«Αναγκαία, νόμιμη και συμφέρουσα» για την ελληνική οικονομία χαρακτήρισε τη μεταβίβαση της Αγροτικής Τράπεζας στην Τράπεζα Πειραιώς ο υπουργός Οικονομικών Γ.Στουρνάρας, μιλώντας στην Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής. Είχε προηγηθεί η ενημέρωση από τον διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας Γ. Προβόπουλο, ο οποίος επιχειρηματολόγησε λέγοντας ότι εάν δεν μεταβιβάζονταν, η Αγροτική Τράπεζα θα είχε οδηγηθεί σε κλείσιμο και εκκαθάριση. Έντονη ήταν η κόντρα του υπουργού Οικονομικών με τον εισηγητή του ΣΥΡΙΖΑ Ευκλείδη Τσακαλώτο, ο οποίος υποστήριξε ότι η εκποίηση τις Αγροτικής Τράπεζας συνιστά πλήγμα στην παραγωγική ανασυγκρότηση τις χώρας και επιδεινώνει την ύφεση στην ελληνική οικονομία, επικαλούμενος μάλιστα ότι και στη Γερμανία το 20% του τραπεζικού συστήματος, ανήκει στο δημόσιο. Αντιδράσεις υπήρξαν και από άλλα κόμματα.
Αναλυτικότερα:
Ο υπουργός Οικονομικών Στη συνεδρίαση της επιτροπής της Βουλής, ο υπουργός Οικονομικών κ. Στουρνάρας, υπογράμμισε ότι όταν μία τράπεζα κριθεί μη βιώσιμη, όπως συνέβη με την περίπτωση της Αγροτικής, τότε την αρμοδιότητα δεν την έχει πλέον η κυβέρνηση, αλλά οι αρμόδιες εποπτικές αρχές. Παράλληλα, διαβεβαίωσε ότι η Πειραιώς ανέλαβε την υποχρέωση να απορροφήσει όλους τους εργαζόμενους.
Επειδή ο ΣΥΡΙΖΑ είχε καταγγείλει ότι μεταξύ των άλλων, στόχος είναι και η διαγραφή των δανείων που έχουν λάβει τα κόμματα ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, ο υπουργός διαβεβαίωσε ότι τα δάνεια αυτά, δεν παραγράφονται.
Ο Διοικητής της Τράπεζας Ελλάδος
Κατά τη διάρκεια της ενημέρωσης, ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας Γ. Προβόπουλος, δικαιολόγησε τη μεταβίβαση, λέγοντας ότι σε αντίθετη περίπτωση η Αγροτική Τράπεζα θα είχε οδηγηθεί σε κλείσιμο και εκκαθάριση. Σημείωσε επίσης ότι ορισμένοι εκπρόσωποι της τρόικας θεωρούσαν ότι η τράπεζα έπρεπε να κλείσει, ενώ η άποψη της ΤτΕ (αλλά και της κυβέρνησης) ήταν ότι μια τέτοια λύση θα έπρεπε πάση θυσία να αποφευχθεί, ιδιαίτερα για λόγους συστημικής σταθερότητας και κόστους.
Σημείωσε ότι το ΔΣ της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας είχε αποφασίσει ότι μετά το τέλος Ιουλίου δεν θα μπορούσε να παρέχει ρευστότητα στην ΑΤΕ, διότι η τράπεζα ήταν σημαντικά υποκεφαλαιοποιημένη, δεν ήταν βιώσιμη και δεν υπήρχε προοπτική ο βασικός μέτοχος (σ.σ. δηλαδή το Δημόσιο) να την ανακεφαλαιοποιήσει και πως αν δεν εφαρμόζονταν επομένως τα μέτρα εξυγίανσης, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα διέκοπτε την παροχή ρευστότητας, ύψους 6,3 δισ. ευρώ και αμέσως μετά η ΑΤΕ θα έκλεινε. Έτσι, «θα είχαμε πάνω από 5.000 ακόμη ανέργους, ενώ θα έπρεπε να ανευρεθούν 14 δισ. ευρώ για την αποζημίωση των καταθετών και άλλα 6,3 δισ. ευρώ για την επιστροφή της ρευστότητας στο Ευρωσύστημα, συνολικά πάνω από 20 δισ. ευρώ», προσέθεσε.
Κατά τον ίδιο, η ανακεφαλαιοποίηση της τράπεζας δεν ήταν εφικτή, καθώς, «σύμφωνα με το Μνημόνιο, η ανακεφαλαιοποίηση δεν θα μπορούσε να γίνει με κεφάλαια του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, επειδή η τράπεζα δεν είναι βιώσιμη». Όπως επισήμανε, με αυτά τα δεδομένα, έπρεπε να επιλεγεί μία εκ των δύο λύσεων που απέμεναν. Δηλαδή:
• είτε μεταφορά της υγιούς τράπεζας σε άλλο πιστωτικό ίδρυμα, εφόσον εκδηλωνόταν ενδιαφέρον,
• είτε η αναδιάρθρωση της τράπεζας υπό καθεστώς μεταβατικού πιστωτικού ιδρύματος με στόχο την πώλησή του εντός σύντομου χρονικού διαστήματος.
Ο κ. Προβόπουλος υποστήριξε ότι η μεταβίβαση περιουσιακών στοιχείων είναι καλύτερη γιατί:
• Πρώτον, αποτελεί μόνιμη-βιώσιμη λύση σε σύγκριση με την ίδρυση μεταβατικής τράπεζας, όπου θα έπρεπε να εξευρεθεί σύντομα ιδιώτης αγοραστής,
• Δεύτερον, δεν απαιτείται κατ’ ανάγκην δραστική μείωση του προσωπικού και του δικτύου, όπως θα συνέβαινε στην περίπτωση της μεταβατικής τράπεζας,
• Τρίτον, επιταχύνει την προσαρμογή της εταιρικής κουλτούρας και αναβαθμίζει την αποτελεσματικότητα του μεταβιβαζόμενου υγιούς τμήματος,
• Τέταρτον, ενέχει το μικρότερο τελικό κόστος, λαμβάνοντας υπόψη και την ενίσχυση της μελλοντικής κερδοφορίας λόγω συνεργειών,
• Πέμπτον, συντρέχει μειωμένος κίνδυνος επιπρόσθετων αναγκών ανακεφαλαιοποίησης στο μέλλον. Διότι εάν δεν βρισκόταν ενδιαφερόμενος επενδυτής σύντομα να αποκτήσει την μεταβατική τράπεζα, η τελευταία θα χρειαζόταν αργά ή γρήγορα και νέα κεφάλαια,
• Τέλος, ενώ το χρηματοδοτικό κόστος εμφανίζεται, εκ πρώτης όψεως, να είναι το ίδιο και στις δύο λύσεις, στην πραγματικότητα το τελικό πραγματικό κόστος θα είναι χαμηλότερο στην περίπτωση της μεταβίβασης. «Διότι τις συνέργειες που θα επιτευχθούν θα τις καρπωθεί πρωτίστως ο κύριος μέτοχος της Τράπεζας Πειραιώς. Που δεν είναι άλλος από το Ελληνικό Δημόσιο, μέσω του ΤΧΣ» υπογράμμισε.
Ο διοικητής της ΤτΕ, σημείωσε, επίσης, ότι σύμφωνα με την προσωρινή αποτίμηση, το χρηματοδοτικό έλλειμμα (δηλαδή η διαφορά μεταξύ στοιχείων ενεργητικού και παθητικού) ανέρχεται σε 6,67 δισ. ευρώ, ποσό που, όπως είπε, διασφαλίζει πλήρως τους καταθέτες που μεταφέρθηκαν στην ανάδοχο τράπεζα. Ο κ. Προβόπουλος πρόσθεσε ότι αυτό το έλλειμμα καλύπτεται από το ΤΧΣ και θα μειωθεί σε βάθος χρόνου κατά περίπου 2,5 δισ ευρώ από τη ρευστοποίηση των μη υγιών στοιχείων ενεργητικού. Ανέφερε ακόμη ότι το υγιές τμήμα της ΑΤΕ περιλαμβάνει κυρίως τα ενήμερα δάνεια, τις συμμετοχές του χρηματοπιστωτικού τομέα (πλην leasing), το χαρτοφυλάκιο τίτλων, καθώς και τις καταθέσεις και τις υποχρεώσεις προς το Ευρωσύστημα (ΕΚΤ). Ακόμη, είπε ότι υπάρχουν συμμετοχές που δεν μεταβιβάζονται και θα αξιοποιηθούν από το δημόσιο και ως παράδειγμα ανέφερε την Ελληνική Βιομηχανία Ζάχαρης, την ΣΕΚΑΠ και τη Δωδώνη, ενώ ανέφερε ότι θα υπάρξει μέριμνα από την Πολιτεία για τα μη ενήμερα δάνεια που έχουν ενέχυρο αγροτική γη.
Διερευνάται καταγγελία ότι στέλεχος της ΑΤΕ έβγαλε στο εξωτερικό 10 εκατ. €
Ερωτηθείς σχετικά με στέλεχος της διοίκησης της ΑΤΕ που φημολογείται να έχει βγάλει στο εξωτερικό σε προσωπικούς τους λογαριασμούς ποσό 10 εκατ. ευρώ, o κ. Προβόπουλος απάντησε ότι η καταγγελία είναι σοβαρή και ερευνάται προσεκτικά από τις αρμόδιες αρχές.
Ειδικότερα, ο κ. Προβόπουλος, κατά τη διάρκεια της τοποθέτησής του στην Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής και έπειτα από σχετική ερώτηση βουλευτή, είπε: "Η ΤτΕ δέχθηκε καταγγελία, που ανέφερε ότι υψηλόβαθμο στέλεχος της Αγροτικής Τράπεζας, πολύ υψηλόβαθμο, έβγαλε τους περασμένους μήνες δέκα εκατ. ευρώ. Αμέσως προχωρήσαμε στους σχετικούς ελέγχους. Δεν μπορώ να πω τα ευρήματα της έρευνας, αλλά σας διαβεβαιώνω ότι έχουν σταλεί στις αρμόδιες αρχές, για να ελεγχθεί η νομιμότητα των κινήσεων".
Η αξιολόγηση της προσφοράς της Πειραιώς
Σε ό,τι έχει να κάνει με την αξιολόγηση της προσφοράς της Τράπεζας Πειραιώς, είπε ότι ελήφθησαν κυρίως υπόψη οι πιθανές συνέργειες και η μεσοπρόθεσμη βιωσιμότητα του νέου σχήματος. Όπως τόνισε, με βάση τη μελέτη που έγινε για λογαριασμό της Πειραιώς, οι συνέργειες εκτιμώνται σε 155 εκατομμύρια ευρώ μετά από φόρους μέσα στην πρώτη τριετία και σε 155 εκατομμύρια ευρώ για κάθε χρονιά μετέπειτα, είπε. Αυτό σημαίνει ότι αφού υπάρχουν σημαντικές συνέργειες για την Πειραιώς, το Ελληνικό Δημόσιο, δηλαδή ο βασικός της πλέον μέτοχος, θα μπορέσει να ανακτήσει ταχύτερα τα κεφάλαια που έχει τοποθετήσει μέσω του ΤΧΣ, είπε.
Καταλήγοντας, σημείωσε ότι «η λύση που επελέγη αποτελούσε επομένως μονόδρομο και προξενεί την μικρότερη δυνατή επιβάρυνση για τον φορολογούμενο. Αποτελεί τη μόνη πραγματικά βιώσιμη λύση. Μια λύση που συμβάλλει και στην αναδιάταξη και ενδυνάμωση του τραπεζικού συστήματος της χώρας, που έχει ήδη δρομολογηθεί».
Η θέση του ΣΥΡΙΖΑ
Ο ΣΥΡΙΖΑ, είχε ζητήσει η συζήτηση για την ΑΤΕ να διεξαχθεί στην ολομέλεια της Βουλής και όχι στην Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων, ενώ έκρινε αναγκαίο να προσέλθει και ο πρόεδρος της Αγροτικής κ. Πανταλάκης. Τα αιτήματα αυτά απορρίφθηκαν.
Κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης της Επιτροπής, ο βουλευτής του κ. Τσκαλώτος, έκανε λόγο για πολιτική χαριστική για τις τράπεζες ενώ ταυτόχρονα απεμπολείται κάθε δημόσιος και κοινωνικός έλεγχος στο τραπεζικό σύστημα, που στην ουσία καταδικάζει την πραγματική οικονομία σε υποχρηματοδότηση και ύφεση. Ακολούθως σχολίασε ότι οι χώρες στον αναπτυγμένο κόσμο διαθέτουν ισχυρό δημόσιο τομέα στο τραπεζικό σύστημα, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα όλων τη Γερμανία όπου το 20% του τραπεζικού συστήματος ανήκει στο δημόσιο».
Ρώτησε επίσης, «ποια είναι η στρατηγική τις για την ανάπτυξη τις περιφέρειας τις χώρας που βλέπει ότι μέσα από τις διαδικασίες ιδιωτικοποίησης τις ΑΤΕ, ο αγροτικός πληθυσμός χάνει ένα εργαλείο χρηματοδοτικής του στήριξης, όταν εταιρίες τις η ΔΩΔΩΝΗ, την Ελληνική Βιομηχανία Ζάχαρης και η ΣΕΚΑΠ απαξιώνονται και ιδιωτικοποιούνται επιφέροντας βαρύτατο πλήγμα σε περιοχές τις η Ήπειρος, η Μακεδονία και η Θράκη που μαστίζονται από πολύ μεγάλα ποσοστά ανεργίας, φτώχειας και ύφεσης».
Κατέληξε λέγοντας πώς «δεν είναι δυνατόν όταν μια τράπεζα έχει κέρδη να τα κρατάει, αλλά όταν παρουσιάζει ζημιές να σώζονται οι μέτοχοι. Γιατί να μην υπάρχει ένα μνημόνιο για την Τράπεζα Πειραιώς που να την υποχρεώνει, από τη στιγμή που λαμβάνει χρήματα από την ανακεφαλαιοποίηση που επιβαρύνουν το δημόσιο χρέος, να διοχετεύει κεφάλαια στην πραγματική οικονομία και να ελαφρύνει τα υπερχεωμένα νοικοκυριά;».
Ανακοινώσεις ΚΚΕ- Οικολόγων
Το ΚΚΕ σε ανακοίνωσή του καταγγέλλει « τεχνάσματα προκειμένου να δικαιολογήσουν και να κρύψουν τις πραγματικές συνέπειες από την ιδιωτικοποίηση – εκχώρηση της ΑΤΕ στην Τράπεζα Πειραιώς.
Η ιδιωτικοποίηση της ΑΤΕ είναι ένας ακόμα κρίκος της πολιτικής που προωθεί τις εξαγορές και τις συγχωνεύσεις για την ενίσχυση του τραπεζικού συστήματος. Σε αντίθεση με όσα λέει η κυβέρνηση και οι εκπρόσωποι του τραπεζικού κεφαλαίου οι συνέπειες για τους εργαζόμενους και την αγροτιά που έχει υποθηκευμένη τη γη της θα είναι οδυνηρές. Η ιδιωτικοποίηση της ΑΤΕ θα φέρει απολύσεις και θα πλήξει καίρια τους μισθούς, τα ασφαλιστικά και εργασιακά δικαιώματα των εργαζομένων που θα παραμείνουν στην τράπεζα. Θα επιταχύνει τη συγκέντρωση της γης σε μεγάλες επιχειρήσεις, ενώ οι φτωχοί και μεσαίοι αγρότες που έχουν υποθηκευμένες τις περιουσίες τους θα βρεθούν μπροστά στον κίνδυνο των μαζικών κατασχέσεων και του ξεκληρίσματος. Η διατροφή του λαού όπως και η τροφοδότηση με πρώτες ύλες του κλάδου της μεταποίησης θα δεχθούν νέα πλήγματα. Οι κρατικοσυνεταιριστικές επιχειρήσεις θα πουληθούν ή θα κλείσουν».
ΟΙ Οικολόγοι Πράσινοι σε ανακοίνωσή τους τονίζουν ότι «ο υπουργός Οικονομικών και ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, με τις αλληλοκαλυπτόμενες δηλώσεις τους προσθέτουν ερωτηματικά, παρά ξεδιαλύνουν μια τουλάχιστον αμφιλεγόμενη υπόθεση. Και ενώ ισχυρίζονται ότι σε κάθε άλλη περίπτωση θα έκλεινε τον Ιούλιο η Αγροτική και θα απολύονταν οι εργαζόμενοι δεν εξηγούν πως η "κακή" Αγροτική, φορτωμένη με τις αμαρτίες δεκαετιών, εξακολουθεί να υφίσταται».