Η μόνη ειρηνική και δημοκρατική λύση στην κρίση, για να αποφύγουμε το ματοκύλισμα
Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας και, κυρίως, οι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ (ή όσοι, ενδεχομένως, σκέφτονται να ψηφίσουν τα μέτρα της κυβέρνησης ή να τη στηρίξουν), βρίσκονται ενώπιον ιστορικού διλήμματος, μετά τη μεγαλειώδη, ειρηνική «εξέγερση» του ελληνικού λαού την 5η Ιουνίου, αντάξια των μεγάλων δημοκρατικών και επαναστατικών παραδόσεων της Ελλάδας. Με την εξέγερση αυτή οι ¨Ελληνες πολίτες ανακάλεσαν ουσιαστικά την εντολή, στη βάση της οποίας κυβερνά η σημερινή κυβέρνηση. Τώρα, ο ελληνικός λαός και η Ιστορία θέτουν τους βουλευτές αυτούς (και εμμέσως τον Πρόεδρο) ενώπιον του εξής διλήμματος:
Θα δώσουν την ευκαιρία στον ελληνικό λαό, έστω και την υστάτη, να λάβει με δημοκρατικό τρόπο, με δημοψήφισμα, την κρισιμότερη απόφαση για το μέλλον του, αν δηλαδή επιθυμεί τη συνέχιση ή τη διακοπή της πολιτικής του Μνημονίου;
‘Η θα επιμείνουν σε μέτρα και πολιτικές που οδηγούν, αργά ή γρήγορα, αλλά με μαθηματική ακρίβεια, σε λουτρό αίματος τη χώρα;
Οι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ που στηρίζουν την κυβέρνηση και όσοι ενδεχομένως θα τη στήριζαν, έχουν ακόμα στα χέρια τους το κλειδί του ελληνικού, ίσως και ευρωπαϊκού μέλλοντος και των ειρηνικών εξελίξεων στη χώρα. Αλλά δεν θα το έχουν για πολύ ακόμα.
Η προοπτική της σύγκρουσης
Ελπίζει κανείς να διαφυλαχθεί μέχρι τέλους ο παραδειγματικά ειρηνικός χαρακτήρας της διαμαρτυρίας. Κυβέρνηση και κράτος απέφυγαν προς το παρόν μαζική καταστολή ή τις συνηθισμένες σε προηγούμενες διαμαρτυρίες προβοκάτσιες. Ϊσως ελπίζουν εκτόνωση. Δύσκολα όμως τη φαντάζεται κανείς. Αντιθέτως, στη δυναμική της κατάστασης, πολύ πιο εύκολα μπορεί να εγγραφεί κάποια στιγμή μια βίαιη σύγκρουση.
Δεν πρέπει εξάλλου να ξεχνάμε ότι στις ίδιες τις «οικονομικές εξισώσεις» του Μνημονίου, κρύβεται η προοπτική του εμφυλίου πολέμου, όπως, ορθώς, δεν έχει βαρεθεί να επαναλαμβάνει εδώ και ένα χρόνο ο επικεφαλής του πιο φημισμένου οικονομικού ινστιτούτου της Γερμανίας, του IFO, ο Ζιν. Ο Γερμανός οικονομολόγος υπογραμμίζει την ομοιότητα ανάμεσα στα μέτρα που λαμβάνονται στην Ελλάδα σήμερα και τα διατάγματα του Καγκελλαρίου Μπρούνινγκ το 1930, που άνοιξαν το δρόμο στον Χίτλερ.
‘Ηδη άλλωστε, ένας χρόνος εφαρμογής του Μνημονίου, χωρίς να έχουμε δει ακόμα ούτε μικρό κλάσμα από τις πραγματικές συνέπειες αυτής της πολιτικής, έχει προκαλέσει κρίση αναπαραγωγής του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού και, μαζί του, του ελληνικού κράτους και πολιτικού συστήματος. Η διακοπή, με κάθε μέσο, της λειτουργίας του Μνημονίου και των παρεπόμενων νομικών κειμένων, είναι, σήμερα, ο βασικός όρος επιβίωσης του ελληνικού έθνους-κράτους και της δημοκρατίας.
Μπορεί να διαφυλαχθεί η δημοκρατία και να αποφευχθεί η βίαιη αντιπαράθεση του λαού με τους κυβερνώντες; Μπορεί να διευκολυνθεί η αρχή μιας αναζήτησης διεξόδου σε μια κατάσταση που γίνεται όλο και πιο δύσκολη;
Επαρκούν οι εκλογές;
Η δυσαρμονία λαϊκής βούλησης και κυβέρνησης είναι τόσο προφανής και πρωτοφανής, που η άμεση προσφυγή σε εκλογές, πριν από την ψήφιση μέτρων και τη συνομολόγηση διεθνών συμφωνιών που θα δεσμεύσουν όχι μόνο τη σημερινή, αλλά και τις επερχόμενες γενεές Ελλήνων, επιβάλλεται, αν μη τι άλλο, για λόγους στοιχειώδους σεβασμού του γράμματος και του πνεύματος του συντάγματος.
Η διεξαγωγή εκλογών είναι μια αναγκαία συνθήκη για το ξεπέρασμα της κρίσης, δεν είναι όμως καθόλου ικανή. Είναι κοινός τόπος ότι τα υπάρχοντα πολιτικά κόμματα δεν είναι σε θέση να αντιμετωπίσουν την κρίση. Κανένα δεν έχει τη θέληση, τη δύναμη και το κουράγιο να καταγγείλλει το Μνημόνιο, να ζητήσει την επαναδιαπραγμάτευση των δανειακών υποχρεώσεων της χώρας από μηδενική βάση, να θέσει το ζήτημα της αναγκαίας αναδιάρθρωσης του χρέους, με διαγραφή μεγάλου μέρους του, να απειλήσει εν ανάγκη με χρήση των πολλών οικονομικών και γεωπολιτικών «χαρτιών» που έχει η Ελλάδα, να εντάξει τις ελληνικές διεκδικήσεις σε πρόγραμμα σωτηρίας και επανίδρυσης όλης της Ευρώπης, του κοινωνικού κράτους, της δημοκρατίας και του πολιτισμού της από τον επερχόμενο ολοκληρωτισμό των αγορών, που έχει κάνει τώρα τη χώρα μας το κατεξοχήν πεδίο δοκιμής των μεθόδων του. (Ο κ. Σαμαράς, δυστυχώς, και παρά το αρχικό, ιστορικό ‘Όχι του στο μνημόνιο, υποκύπτοντας ίσως στη φύση του κόμματός του, ή στις νεοφιλελεύθερες δοξασίες ενίων συμβούλων του, παρουσίασε στο Ζάππειο 2 ένα πρόγραμμα «μνημονίου χωρίς μνημόνιο», που κινδυνεύει να μας οδηγήσει από τον κύκλο του «Λεφτά Υπάρχουν» στον κύκλο του «Πρόγραμμα Υπάρχει» ή «όχι στο μνημόνιο, ναι στις αποκρατικοποιήσεις»! Δεν αντέχει η χώρα δεύτερο γύρο ψεύτικων ελπίδων)
Στην ανεπάρκεια των πολιτικών δυνάμεων, προστίθεται και η πανθομολογούμενη κρίση των κρατικών θεσμών, που απεδείχθησαν με το μνημόνιο, ανίκανοι να προστατεύσουν πιο ζωτικά κοινωνικά και εθνικά συμφέροντα του ελληνικού λαού, αποτρέποντας τη χρήση τους από διεθνείς δυνάμεις που θέλουν να τον υποδουλώσουν και να τον λεηλατήσουν, με την ενθουσιώδη συνδρομή των ιθαγενών «ελίτ». Αυτό το κράτος δεν υλοποιεί τη θέληση του ελληνικού λαού, αλλά είναι φτιαγμένο για να πραγματώνει την “κουλτούρα της απάτης”, που χαρακτήρισε τη μεταπολίτευση.
Δεν υπάρχει σήμερα τίμιος και νοήμων ‘Ελληνας που να μην πιστεύει ότι χρειαζόμαστε νέα πολιτικά κόμματα, νέους θεσμούς, νέα οργάνωση της δημόσιας ζωής, νέο Σύνταγμα. Οι «αγανακτισμένοι» το αντιλαμβάνονται ενστικτωδώς, γι’ αυτό και επιχειρούν εκ του μηδενός να στήσουν δικούς τους, πρωτόλειους «θεσμούς» με τη μορφή Γενικών Συνελεύσεων. Σε όλες τις συζητήσεις εκεί είναι φανερή η υφέρπουσα ανησυχία των συζητούντων, που αντιλαμβάνονται τη σημασία, αλλά και τη δυσκολία πολιτικής συγκρότησης των αντιμνημονιακών δυνάμεων και κινδυνεύουν να βρεθούν σε δύσκολη θέση αν αύριο προκηρυχθούν εκλογές.
Βασικό πρόβλημα του ¨Εθνους, η κρίση του πολιτικού συστήματος και του κράτους δεν μπορεί να λυθεί σε μια βδομάδα. Η λύση του θα πάει χέρι-χέρι με τον αγώνα για την ανατροπή της “Δικτατορίας των Δανειστών και του Μνημονίου”. Μέχρι τότε, θα πρέπει να βρεθούν μεταβατικές μορφές που να εξασφαλίσουν, όσο είναι δυνατό, τον δημοκρατικό και ειρηνικό χαρακτήρα του κινήματος που ξεκίνησε στις 25 Μαίου και στις 5 Ιουνίου.
Ο μόνος τρόπος που διαθέτουμε είναι η διεξαγωγή δημοψηφίσματος για το Μνημόνιο, τα παρεπόμενα νομικά κείμενα και όσα προτίθεται να συνομολογήσει τώρα η κυβέρνηση με το ερώτημα: πρέπει να συνεχίσουν να ισχύουν και να αποτελούν τη βάση της ασκούμενης πολιτικής ή πρέπει η Ελλάδα να τα καταγγείλει, επαναδιαπραγματευόμενη, από μηδενική βάση, τους όρους δανεισμού της.
Γιατί χρειαζόμαστε δημοψήφισμα
Το Μνημόνιο και τα παρεπόμενα δεν συνιστούν επί μέρους, έστω σοβαρό αντικείμενο οικονομικής πολιτικής. Συνιστούν κορυφαία στρατηγική επιλογή του ‘Εθνους, από την οποία θα εξαρτηθεί το μέλλον του για τις ερχόμενες δεκαετίες, ίσως και αιώνες. Καμιά πολιτική δύναμη, καμιά κυβέρνηση, καμιά Βουλή δεν δικαιούται να δεσμεύσει τη χώρα κατά τέτοιο τρόπο επί δεκαετίες ή αιώνες. Η ηγεσία της παρούσας κυβέρνησης δεν θα ζήσει το υπόλοιπο του βίου τους στην Ελλάδα, ο ελληνικός λαός όμως θα ζήσει στη χώρα του. Πρέπει να του δοθεί η δυνατότητα να αποφασίσει ο ίδιος, άμεσα, για το μέλλον του και για το μέλλον των παιδιών και των εγγονών του.
Πόσο μάλλον πρέπει να γίνει αυτό, στο μέτρο που το Μνημόνιο είναι προϊόν κολοσσιαίας πολιτικής απάτης («λεφτά υπάρχουν»), παραχάραξης της λαϊκής εντολής και, σύμφωνα με κορυφαίους συνταγματολόγους, και του γράμματος του Συντάγματος. Είναι προϊόν ενός πολιτικού πραξικοπήματος και μιας διεθνούς συνωμοσίας, που αποσκοπούσε, σε συνεργασία με την ελληνική κυβέρνηση, στο να φέρει το ΔΝΤ στην ευρωζώνη, μετατρέποντας την Ελλάδα σε πειραματόζωο, για την καταστροφή του κοινωνικού κράτους, της δημοκρατίας και του πολιτισμού της Ευρώπης, ενδεχομένως και για την τελική διάλυση της ΕΕ, αν δεν μετεξελιχθεί σε απροκάλυπτη «δικτατορία των αγορών».
Ο μόνος τρόπος για να πάρει ο ελληνικός λαός την τύχη του στα χέρια του, πλην του να το επιχειρήσει δι’ εξεγέρσεως, είναι λοιπόν να ερωτηθεί ευθέως και άμεσα αν επιθυμεί τη συνέχιση εφαρμογής του Μνημονίου και των συμπαρομαρτυρούντων ή όχι. Μια τέτοια πράξη θα είναι και πράξη «υπευθυνοποίησης» και «ενηλικίωσης» της χώρας, διακοπής του φαύλου κύκλου της πολιτικής απάτης, που χαρακτήρισε όλη τη μεταπολίτευση, μια πράξη “επανίδρυσης” της ελληνικής Δημοκρατίας, μιας νέας Μεταπολίτευσης που δεν θα κατεδαφίσει, αλλά θα συμπληρώσει και θα ολοκληρώσει την ανολοκλήρωτη και προδομένη μεταπολίτευση του 1974.
Δεν χρειάζεται να βγάλουμε μόνο μια καινούρια, όσο το δυνατό καλύτερη κυβέρνηση. Χρειάζεται να της δώσουμε και σαφή λαϊκή εντολή για το πώς θα ασκήσει την κυβερνητική εξουσία στο κορυφαίο σήμερα ζήτημα του ‘Εθνους. Μόνο έχοντας πίσω της μια τέτοια ξεκάθαρη εντολή θα μπορέσει να διαπραγματευθεί με τις ξένες δυνάμεις, στο απελπιστικό διεθνές σημείο που έφερε την Ελλάδα η παρούσα «κυβέρνηση».
Αν δεν είχε προβλεφθεί στην Κύπρο δημοψήφισμα για το σχέδιο Ανάν, δεν θα υπήρχε σήμερα το κυπριακό κράτος και θα είχε ανοίξει ένας κύκλος αιματηρής αντιπαράθεσης αλά Βοσνία στη Μεγαλόνησο. Αν δεν έκαναν οι Ισλανδοί δύο απανωτά δημοψηφίσματα, δεν θα μπορούσε η κυβέρνησή τους να διαπραγματευτεί πολύ καλύτερους όρους με την Αγγλία και την Ολλανδία. Κανένας δεν έχει το δικαίωμα να στερήσει από τον ελληνικό λαό το δικαίωμα να αποφασίσει δημοκρατικά για τη χώρα του και το μέλλον της, κανένας δεν έχει το δικαίωμα να τον σπρώξει αναγκαστικά σε άλλες μορφές πραγμάτωσης της βούλησής του. Αυτή είναι και η μοναδική βάση της συναίνεσης που ζητάει κάθε τόσο ο Πρόεδρος. Δεν
μπορεί συναίνεση να βρεθεί στην καταστροφή και υποδούλωση του ελληνικού λαού, ούτε στην παραχάραξη της βούλησής του, προκειμένου να πληρώσει τα χρέη που δημιούργησε η διαφθορά και εξάρτηση των πολιτικών του ταγών.
Αθήνα, 6 Ιουνίου 2011
Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Επίκαιρα, αρ. 86
Σημείωση: το κείμενο αυτό είχε γραφτεί όταν ο κ. Παπανδρέου επανέφερε την ιδέα του δημοψηφίσματος, για να την ακυρώσει ευθύς αμέσως με δηλώσεις του εκπροσώπου του! Περιττό να υπογραμμίσουμε ότι όταν λέμε εμείς δημοψήφισμα εννοούμε επί του Μνημονίου, όχι τις απίστευτες γελοιότητες του Προέδρου του ΣΕΒ, που θέλει να βάλει σε … δημοψήφισμα τον, βλακώδη μεν, αλλά εθνικά επικίνδυνο εκβιασμό «Μνημόνιο ή έξοδος από το ευρώ», επιτομή της δουλοπρέπειας του ελληνικού ραγιαδισμύ. Δημοψηφίσματα έγιναν στην Ελλάδα για το αν θέλουμε βασιλεία ή όχι, στην Κύπρο για το αν θέλουν το σχέδιο Ανάν, στην Ισλανδία για το αν θέλουν την συμφωνία που υπέγραψε η κυβέρνησή τους, στη Γαλλία αν θέλουν την ευρωπαϊκή συνταγματική συνθήκη κ.ο.κ. Αυτό εννοούμε, όχι κάποια από τις απάτες στις οποίες επιδίδεται καθημερινά η κυβέρνηση. Αν μετατρέψει και ενδεχόμενο δημοψήφισμα σε νέα απάτη, θα έχει ολοκληρώσει τον βίο της, ανατινάζοντας και μια από τις ελάχιστες δημοκρατικές και ειρηνικές διεξόδους που διαθέτει ακόμα το ‘Εθνος μας.
10.11.2011