Επιστολή παρέμβασης προς τους Υπουργούς Αγροτικής Ανάπτυξης Κώστα Σκανδαλίδη και Υπουργό Οικονομικών Ευάγγελο Βενιζέλο απέστειλε ο Περιφερειάρχης Πελοποννήσου Πέτρος Τατούλης, σχετικά με τον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης στα κρασιά. Παρατίθεται το κείμενο της επιστολής.
Η επιβολή Ε.Φ.Κ. στο κρασί
Σ΄ αυτές τις εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες τις οποίες όλοι βιώνουμε, τα μοναδικά συγκριτικά πλεονεκτήματα της αγροτικής μας οικονομίας, φαίνεται ότι αποτελούν μια από τις λίγες επιλογές τις οποίες επιβάλλεται να αξιοποιήσουμε, αφού μπορούν να συμβάλουν αποτελεσματικά στην αντιμετώπιση των προβλημάτων της απασχόλησης και στην αύξηση του παραγόμενου πλούτου στη χώρα μας.
Ο οίνος, με την παραγωγή του οποίου απασχολούνται 200.000 οικογένειες αμπελουργών και οινοποιών, παρότι μεταποιημένο προϊόν, σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία, θεωρείται αυτούσιο αγροτικό προϊόν.
Αν επιβληθεί ο Ε.Φ.Κ., τότε εξομοιώνεται ένα αγροτικό προϊόν που χαρακτηρίζεται ως τρόφιμο σε πολλές χώρες της Ε.Ε. με τα ανταγωνιστικά προς αυτό οινοπνευματώδη ποτά, με αποτέλεσμα το καταναλωτικό κοινό να στραφεί στα σχετικά φθηνότερα οινοπνευματώδη.
Ήδη οι παραγόμενοι στην Ευρώπη οίνοι, άρα και το ελληνικό κρασί, δέχεται μεγάλη επίθεση από την αντιαλκοολική εκστρατεία που έχει υιοθετήσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκστρατεία σύμφωνα με την οποία δεν υπάρχει καμία διάκριση μεταξύ των οινοπνευματωδών ποτών και του οίνου.
Είναι γνωστό επίσης ότι εκτός από μια κατηγορία οινικών προϊόντων (άνω των 15% vol οινοπνεύματος) όπου επιβάλλεται και στην Ελλάδα Ε.Φ.Κ., η συντριπτική πλειοψηφία των οινοπαραγωγών Κρατών Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν επιβάλλει στους ήσυχους και αφρώδεις οίνους το συγκεκριμένο φόρο. Ειδικός φόρος κατανάλωσης (ΕΦΚ) για το κρασί υπάρχει μόνο σε μερικά βόρεια ευρωπαϊκά κράτη που δεν παράγουν κρασί.
Άλλωστε, σε καμία οινοπαραγωγό χώρα της Ευρώπης, ούτε καν στην Γερμανία, δεν υπάρχει ειδικός φόρος κατανάλωσης για το κρασί. Το ελληνικό κρασί έχει περάσει την τελευταία δεκαετία από 8% ΦΠΑ σε 23% ΦΠΑ κι οποιαδήποτε σκέψη για επιπλέον οικονομική επιβάρυνσή του, θα το έκανε απαγορευτικό στον Έλληνα καταναλωτή και θα ενίσχυε την ανεξέλεγκτη παραοικονομία που εμποδίζει τα ελληνικά οινοποιεία να δυναμώσουν και να κερδίσουν τις ξένες αγορές. Ταυτόχρονα, δε, θα οδηγήσει σε κατάρρευση της ελληνικής αμπελουργίας, πλήττοντας άμεσα την ελληνική περιφέρεια.
Σήμερα, εξαιτίας της οικονομικής κρίσης, παρατηρείται το φαινόμενο της συρρίκνωσης του αμπελουργικού εισοδήματος λόγω της κατάρρευσης των τιμών σταφυλιών τα τελευταία χρόνια. Επιπλέον, σε πολλές περιοχές της Ελλάδας, πολλοί αμπελουργοί δεν έχουν εισπράξει το αντίτιμο της εσοδείας δυο και τριών ετών.
Κάθε συνεπώς πολιτική που θα επιβαρύνει το τελικό προϊόν, θα πλήξει όχι μόνο τον καταναλωτή, αλλά κυρίως τον παραγωγικό ιστό του ελληνικού αμπελοοινικού τομέα. Θα επιδεινώσει ακόμα περισσότερο τη θέση των Eλλήνων παραγωγών, πλήττοντας άμεσα την ελληνική περιφέρεια, με συνέπεια την είσοδο του κλάδου σε μακρά περίοδο ύφεσης και αποτέλεσμα την περαιτέρω συρρίκνωσή του.
Και αυτό, σε μια περίοδο όπου γίνονται συντονισμένες προσπάθειες από τον κλάδο, προκειμένου να διεισδύσει το ελληνικό κρασί στις αγορές του εξωτερικού, με σημαντικό κριτήριο όχι μόνο την ποιότητά του (οίνοι ΠΟΠ, ΠΓΕ) αλλά και τις ανταγωνιστικές του τιμές. Η αύξηση της τιμής των οίνων θα πλήξει ανεπανόρθωτα, τις εξαγωγές σε σημαντικές αγορές (ΗΠΑ, Κίνα, Ρωσία, Γερμανία, κλπ.),
Ο Ε.Φ.Κ. θα επιβαρύνει τις οινοποιητικές επιχειρήσεις (συνεταιρισμούς και ιδιώτες) με υπερβάλλον διαχειριστικό κόστος, δημιουργώντας σε πολλές απ’ αυτές ακόμη και προβλήματα βιωσιμότητας.
Το γεγονός αυτό είναι αντίθετο με τις πολιτικές που πρέπει να υιοθετήσει η χώρα μας, πολιτικές που αφορούν την αύξηση παραγωγής αγροτικών προϊόντων και όχι τη μείωσή τους.
Και ο αμπελοοινικός τομέας, ένας κατ’ εξοχήν παραδοσιακός, παραγωγικός κλάδος, είναι ένα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα αυτής της ελπίδας. Οι μοναδικές ελληνικές ποικιλίες αμπέλου, η άριστη ποιότητα κρασιών, οι σοβαρές επενδύσεις που έγιναν, τόσο στους ελληνικούς αμπελώνες από τους Έλληνες αμπελουργούς, όσο και στη μεταποίηση από τους οινοποιούς και αποσταγματοποιούς ιδιώτες και συνεταιριστές, αποτελούν εχέγγυα για τη δυνατότητα της Ελλάδας να σταθεί επάξια στη διεθνή αγορά των οίνων ποιότητας.
Για όλους αυτούς τους λόγους, θεωρώ την πρόταση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου σε εντελώς αντιαναπτυξιακή κατεύθυνση και η τυχόν αποδοχή της θα έχει τεράστιες αρνητικές επιπτώσεις στον κλάδο και στο εισόδημα των αμπελουργών της Πελοποννήσου, αλλά και της χώρας μας.
Ο ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΡΧΗΣ
ΠΕΤΡΟΣ ΤΑΤΟΥΛΗΣ Κύριε Υπουργέ,