Του Βασίλη Μπαλάφα
Για πολλά χρόνια στην Ελλάδα συζητούσαμε για το φαινόμενο της αστυφιλίας, για την Ελληνική επαρχία που σταδιακά αποψιλωνόταν από νέους ανθρώπους, για ένα εσωτερικό «μεταναστευτικό» κύμα ανθρώπων που κινούνταν προς τα δύο – τρία μεγάλα αστικά κέντρα της χώρας αναζητώντας δουλειά και καλύτερη τύχη, εγκαταλείποντας τις πατρογονικές εστίες, δημιουργώντας χωριά – φαντάσματα σε ολόκληρη την Ελλάδα.
Αρκετά πριν το ξέσπασμα της μεγάλης οικονομικής κρίσης σε παγκόσμιο και εθνικό επίπεδο, είχαν αρχίσει να διαφαίνονται σημάδια αντιστροφής αυτού του κλίματος.
Η αγορά εργασίας από τις αρχές του 2000, στα μεγάλα αστικά κέντρα, είχε κορεστεί, ειδικά σε θέσεις εργασίας πτυχιούχων που προέρχονταν από τις λεγόμενες Σχολές «υψηλής ζήτησης». Ταυτόχρονα, είχαν διαφανεί και τα πρώτα σημάδια «ζουγκλοποίησης» στους χώρους δουλειάς με τους περισσότερους εργοδότες σχεδόν να «διαφημίζουν» το ότι προσέφεραν τον βασικό μισθό και ασφάλιση στο ΙΚΑ, δηλαδή τις στοιχειώδεις υποχρεώσεις τους. Γνωστές ήταν επίσης και οι σιωπηρές είτε «ατομικές» συμβάσεις με χαμηλότερους μισθούς, είτε οι επίσης σιωπηρές συμβάσεις «οικειοθελούς» υποβάθμισης του εργαζομένου σε «υπάλληλο γραφείου» προκειμένου να δουλεύει μεν σε θέση των τυπικών (συνήθως υψηλών) προσόντων του, αλλά να αμείβεται ουσιαστικά ως «γραμματειακή υποστήριξη».
Κάπως έτσι είδαμε σε χωριά εγκαταλειμμένα όπως η Ελάτη, στην Αρκαδία, να εμφανίζεται και πάλι κινητικότητα, μισογκρεμισμένα σπίτια να ανακαινίζονται και τους πρώτους νέους να επιστρέφουν στους τόπους τους με διαψευσμένο το «όνειρο των Αθηνών». Δεν ήταν πολλοί, ήταν αρκετοί όμως για να αναδειχθεί η επιστροφή ως διέξοδος αν τα πράγματα δεν πήγαιναν καλά.
Και ύστερα ήρθε η κρίση, η οποία και παραμένει με μια βασική ιδιαιτερότητα. Οι επιπτώσεις των οικονομικών κρίσεων συνήθως στην επαρχία εκδηλώνονται αργότερα απ’ ότι στα μεγάλα αστικά κέντρα. Έτσι έγινε και στην Ελλάδα. Για παράδειγμα στην Κορινθία είναι χαρακτηριστικό ότι σχεδόν όλοι οι δείκτες με κυριότερο αυτόν της ανεργίας χειροτέρευσαν μεταξύ των ετών 2013 και 2014. Ακόμη και ο κατασκευαστικός τομέας που από το 2009 μέχρι σήμερα έχει χάσει πανελλαδικά το 80 % του προϊόντος του, στην επαρχία άρχισε να πέφτει ραγδαία αρκετά αργότερα.
Θα περίμενε κανείς τα παραπάνω να προδιέγραφαν μια «καταδικαστική» εικόνα για την Ελληνική επαρχία για το μέλλον, όμως πιστεύω ότι ισχύει ακριβώς το αντίθετο, γι’ αυτό και παρότι τα πράγματα παραμένουν εξαιρετικά δύσκολα, πολλοί άνθρωποι επιστρέφουν στην επαρχία και θα επιστρέψουν ακόμα περισσότεροι.
Η Ελληνική επαρχία έχει τη μεγάλη της ευκαιρία για πολλούς λόγους. Θα προσπαθήσω να σκιαγραφήσω ορισμένους από αυτούς. Στο μεγαλύτερο ποσοστό οι επαρχιακές περιοχές της Ελλάδας έχουν πολύ μεγάλα περιθώρια βελτίωσης των υποδομών τους. Από τα ψηφιακά δίκτυα (Wi-Fi, οπτικές ίνες, υπηρεσίες ΤΠΕ) μέχρι τους οδικούς, σιδηροδρομικούς, ακτοπλοϊκούς άξονες, υπάρχουν σημαντικές ελλείψεις που σε ένα εθνικό πλάνο ανάπτυξης αναπόφευκτα θα βελτιωθούν. Ο πρωτογενής τομέας με χαμηλό βαθμό αξιοποίησης αναμένει νέους να τον εκμεταλλευτούν προσφέροντας ευκαιρίες. Σε επίπεδο υπηρεσιών η ψηφιακή οικονομία, οι ηλεκτρονικές συναλλαγές, η διάχυση των social media στην επιχειρηματικότητα, η εκμετάλλευση των ΤΠΕ παραμένουν σε χαμηλά επίπεδα και μόνο ανοδικά μπορούν να κινηθούν. Το γενικότερο περιβάλλον δραστηριοποίησης κρατιέται σε σχετικά ήρεμα επίπεδα χωρίς φαινόμενα συγκρούσεων και «ταξικών» αντεγκλήσεων.
Δείτε ακόμα και την περίπτωση της Ανώτατης Εκπαίδευσης. Στα Πανεπιστήμια και στα ΤΕΙ της επαρχίας σπάνια θα συναντήσει κανείς χαμένα εξάμηνα λόγω καταλήψεων, κατεστραμμένες υποδομές από ομάδες με «κοινωνικά και πολιτικά αιτήματα». Ακόμα και οι ροές παράνομων μεταναστών δείχνουν οριακά να αντιμετωπίζονται λόγω κυρίως των αγροτικών εργασιών.
Και ένα παράδειγμα επί του πρακτέου. Το Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Διεθνών Σχέσεων, ένα νέο σχετικά τμήμα που ανήκει στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου και εδρεύει στην Κόρινθο, το καλοκαίρι θα διοργανώσει το 2ο Καλοκαιρινό του Σχολείο στο Κιάτο, τον ερχόμενο Δεκέμβριο θα διοργανώσει το 2ο Επιστημονικό του Συνέδριο στο Λουτράκι, διεξάγει 3 Μεταπτυχιακά Προγράμματα και σύντομα θα ανακηρύξει τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, κ. Προκόπη Παυλόπουλο σε επίτιμο Διδάκτορά του. Η ακαδημαϊκή διαδικασία διεξάγεται απρόσκοπτα και με συνεχώς βελτιούμενο επίπεδο με τη βεβαίωση και εξωτερικής αξιολόγησης. Η εικόνα είναι αντίστοιχη σε πολλά Τριτοβάθμια Ιδρύματα της επαρχίας.
Η Ευρώπη μιλά για το «τριπλό έλικα ανάπτυξης», τη συνεργασία Ακαδημαϊκών πυρήνων – Αγοράς – Κυβέρνησης στο πλαίσιο μιας αναπτυξιακής πολιτικής. Η Ελληνική επαρχία μπορεί να αποτελέσει το ιδανικό πεδίο εφαρμογής. Γι’ αυτό και έχει μπροστά της τη μεγάλη ευκαιρία της.
*****
Ο Βασίλης Μπαλάφας είναι Τεχνολόγος Πληροφορικής και Δικτύων, με μεταπτυχιακά στις Επικοινωνίες Δεδομένων και τις Διεθνείς Σχέσεις και Πολιτικές
Το άρθρο δημοσιεύτηκε την Κυριακή 26 Απριλίου 2015 στην κυριακάτικη "Kontranews", στη σελίδα 11.
Για πολλά χρόνια στην Ελλάδα συζητούσαμε για το φαινόμενο της αστυφιλίας, για την Ελληνική επαρχία που σταδιακά αποψιλωνόταν από νέους ανθρώπους, για ένα εσωτερικό «μεταναστευτικό» κύμα ανθρώπων που κινούνταν προς τα δύο – τρία μεγάλα αστικά κέντρα της χώρας αναζητώντας δουλειά και καλύτερη τύχη, εγκαταλείποντας τις πατρογονικές εστίες, δημιουργώντας χωριά – φαντάσματα σε ολόκληρη την Ελλάδα.
Αρκετά πριν το ξέσπασμα της μεγάλης οικονομικής κρίσης σε παγκόσμιο και εθνικό επίπεδο, είχαν αρχίσει να διαφαίνονται σημάδια αντιστροφής αυτού του κλίματος.
Η αγορά εργασίας από τις αρχές του 2000, στα μεγάλα αστικά κέντρα, είχε κορεστεί, ειδικά σε θέσεις εργασίας πτυχιούχων που προέρχονταν από τις λεγόμενες Σχολές «υψηλής ζήτησης». Ταυτόχρονα, είχαν διαφανεί και τα πρώτα σημάδια «ζουγκλοποίησης» στους χώρους δουλειάς με τους περισσότερους εργοδότες σχεδόν να «διαφημίζουν» το ότι προσέφεραν τον βασικό μισθό και ασφάλιση στο ΙΚΑ, δηλαδή τις στοιχειώδεις υποχρεώσεις τους. Γνωστές ήταν επίσης και οι σιωπηρές είτε «ατομικές» συμβάσεις με χαμηλότερους μισθούς, είτε οι επίσης σιωπηρές συμβάσεις «οικειοθελούς» υποβάθμισης του εργαζομένου σε «υπάλληλο γραφείου» προκειμένου να δουλεύει μεν σε θέση των τυπικών (συνήθως υψηλών) προσόντων του, αλλά να αμείβεται ουσιαστικά ως «γραμματειακή υποστήριξη».
Κάπως έτσι είδαμε σε χωριά εγκαταλειμμένα όπως η Ελάτη, στην Αρκαδία, να εμφανίζεται και πάλι κινητικότητα, μισογκρεμισμένα σπίτια να ανακαινίζονται και τους πρώτους νέους να επιστρέφουν στους τόπους τους με διαψευσμένο το «όνειρο των Αθηνών». Δεν ήταν πολλοί, ήταν αρκετοί όμως για να αναδειχθεί η επιστροφή ως διέξοδος αν τα πράγματα δεν πήγαιναν καλά.
Και ύστερα ήρθε η κρίση, η οποία και παραμένει με μια βασική ιδιαιτερότητα. Οι επιπτώσεις των οικονομικών κρίσεων συνήθως στην επαρχία εκδηλώνονται αργότερα απ’ ότι στα μεγάλα αστικά κέντρα. Έτσι έγινε και στην Ελλάδα. Για παράδειγμα στην Κορινθία είναι χαρακτηριστικό ότι σχεδόν όλοι οι δείκτες με κυριότερο αυτόν της ανεργίας χειροτέρευσαν μεταξύ των ετών 2013 και 2014. Ακόμη και ο κατασκευαστικός τομέας που από το 2009 μέχρι σήμερα έχει χάσει πανελλαδικά το 80 % του προϊόντος του, στην επαρχία άρχισε να πέφτει ραγδαία αρκετά αργότερα.
Θα περίμενε κανείς τα παραπάνω να προδιέγραφαν μια «καταδικαστική» εικόνα για την Ελληνική επαρχία για το μέλλον, όμως πιστεύω ότι ισχύει ακριβώς το αντίθετο, γι’ αυτό και παρότι τα πράγματα παραμένουν εξαιρετικά δύσκολα, πολλοί άνθρωποι επιστρέφουν στην επαρχία και θα επιστρέψουν ακόμα περισσότεροι.
Η Ελληνική επαρχία έχει τη μεγάλη της ευκαιρία για πολλούς λόγους. Θα προσπαθήσω να σκιαγραφήσω ορισμένους από αυτούς. Στο μεγαλύτερο ποσοστό οι επαρχιακές περιοχές της Ελλάδας έχουν πολύ μεγάλα περιθώρια βελτίωσης των υποδομών τους. Από τα ψηφιακά δίκτυα (Wi-Fi, οπτικές ίνες, υπηρεσίες ΤΠΕ) μέχρι τους οδικούς, σιδηροδρομικούς, ακτοπλοϊκούς άξονες, υπάρχουν σημαντικές ελλείψεις που σε ένα εθνικό πλάνο ανάπτυξης αναπόφευκτα θα βελτιωθούν. Ο πρωτογενής τομέας με χαμηλό βαθμό αξιοποίησης αναμένει νέους να τον εκμεταλλευτούν προσφέροντας ευκαιρίες. Σε επίπεδο υπηρεσιών η ψηφιακή οικονομία, οι ηλεκτρονικές συναλλαγές, η διάχυση των social media στην επιχειρηματικότητα, η εκμετάλλευση των ΤΠΕ παραμένουν σε χαμηλά επίπεδα και μόνο ανοδικά μπορούν να κινηθούν. Το γενικότερο περιβάλλον δραστηριοποίησης κρατιέται σε σχετικά ήρεμα επίπεδα χωρίς φαινόμενα συγκρούσεων και «ταξικών» αντεγκλήσεων.
Δείτε ακόμα και την περίπτωση της Ανώτατης Εκπαίδευσης. Στα Πανεπιστήμια και στα ΤΕΙ της επαρχίας σπάνια θα συναντήσει κανείς χαμένα εξάμηνα λόγω καταλήψεων, κατεστραμμένες υποδομές από ομάδες με «κοινωνικά και πολιτικά αιτήματα». Ακόμα και οι ροές παράνομων μεταναστών δείχνουν οριακά να αντιμετωπίζονται λόγω κυρίως των αγροτικών εργασιών.
Και ένα παράδειγμα επί του πρακτέου. Το Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Διεθνών Σχέσεων, ένα νέο σχετικά τμήμα που ανήκει στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου και εδρεύει στην Κόρινθο, το καλοκαίρι θα διοργανώσει το 2ο Καλοκαιρινό του Σχολείο στο Κιάτο, τον ερχόμενο Δεκέμβριο θα διοργανώσει το 2ο Επιστημονικό του Συνέδριο στο Λουτράκι, διεξάγει 3 Μεταπτυχιακά Προγράμματα και σύντομα θα ανακηρύξει τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, κ. Προκόπη Παυλόπουλο σε επίτιμο Διδάκτορά του. Η ακαδημαϊκή διαδικασία διεξάγεται απρόσκοπτα και με συνεχώς βελτιούμενο επίπεδο με τη βεβαίωση και εξωτερικής αξιολόγησης. Η εικόνα είναι αντίστοιχη σε πολλά Τριτοβάθμια Ιδρύματα της επαρχίας.
Η Ευρώπη μιλά για το «τριπλό έλικα ανάπτυξης», τη συνεργασία Ακαδημαϊκών πυρήνων – Αγοράς – Κυβέρνησης στο πλαίσιο μιας αναπτυξιακής πολιτικής. Η Ελληνική επαρχία μπορεί να αποτελέσει το ιδανικό πεδίο εφαρμογής. Γι’ αυτό και έχει μπροστά της τη μεγάλη ευκαιρία της.
*****
Ο Βασίλης Μπαλάφας είναι Τεχνολόγος Πληροφορικής και Δικτύων, με μεταπτυχιακά στις Επικοινωνίες Δεδομένων και τις Διεθνείς Σχέσεις και Πολιτικές
Το άρθρο δημοσιεύτηκε την Κυριακή 26 Απριλίου 2015 στην κυριακάτικη "Kontranews", στη σελίδα 11.