Στις 19 Νοεμβρίου 1978 ο Πανάγαθος Θεός οδήγησε τα βήματά μου εδώ στην ιστορική Βοστίτσα, την αγιασμένη από τη Χάρη της Παναγίας μας, της Τρυπητής, πόλη, στο όμορφο Αίγιο και τους ανθρώπους του και με κατέστησε, ανάξιον όντα, Επίσκοπο και Μητροπολίτη των πιστών τέκνων της Ορθοδοξίας, που κατοικούν και με την παρουσία τους ζωντανεύουν την ιστορική αυτή Μητρόπολη Καλαβρύτων και Αιγιαλείας.
Μέσα από την καρδιά μου αυθόρμητα και με περισσή κατάνυξη αναβλύζουν λόγια δοξολογίας, αίνου και ευχαριστιών προς στον Αρχιποίμενα Κύριό μου, τον Ιησού Χριστό, διότι με ανέκφραστη φιλανθρωπία επέβλεψε επ εμέ τον αμαρτωλό και άθλιο δούλο Του, τον γιό ενός τσαγκάρη και μιας μοδίστρας, του Γεωργίου και της Νικολίτσας Λενή. Εξ απαλών ονύχων με έθελξε το μεγαλείο του Χριστού μας. Μεγάλωσα μέσα στην Εκκλησία, κάτω από τούς θόλους του Ιερού Ναού Παντοκράτορος των Πατρών, υπηρέτησα το ιερό Βήμα σαν «παπαδάκι», μαθήτευσα στα Κατηχητικά Σχολεία και τις Χριστιανικές Ομάδες της εποχής, έμαθα την ιεραποστολή ήδη από αυτά τα μαθητικά μου χρόνια και τέλος παρέδωσα την ύπαρξη μου ολόκληρη στην Εκκλησία του Σωτήρος Χριστού, έγινα ολοκαύτωμα στο βωμό της αγάπης Του!
Ο υποσημειούμενος έζησε και μεγάλωσε σε δύσκολα χρόνια. Αν και καλό παιδί, παιδί της Εκκλησίας, έφαγε το ξύλο της ζωής του από τον αείμνηστο Πατέρα του, ο οποίος, ακολουθώντας το πνεύμα της εποχής, όπως άλλωστε όλοι οι γονείς τότε, έδερναν τα παιδιά τους προκαταβολικά, για να προλάβουν μια υποτιθέμενη ζημιά. Όταν π.χ. πήγαιναν με τη στάμνα στη βρύση της γειτονιάς για να κουβαλήσουν νερό, καθ’ όσον εάν γύριζαν με σπασμένη τη στάμνα το ξύλο δεν θα είχε νόημα ή και χρηστική σημασία! Το πνεύμα της εποχής τότε ήταν το «προνοείν!». «Σε δέρνω προκαταβολικά, ώστε –προσέχοντας- να μη σπάσεις τη στάμνα», μας έλεγαν με αποφασιστικότητα! Ας είναι ελαφρύ το χώμα που τούς σκεπάζει!
Τελειώνοντας το οκτατάξιο τότε Γυμνάσιο, δηλ. το σημερινό Γυμνάσιο και Λύκειο, έδωσε γραπτές εξετάσεις στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, όπου και μπήκε με τούς πρώτους. Σαν φοιτητής δούλευε σκληρά, προκειμένου να εξασφαλίζει ένα μέρος των εξόδων του, ενώ παράλληλα δεν παρέλειπε να ασκεί τό έργο του Κατηχητή και του Ομαδάρχη των Χριστιανικών Μαθητικών Ομάδων (ΧΜΟ), τόσο στην πόλη όσο και στις χριστιανικές Κατασκηνώσεις της εποχής εκείνης.
Στην διαμόρφωση του χαρακτήρα του μεγάλο ρόλο έπαιξαν πρωτίστως η χριστιανική αγωγή, που έλαβε από τούς γονείς του, έπειτα δε ο αείμνηστος Αρχιμ. πατήρ Χριστόδουλος Παπαγιάννης, Ιεροκήρυκας της Ιεράς Μητροπόλεως, ο πνευματικός του Πατήρ, εν συνεχεία δε ο τότε Κύριος Κωνσταντίνος Καρούσος, Κατηχητής του και πνευματικός του Σύμβουλος, (δηλ. ο νυν Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης πρ. Πειραιώς κ.κ. Καλλινίκος), ο Οποίος όχι μόνον τον στήριξε στα δύσκολα χρόνια της εφηβείας του, αλλά και εδραίωσε μέσα του τον πόθο της Ιεροσύνης! Τον ιερό αυτό πόθο, τον οποίον ο Φιλάνθρωπος Κύριος παιδιόθεν είχε εμφυτεύσει στην καρδιά του. Δεν είχε συμπληρώσει ακόμη το πέμπτο (5ο) έτος της ηλικίας του, οπότε κάθε φορά που τον ερωτούσαν «Θανασάκη, όταν μεγαλώσεις, τι θα γίνεις;» έδιδε την ακόλουθη απάντηση: «Αντιπρόσωπος του Θεούλη!», δηλ. κληρικός.
Κατά μήνα Δεκέμβριο του έτους 1959, όταν ακόμη φοιτούσε στο 4ο έτος της Θεολογικής Σχολής, δηλ. στην ηλικία των ΕΙΚΟΣΙ ΚΑΙ ΕΝΟΣ ΕΤΩΝ έλαβε την μεγάλη απόφαση της ζωής του, ήτοι το να αφιερωθεί ολοκληρωτικά στην υπηρεσία της Εκκλησίας και του αγίου Θυσιαστηρίου, ήτοι να γίνει Μοναχός και Κληρικός. Την επιθυμία του εκείνη, ο Αθανάσιος -ως Απόφαση ζωής πλέον- έθεσε υπό την φροντίδα του προαναφερθέντος πολυσεβάστου προσώπου, ο οποίος είχε εισέλθει ήδη στην αγία Ιεροσύνη, δηλ. του μετά ταύτα Μητροπολίτη Πειραιώς κ.κ. Καλλινίκου, για να αποτελέσει το πρώτο δόκιμο Μέλος της Μοναστικής Αδελφότητος «Η ΧΡΥΣΟΠΗΓΗ», στην οποία έπειτα από λίγο καιρό προσετέθη και ο «Χριστάκης» Παρασκευΐδης, τελειόφοιτος τότε της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, δηλ. ο μετά ταύτα αείμνηστος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χριστόδουλος. Έτσι λοιπόν γεννήθηκε η Συνοδική και Σταυροπηγιακή Ιερά Μονή της Παναγίας Χρυσοπηγής με έδρα της το Καπανδρίτι της Αττικής, η οποία αναδείχθηκε φυτώριο Κληρικών και Μοναχών της Εκκλησίας μας.
Τα χρόνια τότε περνούσαν φτωχικά μεν, πλην όμως και όμορφα και γρήγορα! Με τον αείμνηστο Χρήστο Παρασκευαΐδη τα χρόνια εκείνα μαγειρεύαμε το φαγητό για την Αδελφότητα, πλέναμε στη σκάφη τα ρούχα μας, τα σεντόνια μας κλπ., κάνοντας δηλαδή την άγνωστη σήμερα «μπουγάδα» με τη σκάφη, χρησιμοποιούσαμε την «αλυσίβα» (δηλ. βρασμένο νερό με ένα σακουλάκι στάχτης για τα ασπρόρουχα) και το λουλάκι, σφουγγαρίζαμε το Μοναστήρι μας, απλώναμε στα σύρματα, στεγνώναμε και σιδερώναμε τα ρούχα μας, παραδίδαμε ιδιαίτερα μαθήματα σε μαθητές του Γυμνασίου και όλα αυτά με περισσή αγάπη και ακόμη περισσότερο ενθουσιασμό, ώστε να αντιμετωπίζουμε ή να συμπληρώνουμε τα έξοδα της διαβιώσεώς μας. Προπάντων όμως αγωνιζόμασταν τον καλό αγώνα της κατά Χριστόν αρετής και της ευσεβείας, σμιλεύοντας τον νεανικό χαρακτήρα μας με το καλέμι της υπακοής!
Έπειτα κατά το έτος 1961 ήλθε η μετάβασή μας στα αγιασμένα Μετέωρα. Εκεί στην Ιερά Μονή Βαρλαάμ. κατά την ευδοκία του Θεού, δώσαμε την μοναχική μας Ομολογία και λάβαμε το ουράνιο δώρο και χάρισμα της Ιεροσύνης. Έκτοτε ο Χρήστος έγινε Χριστόδουλος και ο Αθανάσιος ονομάσθηκε Αμβρόσιος. Από τότε, δηλ. από το έτος 1961, αρχίζει η ταπεινή μας διακονία και προσφορά μέσα στην Εκκλησία. Μια προσφορά, που για τον υποσημειούμενο συνεχίζεται, αν και έχουν συμπληρωθεί ΠΕΝΗΝΤΑ (50) ΧΡΟΝΙΑ θυσίας και θυσιών, πενήντα χρόνια ευλογιών και δοκιμασιών, πενήντα χρόνια αγώνων και παλαισμάτων, πενήντα χρόνια δακρύων, πόνου, στεναγμών και αναστεναγμών, αλλά και πενήντα χρόνια διακονίας στον Αμπελώνα του Κυρίου μας, στην Εκκλησία. Πενήντα τόσα χρόνια εκ των οποίων τα ΤΡΙΑΝΤΑ ΠΕΝΤΕ (35) στην Αρχιεροσύνη. Και για να μη μπερδεύεστε, από τον Αύγουστο του έτους 1976 έως τον Οκτώβριο του έτους 1978 ο υποσημειούμενος διετέλεσε Τιτουλάριος Μητροπολίτης Ταλαντίου και παραλλήλως Αρχιγραμματεύς της Ιεράς Συνόδου, από δε της 12ης Οκτωβρίου 1978 εξελέγη Μητροπολίτης της ιστορικής αυτής Επαρχίας. Έκτοτε, και πιο συγκεκριμένα από της 19ης Νοεμβρίου 1978, ημέρα της ενθρονίσεώς του, η ζωή μου ως Μητροπολίτη σας, η πνοή μου, το σώμα μου, η ψυχή μου, το πνεύμα μου, οι γνώσεις μου, μικρές ή μεγαλύτερες, τα χαρίσματά μου και τα ελαττώματά μου είναι δοσμένα ολοκληρωτικά στον ευγενή και αξιαγάπητο Λαό, τον οποίο η Χάρις του Κυρίου μου ενεπιστεύθη.
Μέχρι λοιπόν της 18ης Νοεμβρίου 1978 μπορώ να ομιλώ για τον εαυτό μου. Από της 19ης Νοεμβρίου 1978 τον λόγο έχετε όλοι εσείς, αγαπητά και περιπόθητα τέκνα μου εν Κυρίω, παιδιά μου εν Χριστώ Ιησού! Έκτοτε ΔΕΝ ΑΝΗΚΩ ΠΙΑ ΣΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΜΟΥ! Σεις είστε η πνοή μου και η ζωή μου, το αγαλλίαμα της ψυχής μου, ο στέφανός μου ή η αιτία της καταδίκης μου, στην περίπτωση κατά την οποία δεν εκτελώ την αποστολή μου θεαρέστως! Περιουσία δεν απέκτησα, επειδή σεις είστε η περιουσία μου! Χρήματα δεν συσσώρευσα, επειδή σεις είστε ο θησαυρός μου. Τους εξ αίματος συγγενείς μου κράτησα μακριά από την Επισκοπή μας, επειδή στην καρδιά μου εσείς έχετε καταλάβει την θέση του Πατέρα μου, της Μητέρας μου, των αδελφών, οικείων και συγγενών μου. Τα έδωσα όλα για τη δόξα του Χριστού μας, όλα για την εύκλεια της Εκκλησίας μας! Τριάντα τρία χρόνια έπειτα από την ημέρα της ενθρονίσεώς μου στις καρδιές σας και στον τόπο μας, αισθάνομαι ευγνωμοσύνη προς τον Κύριο, διότι με αξίωσε μέχρι σήμερα να τηρώ επακριβώς όσα σας υποσχέθηκα κατά την πρώτη εκείνην ημέρα, που ήλθα κοντά σας:
Καθώς αυτά εδώ τα δικηροτρίκηρα, με τα οποία δηλούται η παρουσία του Αρχιερέως στη Εκκλησία, καίγονται, λιώνουν και αναλίσκονται, σας έλεγα τότε, έτσι κι εγώ θα είμαι για σας μια φωταυγής λαμπάδα! «Θα καίγομαι και θα αναλίσκομαι καθημερινώς, διά να φωτίζεσθε εν Κυρίω όλοι εσείς, αδελφοί μου». Σύνθημά μου θα είναι το «άλλοις υπηρετών, αναλίσκομαι». Εργαζόμενος «υπέρ υμών συνεχώς και αδιακόπως και ευαγγελιζόμενος εν μέσω υμών το σωτηριώδες μήνυμα της πίστεώς μας «αδάπανον θήσω το ευαγγέλιο του Χριστού», προσφέρων δωρεάν τα πάντα και προς πάντας αδιακρίτως. Αμοιβή μου θα είναι η καλλιέργεια της ψυχής σας, η πνευματική πρόοδος της καρδιάς σας, η σωτηρία σας! Εγεννήθην πτωχός, έζησα ως πτωχός και ακτήμων μέχρι σήμερα, έρχομαι ανάμεσά ως «μηδέν έχων» και θα παραμείνω εις όλη μου την ζωή πτωχός, για να σας πλουτίζω με την δικήν μου πτωχείαν και να σας στολίζω με την αγάπη μου. Θα παραμείνω δια βίου κοντά σας ως «προσφέρων και προσφερόμενος» κατά το υπόδειγμα του Κυρίου μας» (από τον Ενθρονιστήριο Λόγο μας, βλ. περιοδικό ΕΚΚΛΗΣΙΑ. Τόμος 1978, σελ. 592).
Στη σημερινή -προσωπική- δε αρχιερατική μου επέτειο σας παρακαλώ και σας προσκαλώ να δοξάσετε μαζί μου το Όνομα του Χριστού μας, ο Οποίος με ελέησε τόσο πολύ. Συγχωρήστε μου, σας παρακαλώ και σας ικετεύω, συγχωρήστε μου αδελφοί μου και παιδιά μου, τα λάθη μου, τις παραλείψεις μου, τις ατέλειες του χαρακτήρα μου! Και δοξάστε μαζί μου το Όνομά του Κυρίου μας, τόσο για τα προς με Δωρήματά Του, όσο και για την ευλογία Του στην πόλη μας και την Μητρόπολή μας. «Μεγαλύνατε τον Κύριον και υψώσωμεν το όνομα Αυτού επί το αυτό συν εμοί» (από την λειτουργία του Αγίου Ιακώβου).
Τελειώνοντας αυτή τη μικρή μου αναφορά και εξομολόγηση, επιτρέψατε μου να απευθύνω μια μικρή προσευχή προς τον Χριστό μας. «Εν πλήθει αμαρτιών μεμολυσμένον με μη εξουθενώσης Δέσποτα Κύριε ο Θεός μου˙ ιδού γαρ προσέρχομαι τω θείω τούτω και επουρανίω Μυστηρίω, ουχ ως άξιος υπάρχων, αλλ΄εις την Σήν αφορών αγαθότητα, ταύτην αφίημί Σοι την φωνήν˙ ο Θεός, ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ˙ ήμαρτον γαρ εις τον ουρανόν και ενώπιόν Σου και ουκ ειμί άξιος αντοφθαλμήσαι τη ιερά ταύτη και πνευματική τραπέζη, εφ ή ο Μονογενής Σου Υιός, ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, εμοί τω αμαρτωλώ και πάση κηλίδι κατεστιγμένω μυστικώς πρόκειται εις θυσίαν˙ δι’ Ου ταύτην Σοι την ικετηρίαν προσάγω, του καταπεμφθήναι μοι το Πνεύμα Σου το Παράκλητον, ενισχύον και καταρτίζον με προς τήν λειτουργίαν ταύτην και την παρά Σου μοι επαγγελθείσαν φωνήν ακατακρίτως τω λαώ επιφθέγξασθαι ταύτην καταξίωσον˙ εν Χριστώ Ιησού τω Κυρίω ημών, μεθ’ ού ευλογητός ει και δεδοξασμένος συν τω Παναγίω και αγαθώ και ζωοποιώ Σου Πνεύματι, νύν και αεί καί εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν». (Θεία λειτουργία Αγ. Ιακώβου, του Αδελφοθέου)
+ Ο ΚΑΛΑΒΡΥΤΩΝ ΚΑΙ ΑΙΓΙΑΛΕΙΑΣ ΑΜΒΡΟΣΙΟΣ |