ΜΙΑ μικρή, αλλά άκρως ενδιαφέρουσα είδηση μεταδόθηκε χθες από τις Βρυξέλλες. Σύμφωνα με τις πρώτες εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Υπηρεσίας, το πραγματικό εισόδημα των αγροτών στην Ελλάδα μειώθηκε φέτος κατά 4,3% σε σύγκριση με το 2009.
ΕΙΝΑΙ η μεγαλύτερη μείωση μεταξύ των χωρών της ευρωζώνης και η δεύτερη μεγαλύτερη στο σύνολο της Ευρωπαϊκής Ενωσης (μας ξεπερνούν σε κακή επίδοση η Ρουμανία και η Μεγάλη Βρετανία, που είχαν διπλάσια μείωση). ΜΟΝΟ έξι κοινοτικές χώρες, φυσικά και η Ελλάδα, είχαν μείωση αγροτικού εισοδήματος το 2010. Οι άλλες 21 πέτυχαν σημαντική αύξηση, ορισμένες δε της κεντρικής και της βόρειας Ευρώπης, εντυπωσιακή. Για παράδειγμα, η πλούσια Δανία 55%, η χειμαζόμενη, κατά τα άλλα, Ιρλανδία 39%, η Γαλλία 32%.
ΤΑ στοιχεία αυτά για την Ελλάδα αποκτούν πρόσθετο ενδιαφέρον για δύο λόγους. Ο πρώτος είναι συγκυριακός. Την ώρα που η χώρα βρίσκεται μέσα στη δίνη της οικονομικής κρίσης και αναζητεί εστίες ανάπτυξης και αύξησης του εισοδήματος, άλλος ένας μεγάλος τομέας της οικονομίας της υποχωρεί. Και δεν μπορεί να αποτελεί δικαιολογία -φυσικά, ούτε «παρηγοριά»- το γεγονός ότι και σχεδόν όλοι οι άλλοι εμφανίζουν την ίδια εικόνα. Διότι υπάρχει και η άλλη πλευρά. Ενας προνομιακός τομέας παραγωγής -έτσι θα έπρεπε να είναι ο αγροτικός σε έναν γενικά «ευλογημένο» τόπο- θα μπορούσε να αποτελεί όαση ανάπτυξης μέσα στη γενικότερη καθίζηση όλων των άλλων.
Ο ΔΕΥΤΕΡΟΣ λόγος, για τον οποίο τα στοιχεία αυτά χτυπάνε καμπανάκι κινδύνου, είναι περισσότερο σοβαρός. Το 2013 είναι η τελευταία χρονιά καταβολής των επιδοτήσεων της Ευρωπαϊκής Ενωσης προς τους αγρότες, τουλάχιστον με τη μορφή που τις γνωρίζαμε μέχρι τώρα. Αυτό σημαίνει ότι οι Ελληνες αγρότες θα κληθούν να ζήσουν βασιζόμενοι περισσότερο στις δικές τους δυνάμεις και λιγότερο -ή και καθόλου- στα κοινοτικά πακέτα, τα οποία επί τρεις και πλέον δεκαετίες διατέθηκαν στην ελληνική ύπαιθρο.
ΕΙΝΑΙ κοινό μυστικό ότι οι επιδοτήσεις αυτές διοχετεύθηκαν κυρίως στην κατανάλωση και λιγότερο στη βελτίωση των συνθηκών παραγωγής και διάθεσης των αγροτικών προϊόντων. Φυσικά, η ευθύνη βαραίνει, κυρίως, τις κυβερνήσεις αυτής της περιόδου, οι οποίες δεν μπόρεσαν ή δεν θέλησαν να χαράξουν μακροπρόθεσμη στρατηγική ανάπτυξης του αγροτικού τομέα της ελληνικής οικονομίας, εκμεταλλευόμενες και τα κοινοτικά δισεκατομμύρια που εισέρρευσαν στα εθνικά ταμεία.
ΟΜΩΣ, δεν είναι άμοιρη ευθυνών και η ηγεσία του αγροτικού κόσμου (των συνδικαλιστικών οργανώσεων, των συνεταιρισμών), που δεν θέλησαν ή δεν μπόρεσαν να ρυμουλκήσουν τις κυβερνήσεις προς τη μόνη σωστή πολιτική: την ανάπτυξη του αγροτικού τομέα πάνω σε σύγχρονες και υγιείς βάσεις.
ΤΩΡΑ υπάρχουν μπροστά τρία χρόνια, μέσα στα οποία πρέπει να χαραχθεί και να υλοποιηθεί αυτή η πολιτική. Ωστε οι Ελληνες αγρότες να μπορέσουν να ζήσουν αξιοπρεπώς και να μην αρχίσουν να πυκνώνουν τις τάξεις των ανέργων στις πόλεις.
ΠΗΓΗ : Ελευθεροτυπία