Τετάρτη 20 Ιανουαρίου 2016

Συνάντηση του Προέδρου της Νέας Δημοκρατίας κ. Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Πρόεδρο της Βουλής των Αντιπροσώπων της Κυπριακής Δημοκρατίας κ. Γιαννάκη Ομήρου

 
Ο Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας Κυριάκος Μητσοτάκης, είχε σήμερα, Τετάρτη 20 Ιανουαρίου, συνάντηση στο γραφείο του στη Βουλή, με τον Πρόεδρο της Βουλής των Αντιπροσώπων της Κυπριακής Δημοκρατίας Γιαννάκη Ομήρου.

Στο ξεκίνημα της συνάντησης, έγιναν οι ακόλουθες δηλώσεις:


Γιαννάκης Ομήρου: «Θα ήθελα να σας εκφράσω, και διά ζώσης, τα συγχαρητήριά μου για την εκλογή σας, πέραν του μηνύματος που έχω στείλει ήδη.

Σε αυτήν την πολύ κρίσιμη για τον Ελληνισμό ολόκληρο ώρα -και για την Ευρώπη- δεν χρειάζεται να πω ότι η εθνική ομοψυχία του Κυπριακού και Μητροπολιτικού Ελληνισμού είναι θεμελιώδης προϋπόθεση για την επίτευξη των κοινών μας στόχων και των κοινών μας οραμάτων.

Ασφαλώς, περνάμε δύσκολες ώρες και στην Κύπρο και στην Ελλάδα. Ιδιαίτερα μετά την οικονομική κρίση, που ενέσκηψε. Και με τα δικαιολογημένα παράπονα που έχουμε βεβαίως από τους Ευρωπαίους εταίρους μας. Ιδιαίτερα εμείς το 2013, με αυτή την ανάλγητη απόφαση για το κούρεμα των κυπριακών καταθέσεων. Όμως, όπως συνηθίζω να λέω, είμαστε για τα δύσκολα και στην Κύπρο και στην Ελλάδα. Και θα τα καταφέρουμε.

Έχουμε τις προκλήσεις του αποσταθεροποιημένου εξωτερικού περιβάλλοντος εδώ στην περιοχή, με το ισλαμικό κράτος, με τους τζιχαντιστές, με τα τεράστια κύματα προσφύγων. Και βεβαίως η Ελλάδα δέχεται μια ισχυρή πίεση από αυτά τα προσφυγικά κύματα. Και βεβαίως απέδειξε, για μια ακόμα φορά, το μεγαλείο της. Προσήλωση σε ανθρώπινες αρχές και αξίες με την υποδοχή και τη φιλοξενία που έχει δώσει.

Ακριβώς γιατί η Κύπρος και η Ελλάδα είμαστε παράγοντες ασφάλειας, σταθερότητας, ειρήνης και συνεργασίας σε αυτή την πολύ ευαίσθητη περιοχή του κόσμου, θα πρέπει να κατανοήσουν και οι φίλοι και οι εταίροι και η διεθνής και η ευρωπαϊκή κοινότητα, ότι θα πρέπει να στηρίξουν και την Ελλάδα και την Κύπρο. Και βεβαίως σε ό,τι αφορά την Κύπρο αναφέρομαι κυρίως στη λύση του Κυπριακού προβλήματος, η οποία αναμένεται εδώ και 42 χρόνια και δεν έρχεται.

Και επειδή πολλά λέγονται και πολλά γράφονται -κλίμα ευφορίας και επικείμενης λύσης από βδομάδα σε βδομάδα και από μήνα σε μήνα- η δική μου η θέση είναι ότι όλοι αυτοί που διατυπώνουν αυτές τις αισιόδοξες ή υπεραισιόδοξες εκτιμήσεις και προβλέψεις, καλό είναι να στραφούν προς την πλευρά της Τουρκίας. Γιατί η Τουρκία δεν έχει δώσει ακόμα δείγματα γραφής, έμπρακτα δείγματα γραφής, ότι πραγματικά εγκαταλείπει τη διαχρονικά αδιάλλακτη προσέγγισή της στο Κυπριακό, τα τελευταία 42 χρόνια.

Και βεβαίως η λύση, για να είναι αποδεκτή από τον Κυπριακό Ελληνισμό, πρέπει να είναι μια λύση, που θα αντέξει στη δοκιμασία του χρόνου. Όχι μια λύση η οποία θα καταρρεύσει, ενδεχομένως και μέσα στα πλαίσια μιας νέας τραγωδίας, μετά από μερικά χρόνια. Γι’ αυτό, πρέπει να είναι λύση στηριγμένη στις αρχές του Διεθνούς Δικαίου, στα Ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας και βεβαίως και στο ευρωπαϊκό κεκτημένο, δεδομένου ότι η Κύπρος είναι πλέον μέλος της ευρωπαϊκής οικογένειας, εδώ και τόσα χρόνια, από το 2004.

Ορισμένες δηλώσεις του Τουρκοκύπριου ηγέτη κ. Ακιτζί, στον οποίον επενδύθηκαν ελπίδες και προσδοκίες, δεδομένων των διαχρονικών του θέσεων υπέρ της λύσης, δυστυχώς δεν επιβεβαιώνουν τις αρχικές προσδοκίες. Γιατί έχει απογοητεύσει και με την εμμονή για τις λεγόμενες πλειοψηφίες πληθυσμού και γης στην υπό τουρκοκυπριακή διοίκηση περιοχή και για κήρυξη της λύσης ως πρωτογενούς δικαίου για να επιτραπούν μόνιμες παρεκκλίσεις από το ευρωπαϊκό κεκτημένο.

Συνεπώς, είναι πολύ κρίσιμης σημασίας, αυτή την περίοδο, ερχόμενες εβδομάδες, μήνες, να υπάρξει μια σαφής τοποθέτηση και από πλευράς Ευρωπαϊκής Ένωσης. Και όχι αυτά που κάνει, για παράδειγμα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, να αποφασίζει ότι θα ανοίξουν τα κεφάλαια που πάγωσε η Κυπριακή Δημοκρατία, λόγω της ανάγκης που έχουν με το προσφυγικό, για να εξευμενίσουν την Τουρκία. Και η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει πάρει αποφάσεις ήδη -το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο από το 2005- ότι, προκειμένου να εξελιχθεί απρόσκοπτα ο ενταξιακός διάλογος Τουρκίας- Ευρωπαϊκής Ένωσης, θα πρέπει η Τουρκία να εκπληρώσει ορισμένες «κυπρογενείς», όπως τις λέμε, υποχρεώσεις, πέραν των υποχρεώσεων που έχει η κάθε υποψήφια χώρα. Δηλαδή, να αναγνωρίσει την Κυπριακή Δημοκρατία, να ανοίξει λιμάνια και αεροδρόμια στα κυπριακά πλοία και αεροπλάνα και να συνεργαστεί για λύση του Κυπριακού στη βάση των ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας και των αρχών και των αξιών επί των οποίων δημιουργήθηκε η Ευρωπαϊκή Ένωση. Άρα, μπορεί να κάνει βήματα η Τουρκία.

Είναι, λοιπόν, μια ώρα κρίσιμη, είναι μια ώρα ενδιαφέρουσα, διότι έχει κινδύνους αυτή η περίοδος. Αλλά και προκλήσεις και ευκαιρίες, τις οποίες πρέπει να αξιοποιήσουμε. Γιατί –όπως είπα- την ίδια στιγμή που υπάρχουν αυτοί οι μεγάλοι κίνδυνοι, η Ελλάδα και η Κύπρος αναδεικνυόμαστε παράγοντες και πυλώνες σταθερότητας και ασφάλειας στην ευρύτερη περιοχή. Αλλά και για λογαριασμό -θα έλεγα- της πολιτικής οικογένειας στην οποία ανήκουμε, της ευρωπαϊκής οικογένειας».


Κυριάκος Μητσοτάκης: «Κύριε Πρόεδρε, σας ευχαριστώ πολύ, για την επίσκεψη, για τα καλά σας λόγια. Είναι μεγάλη τιμή για εμένα, που σας υποδέχομαι ως πρώτο επίσημο καλεσμένο, με την καινούργια μου ιδιότητα, ως Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας.

Πράγματι, αναφερθήκατε διεξοδικά στις μεγάλες προκλήσεις, που αντιμετωπίζει και η Κύπρος και η Ελλάδα. Προκλήσεις γεωπολιτικού, αλλά και οικονομικού χαρακτήρα. Εγώ θα έχω τη χαρά να επισκεφθώ την Κύπρο τη Δευτέρα, εθιμοτυπικά, αλλά όχι μόνο από μια υποχρέωση συνείδησης. Το πρώτο ταξίδι το οποίο θα κάνω θα είναι στη Κύπρο, που θα έχω την ευκαιρία να έχω πολλαπλές συναντήσεις και να ενημερωθώ βέβαια και ο ίδιος για την πρόοδο, -την όποια πρόοδο- έχει επιτευχθεί στο ζήτημα επίλυσης του Κυπριακού ζητήματος.

Πράγματι, έχουν καλλιεργηθεί προσδοκίες. Δεν πρέπει κανείς να παραβλέπει, όμως, τη συνθετότητα του προβλήματος και την περιπλοκότητα ενός ζητήματος που - σωστά επισημάνατε – 42 χρόνια παραμένει άλυτο. Παραταύτα, νομίζω ότι όλοι μας πρέπει να διατηρούμε μια συγκρατημένη αισιοδοξία και να αντιμετωπίζουμε αυτές τις διαπραγματεύσεις μέσα από την οπτική γωνία της θέλησης για μια λύση, η οποία βέβαια θα πληροί τις βασικές προϋποθέσεις, όπως εσείς τις περιγράψατε.

Σωστά επισημάνατε ότι και η Ελλάδα και η Κύπρος βρέθηκαν εν μέσω μιας δεινής οικονομικής κρίσης. Και μάλιστα, όταν είχα βρεθεί στη Κύπρο, στην αρχή της άτυπης προεκλογικής εκστρατείας, την οποία έκανα για την Προεδρία της Νέας Δημοκρατίας, είχα την ευκαιρία να συναντηθώ και με τον Υπουργό Οικονομικών της Κυπριακής Δημοκρατίας και να επισημάνω, τότε, το γεγονός ότι η Κύπρος εξέρχεται του μνημονίου εντός των επόμενων δύο μηνών, ενώ –δυστυχώς- η χώρα μας βρίσκεται ακόμα παγιδευμένη σε ένα τρίτο, εξαιρετικά επώδυνο μνημόνιο. Το οποίο θα απαιτήσει ακόμα μεγάλες θυσίες από πλευράς του ελληνικού λαού, για να μπορέσουμε και εμείς να απεμπλακούμε από το δίκτυο εξάρτησης, στο οποίο δυστυχώς, βρισκόμαστε εδώ και 6 χρόνια.

Οι προκλήσεις για την Ελλάδα είναι δεδομένες και γνωστές. Πρέπει να κάνουμε τολμηρές μεταρρυθμίσεις, να αποκτήσουμε μια ανταγωνιστική οικονομία, ένα λειτουργικό αποτελεσματικό και αξιοκρατικό κράτος. Και να ενισχύσουμε περεταίρω τους θεσμούς μας, έτσι ώστε οι ίδιοι οι θεσμοί να αποτελέσουν το υπόβαθρο πάνω στο οποίο θα στηρίξουμε μια υγιή ανάπτυξη. Και βέβαια να αντιμετωπίσουμε τα μεγάλα προβλήματα με ειλικρίνεια, με αλήθεια. Χωρίς λαϊκισμούς και χωρίς να δίνουμε υποσχέσεις τις οποίες δεν μπορούμε να τηρήσουμε.

Εγώ, ως Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας, έχω αναλάβει αυτήν τη δέσμευση και απέναντι στους πολίτες οι οποίοι με εξέλεξαν, αλλά και απέναντι σε όλους τους Έλληνες πολίτες, με το θεσμικό ρόλο τον οποίο πια κατέχω.

Ως προς τις γεωπολιτικές εξελίξεις, σωστά αναφέρατε ότι το 2016 προβλέπεται να είναι ένα έτος εξαιρετικά σύνθετο και δύσκολο, το οποίο θα δοκιμάσει τις αντοχές μας. Και μάλιστα θα μας φέρει και απέναντι με νέες προκλήσεις.

Η Ελλάδα βρέθηκε στο επίκεντρο του προσφυγικού - μεταναστευτικού προβλήματος. Αντιμετωπίσαμε, και εμείς, μια πίεση την οποία δεν μπορούσαμε καν να φανταστούμε πριν από κάποια χρόνια. Η Ελλάδα είχε αναλάβει πολύ συγκεκριμένες δεσμεύσεις στα πλαίσια της Ευρωπαϊκής πολιτικής στο ζήτημα της διαχείρισης του προσφυγικού - μεταναστευτικού ρεύματος.

Είχα την ευκαιρία, και στη συνάντηση που είχα με τον Πρωθυπουργό χθες, να επαναλάβω ότι προφανώς και η χώρα πρέπει να τηρήσει και αυτές τις δεσμεύσεις. Αλλά πρέπει να λάβουμε υπόψη και το γεγονός ότι η Τουρκία έχει και αυτή αναλάβει μια σειρά από δεσμεύσεις, τις οποίες, μέχρι σήμερα, δεν φαίνεται να εκπληρώνει. Και σίγουρα, σε κάθε περίπτωση, οποιαδήποτε συζήτηση για την ενταξιακή πορεία της Τουρκίας, δεν μπορεί να μην λάβει υπόψη τις τεκμηριωμένες ενστάσεις και επιφυλάξεις της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Όλα αυτά, λοιπόν, συνθέτουν ένα εξαιρετικά σύνθετο σκηνικό. Πλην, όμως, να καταλήξω και εγώ, όπως καταλήξατε και εσείς: Ελλάδα και Κύπρος, από κοινού, θα αντιμετωπίσουν αυτές τις προκλήσεις, όπως το έχουμε κάνει πολλές φορές στο παρελθόν. Και θα βγούμε πιο ενισχυμένοι και πιο δυνατοί, από αυτήν τη μεγάλη περιπέτεια».