Δημήτρης Καφαντάρης, Α’ Αντιπρόεδρος ΚΕΔΕ – Δημάρχος Πύλου – Νέστορος
Τις τελευταίες μέρες η τοπική αυτοδιοίκηση βρέθηκε στο επίκεντρο της επικαιρότητας και οι αντιδράσεις της σχολιάστηκαν ποικιλοτρόπως από κυβερνητικούς παράγοντες και άλλους φορείς εξουσίας, αναφορικά με την πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου της κυβέρνησης για την μεταφορά διαθέσιμων μεταξύ άλλων και των ΟΤΑ προς επένδυση στην Τράπεζα της Ελλάδος.
Oύτε οι δήμοι αλλά ούτε οι περιφέρειες ρωτήθηκαν ποτέ για την ύπαρξη ενός τέτοιο ενδεχομένου και την υλοποίηση τελικά μιας τέτοιας απόφασης, που έπρεπε de facto να την αποδεχθούν ως “ύψιστο πατριωτικό καθήκον”. Οι δήμοι κλήθηκαν την ύστατη στιγμή “ να βάλουν πλάτη” σε κάτι για το οποίο κανείς δεν τους ενημέρωσε, και δη σε μια χρονική στιγμή που τα οικονομικά προβλήματα της τοπικής αυτοδιοίκησης έχουν οξυνθεί στο μη περαιτέρω.
Επί της ουσίας της κυβερνητικής απόφασης, είναι γεγονός ότι η καταφυγή σε μέτρα ύστατης ανάγκης, όπως είναι η δέσμευση των διαθεσίμων φορέων της γενικής κυβέρνησης αποτελεί το τελευταίο βήμα πριν από την εκδήλωση εξαιρετικά δυσμενών εξελίξεων στον τομέα της ρευστότητας, κάτι που προφανώς επηρεάζει και την τοπική αυτοδιοίκηση, ενώ στο εξωτερικό μεταφράζεται ως μια κίνηση απελπισίας.
Η αγωνία όλων μας για την υλοποίηση των έργων που βρίσκονται σε εξέλιξη ή έχουν συμπεριληφθεί στο πρόγραμμα μας είναι διάχυτος. Η δέσμευση των ταμειακών διαθεσίμων θίγει την οικονομική και διοικητική αυτοτέλεια των Δήμων μας, αλλά και τον αναπτυξιακό ρόλο της Τοπικής Αυτοδιοίκησης δεδομένου ότι η χρηματοπιστωτική κρίση και η ύφεση έχουν δημιουργήσει ιδιαίτερα προβλήματα στον παραγωγικό και τον κοινωνικό ιστό της χώρας μας. Η Κεντρική Δημόσια Διοίκηση δεν μπορεί μόνη της να αντιμετωπίσει τα προβλήματα που έχουν δημιουργηθεί. Απαιτείται η ουσιαστική συμμετοχή της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, που μπορεί να αποτελέσει αναπτυξιακό μοχλό και μέσο εξόδου από την κρίση.
Την ώρα που σε ολόκληρη την Ευρώπη η εξουσία της δημόσιας διοίκησης αποκεντρώνεται μέσω του “σπάσιμου του κράτους” σε μικρότερα κομμάτια για την διάχυση της, στη χώρα μας αυτή συνεχίζει να συγκεντρώνεται στην κεντρική διοίκηση και δη σε λίγα υπουργεία. Συμπεριφέρονται στους δήμους σαν να αποτελούν υπηρεσίες του Υπουργείου Εσωτερικών και δεν αναγνωρίζουν ότι έχουν τα ίδια δικαιώματα με την εκλεγμένη και νομιμοποιημένη εξουσία.
Πολλές φορές η εξουσία που δίνει ο κόσμος στην αιρετή αυτοδιοίκηση είναι ευρεία και κυμαίνεται από 55 έως 65% και για αυτό έχει καθήκον να μην αυτο-υπονομεύεται.
Όσοι λοιπόν συζητούν για την αυτοδιοίκηση και θέλουν να βάλουν χέρι στα κονδύλια της να μην ξεχνούν και κάτι άλλο πολύ ουσιαστικό. Το γεγονός ότι η τοπική αυτοδιοίκηση μπορεί να παρεμβαίνει ουσιαστικότερα από κάθε άλλον στα σημαντικά ,είτε πρόκειται για φυσικές καταστροφές, όπως στις πρόσφατες πλημμύρες, είτε σε μείζονα προβλήματα καθημερινότητας ,όπως είναι η μεταφορά μαθητών σε απομακρυσμένες περιοχές, η σίτιση άστεγων και ανήμπορων συμπολιτών μας, αλλά και η μέγιστη συμβολή της σε ένα πρόβλημα που έχει πάρει εκρηκτικές διαστάσεις τον τελευταίο μήνα, όπως είναι το μεταναστευτικό.
“ Θέλουμε να βοηθήσουμε την πατρίδα, αλλά πρέπει να ξέρουμε αν υπάρχει σχέδιο” , “ στις κόκκινες γραμμές που βάζει η κυβέρνηση πρέπει να συνυπολογίσει και τις κόκκινες γραμμές στο αυτοδιοίκητο”.