις προκειμένου να ξεπεραστεί κάθε εμπόδιο, ώστε να μπορέσουν να ενταχθούν στην Ε.Ε. και το ΝΑΤΟ, πριν προηγηθεί ο επερχόμενος κατακερματισμός τους.
          Έτσι, η αποδοχή από την Ελλάδα του ονόματος “ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ” για τα Σκόπια ή οποιασδήποτε σύνθετης ή παράγωγης ονομασίας που να περιέχει το όνομα “ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ”, δεν αποτελεί εθνικά ωφέλιμη ενέργεια. Η ελληνική εξωτερική πολιτική πρέπει να αναθεωρηθεί και να προσαρμοστεί στις νέες και ευνοϊκές για την Ελλάδα επικρατούσες συνθήκες, ικανοποιώντας στο μέγιστο δυνατό βαθμό τα εθνικά μας συμφέροντα. Οφείλει επιτέλους να απαλλαγεί από το νεοταξίτικο και εθνομηδενιστικό δόγμα “δεν διεκδικούμε τίποτα”, ώστε να παύσει να είναι φοβική και ακίνδυνη, ακόμα και όταν έχει να αντιμετωπίσει υπό διάλυση κρατικά μορφώματα όπως τα Σκόπια.
          Οι Έλληνες Πατριώτες, πολιτικοί και μη, ανεξαρτήτως κόμματος, βλέποντας πολύ μακρυά στα εθνικά θέματα δικαιώνονται πανηγυρικά μετά από 2,5 δεκαετίες για την άτεγκτη στάση τους στο Σκοπιανό. Πρέπει όμως να δικαιωθούν έστω και καθυστερημένα και τα Εθνικά Δίκαια και να εξευρεθεί μια λύση που θα προκρίνει ένα όνομα για τα Σκόπια που θα συνάδει με την ιστορία τους, που σε κάθε περίπτωση δεν είναι συνυφασμένη με την Ένδοξη Ιστορία ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ ΜΑΣ. 


                                              ΑΝΔΡΕΑΣ ΜΗΤΣΟΠΟΥΛΟΣ 

                                              ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ-ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ