Δευτέρα 2 Μαΐου 2011

Μνημόσυνο στον Σάντα: Να τους ρεζιλέψουμε μέχρι να πέσουν τα spread

Γράφει η Σοφία Βούλτεψη
 
Και ξαφνικά, εκεί που το Έθνος σέρνει το βήμα του πάνω σε ερείπια, με την ψυχή πλημμυρισμένη από αισθήματα οργής και το μυαλό καρφωμένο σε εγκλήματα χωρίς τιμωρία, συμβαίνει κάτι.

Κοντοστέκεται το Έθνος για μια στιγμή, σηκώνει το κεφάλι από τον βούρκο. Ανακαλύπτει, για λίγο, πόσο κοντή είναι η μνήμη του. Πόσο ξεχάστηκε στις θλιβερές περιπλανήσεις του σε δρόμους που δεν του άξιζαν, σε λουστραρισμένα ψέματα και ανοίκειες επιθυμίες.

Α, ναι, λέει το παραζαλισμένο Έθνος. Συνέβη κι’ αυτό. Αλλά ήταν πριν από πολλά – πολλά χρόνια. Για πότε πέρασαν κιόλας εβδομήντα ολάκερα χρόνια; Και, κυρίως, πώς πέρασαν εβδομήντα ολόκληρα χρόνια;

Μια τέτοια στιγμή, μια στιγμή μονάχα, ήταν και εκείνη που στ’ αυτιά του Έθνους έφθασε το άγγελμα του θανάτου του Απόστολου (Λάκη) Σάντα. Έφτασε μαζί με την σπασμένη φωνή του Μανώλη Γλέζου από την τηλεόραση.

Α, ναι, λέει (από μέσα του) το Έθνος. Δεν έχουμε μόνο άκαπνους, που καυγαδίζουν για τις μίζες. Δεν έχουμε μόνο ασυνείδητους που μας έριξαν στου κακού τη σκάλα. Δεν έχουμε μόνο ανίκανους και επαγγελματίες του ψεύδους και της προδοσίας.

Δεν έχουμε μόνο οσφυοκάμπτες και δουλοπρεπείς, που δεν τόλμησαν ποτέ να διεκδικήσουν τις αποζημιώσεις για τα ναζιστικά εγκλήματα, γιατί προτίμησαν να διεκδικήσουν τις γερμανικές μίζες.

Δεν έχουμε μόνο αυτούς που προσπαθούν τώρα να κρύψουν τις μίζες και τις λεόντειες συμφωνίες με τις πανίσχυρες γερμανικές εταιρίες (Siemens, Ferrostaal, HDW, MAN), μίζες που στάζουν αίμα – το αίμα των προγόνων που αγωνίστηκαν, πολέμησαν στα βουνά, σφαγιάστηκαν στις μαρτυρικές μας πόλεις, μαρτύρησαν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, ανεβοκατέβηκαν φορτωμένοι κοτρώνες τις ακανόνιστες σκάλες του Μαουτχάουζεν.

Δεν έχουμε μόνο τους δοσίλογους, τους φίλους της οικογένειας Χριστοφοράκου, τους μαυραγορίτες που αποτέλεσαν μετά το πολιτικό σύστημα της χώρας, τους συνεργάτες των Γερμανών που έφθασαν σε ανώτατα αξιώματα.

Δεν έχουμε μόνο αυτούς που έντρομοι και άβουλοι παρακολουθούν τα spread (έναντι των γερμανικών, βεβαίως bunds) να εκτοξεύονται.

Δεν έχουμε μόνο αυτούς που εκλιπαρούν τους απογόνους των σφαγέων μας (εκ δυσμών και εξ ανατολών) για ένα ακόμη αιματοβαμμένο δάνειο, για λίγη ακόμη ελληνοτουρκική φιλία.

Α, ναι, λέει το αυτιασμένο Έθνος. Έχουμε και τους άλλους. Κάθε χρόνο που περνά, ο κατάλογος μικραίνει. Φτωχαίνει το Έθνος, το αληθινό Έθνος, το Έθνος που δεν έχει βρώμικους λογαριασμούς στην Ελβετία.

Φεύγουν ένας-ένας και κονταίνει ο κατάλογος. Ο κατάλογος των 66, που τον Δεκέμβριο του 2009, υπέγραψαν την οργισμένη επιστολή προς τον Γερμανό υπουργό των Οικονομικών Σόιμπλε, απαντώντας στις απαξιωτικές για την πατρίδα μας δηλώσεις του.

Α, ναι, λέει τώρα το Έθνος, καθώς παρακολουθεί στην τηλεόραση ένα ακόμη επεισόδιο περί «νονών» και «παλιανθρώπων». Έχουμε τον Γλέζο και είχαμε τον Σάντα, που εκείνη τη νύχτα της 30ής προς 31η Μαΐου του 1941 δεν άντεξαν να βλέπουν την σημαία με τον αγκυλωτό σταυρό να κυματίζει στον Ιερό Βράχο.

Την κατέβασαν! Καμιά πράξη αντίστασης δεν γνώρισε μεγαλύτερη απήχηση σ’ όλον τον κόσμο. Ποτέ κανείς δεν έκανε κάτι πιο ηρωικό.

Και μόνο αυτή η πράξη ήταν αρκετή για να μας κρατά δεσμευμένους, προσηλωμένους, πρότυπα και παραδείγματα για όλον τον κόσμο.

Και μόνο γι’ αυτήν την πράξη – ούτε για τις μίζες, ούτε για τις άθλιες συναλλαγές, ούτε για την απίστευτη ανικανότητα και αδιαφορία – αξίζει να τιμωρηθούν παραδειγματικά όλοι όσοι με πράξεις και παραλείψεις έριξαν την Ελλάδα στον σημερινό βούρκο. 

Επειδή δεν στάθηκαν αντάξιοι του Σάντα, του Γλέζου και των άλλων. Όλων αυτών που έζησαν με έναν μισθό και μια σύνταξη – χωρίς ποτέ να ζητήσουν τίποτε ως αντάλλαγμα για την γενναιότητά τους που με ανιδιοτέλεια πρόσφεραν στην πατρίδα.

Επειδή εξευτέλισαν – οι ευτελείς – εκείνον τον αγώνα. Και η Ελλάδα δεν μπορεί πια να διεκδικήσει τίποτε. Γεμίζουν τις σελίδες τους οι γερμανικές εφημερίδες, κραυγάζουν τα πρακτορεία και τα ινστιτούτα, βρυχάται ο οικονομικός σύμβουλος της Μέρκελ: Είστε χρεοκοπημένοι, αναδιαρθρωθείτε τώρα!

Και δεν βρίσκεται κανείς, δεν τολμά κανείς από αυτούς που μας οδήγησαν στην εθνική προδοσία ενός χρέους 340 δις ευρώ, να τους φωνάξει κατάμουτρα «είχαμε τον Σάντα και τους άλλους, έχουμε τον Γλέζο και τους άλλους»!

Ξέρουν καλά πως θα τους απαντήσουν: «Είχατε. Γιατί τώρα έχετε μόνο το χρέος και τις μίζες μας, σε ελβετικούς λογαριασμούς».

Δεν υπάρχει λύση. Δηλαδή, υπάρχει. Αλλά στ’ αυτιά ενός παραδομένου και προδομένου Έθνους ακούγεται (κι’ αυτή) ουτοπική: Να σηκωθούν να φύγουν όλοι οι στιγματισμένοι – γιατί τα κλεμμένα δεν πρόκειται να γυρίσουν ποτέ πίσω.

 Και όταν ξεκαθαρίσει η ήρα απ’ το στάρι, όσοι απομείνουν να στείλουν το μήνυμα στη Γερμανία που εκμαύλισε ένα ολόκληρο πολιτικό σύστημα και πήρε έτσι την εκδίκησή της για την προσβολή εκείνης της μαγιάτικης νύχτας στην Ακρόπολη: Δεν έχουμε πια τίποτε να χάσουμε, ήδη αρχίσατε να μας αγοράζετε φτηνά. Θα σας πάρουμε μαζί μας.

Έχουμε (ό,τι περίσσεψε από τους κλέφτες) λίγα ακόμη χρήματα, αρκετά όμως για να γεμίσουμε τον κόσμο – εφημερίδες, τηλεοράσεις, ραδιόφωνα, διαδίκτυο, αφίσες στους δρόμους  - με εικόνες από τα εγκλήματα, για τα οποία δεν πληρώσατε ποτέ.

Θα γίνουμε ο σύγχρονος εφιάλτης σας. Θα θυμίσουμε στον κόσμο τι έκαναν οι πατεράδες και οι παππούδες σας. Ξεφορτωθήκαμε τα φιλαράκια σας τους μιζαδόρους. Αυτούς που σας προπλήρωναν για υποβρύχια που γέρνουν και τρένα που δεν χωρούν στις ράγες.

Μείναμε μόνοι μας. Εμείς, οι απόγονοι αυτών που σας πολέμησαν θα σας πολεμήσουμε ξανά. Αυτή θα είναι τώρα η τουριστική καμπάνια μας: Εικόνες από τις σφαγές σας και η φράση «Επισκεφθείτε την Ελλάδα που αψήφησε την σβάστικα».

Αυτό θα κάνουμε. Θα σας ρεζιλέψουμε μέχρι να κατεβάσετε τα spread. Άλλο μνημόσυνο για τον Σάντα και τους άλλους, δεν υπάρχει. Θα είναι αυτή η τελευταία προσφορά τους στην πατρίδα…

ελεύθερη ζώνη