Αλλά στην ελληνική πολιτική επικαιρότητα κυριάρχησε η ευρεία κοινοβουλευτική πλειοψηφία με την οποία ψηφίστηκε χθες ο νόμος-πλαίσιο για την παιδεία και το διαρκές από το βήμα της Βουλής «λιβάνισμα» της υπουργού Άννας Διαμαντοπούλου.
Η Ελλάδα ζούσε άλλη μια «ιστορική στιγμή», το ΠΑΣΟΚ αποκτούσε νέο αυτάρεσκο δελφίνο γένους θηλυκού και στο υπουργικό συμβούλιο ο πρωθυπουργός αναφερόταν και πάλι στην ανάγκη για τήρηση των «σφιχτών χρονοδιαγραμμάτων» - που ως φαίνεται δεν μπορούν να τηρηθούν ούτε όταν πρόκειται για την ώρα έναρξης της συνεδρίασης του ίδιου του υπουργικού συμβουλίου.
Επιπλέον, παρά το τελευταίο φιάσκο με τις εγγυήσεις – και ενώ το θέμα βρίσκεται σε αδιέξοδο – ο κ. Παπανδρέου είπε κατά την εισήγησή του ότι η κυβέρνηση δεν σταμάτησε να αναλαμβάνει πρωτοβουλίες και να καταθέτει προτάσεις και βρήκε πως όλα όσα έχουν συμβεί δικαιώνουν τις θέσεις που η κυβέρνηση είχε από την αρχή της κρίσης, αναφερόμενος στην ανάγκη συντονισμένης απάντησης της ευρωζώνης και μεγαλύτερης εμβάθυνσης της λειτουργίας της Ε.Ε.
Την ίδια ώρα, η Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων, που υπάγεται στο υπουργείο των Οικονομικών, αναρτούσε στο διαδίκτυο τα αναλυτικά στοιχεία απόδοσης των 34 μεγαλυτέρων ΔΟΥ, από όπου προκύπτει πως τον περασμένο Ιούνιο εμφάνισαν σχεδόν μηδενικό έργο!
Μάθαμε έτσι πως στις 28 από αυτές τις εφορίες, κάθε υπάλληλος πραγματοποίησε κάτω από έναν έλεγχο και στις υπόλοιπες έξι οι έλεγχοι δεν ξεπέρασαν τους δύο, ενώ οι δώδεκα μεγαλύτερες εφορίες δεν έχουν ελέγξει ούτε μία υπόθεση!
Και το αναμενόμενο: Οι φορολογούμενοι αρνούνται να συμμορφωθούν σε τεράστια ποσοστά, γεγονός που αποδίδεται στην αδυναμία των πολιτών να ανταποκριθούν στις φορολογικές υποχρεώσεις τους.
Με λίγα λόγια, την ίδια ώρα του θριάμβου περί συναίνεσης και περί δικαίωσης των κυβερνητικών αποφάσεων, ερχόταν η έμπρακτη διάψευση όσον αφορά στην ορθότητα των κυβερνητικών πρωτοβουλιών.
Επιπλέον, αίσθηση προκαλεί και δημοσίευμα του Wall Street Journal, σύμφωνα με το οποίο η ευρωζώνη, μετά τις αντιδράσεις που προκάλεσε η παράδοξη συμφωνία του κ. Βενιζέλου με την Φινλανδία, επεξεργάζεται σχέδιο εμπράγματων εγγυήσεων, δηλαδή εγγυήσεων επί των ακινήτων περιουσιακών στοιχείων του κράτους – αυτό δηλαδή ακριβώς που προσπάθησε να αποφύγει για λόγους επικοινωνιακούς ο υπουργός των Οικονομικών.
Σύμφωνα με την εφημερίδα, στο ζήτημα έχει παρέμβει και το ΔΝΤ, που είδε να κινδυνεύει η θέση του ως «προτιμώμενου δανειστή», καθώς, ως γνωστόν, με βάση την απόφαση της 11ης Μαρτίου, σε περίπτωση αδυναμίας μιας χώρας να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της προς τους δανειστές της, πρώτο αποπληρώνεται το Ταμείο, μετά οι χώρες της ΕΕ και τελευταίοι οι ιδιώτες.
Με το σύστημα, όμως, που είχαν συμφωνήσει Ελλάδα και Φινλανδία, αυτό το καθεστώς ετίθετο εν κινδύνω, αφού η χώρα μας θα προπλήρωνε το δάνειο προς τον δανειστή και επομένως εκ των πραγμάτων αυτός (η Φινλανδία εν προκειμένω), εμφανιζόταν εξασφαλισμένη εκ των προτέρων.
Μάλιστα, η εφημερίδα αναφέρει πως κατ’ αρχήν συζητήθηκε το ενδεχόμενο εγγυήσεων σε μετρητά και χρυσό, αλλά τώρα προσανατολίζονται και σε συγκεκριμένα περιουσιακά στοιχεία, όπως είναι οι κρατικές επιχειρήσεις ή η ακίνητη περιουσία του Δημοσίου.
Το σχέδιο πάντως, φαίνεται να προσκρούει στο γεγονός ότι όλα αυτά τα περιουσιακά στοιχεία και οι κρατικές επιχειρήσεις υποτίθεται ότι έχουν μπει στο «καλάθι» των αποκρατικοποιήσεων και, αν έμπαιναν ως εγγύηση, δεν θα μπορούσαν πλέον να αποκρατικοποιηθούν.
Στο μέτωπο της Φινλανδίας, ο πρωθυπουργός Κατάινεν δήλωσε πως το Ελσίνκι συνεχίζει τις διαπραγματεύσεις σχετικά με την παροχή εγγυήσεων για το δεύτερο δάνειο προς την Ελλάδα, υπογραμμίζοντας πάντως ότι η χώρα του δεν επιθυμεί να βλάψει άλλα μέλη της ευρωζώνης ή το ευρώ με το αίτημά της για εγγυήσεις.
Στο αυστριακό μέτωπο, η υπουργός των Οικονομικών Μαρία Φέκτερ επανέλαβε την αντίθεση της χώρας της σε μεμονωμένες διμερείς συμφωνίες για εγγυήσεις από την Ελλάδα και ζήτησε να υπάρξει απόφαση της ΕΕ για το ζήτημα.
Όπως μετέδωσε το αυστριακό πρακτορείο ειδήσεων APA, η κ. Φέκτερ ζήτησε είτε όλες οι χώρες να παραιτηθούν από τα αιτήματά τους για εγγυήσεις, είτε αυτές οι πρόσθετες εγγυήσεις να δοθούν σε όλες τις μικρές χώρες μέλη της ευρωζώνης.
Όσο για την Γερμανίδα καγκελάριο απέρριψε και αυτή την «συμφωνία» Ελλάδας – Φινλανδίας, προβαίνοντας παράλληλα χθες και σε νέα δήλωση απόρριψης του ενδεχομένου έκδοσης ευρωομολόγου, καθώς, όπως είπε μιλώντας στο γερμανικό κοινοβούλιο, ενθυμούμενη το ανατολικογερμανικό παρελθόν της, κάτι τέτοιο θα οδηγούσε σε «κολεκτιβοποίηση του χρέους στην ευρωζώνη».
elzoni.gr