«Για μένα δημιουργία, δημιουργική ευτυχία, είναι να’μαι κλεισμένος στο εργαστήρι μου μαζί με τους χορευτές μου. Περνάω ένα –δυο μήνες κάνοντας πρόβες. Είναι σκληρή δουλειά, κουραστική, φριχτή καμιά φορά και απελπιστική, αλλά είναι ευτυχία. Μετά την παράσταση, η επιτυχία, οι καλές ή κακές κριτικές, το κέρδος, όλ’αυτά μου είναι αδιάφορα. Δεν δουλεύω για να με δουν. Δουλεύω για να υπάρχω. Αν δεν το έκανα, δε θα ήμουν βέβαιος ότι υπάρχω.»
Η συνέντευξη του Μωρίς Μπεζάρ στον αγαπημένο του φίλο Μάνο Χατζιδάκι –περιέχεται στο βιβλίο «Ο Καθρέφτης και το Μαχαίρι»- είναι μια βαθιά εξομολόγηση. Οι μεγάλοι καλλιτέχνες άλλωστε δεν κρύβουν ποτέ την αλήθεια της ψυχής τους. Ο ορμητικός και πάντα ανήσυχος Μπεζάρ επηρέασε την τέχνη του χορού μιας και δε σταμάτησε ποτέ να συμβάλλει στην ανανέωση του. Το έργο που άφησε είναι αναντίρρητα σπουδαίο και μοναδικό. Εξαιρετική και αλησμόνητη στιγμή στην ιστορία, η χορογραφία του στο «Μπολερό» του Ραβέλ. Σε όλες τις δημιουργίες του συνυπάρχουν πολλά και ετερόκλητα στοιχεία όπως ο εξπρεσιονισμός, το βαριετέ, η μοντέρνα αισθητική, εναρμονισμένα πλήρως με την αυστηρότητα του κλασσικού χορού, τον οποίο ο ίδιος θεωρούσε «θεμέλιο».
Η πορεία του υπήρξε ανοδική και αναγνωρισμένη. Σημασία έχει όμως ότι ήταν ένα λαμπερό πνεύμα γεμάτο ευαισθησίες και βιώματα που τον βοήθησαν στην εξέλιξη του. «Τα παιδικά μου χρόνια ήταν για μένα πάρα πολύ σημαντικά. Σημαδεύτηκαν από τον πόνο για το χαμό της μητέρας μου και τη μεγάλη φιλία που μ’ένωνε με τον πατέρα μου, που ήταν φιλία και έρωτας μαζί…γενικότερα, πιστεύω πως τα γεγονότα που μ’επηρέασαν βαθιά είναι τα όσα έζησα μέχρι τα δεκαοχτώ μου χρόνια. Η παιδική μου ηλικία, η εφηβεία μου, η Μασσαλία, η θάλασσα, η οικογένεια μου», αποκαλύπτει στο Μάνο.
Πέθανε σαν σήμερα πριν από 5 χρόνια αφήνοντας ένα τεράστιο κενό στην τέχνη. Χορογράφησε πάνω από 250 παραστάσεις αλλά δεν επιδόθηκε ποτέ σε ευκολίες και τάσεις των εποχών. Πιστός στο όραμα του, δημιούργησε θεάματα χωρίς κλισέ και παρωχημένα σύμβολα ενώ συχνά διαφαίνονταν οι κοινωνικοί του προβληματισμοί. Είναι σαφές ότι ήθελε να εκδημοκρατίσει το χορό, το κατάφερε εξάλλου χαρίζοντας στο ευρύ κοινό παραστάσεις με υψηλή αισθητική και βαθύ στοχασμό. Ασχολήθηκε με τις κουλτούρες του κόσμου και μελέτησε τις θρησκείες. Αυτό τον έκανε να εντρυφήσει ακόμα περισσότερο στη διαφορετικότητα των λαών και την πρόβαλλε πολύ συχνά στο έργο του. Αγάπησε πολύ την Ελλάδα, χαρακτηρίζοντας τη σχέση του μαζί της ερωτική. Και ο έρωτας για τον Μπεζάρ είχε αδιαμφισβήτητη αξία. Ιδανικός επίλογος δε θα μπορούσε να είναι άλλος από τη γνώμη του την οποία παρέθεσε στον αιώνιο φίλο του, στο ίδιο πάντα βιβλίο.
«Ο έρωτας είναι το σημαντικότερο πράγμα στη ζωή. Αν καταφέρουμε να του ξεφύγουμε, μπορεί να νιώσουμε ξαλαφρωμένοι και ήσυχοι. Μόνο που την ησυχία αυτή δεν τη θέλουμε, γιατί μοιάζει με το θάνατο, είναι το αντίθετο της δημιουργίας. Η δημιουργία είναι αγωνία όπως και ο έρωτας, αγωνία και καταστροφή και ταυτόχρονα μοναδικά εμπλουτιστικός. Έρωτας για μένα είναι ο μύθος του φοίνικα, που καίγεται για να ξαναζήσει, ν’αναστηθεί. Γι’αυτό και κάθε φορά ο έρωτας είναι μια αγωνία, που αρνιόμαστε μ’όλη μας την ψυχή αλλά εκείνος μας κατακτάει, καιγόμαστε για να ξαναγεννηθούμε.»
ΜΑΡΙΑ ΦΡΑΓΚΟΥΛΗ / ysterografagr
Η συνέντευξη του Μωρίς Μπεζάρ στον αγαπημένο του φίλο Μάνο Χατζιδάκι –περιέχεται στο βιβλίο «Ο Καθρέφτης και το Μαχαίρι»- είναι μια βαθιά εξομολόγηση. Οι μεγάλοι καλλιτέχνες άλλωστε δεν κρύβουν ποτέ την αλήθεια της ψυχής τους. Ο ορμητικός και πάντα ανήσυχος Μπεζάρ επηρέασε την τέχνη του χορού μιας και δε σταμάτησε ποτέ να συμβάλλει στην ανανέωση του. Το έργο που άφησε είναι αναντίρρητα σπουδαίο και μοναδικό. Εξαιρετική και αλησμόνητη στιγμή στην ιστορία, η χορογραφία του στο «Μπολερό» του Ραβέλ. Σε όλες τις δημιουργίες του συνυπάρχουν πολλά και ετερόκλητα στοιχεία όπως ο εξπρεσιονισμός, το βαριετέ, η μοντέρνα αισθητική, εναρμονισμένα πλήρως με την αυστηρότητα του κλασσικού χορού, τον οποίο ο ίδιος θεωρούσε «θεμέλιο».
Η πορεία του υπήρξε ανοδική και αναγνωρισμένη. Σημασία έχει όμως ότι ήταν ένα λαμπερό πνεύμα γεμάτο ευαισθησίες και βιώματα που τον βοήθησαν στην εξέλιξη του. «Τα παιδικά μου χρόνια ήταν για μένα πάρα πολύ σημαντικά. Σημαδεύτηκαν από τον πόνο για το χαμό της μητέρας μου και τη μεγάλη φιλία που μ’ένωνε με τον πατέρα μου, που ήταν φιλία και έρωτας μαζί…γενικότερα, πιστεύω πως τα γεγονότα που μ’επηρέασαν βαθιά είναι τα όσα έζησα μέχρι τα δεκαοχτώ μου χρόνια. Η παιδική μου ηλικία, η εφηβεία μου, η Μασσαλία, η θάλασσα, η οικογένεια μου», αποκαλύπτει στο Μάνο.
Πέθανε σαν σήμερα πριν από 5 χρόνια αφήνοντας ένα τεράστιο κενό στην τέχνη. Χορογράφησε πάνω από 250 παραστάσεις αλλά δεν επιδόθηκε ποτέ σε ευκολίες και τάσεις των εποχών. Πιστός στο όραμα του, δημιούργησε θεάματα χωρίς κλισέ και παρωχημένα σύμβολα ενώ συχνά διαφαίνονταν οι κοινωνικοί του προβληματισμοί. Είναι σαφές ότι ήθελε να εκδημοκρατίσει το χορό, το κατάφερε εξάλλου χαρίζοντας στο ευρύ κοινό παραστάσεις με υψηλή αισθητική και βαθύ στοχασμό. Ασχολήθηκε με τις κουλτούρες του κόσμου και μελέτησε τις θρησκείες. Αυτό τον έκανε να εντρυφήσει ακόμα περισσότερο στη διαφορετικότητα των λαών και την πρόβαλλε πολύ συχνά στο έργο του. Αγάπησε πολύ την Ελλάδα, χαρακτηρίζοντας τη σχέση του μαζί της ερωτική. Και ο έρωτας για τον Μπεζάρ είχε αδιαμφισβήτητη αξία. Ιδανικός επίλογος δε θα μπορούσε να είναι άλλος από τη γνώμη του την οποία παρέθεσε στον αιώνιο φίλο του, στο ίδιο πάντα βιβλίο.
«Ο έρωτας είναι το σημαντικότερο πράγμα στη ζωή. Αν καταφέρουμε να του ξεφύγουμε, μπορεί να νιώσουμε ξαλαφρωμένοι και ήσυχοι. Μόνο που την ησυχία αυτή δεν τη θέλουμε, γιατί μοιάζει με το θάνατο, είναι το αντίθετο της δημιουργίας. Η δημιουργία είναι αγωνία όπως και ο έρωτας, αγωνία και καταστροφή και ταυτόχρονα μοναδικά εμπλουτιστικός. Έρωτας για μένα είναι ο μύθος του φοίνικα, που καίγεται για να ξαναζήσει, ν’αναστηθεί. Γι’αυτό και κάθε φορά ο έρωτας είναι μια αγωνία, που αρνιόμαστε μ’όλη μας την ψυχή αλλά εκείνος μας κατακτάει, καιγόμαστε για να ξαναγεννηθούμε.»
ΜΑΡΙΑ ΦΡΑΓΚΟΥΛΗ / ysterografagr