Παρασκευή 31 Ιανουαρίου 2014

Κώστας Κόλλιας: «Απαιτείται η βελτίωση του συστήματος φορολόγησης των αγροτών πωλητών λαϊκών αγορών



Νέα πρωτοβουλία για την αλλαγή του συστήματος φορολόγησης των αγροτών, και συγκεκριμένα των παραγωγών που πωλούν τα προϊόντα τους στις λαϊκές αγορές, ανέλαβε ο Βουλευτής Κορινθίας κ. Κώστας Κόλλιας, με ερώτηση που κατέθεσε στη Βουλή προς τους Υπουργούς Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης. Σχετικά με το θέμα ο κ. Κόλλιας δήλωσε:

«Στα πλαίσια της εφαρμογής του νέου συστήματος φορολόγησης των αγροτών, έχει δημιουργηθεί πλήθος ζητημάτων τα οποία χρήζουν αντιμετώπισης, προκειμένου οι παραγωγοί μας να φορολογηθούν δίκαια και με βάση την πραγματική φοροδοτική τους δυνατότητα. Ένα από αυτά είναι το καθεστώς φορολόγησης των αγροτών ως παραγωγών πωλητών λαϊκών αγορών.
Σήμερα 25.000 αγρότες πωλούν προϊόντα παραγωγής τους στις λαϊκές απ’ ευθείας στον καταναλωτή. Για τη δραστηριότητά τους αυτή υποχρεούνται να έχουν ταμειακή μηχανή και να τηρούν βιβλία εσόδων – εξόδων. Φυσικά με το νέο σύστημα φορολόγησης η υποχρέωση παραμένει, πλην όμως προστίθεται σε αυτήν η τήρηση βιβλίων για την αγροτική δραστηριότητα. Αυτό σημαίνει ότι οι αγρότες-πωλητές θα κληθούν να τηρούν δύο διαφορετικά βιβλία, χωριστά για την αγροτική δραστηριότητα και χωριστά για την εμπορική.
Το κόστος τήρησης δύο βιβλίων είναι δυσανάλογα υψηλό, ενώ τεράστιο ζήτημα τίθεται με τον συντελεστή φορολόγησης. Πέρα όμως από τα υπέρογκα έξοδα που θα προκαλέσει αυτό το καθεστώς, δημιουργούνται και ορισμένα πρακτικά προβλήματα, όπως το πώς θα γίνεται η τιμολόγηση  και πώς θα μεταφέρονται τα τιμολογημένα προϊόντα. Όλα αυτά συνεπάγονται αύξηση του κόστους, η οποία θα μετακυληθεί στους καταναλωτές. Η λαϊκή αγορά κινδυνεύει να απωλέσει τον χαρακτήρα και τον σκοπό της, που δεν είναι άλλος από τη διάθεση φθηνών προϊόντων, απ’ ευθείας και χωρίς μεσάζοντες, από τον παραγωγό στον καταναλωτή. 
Η πώληση στις λαϊκές από αγρότες των ιδιοπαραγώμενων προϊόντων τους αποτελεί συνέχεια της αγροτικής δραστηριότητας. Είναι απολύτως διαφορετική και διακριτή από την εμπορική δραστηριότητα που ασκεί κάποιος που μεταπωλεί αγροτικά προϊόντα. Πρέπει να αντιμετωπιστεί επομένως ως μία κάθετη παραγωγή, η οποία πουθενά δεν φορολογείται ξεχωριστά για τα διαφορετικά της στάδια. Επισημαίνω ότι αγρότες που διαθέτουν δικά τους προϊόντα από κιόσκια ή πλανοδίως, αλλά και όσοι θα πωλούν στις υπό σύσταση αγορές παραγωγών, δεν θεωρείται ότι ασκούν άλλη δραστηριότητα. Αυτή η διάκριση εις βάρος των αγροτών πωλητών λαϊκών αγορών είναι άδικη και ακατανόητη.
Και βεβαίως, εφόσον το νέο σύστημα φορολόγησης εφαρμοστεί σύμφωνα με τα όσα έχουν εξαγγελθεί, υπάρχουν ρυθμίσεις που θα γονατίσουν τους αγρότες, είτε πωλούν στις λαϊκές είτε όχι, και τα οποία έχω ήδη επισημάνει. Ο συντελεστής φορολόγησης του 13% είναι ιδιαίτερα υψηλός. Η υποχρέωση καταβολής τέλους επιτηδεύματος, που ισχύει για τους εμπόρους, δεν μπορεί να ισχύσει για τους παραγωγούς. Η υποβολή περιοδικής δήλωσης ΦΠΑ, σε συνδυασμό με τα υπέρογκα πρόστιμα που προβλέπονται, θα εξουθενώσουν τους αγρότες.
Για όλα αυτά ζήτησα διευκρινίσεις και παρεμβάσεις από τους αρμόδιους Υπουργούς, ζητώντας παράλληλα και νέα παράταση στην εφαρμογή των ρυθμίσεων, καθώς τα προβλήματα και οι ασάφειες που παραμένουν καθιστούν, κατά τη γνώμη μου, αδύνατη την εφαρμογή τους. Εμμένω στην άποψη ότι το νέο σύστημα φορολόγησης μπορεί να έχει σημαντικά οφέλη, να δώσει κίνητρα επενδύσεων και εκσυγχρονισμού της αγροτικής παραγωγής. Πλην όμως για να επιτευχθεί αυτός ο στόχος, ο τρόπος εφαρμογής του πρέπει να αναθεωρηθεί, ώστε να ανταποκρίνεται στις πραγματικές δυνατότητες των αγροτών μας.»