Κυριακή 5 Ιουλίου 2015

«Ανάσες στο βυθό»,

banner2

Άρθρο Νίκου Ανδρουλάκη Γραμματέα ΚΠΕ ΠΑΣΟΚ & Ευρωβουλευτή

Η κυβέρνηση του «πρώτη φορά Αριστερά» που ψηφίστηκε από πολλούς με την ελπίδα της αλλαγής, με την ελπίδα μιας καλύτερης δημοσιονομικής συμφωνίας εντός της ζώνης του ευρώ, δεν κατάφερε να κεφαλαιοποιήσει την εθνική προσπάθεια που έχει καταβληθεί τα τελευταία χρόνια για την αντιμετώπιση της κρίσης. Αντιθέτως, μέσα σε μόλις πέντε μήνες φαίνεται να έχει οδηγήσει την χώρα στο βυθό αχαρτογράφητων νερών. 

Έταζε ο ΣΥΡΙΖΑ στους πολίτες το Πρόγραμμα Θεσσαλονίκης ύψους 12 δις ευρώ παροχών και αντ’ αυτού στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με τους εταίρους δανειστές έθεσε μια πρόταση ύψους 8 δις ευρώ μέτρων. Δεσμευόταν να αξιοποιήσει την «αστείρευτη γεωπολιτική δύναμη της πατρίδας μας» και αντ’ αυτού έγινε μέρος ενός συστήματος εξουσίας που οδηγεί τη χώρα στο περιθώριο και τη διεθνή απαξίωση. Δήλωνε έτοιμος ο κ. Τσίπρας να δώσει τη μάχη έναντια στην υψηλή διαφθορά και το πελατειακό σύστημα, αλλά ξέχασε να κλείσει τις πόρτες των υπουργείων, των οργανισμών και των φορέων στους συγγενείς, τους φίλους, τα κομματικά στελέχη και τους αποτυχόντες βουλευτές.

Εκφωνούσε λόγους υπέρ της Δημοκρατίας
 διακηρύσσοντας ότι η νέα κυβέρνηση θα αποκαταστήσει τη λειτουργία του Κοινοβουλίου, η οποία, όπως έλεγε, είχε καταργηθεί μέσα από διαρκείς πράξεις νομοθετικού περιεχομένου. Κατέληξε όμως, ακόμη και για το Δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου, να εκδίδει ΠΝΠ για την αλλαγή των προθεσμιών και των διαδικασιών. Ένα δημοψήφισμα το οποίο υπερψηφίστηκε με τη στήριξη της εκτός συνταγματικού τόξου «πτέρυγας», όπως ο Πρωθυπουργός ονόμασε κατά την ομιλία του στις Προγραμματικές Δηλώσεις της Κυβέρνησης, τη Χρυσή Αυγή. Η σύντμηση της προδημοψηφισματικής περιόδου καταστρατηγεί την ίδια τη Δημοκρατία, καθώς δεν επιτρέπει την ωρίμανση ενός δημοκρατικού διαλόγου. Σε όλες τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης οι πολίτες οδηγούνται στις κάλπες μετά από οκτώ με δέκα εβδομάδες διαβούλευσης. Δημοψήφισμα πέντε εργάσιμων ημερών, μόνο ανάσα δημοκρατίας δεν λέγεται, κατά την προσφιλή έκφραση του κ. Τσίπρα. Οι Έλληνες καλούνται να αποφασίσουν μέσα στο ασφυκτικό αυτό χρονικό πλαίσιο για κάτι το οποίο δεν γνωρίζουν και εν τέλει δεν υπάρχει, καθώς το κείμενο της πρότασης των «θεσμών» έχει αποσυρθεί.
Το δυστύχημα, όμως, δεν είναι μόνο ότι η απουσία περιεχομένου στο ερώτημα του Δημοψηφίσματος μετέβελε το δίλημμα σε ναι ή όχι στην Ευρώπη, μαγνητίζοντας το ενδιαφέρον της διεθνούς κοινότητας. Το δυστύχημα είναι ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ επέλεξε με πλήρη συνείδηση να προκαλέσει μια νέα διαίρεση στα πρότυπα του Μνημόνιο-Αντιμνημόνιο, που όμως αυτή τη φορά οδηγεί σε έναν πραγματικό διχασμό. Φρόντισε να οδηγήσει, με απολύτως δική της ευθύνη, την κοινωνία στην αποθέωση του ατομισμού, καθώς η ανάγκη για επιβίωση επισκιάζει κάθε συλλογικό αίσθημα που τόσο έχουμε ανάγκη. Αποτυπώνεται στις ταπεινωτικές ουρές πανικού στα ΑΤΜ των τραπεζών με τους πολίτες τρομοκρατημένους από τα capital controls και το ενδεχόμενο στέρησης βασικών ειδών πρώτης ανάγκης. Σε αυτό το περιβάλλον ο Πρωθυπουργός τους ζητά να πάρουν ανάσες αξιοπρέπειας, ενώ τους έχει οδηγήσει με την έλλειψη σχεδίου και τους τακτικισμούς του στο βυθό ενός ωκεανού απόγνωσης.
Το αιφνιδιαστικό Δημοψήφισμα, δυστυχώς, ήταν εξαρχής στα εναλλακτικά σχέδια του κ. Τσίπρα, προκειμένου να απεγκλωβιστεί από το βάρος της διακυβέρνησης και να μεταβιβάσει την ευθύνη στον ελληνικό λαό. Άδιαφορος για τους κινδύνους που ενέχει το ενδεχόμενο εξόδου της χώρας από το ευρώ, σ’ ένα μεταβαλλόμενο παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον. Αυτό είναι άραγε το νέο ήθος της Αριστεράς; Τι μήνυμα στέλνουν στους πολίτες, που έχουν σφυρηλατηθεί με τις αξίες της Αριστεράς, οι δηλώσεις του κυβερνητικού του εταίρου κ. Καμμένου, ότι «η Ελλάδα θα γίνει πύλη τζιχαντιστών στην Ευρώπη» ή ότι «ο στρατός θα διασφαλίσει τη σταθερότητα στο εσωτερικό της χώρας»; Φοβάμαι πολύ ότι η κυβέρνηση «κοινωνικής σωτηρίας» μέχρι τη δύση της θα έχει τραυματίσει βαριά την κοινωνική συνοχή και την ελληνική οικονομία και θα έχει επεκτείνει το πολιτικό φορτίο της πιο σκληρής Δεξιάς.
Ο φόβος που κυριαρχεί σήμερα δεν έχει ταυτότητα. Οι πολίτες αγωνιούν τόσο για την επίσημη χρεοκοπία της χώρας, την εξαθλίωση και την απομόνωση, όσο και για την αβάσταχτη επιβάρυνση στην οποία θα υποβληθούν για να αντιμετωπιστεί το έλλειμμα που μετά από πέντε μήνες απραγίας εκτοξεύθηκε ξανά. Αγωνιούν για το πώς θα ερμηνευθεί ένα ναι ή ένα όχι στο ψευδοδίλημμα που τους έχει τεθεί. Γιατί ούτε θέλουν να χάσει η Ελλάδα τη θέση ενός ισότιμου εταίρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση με όλα τα δικαιώματα που αυτή συνεπάγεται, ούτε θέλουν να δώσουν μια «λευκή επιταγή» για φοροεπιδρομές, μειώσεις μισθών και συντάξεων και άλλα μέτρα. Ο ελληνικός λαός και όχι μια πεφωτισμένη ελίτ έχει επενδύσει στην ύπαρξη των διευρωπαϊκών συναλλαγών, των κοινοτικών πόρων (ΕΣΠΑ, αγροτικές ενισχύσεις, αναπτυξιακά προγράμματα) και γενικότερα των διευκολύνσεων της κοινής αγοράς (ελεύθερη κυκλοφορία των αγαθών, ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων, ελευθερία εγκατάστασης και αναγνώριση επαγγελματικών προσόντων, ελευθερία παροχής υπηρεσιών κ.ά.). Όχι αυτοί, που όλα τα τελευταία χρόνια που γίνεται η μεγάλη προσπάθεια να ξανασταθεί η οικονομία όρθια, έστειλαν τα λεφτά τους έξω, χωρίς να υπολογίζουν το εθνικό κόστος, και σήμερα αναμένουν τη χρεοκοπία με τον πιο απεχθή και μαυραγορίτικο τρόπο. Είναι αυτοί που τρίβουν τα χέρια τους ακούγοντας τους υπουργούς του κ. Τσίπρα να λένε ότι «υπάρχει ένας άλλος νομισματικός δρόμος» ή ότι «η Ελλάδα ήταν 200 χρόνια με δραχμή και μεγαλούργησε».
Είναι βαθιά η ανασφάλεια που αισθάνονται οι πολίτες. Βλέπουν στην Ευρώπη να χειροκροτούν την περιπέτεια στην οποία έχουν περιέλθει, οι οπαδοί του φασισμού, οι ακραίοι του δόγματος της σκληρής λιτότητας που συντάσσονται στο πλευρό του κ. Σόιμπλε και οι ευρωσκεπτικιστές που ποντάρουν στην έξοδο της Ελλάδας από την Ευρωπαϊκή Ένωση για να αναδειχθούν οι ατέλειές της. Βλέπουν ορισμένους να τζογάρουν στο στοίχημα για το αποτέλεσμα του Δηψοφίσματος. Βλέπουν τις θυσίες τους να κινδυνεύουν να χαθούν. Γνωρίζουν ότι ζουν σε στιγμές κρίσιμες και ιστορικές, ότι καλούνται να σφραγίσουν με την απάντησή τους στο Δημοψήφισμα τη μοίρα της πατρίδας μας. Εύχομαι για τον αγώνα που έχει καταγράψει αυτός ο λαός στην πορεία του, την ομοψυχία που έχει επιδείξει στις δύσκολες στιγμές της ιστορίας του, για τις μεγάλες κατακτήσεις που έχει πετύχει, για την κατάθεση ψυχής που έχει κάνει τα τελευταία χρόνια, να αποταμιεύσει την ελπίδα για τις επόμενες γενιές μέσα από ένα μεγάλο ΝΑΙ. Ένα ΝΑΙ που δεν θα σημαίνει αποδοχή της συμφωνίας της χολιγουντιανής διαπραγμάτευσης του κ. Βαρουφάκη, αλλά την αποδοχή συγκρότησης Εθνικής Ομάδας Διαπραγμάτευσης από τις πολιτικές δυνάμεις του συνταγματικού τόξου με στόχο μια βιώσιμη συμφωνία. Ένα ΝΑΙ που δεν θα ξεπλύνει τα λάθη του χθες, αλλά θα μας θωρακίσει από την απόλυτη καταστροφή του αύριο. Ένα ΝΑΙ που θα είναι ένα μεγάλο ΟΧΙ σ’ αυτούς που περιφρονούν το λαό μας στηρίζοντας την ηγεμονία τους στη φθηνή προπαγάνδα και τον διχασμό στο όνομα των δυσκολιών που αντιμετώπισε τα τελευταία χρόνια.