Τετάρτη 25 Φεβρουαρίου 2015

Κόσκο: Από τις καταγγελίες στα καλωσορίσματα

Γράφει η Σοφία Βούλτεψη
 
Μέσα στη γενική σύγχυση των βαφτισιών και μετονομασιών διαφόρων μνημονιακών όρων, σχεδόν απαρατήρητη πέρασε και η μεταστροφή όσον αφορά στην επένδυση της COSCO στον Πειραιά.
Στο γεγονός δηλαδή ότι ο ίδιος ο πρωθυπουργός, κατά την υποδοχή του 18ου στόλου της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, πάνω στη φρεγάτα «CHANGBAI SHAN 989», στις 19 Φεβρουαρίου, ξεκαθάρισε πως η κυβέρνηση στηρίζει τις υφιστάμενες κινεζικές επενδύσεις στην Ελλάδα, και της COSCO, την δραστηριοποίηση της οποίας στον Πειραιά αποκάλεσε «σημαντική»!
Ναι, ναι. Ο πρόεδρος του κόμματος που δεν ήθελε να βλέπει την Κόσκο και τους Κινέζους ούτε ζωγραφιστούς, έφθασε στο σημείο να… μιλήσει και στα κινέζικα προκειμένου να ευχηθεί για το κινεζικό νέο έτος.

Όπως είπε, «αποδίδουμε ιδιαίτερη σημασία στις κινέζικες επενδύσεις, τις οποίες και θέλουμε να υποστηρίξουμε και να ενδυναμώσουμε προς το κοινό συμφέρον προς το κοινό όφελος των λαών μας. Αποδίδουμε ιδιαίτερη σημασία στην ανάδειξη του λιμανιού του Πειραιά σε ένα εκ των κορυφαίων κόμβων μεταφορών και εμπορίου, όχι μόνο στην Ευρώπη, αλλά σε παγκόσμιο επίπεδο. Και στο πλαίσιο αυτό, θα αναζητήσουμε νέους τρόπους συνεργασίας του ελληνικού κράτους με κινέζικους οικονομικούς φορείς. Είμαστε έτοιμοι να συνεργαστούμε και να στηρίξουμε την κινέζικη πρωτοβουλία διασύνδεσης της Ασίας με την Ευρώπη, μέσω του χερσαίου και θαλάσσιου «δρόμου του μεταξιού». Με την Ελλάδα ως κύρια πύλη εισόδου των προϊόντων της Κίνας στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Πιστεύουμε ότι και στους τομείς των μεταφορών, των συγκοινωνιών και των οδικών και σιδηροδρομικών συνδέσεων, υπάρχουν σημαντικά περιθώρια για την ενίσχυση της συνεργασίας ανάμεσα στις δύο χώρες».
Παραδέχθηκε επίσης ο κ. Τσίπρας ότι οι σχέσεις των δύο χωρών έχουν καλλιεργηθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια.
Σωστά! Αλλά τότε για ποιο λόγο περάσαμε μερικά χρόνια καυγαδίζοντας για την κινεζική επένδυση;
Δεν πρόκειται για το περίφημο ζήτημα της «κωλοτούμπας», αλλά για την ουσία της πολιτικής.
Κάποιος πρέπει να απαντήσει τι σχέση έχουν όλα τα παραπάνω με τα παρακάτω – ξεκινώντας από τα πιο πρόσφατα.
Στις 27 Ιανουαρίου, πριν ακόμη ορκιστεί, ο αρμόδιος υπουργός Θ. Δρίτσας είχε δηλώσει: «Ο δημόσιος χαρακτήρας του λιμανιού παραμένει, η ιδιωτικοποίηση του ΟΛΠ σταματάει εδώ». Και ειδικά για τον Κόσκο, το σιβυλλικό: «Όλες οι επενδύσεις είναι καλοδεχούμενες, αρκεί να έχουν κοινωνικό περιεχόμενο».
«Η συμφωνία με την Cosco θα επανεξεταστεί προς όφελος του ελληνικού λαού», δήλωσε ο Θεόδωρος Δρίτσας, ο αναπληρωτής υπουργός αρμόδιος για το χαρτοφυλάκιο της ναυτιλίας, στο πρακτορείο Reuters, ανέφεραν την ίδια μέρα τα κινεζικά ΜΜΕ, ενώ ο Κινέζος πρέσβης επισκεπτόταν τον πρωθυπουργό.
Την ίδια μέρα, βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ (Κ. Μπάρκας), δήλωνε στον Σκάι: «Η COSCO έχει δημιουργήσει τρομερό πρόβλημα στο λιμάνι του Πειραιά, το γνωρίζουν όλοι. Έχει δημιουργήσει ένα ειδικό καθεστώς εργασίας και εμείς έχουμε πει τι θα κάνουμε με την COSCO. Δεν μπορεί να μπαίνει μια εταιρεία σε ένα λιμάνι και να κάνει ότι θέλει και δεν της ανήκει καν. Οι προηγούμενες κυβερνήσεις είχαν μια συγκεκριμένη αντιμετώπιση προς την COSCO, τη θεωρούσαν ότι ήταν ό,τι καλύτερο έχει συμβεί στη χώρα. Πρέπει να υπάρξουν κανόνες και δεν μπορεί να κάνει ότι θέλει και με τους εργαζόμενους και με το χώρο. Εμείς θα ελέγξουμε την εταιρεία».
Στις 19 Ιανουαρίου, λίγες μέρες πριν από τις εκλογές, ο μετέπειτα υπουργός Τ. Κουράκης, μιλώντας στο ραδιόφωνο του Άλφα, ξεκαθάριζε ότι «η Κόσκο, με τον τρόπο που έγινε, θεωρώ ότι μεγαλύτερο αρνητικό έγινε με τις συνθήκες  και με την απώλεια εσόδων  παρά στο αναπτυξιακό μοντέλο το οποίο υιοθετεί αυτή την στιγμή».
Στις 23 Ιανουαρίου, δυο μέρες πριν από τις εκλογές, ο Π. Λαφαζάνης, μιλώντας στα Παραπολιτικά Fm, έλεγε: «Την σύμβαση με την Cosco βεβαίως θα την επανεξετάσουμε».
Στις 20 Ιανουαρίου, η σημερινή πρόεδρος της Βουλής, μιλώντας στο «Κόντρα», έλεγε: Ο Θ. Δρίτσας είπε ότι υπάρχουν περιθώρια να επανεξεταστεί αυτή η σύμβαση προς την κατεύθυνση του δημοσίου ελέγχου των λιμανιών που πιστεύουμε ότι είναι στρατηγικής σημασίας. Έχουμε προειδοποιήσει ότι θα επανεξεταστούν.
Από πλευράς ΣΥΡΙΖΑ, τα πράγματα ήσαν ακόμη πιο ξεκάθαρα, έναν ακριβώς χρόνο πριν.
Στις 26 Φεβρουαρίου 2014, ο Π. Λαφαζάνης, μιλώντας σε συγκέντρωση των εργαζομένων στα λιμάνια, έξω από τη Βουλή είπε:

«Η ενδεχόμενη εκποίηση του λιμανιού του Πειραιά θα είναι ένα από τα μεγαλύτερα εθνικά, οικονομικά, κοινωνικά και εργασιακά εγκλήματα που έχουν συντελεστεί ποτέ σε αυτή τη χώρα. Είναι αδιανόητο ολόκληρη η ζώνη του Πειραιά και εν μέρει η ελληνική οικονομία, να παραδοθεί στα νύχια του μελλοντικού ιδιώτη ιδιοκτήτη του λιμανιού, ο οποίος μάλιστα, είναι και φωτογραφικά προσδιορισμένος.

Η κυβέρνηση δεν έχει κανένα δικαίωμα και καμιά λαϊκή εξουσιοδότηση να προχωρήσει σε τέτοια μεγάλη αυθαιρεσία, άκρως επιζήμια για τη χώρα και τον ελληνικό λαό, η οποία μάλιστα θίγει κυριαρχικά δικαιώματα και θέματα ασφάλειας της χώρας.

Οι εργαζόμενοι στο λιμάνι, οι πολίτες και οι παραγωγικοί φορείς του Πειραιά, με ένα μεγάλο αγωνιστικό μέτωπο μπορούν να ματαιώσουν τα σχέδια για το ξεπούλημα του λιμανιού του Πειραιά, αφού αντιπροσωπεύουν τη συντριπτική πλειοψηφία της πειραιώτικης κοινωνίας και την ομόθυμη σχεδόν θέληση της μεγάλης πλειοψηφίας του ελληνικού λαού».

Την ίδια μέρα, πριν από έναν χρόνο ακριβώς, η Ρένα Δούρου, δήλωνε: 

«Άρον – άρον η κυβέρνηση προωθεί την ιδιωτικοποίηση – πώληση της πλειοψηφίας των μετοχών του κερδοφόρου Οργανισμού Λιμένος Πειραιά. Πρόκειται για μια απόφαση εθνικά επίφοβη, κοινωνικά επιζήμια, οικονομικά καταστροφική για τους εργαζόμενους, τους πολίτες, το δημόσιο. Μια απόφαση που εξυπηρετεί ένα ιδιωτικό μονοπώλιο σε βάρος του λαού και τόπου.

Μια απαράδεκτη απόφαση που δεν πρέπει να υλοποιηθεί. Οι πολίτες, οι εργαζόμενοι, οι φορείς, με ενωτικό αγώνα, δεν θα επιτρέψουν το ξεπούλημα αυτό που ζημιώνει τον τόπο και υπονομεύει κάθε δυνατότητα παραγωγικής ανασυγκρότησης της οικονομίας του».

Την προηγουμένη, 25 Φεβρουαρίου 2014, υπήρξε και διαβούλευση με πρωτοβουλία της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ, στο κτίριο της Βουλής, με όλους τους εμπλεκόμενους με τη λειτουργία του λιμανιού φορείς.

Εκεί, η σημερινή υπουργός Νάντια Βαλαβάνη ανέπτυξε τις θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ «για την υπεράσπιση του δημόσιου χαρακτήρα του λιμανιού ως κεντρικό δίκτυο στρατηγικής σημασίας στο πλαίσιο ενός προγράμματος παραγωγικής ανασυγκρότησης της χώρας» και ανέδειξε τις βασικότερες πτυχές της Σύμβασης Παραχώρησης με τη ΣΕΠ/Cosco, καταλήγοντας στην ανάγκη «να συγκροτηθεί μέτωπο όλων των φορέων και συλλογικοτήτων του λιμανιού για ν’ αποτραπεί μια ιδιωτικοποίηση που παραδίδει όχι μόνο την εμπορευματική λειτουργία του, αλλά και την ακτοπλοΐα, τις κρουαζιέρες, τη ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη, την ίδια τη δημόσια λειτουργία και κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας, σε ξένο μονοπώλιο».
Στην ίδια συνάντηση, ο κ. Λαφαζάνης, κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος τότε του ΣΥΡΙΖΑ, αναφέρθηκε στην ανάγκη της «ενότητας εργαζομένων και παραγωγικών φορέων πέρα από ιδεολογικά και πολιτικά σύνορα για την ματαίωση της ιδιωτικοποίησης του λιμανιού και την ανασυγκρότηση του υπό δημόσιο έλεγχο».
Μάλιστα, πρότεινε πανστρατιά για τη διεξαγωγή από τους Δήμους και τους φορείς δημοψηφίσματος για την παραμονή του λιμανιού υπό δημόσιο έλεγχο, την έκδοση κοινού ψηφίσματος από όλους τους φορείς και την δημιουργία κονκάρδας ενάντια στην ιδιωτικοποίηση καθώς και τη διοργάνωση παλλαϊκών συλλαλητηρίων!
Από την πλευρά του, ο κ. Δρίτσας, που τότε ήταν υποψήφιος δήμαρχος Πειραιά, τόνισε ότι, όπως προκύπτει από την παρουσία των φορέων στη σημερινή διαβούλευση αλλά και από πληθώρα ανακοινώσεων, η συντριπτική πλειοψηφία των παραγωγικών φορέων του Πειραιά και όλοι σχεδόν οι κλάδοι που εμπλέκονται με τη λιμενική βιομηχανία εναντιώνονται στο σχέδιο της κυβέρνησης και του ΤΑΙΠΕΔ.
«Αυτό είναι απόδειξη ότι η ιδιωτικοποίηση του ΟΛΠ κινείται στον αντίποδα της παραγωγικής ανασυγκρότησης που προτείνει ο ΣΥΡΙΖΑ και αφορά μόνο συμφέροντα ακραία και ολιγοπωλιακά όπως επίσης και συμφέροντα των δανειστών».
Επιπλέον επισημάνθηκαν οι κίνδυνοι που συνεπάγεται η επιλογή της ιδιωτικοποίησης για τις τοπικές κοινωνίες που αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο της αποξένωσης από το λιμάνι, για τις επιχειρήσεις που συνδέονται με τη λειτουργία του λιμανιού και αντιμετωπίζουν το φάσμα του αποκλεισμού από τις δραστηριότητες του καθώς και για τους εργαζόμενους στο λιμάνι και σε άλλες δραστηριότητες που θα βρεθούν αντιμέτωποι με την ανεργία και την υποβάθμιση των συνθηκών εργασίας.
Δηλαδή, όλα στραβά κι’ ανάποδα!
Στις 26 Φεβρουαρίου, έγινε και ο σχετικός μύλος στη Βουλή.
Εκεί, πληροφορηθήκαμε δια στόματος κ. Βαλαβάνη ότι «με την σύμβαση παραχώρησης στην COSCO, χάθηκαν συνολικά 1.000 θέσεις εργασίας πλήρους απασχόλησης, 400 βγήκαν με εθελούσια έξοδο που πλήρωσε το Δημόσιο, ενώ οι υπόλοιποι εκδιώχθηκαν και αντικαταστάθηκαν από 250 μόνιμους που πληρώνονται ως ανειδίκευτοι και 150 που πληρώνονται εκ περιτροπής ενοικιαζόμενοι από υπεργολάβους».
«Θεωρείτε το δημόσιο τομέα ανίκανο να διαχειριστεί την περιουσία του και την παραχωρείτε σε μια κρατική εταιρεία της Κίνας», είπε επίσης η κ. Βαλαβάνη.
Ο ίδιος ο κ. Τσίπρας, στις 31 Οκτωβρίου 2013, κατά τη συνάντησή του με την Ομοσπονδία Υπαλλήλων Λιμανιών Ελλάδος και την Ένωση Λιμενεργατών – τότε που υποσχόταν τα πάντα στους πάντες – διακήρυξε την αντίθεση του ΣΥΡΙΖΑ στη σχεδιαζόμενη πλήρη ιδιωτικοποίηση του λιμανιού του Πειραιά.
Θατσερισμός και… εργασιακό κάτεργο
Στις 9 Σεπτεμβρίου, 2013, σε ανακοίνωσή του, το Τμήμα Ναυτιλίας του ΣΥΡΙΖΑ ανέφερε σχετικά με τη «φιλική διευθέτηση» μεταξύ του ΟΛΠ και της ΚΟΣΚΟ:

«Η επιλογή της παραχώρησης του πλειοψηφικού πακέτου των μετοχών του ΟΛΠ δημιουργεί στον Πειραιά ένα καθεστώς πρωτοφανές όχι μόνο για τα ελληνικά αλλά και για τα ευρωπαϊκά και διεθνή δεδομένα καθώς είναι γνωστό ότι το 95% των λιμενικών αρχών στην Ευρώπη ανήκουν στο δημόσιο.

Το πείραμα των ιδιωτικοποιήσεων των λιμενικών αρχών που επιχείρησαν οι κυβερνήσεις Θάτσερ και Μέητζορ στη Βρετανία και διεκόπη αφού απέτυχε παταγωδώς, έρχεται σήμερα να εφαρμόσει η κυβέρνηση Σαμαρά αδιαφορώντας για τα καταστροφικά αποτελέσματα στην Εθνική Οικονομία με μοναδικό γνώμονα να εξυπηρετηθούν οι τοκογλύφοι δανειστές μας!

Ακόμα όμως και η πολιτική των παραχωρήσεων που προβάλλεται ως πανάκεια από μέρος του κυβερνητικού μπλοκ παραδίδει ουσιαστικά τις βασικές λειτουργίες του λιμανιού σε ιδιωτικό έλεγχο εις βάρος των συμφερόντων του δημοσίου.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η πρόσφατη συμφωνία μεταξύ ΟΛΠ και COSCO που έφερε τον τίτλο «Πρακτικό Διαδικασίας Φιλικής Διευθέτησης» και ουσιαστικά πρόκειται για την δεύτερη τροποποίηση της αρχικής σύμβασης παραχώρησης μετά από νέο αίτημα του «επενδυτή» για την παραχώρηση επιπλέον προνομίων.

Έτσι, όπως και η πρώτη τροποποίηση, η νέα συμφωνία ουσιαστικά κάνει ακόμα δυσμενέστερη για το δημόσιο συμφέρον την χαριστική σύμβαση που απολαμβάνει σήμερα η COSCO.

Ειδικότερα, με την τροποποιημένη σύμβαση η οποία παρουσιάστηκε από την κυβέρνηση και τα φιλικά της μέσα ως τεράστιας σημασίας επένδυση:

α) η ΣΕΠ ΑΕ (COSCO)αναλαμβάνει την επέκταση του προβλήτα ΙΙΙ και την ενίσχυση της προβλήτας ΙΙ πραγματοποιώντας μία επένδυση που θα ωφελήσει την εξυπηρέτηση αποκλειστικά και μόνο των δικών της φορτίων
Με αυτόν τον τρόπο:
- επιτυγχάνει να ελέγξει μονοπωλιακά το λιμάνι αφού η παραγωγική της δυναμικότητα θα ανέλθει σχεδόν στο 85-90% της παραγωγικής δυναμικότητας του Σταθμού Εμπορευματοκιβωτίων (Σ.ΕΜΠΟ) του λιμανιού του Πειραιά.
- εξασφαλίζει το δικαίωμα να επεκτείνει την προβλήτα ΙΙΙ χωρίς διαγωνισμό, πρακτική που ελέγχεται ως προς τη νομιμότητα της

β) Αναστέλλεται το εγγυημένο αντάλλαγμα που κατέβαλλε η ΣΕΠ ΑΕ (COSCO) στον ΟΛΠ έως ότου το ΑΕΠ της χώρας ανέλθει στα επίπεδα του 2008 + 2% ετησίως. Με αυτή τη συμφωνία μειώνονται σημαντικά τα έτσι κι αλλιώς χαμηλά έσοδα του δημοσίου που προβλέπονταν από την ήδη υφιστάμενη χαριστική σύμβαση παραχώρησης, ενώ ο ΟΛΠ αναλαμβάνει τους επιχειρηματικούς κινδύνους της COSCO σε περίπτωση μειωμένης κίνησης στο λιμάνι.

γ) η ΣΕΠ ΑΕ (COSCO) αναλαμβάνει να κατασκευάσει για λογαριασμό του ΟΛΠ το νέο τερματικό σταθμό πετρελαιοειδών, όπως φαίνεται και στην ανακοίνωση του ΟΛΠ. Αν διαβάσει ωστόσο κανείς το αναλυτικό πρακτικό θα καταλάβει ότι το έργο δεν χαρίζεται στον ΟΛΠ αλλά θα το αποπληρώσει ο Οργανισμός σε 22 χρόνια και μάλιστα στο προτεινόμενο από την ΣΕΠ ΑΕ (COSCO) επιτόκιο παρά το γεγονός ότι οι επιτελείς του Οργανισμού αρχικά επιθυμούσαν αυτό να αποτελέσει αντικείμενο διαπραγμάτευσης.

Φυσικά, η νέα συμφωνία όπως και οι παλιότερες δεν αναφέρονται στα εργασιακά θέματα επεκτείνοντας το εργασιακό κάτεργο της COSCO και στις νέες προβλήτες.
Τo λιμάνι του Πειραιά ωστόσο αποτελεί βασικό μοχλό για την ανάπτυξη και την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας. Αυτή η σημαντική λειτουργία που επιτελεί για την οικονομία δεν μπορεί να ανατίθεται σε μια εταιρεία η οποία είτε μέσω συμβάσεων παραχώρησης και επιμέρους συμφωνιών είτε μέσω της πώλησης μετοχών επιδιώκει να έχει τον ρόλο του κυρίαρχου προς όφελος των δικών της συμφερόντων.

Ο ΣΥΡΙΖΑ στηρίζει τους αγώνες των εργαζομένων για να παραμείνει το λιμάνι υπό δημόσιο έλεγχο ως προϋπόθεση για την εξυπηρέτηση των πραγματικών οικονομικών και κοινωνικών αναγκών αλλά και αυτών της Εθνικής Άμυνας».

Σχετικά με το ίδιο θέμα, στις 30 Αυγούστου 2013, ο κ. Δρίτσας είχε δηλώσει:

«Η νέα επένδυση της COSCO όπως και η παλιά, ωφελεί κατά προκλητικό τρόπο την ίδια και ελάχιστα συνεισφέρει σε προστιθέμενη αξία και σε θέσεις εργασίας για την ελληνική οικονομία και την ελληνική κοινωνία».
 
Επίσης, μίλησε για μονοπωλιακού χαρακτήρα εκμετάλλευση του εμπορικού λιμένα, ξεκαθαρίζοντας ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν αποδέχεται τέτοιες χαριστικές συμφωνίες.

Είπε δηλαδή περίπου ό,τι και στην ανακοίνωσή της η ΟΜΥΛΕ, που μίλησε για «χαριστική πράξη προς την COSCO που υπονομεύει την οικονομική θέση του Δημόσιου ΟΛΠ, καθώς και τα Δημόσια Έσοδά του».
Νωρίτερα, τον Ιούνιο, ο ΣΥΡΙΖΑ, του οποίου ο αρχηγός βρέθηκε τις προάλλες, ως πρωθυπουργός πλέον, στο λιμάνι να καλωσορίζει την Κίνα και να δίνει διαβεβαιώσεις για την Κόσκο, είχε στηλιτεύσει την παρουσία του τότε πρωθυπουργού Α. Σαμαρά στον χώρο της Κόσκο.
Έτσι, στις 26 Ιουνίου 2013, το Τμήμα Ναυτιλίας του ΣΥΡΙΖΑ, ανέφερε ότι «ο πρωθυπουργός πανικόβλητος από τις συνεχείς αποτυχίες της πολιτικής του success story ψάχνει εναγωνίως ευκαιρίες για να προβάλει μία πλαστή εικόνα αισιοδοξίας», προσθέτοντας ότι «ο κ. Σαμαράς με την παρουσία του στο χώρο της COSCO προετοιμάζει το έδαφος για την ιδιωτικοποίηση των λιμανιών της χώρας, ευνοώντας ταυτόχρονα, όπως σημειώνει, τις αξιώσεις της κινεζικής εταιρείας για μείωση του συμβατικού τιμήματος που καταβάλλει ετησίως στον ΟΛΠ».

Όπως ανέφερε, «οι σημερινές κινητοποιήσεις των εργαζομένων στα λιμάνια για τη διατήρηση του δημόσιου χαρακτήρα τους, δεν αφορούν μόνο τους ίδιους αλλά το σύνολο της κοινωνίας, η οποία μπορεί να διασφαλίσει πραγματικά οφέλη μόνον αν η ανάπτυξη των λιμανιών γίνει υπό δημόσιο έλεγχο».

Συγκεκριμένα – και με αφορμή απεργιακή κινητοποίηση - αναφερόταν:

«Τον περασμένο Μάρτιο ο κ. Σαμαράς είχε επισκεφθεί το λιμάνι του Πειραιά προκειμένου να παραβρεθεί στη σύναψη ιδιωτικής συμφωνίας δύο εταιρειών, της COSCO και της Hewlett-Packard, για τη μεταφορά των προϊόντων της τελευταίας μέσω σιδηροδρόμου από την προβλήτα της COSCO προς την Ευρωπαϊκή ενδοχώρα. Σήμερα, τέσσερις μήνες μετά την πρωθυπουργική φιέστα, καμία μεταφορά φορτίων της COSCO δεν έχει πραγματοποιηθεί μέσω σιδηροδρόμου από το λιμάνι του Πειραιά!
Σήμερα ο πρωθυπουργός, αμετανόητος, επανέρχεται στο χώρο της COSCO στο λιμάνι του Πειραιά για να εγκαινιάσει τον προβλήτα ΙΙΙ «Ερμής», έργο το οποίο προβλέπεται να ολοκληρωθεί το 2015 ή στην καλύτερη περίπτωση στο τέλος του 2014!
Ο πρωθυπουργός πανικόβλητος από τις συνεχείς αποτυχίες της πολιτικής του success story ψάχνει εναγωνίως ευκαιρίες για να προβάλλει μία πλαστή εικόνα αισιοδοξίας. Ταυτόχρονα, με την παρουσία του στο χώρο της COSCO προετοιμάζει το έδαφος για την ιδιωτικοποίηση των λιμανιών της χώρας ευνοώντας ταυτόχρονα τις αξιώσεις της Κινέζικής εταιρείας για μείωση του συμβατικού τιμήματος που καταβάλλει ετησίως στον ΟΛΠ.
Βέβαια σε αυτή την πλαστή εικόνα δεν έχουν θέση οι σκανδαλώδεις φοροαπαλλαγές της κινέζικης εταιρείας, οι ψευδείς προβλέψεις για χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας καθώς και οι καταγγελίες των συνδικάτων ότι ο προβλήτας της COSCO «αναδείχθηκε» πρόσφατα, σε έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ως ο μοναδικός μεταξύ των 265 μεγαλύτερων Ευρωπαϊκών λιμανιών που δεν αναγνωρίζονται εργασιακά δικαιώματα».
Έναν χρόνο, αργότερα, στις 20 Ιουνίου 2014, το Τμήμα Ναυτιλίας του ΣΥΡΙΖΑ είχε επανέλθει:

«Για μια ακόμα φορά, τέταρτη μέσα σε 14 μήνες, ο Πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς, αυτή τη φορά μαζί με τον Κινέζο Πρωθυπουργό Λι Κετσιάνγκ, επισκέφτηκε τις εγκαταστάσεις της Cosco στο λιμάνι του Πειραιά, για να πανηγυρίσει την «εντυπωσιακή αύξηση των εμπορευματικών όγκων» και να μοιράσει μερικές χιλιάδες θέσεις εργασίας.

Βέβαια, θέσεις εργασίας… μοίραζε ο ίδιος και το Μάρτη του 2013, όταν και πάλι πανηγύριζε για την εμπορική συμφωνία δύο εταιρειών, της Cosco με την Hewlet Packard. Από τότε, δε δημιουργήθηκε ούτε μια (1) θέση εργασίας και είναι ειρωνεία και ασέβεια προς τους χιλιάδες ανέργους της ευρύτερης περιοχής του Πειραιά, να εμφανίζεται 14 μήνες μετά ο κ. Σαμαράς και να συνεχίζει, ανερυθρίαστα, να μοιράζει αφειδώς, νέες θέσεις εργασίας.

Όμως, ο Πρωθυπουργός δείχνει ασέβεια και προς τους εργαζόμενους του ΟΛΠ, που επί πλέον έχει κατασυκοφαντήσει, διότι, όχι μόνο δεν έχει επισκεφτεί ούτε μια φορά τον Οργανισμό, αλλά χάρισε στην Cosco τη σιδηροδρομική σύνδεση του λιμανιού, η οποία κατασκευάστηκε με χρήματα του ελληνικού λαού και ανήκει στον ΟΛΠ και όχι στον κ. Σαμαρά.

Θα μπορούσαμε να θέσουμε πολλά ερωτήματα στον κ. Σαμαρά, όπως α) Ποιά είναι τα οφέλη της χώρας από την αύξηση των εμπορευματικών όγκων της Cosco και μάλιστα, όταν, τα περισσότερα διέρχονται transit και η εταιρεία ζητάει να μην πληρώνει καν το ελάχιστο συμφωνηθέν εγγυημένο αντάλλαγμα στον ΟΛΠ; β) Πόσες θέσεις εργασίας δημιουργήθηκαν, ή μάλλον χάθηκαν και με ποιές εργασιακές συνθήκες; γ) Ποιές φοροαπαλλαγές απολαμβάνει ; δ) Γιατί η παράταξή του, όταν ήταν στην κυβέρνηση, επέλεξε να χαρίσει σε τρίτους το συγκριτικό πλεονέκτημα της θέσης του λιμανιού, το οποίο αναγνωρίζει και ο Κινέζος Πρωθυπουργός, λέγοντας, ότι έχει μειώσει τις μέρες μεταφοράς κατά 7 έως 11;

Δεν περιμένουμε, βέβαια, απαντήσεις. Όταν ο απερχόμενος πρωθυπουργός αδιαφορεί για τη δραματική αύξηση της ανεργίας των ναυτικών και τη συνεχή μείωση του ελληνικού νηολόγιου και συμπεριφέρεται σαν ατζέντης εφοπλιστικών συμφερόντων, επιχαίροντας για τις συμφωνίες των εφοπλιστών να ναυπηγούν πλοία σε κινέζικα ναυπηγεία, ο κατήφορος δεν έχει τέλος.

Ο ΣΥΡΙΖΑ, δεν είναι αντίθετος, ούτε με τις οικονομικές, ούτε με τις εμπορικές σχέσεις και συναλλαγές με την Κίνα, ούτε βεβαίως με καμιά χώρα του κόσμου, που σήμερα είναι και πρωταγωνιστής στην παγκόσμια σκακιέρα. Όμως, οι σχέσεις αυτές, δεν μπορούν σε καμιά περίπτωση να βασίζονται στην υποτέλεια και στην απεμπόληση οποιασδήποτε εθνικής κυριαρχίας και των συμφερόντων του ελληνικού λαού.

Γι’ αυτό, η μόνη λύση για να μπει η χώρα στο δρόμο της παραγωγικής ανασυγκρότησης και της ανάπτυξης προς όφελος του ελληνικού λαού, είναι να φύγει το γρηγορότερο η δικομματική κυβέρνηση της καταστροφής».
Στο ίδιο μήκος κύματος και η ανακοίνωση της ΟΜΥΛΕ:
«Η επίσκεψη του Πρωθυπουργού της Κίνας και του Έλληνα Πρωθυπουργού, για μια ακόμη φορά, μετατράπηκε σε μια κακόγουστη προπαγάνδα υπέρ της COSCO και σε βάρος των δημοσίων συμφερόντων στο μεγάλο Λιμάνι του Πειραιά.
Είναι η τρίτη φορά που ο Έλληνας Πρωθυπουργός επισκέπτεται τις εγκαταστάσεις της COSCO, χωρίς να μπει στον κόπο να επισκεφθεί, ούτε μια φορά, τον Δημόσιο ΟΛΠ.
Έχουμε προκαλέσει την Κυβέρνηση να γίνει μια αποτίμηση της τετράχρονης παρουσίας της COSCO στο Λιμάνι του Πειραιά. Αντ’ αυτού η Ελληνική Κυβέρνηση και προσωπικά ο Πρωθυπουργός συμμετέχει σε φιέστες, οι οποίες το μόνο που κάνουν είναι να παρουσιάζουν μια ψεύτικη εικόνα για τα οφέλη του Ελληνικού Δημοσίου και να μεγιστοποιούν τις δήθεν επενδύσεις, προωθώντας έτσι τα συμφέροντα της κινεζικής πλευράς».
Την ίδια μέρα (20 Ιουνίου 2014), το Τμήμα Ναυτιλίας του ΣΥΡΙΖΑ, επέμενε:
«Όσο για τα κυβερνητικά ψέματα περί δημιουργίας 1.000 θέσεων εργασίας στο Σταθμό Εμπορευματοκιβωτίων, ο λαός της ευρύτερης περιοχής του Πειραιά γνωρίζει την πραγματικότητα, που είναι μια: Οι σταθερές θέσεις εργασίας είναι μόλις 250, περίπου άλλοι τόσοι είναι «νοικιασμένοι» εργαζόμενοι της μιας ημέρας ενώ απομακρύνθηκαν από τον ΟΛΠ άλλοι 400 εργαζόμενοι.

Αυτή είναι η ανάπτυξη που ονειρεύεται η κυβέρνηση του κ. Σαμαρά για την χώρα μας; Ο ΣΥΡΙΖΑ ενδιαφέρεται για επενδύσεις αλλά για επενδύσεις υποδομών και ανάπτυξης και όχι απλής κερδοφορίας για λίγους».

Στις 6 Μαρτίου 2014, σχετικά με τη δημοσίευση της πρόσκλησης εκδήλωσης ενδιαφέροντος για την πώληση μετοχών του Ο.Λ.Π., το Τμήμα Ναυτιλίας του ΣΥΡΙΖΑ είχε αναφέρει:

«Η δημοσίευση στην ιστοσελίδα του ΤΑΙΠΕΔ, μέσα στη νύχτα, της πρόσκλησης ενδιαφέροντος για την πώληση του πλειοψηφικού πακέτου των μετοχών του ΟΛΠ, έρχεται απλά να ενισχύσει τις καταγγελίες των Βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ, στη συζήτηση σε Επιτροπή της Βουλής, ότι η όλη διαδικασία είναι «φωτογραφική», για να περάσει το λιμάνι στα χέρια της Cosco». Και:

«Οι μάσκες έπεσαν. Η διαδικασία - σκάνδαλο για το ξεπούλημα του ΟΛΠ, αποκαλύπτεται. Ο ΣΥΡΙΖΑ, θα σταθεί αποφασιστικά στο πλευρό των εργαζόμενων, των κοινωνικών φορέων, των κατοίκων της περιοχής του Πειραιά, στο δίκαιο αγώνα για να παραμείνει το λιμάνι υπό δημόσιο έλεγχο. Η κυβέρνηση θα πρέπει να γνωρίζει, ότι το ξεπούλημα του ΟΛΠ, δεν θα περάσει. Η σύσσωμη αντίσταση του λαού, θα τους ακυρώσει τα καταστροφικά σχέδιά τους. Το λιμάνι του Πειραιά ανήκει και θα μείνει στον λαό».

Μετά από όλα αυτά, διερωτάται κανείς:

Επιτέλους, τι απ’ όλα ισχύει. Αυτά που ο ΣΥΡΙΖΑ έλεγε πριν πάρει την εξουσία ή αυτά που λέει σήμερα;
Απάντηση: Προφανώς, ισχύουν όλα – ανάλογα με το πότε βρίσκονται στην αντιπολίτευση και πότε στην κυβέρνηση!

elzoni.gr