Γράφει η Τζώρτζια Κοντράρου
Ισχυρές πιέσεις δέχονται δικαστές του Συμβουλίου της Επικρατείας προκειμένου να δεχτούν ως συνταγματικό το μνημόνιο.
Οι τελικές διασκέψεις του δικαστηρίου αναμένεται να πραγματοποιηθούν την ερχόμενη εβδομάδα (Δευτέρα, Τρίτη) .
Περισσότερες από πέντε διασκέψεις έχει πραγματοποιήσει η Ολομέλεια του δικαστηρίου, με τη συμμετοχή όλων των δικαστών του ΣτΕ (60 δικαστές) προκειμένου να κρίνει τη συνταγματικότητα των διατάξεων του Μνημονίου με τις οποίες έγιναν περικοπές σε μισθούς και συντάξεις.
Οι εισηγήσεις των δύο εισηγητών (Μαίρη Σάρπ και Σπυριδούλα Χρυσικοπούλου), φαίνεται να δέχονται σοβαρή κριτική από μέλη του δικαστηρίου, καθώς πρότειναν την απόρριψη των σχετικών προσφυγών με επιχειρηματολογία η οποία είναι αντίθετη ακόμα και από τη γνωμοδότηση του επιστημονικού συμβουλίου της Βουλής που επεσήμανε τις αντισυνταγματικές διατάξεις του Μνημονίου.
Παρ΄ όλα αυτά φαίνεται πως η πλειοψηφία που έχει διαμορφωθεί τάσσεται υπέρ της συνταγματικότητας του μνημονίου.
Επί επτά μήνες η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου δεν είχε καταλήξει σε απόφαση καθώς εντείνονταν οι πιέσεις πολιτικών αλλά και άλλων δυνάμεων ώστε να μην πέσει το Μνημόνιο.
Χαρακτηριστικό του κλίματος που επικράτησε στο ΣτΕ ήταν η παραίνεση αντιπροέδρου του δικαστηρίου σε συναδέλφους του να αναλογισθούν πως «εάν δεν εφαρμοσθεί το Μνημόνιο κινδυνεύουν και οι ίδιοι να μην έχουν μισθό»!
Η αντίληψη αυτή επιχειρεί να προκαλέσει φόβο σε δικαστές ενώ άλλοι συνάδελφοι τους προσπαθούν να διαμορφώσουν γνώμη όχι με καθαρά νομικά κριτήρια αλλά με κριτήρια πολιτικά και άλλοι με κριτήρια κοινωνικά.
Από την άλλη πλευρά μια μερίδα δικαστικών λειτουργών του ΣτΕ, επικαλείται τον ιστορικό θεσμικό ρόλο που καλείται να παίξει σήμερα το ανώτατο δικαστήριο, κρίνοντας με βάση τις διατάξεις του ισχύοντος Συντάγματος, αλλά και του Ευρωπαϊκού Δικαίου.
Ζητούν, δηλαδή, να διαμορφωθεί η τελική απόφαση με νομικά κριτήρια χωρίς, ωστόσο, να παραβλέπεται η κοινωνική αναγκαιότητα. Υπήρξαν μάλιστα και δικαστές που έκαναν και ιστορική αναδρομή σε αποφάσεις του δικαστηρίου μείζονος σημασίας σε κρίσιμες χρονικές στιγμές για τη χώρα.
Αιχμή του δόρατος αποτελεί η αυξημένη πλειοψηφία (180 ψήφους) η οποία, κατά τους προσφεύγοντες (ΔΣΑ, ΑΔΕΔΥ, ΕΣΗΕΑ ) χρειαζόταν για την επικύρωση του Μνημονίου, καθώς υποστηρίζουν ότι αποτελεί κείμενο διεθνούς χαρακτήρα.
Η άποψη αυτή έρχεται σε αντίθεση με τις εισηγήσεις σύμφωνα με τις οποίες η επικύρωση της σύμβασης νομίμως έγινε με απλή πλειοψηφία.
Υπενθυμίζεται ότι οι εισηγήτριες έχουν επίσης υποστηρίξει ότι λόγοι υπέρτερου δημοσίου συμφέροντος επέβαλαν την ψήφιση του μνημονίου, ενώ για τη θέσπισή του τηρήθηκαν πλήρως οι αρχές της αναλογικότητας και της αναγκαιότητας.
ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΖΩΝΗ
Ισχυρές πιέσεις δέχονται δικαστές του Συμβουλίου της Επικρατείας προκειμένου να δεχτούν ως συνταγματικό το μνημόνιο.
Οι τελικές διασκέψεις του δικαστηρίου αναμένεται να πραγματοποιηθούν την ερχόμενη εβδομάδα (Δευτέρα, Τρίτη) .
Περισσότερες από πέντε διασκέψεις έχει πραγματοποιήσει η Ολομέλεια του δικαστηρίου, με τη συμμετοχή όλων των δικαστών του ΣτΕ (60 δικαστές) προκειμένου να κρίνει τη συνταγματικότητα των διατάξεων του Μνημονίου με τις οποίες έγιναν περικοπές σε μισθούς και συντάξεις.
Οι εισηγήσεις των δύο εισηγητών (Μαίρη Σάρπ και Σπυριδούλα Χρυσικοπούλου), φαίνεται να δέχονται σοβαρή κριτική από μέλη του δικαστηρίου, καθώς πρότειναν την απόρριψη των σχετικών προσφυγών με επιχειρηματολογία η οποία είναι αντίθετη ακόμα και από τη γνωμοδότηση του επιστημονικού συμβουλίου της Βουλής που επεσήμανε τις αντισυνταγματικές διατάξεις του Μνημονίου.
Παρ΄ όλα αυτά φαίνεται πως η πλειοψηφία που έχει διαμορφωθεί τάσσεται υπέρ της συνταγματικότητας του μνημονίου.
Επί επτά μήνες η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου δεν είχε καταλήξει σε απόφαση καθώς εντείνονταν οι πιέσεις πολιτικών αλλά και άλλων δυνάμεων ώστε να μην πέσει το Μνημόνιο.
Χαρακτηριστικό του κλίματος που επικράτησε στο ΣτΕ ήταν η παραίνεση αντιπροέδρου του δικαστηρίου σε συναδέλφους του να αναλογισθούν πως «εάν δεν εφαρμοσθεί το Μνημόνιο κινδυνεύουν και οι ίδιοι να μην έχουν μισθό»!
Η αντίληψη αυτή επιχειρεί να προκαλέσει φόβο σε δικαστές ενώ άλλοι συνάδελφοι τους προσπαθούν να διαμορφώσουν γνώμη όχι με καθαρά νομικά κριτήρια αλλά με κριτήρια πολιτικά και άλλοι με κριτήρια κοινωνικά.
Από την άλλη πλευρά μια μερίδα δικαστικών λειτουργών του ΣτΕ, επικαλείται τον ιστορικό θεσμικό ρόλο που καλείται να παίξει σήμερα το ανώτατο δικαστήριο, κρίνοντας με βάση τις διατάξεις του ισχύοντος Συντάγματος, αλλά και του Ευρωπαϊκού Δικαίου.
Ζητούν, δηλαδή, να διαμορφωθεί η τελική απόφαση με νομικά κριτήρια χωρίς, ωστόσο, να παραβλέπεται η κοινωνική αναγκαιότητα. Υπήρξαν μάλιστα και δικαστές που έκαναν και ιστορική αναδρομή σε αποφάσεις του δικαστηρίου μείζονος σημασίας σε κρίσιμες χρονικές στιγμές για τη χώρα.
Αιχμή του δόρατος αποτελεί η αυξημένη πλειοψηφία (180 ψήφους) η οποία, κατά τους προσφεύγοντες (ΔΣΑ, ΑΔΕΔΥ, ΕΣΗΕΑ ) χρειαζόταν για την επικύρωση του Μνημονίου, καθώς υποστηρίζουν ότι αποτελεί κείμενο διεθνούς χαρακτήρα.
Η άποψη αυτή έρχεται σε αντίθεση με τις εισηγήσεις σύμφωνα με τις οποίες η επικύρωση της σύμβασης νομίμως έγινε με απλή πλειοψηφία.
Υπενθυμίζεται ότι οι εισηγήτριες έχουν επίσης υποστηρίξει ότι λόγοι υπέρτερου δημοσίου συμφέροντος επέβαλαν την ψήφιση του μνημονίου, ενώ για τη θέσπισή του τηρήθηκαν πλήρως οι αρχές της αναλογικότητας και της αναγκαιότητας.
ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΖΩΝΗ