Ερώτηση προς το Υπουργείο Οικονομικών κατέθεσε ο Βουλευτής Κορινθίας κ. Κώστας Κόλλιας, σχετικά με την εξαίρεση των ζωοτροφών από τη σχεδιαζόμενη αναθεώρηση των συντελεστών ΦΠΑ. Σχετικά με το θέμα ο κ. Κόλλιας δήλωσε:
«Στους όρους της δανειακής σύμβασης για το κούρεμα του χρέους, τους οποίους ψήφισε η Βουλή, προβλέπεται η «απλοποίηση» του καθεστώτος του ΦΠΑ με αναθεώρηση των συντελεστών. Η πρόταση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου είναι η κατάργηση του χαμηλού ή και του μεσαίου συντελεστή και η εφαρμογή ενός ενιαίου συντελεστή στο 19% ή στο 21%. Οι οριστικές αποφάσεις σχετικά με τον ΦΠΑ θα συμπεριληφθούν στο φορολογικό νομοσχέδιο το οποίο θα έχει κατατεθεί μέχρι τον Ιούνιο.
Το τι περιεχόμενο θα λάβει αυτή η «απλοποίηση» θα είναι αποτέλεσμα διαλόγου. Είναι επομένως μαχητό το τι θα συμπεριληφθεί και τι θα εξαιρεθεί από τυχόν αυξημένους συντελεστές. Επειδή θεωρώ ότι είναι απόλυτα αναγκαίο να δώσουμε, στο μέτρο του δυνατού, κάποια αναπτυξιακή πνοή στα σκληρά μέτρα που ψηφίστηκαν, κατέθεσα ερώτηση προκειμένου να μην συμπεριληφθούν οι ζωοτροφές σε αυξημένους συντελεστές ΦΠΑ.
Οπωσδήποτε υπάρχουν και άλλα κρίσιμα αγαθά είτε πρώτης ανάγκης είτε βασικά για την ανάπτυξη του πρωτογενούς τομέα, για τα οποία επιφυλάσσομαι να επανέλθω με νέες παρεμβάσεις. Πλην όμως επιλέγω να ξεκινήσω με την κτηνοτροφία διότι θεωρώ ότι μπορεί να γίνει η αιχμή του δόρατος για μια θεαματική ανάπτυξη της εθνικής οικονομίας. Οι παγκόσμια αυξημένες διατροφικές ανάγκες και οι υψηλές απαιτήσεις για ποιοτικά και ασφαλή τρόφιμα, προσφέρουν μία άριστη ευκαιρία για επέκταση της ελληνικής ζωικής παραγωγής. Και υπάρχουν πολύ μεγάλα περιθώρια βελτιώσεων, τόσο ως προς το μέγεθος του κτηνοτροφικού τομέα, όσο και ως προς τον εκσυγχρονισμό των μέσων, των εγκαταστάσεων, των μεθόδων.
Σε αυτές τις τεράστιες προοπτικές δεν επιτρέπεται να σταθεί τροχοπέδη μία ενδεχόμενη αύξηση στον φόρο προστιθέμενης αξίας στις ζωοτροφές. Αυτό το γνωρίζουν πολύ καλά οι εταίροι μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, οι οποίοι έχουν φροντίσει να διατηρήσουν τις ζωοτροφές σε ιδιαίτερα χαμηλούς συντελεστές της τάξεως του 4-7% στις χώρες τους. Στην Ελλάδα είναι ήδη πολύ υψηλότερος, στο 13%, και πλέον επιβαρύνει επιπρόσθετα τα προϊόντα διατροφής των ζώων, οι τιμές των οποίων τα τελευταία δύο χρόνια έχουν αυξηθεί σημαντικά.
Είναι τραγικό, σε μία χώρα με μεγάλες δυνατότητες στη ζωική παραγωγή, να εξακολουθούμε να εισάγουμε τεράστιες ποσότητες κρεάτων και ζωοκομικών προϊόντων. Βεβαίως οι κτηνοτρόφοι μας αντιμετωπίζουν και πολλά άλλα προβλήματα που τους περιορίζουν, όμως οπωσδήποτε το κόστος των ζωοτροφών είναι ένα από τα σημαντικότερα και ένα που η πολιτεία μπορεί να ελέγξει. Εάν θέλουμε να έχουμε ανάπτυξη, ένα από τα μείζονα ζητούμενα για τη χώρα μας είναι η αύξηση της ανταγωνιστικότητας. Αυτή η αύξηση μπορεί να έρθει μέσα από τη βελτίωση της παραγωγικότητας και της ποιότητας και τη μείωση του κόστους. Δεν είναι λοιπόν λογικό η πολιτεία να περιορίσει την ανταγωνιστικότητα της κτηνοτροφίας, αυξάνοντας τον ΦΠΑ στη βασικότερη πρώτη ύλη της, τις ζωοτροφές.
Ο τρόπος εφαρμογής των μέτρων που ψηφίστηκαν πρέπει να είναι ορθολογικός και αποτελεσματικός. Η διατήρηση του υπάρχοντος καθεστώτος για τις ζωοτροφές είναι το λιγότερο που ζητώ στην ερώτησή μου και, όσο πλησιάζει ο καιρός για τη σύνταξη του νέου φορολογικού, θα αναζητήσω και άλλα μέσα πίεσης, προκειμένου να προστατευθούν οι κτηνοτρόφοι μας.»