Η Βουλευτής κα. Κατερίνα Φαρμάκη μίλησε στη σημερινή συνεδρίαση της Διαρκούς Επιτροπής Παραγωγής και Εμπορίου της Βουλής, σχετικά με τη δημιουργία Μητρώου Εμπόρων Αγροτικών Προϊόντων. Τα βασικά σημεία της ομιλίας της είναι τα εξής:
«Η χρησιμότητα της ύπαρξης ενός ενιαίου μητρώου εμπόρων αγροτικών προϊόντων, είναι λίγο έως πολύ αυτονόητη. Ιδίως αν καταφέρουμε μέσα από αυτόν τον μηχανισμό να περιορίσουμε μια πολύ μεγάλη αδικία που συντελείται τα τελευταία χρόνια, και που λαμβάνει χώρα σ’ όλη την ελληνική περιφέρεια. Μια αδικία που αφορά τα δύο άκρα της αλυσίδας πώλησης αγροτικών προϊόντων. .»
Κατερίνα Φαρμάκη – Γκέκη
Βουλευτής ΠΑΣΟΚ Ν.Κορινθίας
Από τη μία ο παραγωγός όντας υποχρεωμένος να καλλιεργήσει μ’ ένα υψηλό κόστος παραγωγής και ανίσχυρος να διακινήσει μόνος του το προϊόν του, αναγκάζεται να διαθέτει τη παραγωγή του κάτω από δυσμενείς για τον ίδιο συνθήκες. Από την άλλη ο καταναλωτής αγοράζει τα συγκεκριμένα προϊόντα σε πολύ υψηλές τιμές, πράγμα που συμβάλλει στην αύξηση του κόστους διαβίωσης και τον πληθωρισμό.
Με τη δημιουργία του Ενιαίου Μητρώου Εμπόρων Αγροτικών Προϊόντων, γίνεται μια πολύ σημαντική προσπάθεια, ώστε να υπάρξει ο απαιτούμενος έλεγχος των μεσαζόντων σε πολλαπλό επίπεδο. Κατ’ αρχάς θα ελέγχεται η προέλευση και η διακίνηση του προϊόντος, ενώ παράλληλα θα αξιολογείται και η αξιοπιστία του συγκεκριμένου φυσικού ή νομικού προσώπου, έναντι των παραγωγών. Επιπρόσθετα και σε συνδυασμό με την ανασυγκρότηση του Παρατηρητηρίου Τιμών Αγροτικών Προϊόντων, θα ελέγχεται σε κάθε στάδιο η τιμή του προϊόντος προκειμένου να υπάρξουν απτά αποτελέσματα τόσο για τον παραγωγό -του οποίου τα περιθώρια κέρδους θα αυξηθούν- όσο και για τον καταναλωτή -που θα αγοράζει σε χαμηλότερες τιμές-. Ο παραγωγός πρέπει στην όλη διαδικασία να έχει ισχυρή θέση και ρόλο και όχι να αποτελεί αντικείμενο εκμετάλλευσης.
Θα ήθελα στο σημείο αυτό να προχωρήσω σε ορισμένες ειδικότερες παρατηρήσεις. Συνδέεται η εγγυητική επιστολή με την οικονομική κατάσταση του εμπόρου. Τι ακριβώς λογίζεται όμως ως οικονομική κατάσταση του κάθε εμπόρου, δεδομένου ότι πολλές φορές ένας έμπορος μπορεί να διακινεί μεγάλες ποσότητες αγροτικών προϊόντων και παράλληλα να εμφανίζει ζημίες; Θα ήταν φρόνιμο το ποσό της εγγυητικής επιστολής να είναι ανάλογο της ποσότητας που διακινείται.
Τα άρθρα 4 και 6 δημιουργούν ένα εύλογο ερώτημα. Ενώ στο άρθρο 6 παρ. 3 αναφέρεται ότι ο αγρότης μπορεί να αναζητήσει την εγγυητική επιστολή σε περίπτωση χρέους του μεσάζοντα προς τον αγρότη, στο άρθρο 4 προβλέπεται η δυνατότητα μη καταβολής της σχετικής επιστολής αν ο έμπορος αγροτικών προϊόντων έχει ιδιόκτητες ή μισθωμένες εγκαταστάσεις. Σ’ αυτήν την περίπτωση ο παραγωγός πως θα αποζημιωθεί; Αν οι εγκαταστάσεις είναι μισθωμένες τότε υπάρχει περίπτωση ο παραγωγός να μην μπορεί να αποζημιωθεί. Αν πάλι οι εγκαταστάσεις είναι ιδιόκτητες τότε η όλη διαδικασία αποζημίωσης μπορεί να είναι πολύ χρονοβόρος και ως εκ τούτου επιζήμια για τον παραγωγό.
Σαν γενική παρατήρηση, θέλω να επισημάνω, ότι δεν γίνεται αναλυτική αναφορά στο Παρατηρητήριο Τιμών, ως προς τον τρόπο λειτουργίας και ανασυγκρότησης, ώστε να υπάρχει επαρκής έλεγχος των τιμών των προϊόντων. Στο Σχέδιο νόμου που συζητάμε γίνεται μόνο μια απλή αναφορά στο άρθρο 7 η οποία απλά προβλέπει τη σύνδεση του Παρατηρητηρίου Τιμών και του Μητρώου Εμπόρων.
Πιστεύω πραγματικά ότι από τότε που είμαστε κυβέρνηση, έχουμε προσπαθήσει με συγκεκριμένα νομοσχέδια, όπως είναι το νέο θεσμικό πλαίσιο του ΕΛΓΑ και το Μητρώο Αγροτών, να βοηθήσουμε τον αγροτικό τομέα. Ήδη το επόμενο διάστημα θα συζητήσουμε για τους αγροτικούς συνεταιρισμούς, αλλά και για τις τιμές των αγροτικών φαρμάκων. Και το συγκεκριμένο νομοσχέδιο αποτελεί ένα επιπλέον βήμα από τα πολλά βήματα που πρέπει να γίνουν στον αγροτικό τομέα.
Βασική μέριμνα πρέπει να αποτελέσει η δημιουργία ενός ολοκληρωμένου πλέγματος πολιτικών όχι μόνο για την προστασία του αγρότη-παραγωγού, αλλά για την ίδια την προστασία του επαγγέλματος προκειμένου να αποτελέσει πόλο έλξης και για τους νέους ανθρώπους
«Η χρησιμότητα της ύπαρξης ενός ενιαίου μητρώου εμπόρων αγροτικών προϊόντων, είναι λίγο έως πολύ αυτονόητη. Ιδίως αν καταφέρουμε μέσα από αυτόν τον μηχανισμό να περιορίσουμε μια πολύ μεγάλη αδικία που συντελείται τα τελευταία χρόνια, και που λαμβάνει χώρα σ’ όλη την ελληνική περιφέρεια. Μια αδικία που αφορά τα δύο άκρα της αλυσίδας πώλησης αγροτικών προϊόντων. .»
Κατερίνα Φαρμάκη – Γκέκη
Βουλευτής ΠΑΣΟΚ Ν.Κορινθίας
Από τη μία ο παραγωγός όντας υποχρεωμένος να καλλιεργήσει μ’ ένα υψηλό κόστος παραγωγής και ανίσχυρος να διακινήσει μόνος του το προϊόν του, αναγκάζεται να διαθέτει τη παραγωγή του κάτω από δυσμενείς για τον ίδιο συνθήκες. Από την άλλη ο καταναλωτής αγοράζει τα συγκεκριμένα προϊόντα σε πολύ υψηλές τιμές, πράγμα που συμβάλλει στην αύξηση του κόστους διαβίωσης και τον πληθωρισμό.
Με τη δημιουργία του Ενιαίου Μητρώου Εμπόρων Αγροτικών Προϊόντων, γίνεται μια πολύ σημαντική προσπάθεια, ώστε να υπάρξει ο απαιτούμενος έλεγχος των μεσαζόντων σε πολλαπλό επίπεδο. Κατ’ αρχάς θα ελέγχεται η προέλευση και η διακίνηση του προϊόντος, ενώ παράλληλα θα αξιολογείται και η αξιοπιστία του συγκεκριμένου φυσικού ή νομικού προσώπου, έναντι των παραγωγών. Επιπρόσθετα και σε συνδυασμό με την ανασυγκρότηση του Παρατηρητηρίου Τιμών Αγροτικών Προϊόντων, θα ελέγχεται σε κάθε στάδιο η τιμή του προϊόντος προκειμένου να υπάρξουν απτά αποτελέσματα τόσο για τον παραγωγό -του οποίου τα περιθώρια κέρδους θα αυξηθούν- όσο και για τον καταναλωτή -που θα αγοράζει σε χαμηλότερες τιμές-. Ο παραγωγός πρέπει στην όλη διαδικασία να έχει ισχυρή θέση και ρόλο και όχι να αποτελεί αντικείμενο εκμετάλλευσης.
Θα ήθελα στο σημείο αυτό να προχωρήσω σε ορισμένες ειδικότερες παρατηρήσεις. Συνδέεται η εγγυητική επιστολή με την οικονομική κατάσταση του εμπόρου. Τι ακριβώς λογίζεται όμως ως οικονομική κατάσταση του κάθε εμπόρου, δεδομένου ότι πολλές φορές ένας έμπορος μπορεί να διακινεί μεγάλες ποσότητες αγροτικών προϊόντων και παράλληλα να εμφανίζει ζημίες; Θα ήταν φρόνιμο το ποσό της εγγυητικής επιστολής να είναι ανάλογο της ποσότητας που διακινείται.
Τα άρθρα 4 και 6 δημιουργούν ένα εύλογο ερώτημα. Ενώ στο άρθρο 6 παρ. 3 αναφέρεται ότι ο αγρότης μπορεί να αναζητήσει την εγγυητική επιστολή σε περίπτωση χρέους του μεσάζοντα προς τον αγρότη, στο άρθρο 4 προβλέπεται η δυνατότητα μη καταβολής της σχετικής επιστολής αν ο έμπορος αγροτικών προϊόντων έχει ιδιόκτητες ή μισθωμένες εγκαταστάσεις. Σ’ αυτήν την περίπτωση ο παραγωγός πως θα αποζημιωθεί; Αν οι εγκαταστάσεις είναι μισθωμένες τότε υπάρχει περίπτωση ο παραγωγός να μην μπορεί να αποζημιωθεί. Αν πάλι οι εγκαταστάσεις είναι ιδιόκτητες τότε η όλη διαδικασία αποζημίωσης μπορεί να είναι πολύ χρονοβόρος και ως εκ τούτου επιζήμια για τον παραγωγό.
Σαν γενική παρατήρηση, θέλω να επισημάνω, ότι δεν γίνεται αναλυτική αναφορά στο Παρατηρητήριο Τιμών, ως προς τον τρόπο λειτουργίας και ανασυγκρότησης, ώστε να υπάρχει επαρκής έλεγχος των τιμών των προϊόντων. Στο Σχέδιο νόμου που συζητάμε γίνεται μόνο μια απλή αναφορά στο άρθρο 7 η οποία απλά προβλέπει τη σύνδεση του Παρατηρητηρίου Τιμών και του Μητρώου Εμπόρων.
Πιστεύω πραγματικά ότι από τότε που είμαστε κυβέρνηση, έχουμε προσπαθήσει με συγκεκριμένα νομοσχέδια, όπως είναι το νέο θεσμικό πλαίσιο του ΕΛΓΑ και το Μητρώο Αγροτών, να βοηθήσουμε τον αγροτικό τομέα. Ήδη το επόμενο διάστημα θα συζητήσουμε για τους αγροτικούς συνεταιρισμούς, αλλά και για τις τιμές των αγροτικών φαρμάκων. Και το συγκεκριμένο νομοσχέδιο αποτελεί ένα επιπλέον βήμα από τα πολλά βήματα που πρέπει να γίνουν στον αγροτικό τομέα.
Βασική μέριμνα πρέπει να αποτελέσει η δημιουργία ενός ολοκληρωμένου πλέγματος πολιτικών όχι μόνο για την προστασία του αγρότη-παραγωγού, αλλά για την ίδια την προστασία του επαγγέλματος προκειμένου να αποτελέσει πόλο έλξης και για τους νέους ανθρώπους