Άρθρο του Χρήστου Α. Κατσαρού (Chris Sintiki)
Ημέρα της γυναίκας σήμερα κι η
αλήθεια είναι ότι πολύ μελάνι έχει χυθεί για τα δικαιώματα των γυναικών στην
κοινωνία, για αυτά τα πλάσματα που μέχρι κάποια εποχή περνούσαν, και μάλιστα
αφού πλήρωναν πρώτα το τίμημα της προίκας-κι αλλοίμονο σε αυτήν που δεν είχε-
από την τυραννία του πατέρα στην τυραννία του συζύγου, δίχως λόγο στη ζωή τους
και την οικογένειά τους, χωρίς δικαίωμα στη μόρφωση ή την εργασία με μοναδικό
ρόλο αυτό της νοικοκυράς, της συζύγου και της μητέρας κι όταν ήταν αναγκασμένη
να δουλέψει αντιμετώπιζε το χλευασμό και την εκμετάλλευση. Ακόμα και σήμερα σε
χώρες διαφορετικού πολιτιστικού υπόβαθρου η γυναίκα συνεχίζει να θεωρείται
κατώτερη κι από το κατοικίδιο του άντρα-αφέντη της.
Η Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας
καθιερώθηκε από τον Ο.Η.Ε. το 1977 για να τιμήσει τις γυναίκες εκείνες που το
1857 εξεγέρθηκαν ζητώντας καλύτερες συνθήκες διαβίωσης και εργασίας αλλά και
δικαίωμα ψήφου, δηλαδή ίσα δικαιώματα με τους άντρες συναδέλφους τους ή
οικείους τους. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι γυναίκες αυτές, που διακήρυξαν τη
θέση τους να περάσουν από την άκρατη υπομονή κι υποταγή στη δυναμική αντίδραση,
όπως και κάθε γυναίκα που δίνει τον αγώνα της για να σταθεί στα πόδια της, αξίζουν
οπωσδήποτε το σεβασμό μας. Ο γράφων όμως θα ήθελε να μιλήσει σήμερα για μία
ξεχωριστή γυναίκα – σύμβολο που
χαρακτηρίστηκε ως η απόλυτη Ελληνίδα, μια γυναίκα που έδωσε τη δική της
ιδιαίτερη μάχη κόντρα σε κατεστημένα και νοοτροπίες και κατάφερε να εδραιωθεί
τόσο στο καλλιτεχνικό στερέωμα όσο και στην ελληνική πολιτική σκηνή, κάνοντας
έτσι την ελληνική κοινωνία να αντιμετωπίσει με περισσότερο σεβασμό τη γυναίκα
και το ρόλο της. Ο λόγος για την αξέχαστη Μελίνα Μερκούρη.
Γεννημένη το 1920 και μεγαλωμένη σε
οικογένεια πολιτικών- ο παππούς της, Σπυρίδων Μερκούρης, είχε διατελέσει
Δήμαρχος Αθηναίων, ο θείος της, Γεώργιος Μερκούρης, είχε ιδρύσει το
Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα Ελλάδος και είχε χρηματίσει διοικητής της Τράπεζας
Ελλάδος ενώ ο πατέρας της, Σταμάτης Μερκούρης, είχε εκλεγεί βουλευτής- η Μελίνα
(Μαρία – Αμαλία) στα δεκαοχτώ της χρόνια
αντί να αρκεστεί στην άνετη μεγαλοαστική ζωή που της πρόσφερε το οικογενειακό
της όνομα και η κοινωνική της θέση αποφάσισε να δώσει εξετάσεις στη Δραματική
Σχολή του Εθνικού Θεάτρου όπου έγινε δεκτή και να ασχοληθεί με την ηθοποιία και
μάλιστα σε μια εποχή που οι καλλιτέχνες δεν έχαιραν της αναγνωρισιμότητας και
του σεβασμού με τον οποίο αντιμετωπίζονται σήμερα, τουναντίον μάλιστα. Η
ποιότητα των σπουδών της και το πηγαίο ταλέντο της την οδήγησαν σε μια λαμπρή
καλλιτεχνική καριέρα τόσο στην Ελλάδα, όσο και στο εξωτερικό. Ενδεικτικά
αναφέρουμε την γνωστότατη πλέον ταινία του Μιχάλη Κακογιάννη Στέλλα,
όπου κρατούσε τον ομώνυμο πρωταγωνιστικό ρόλο, το Ποτέ την Κυριακή
του συντρόφου της, Ζυλ Ντασέν, Φαίδρα, Τοπ Καπί , Ο Χριστός
ξανασταυρώνεται, Ο Βαρώνος κι η Τσιγγάνα κ.α. Παράλληλα η πορεία της στο θέατρο και τη
δισκογραφία είναι εξίσου επιτυχημένη και στεφανώνεται από βραβεία και από τη
συνεργασία με κορυφαία ονόματα, όπως αυτό του Μίκη Θεοδωράκη ή του Μάνου
Χατζιδάκι. Παντρεύτηκε δύο φορές, αλλά δεν απέκτησε παιδιά.
Στη συνείδηση όλων όμως η Μελίνα
έμεινε τόσο για τους απαράμιλλους αγώνες της εναντίον της δικτατορίας των
Συνταγματαρχών και τη φράση της «γεννήθηκα
Ελληνίδα και θα πεθάνω Ελληνίδα» όταν η χούντα της αφαίρεσε το διαβατήριο
και την Ελληνική υπηκοότητα για τη δράση της και τους πύρινους λόγους της στο
εξωτερικό εναντίον του καθεστώτος που είχε επιβληθεί, όσο και για τον τεράστιο
αγώνα της για την επιστροφή των μαρμάρων του Παρθενώνα στο φυσικό τους χώρο,
στην Ακρόπολη. Εν πολλοίς, το μουσείο της Ακρόπολης υπήρξε όνειρό της που
δυστυχώς δεν ευτύχησε να το δει να υλοποιείται, αφού ο καρκίνος τη νίκησε και
τα εκφραστικά μελιά μάτια της έκλεισαν για πάντα στις 6 Μαρτίου 1994, ακριβώς
δύο μέρες πριν τον εορτασμό της ημέρας της Γυναίκας κι ας διαπνεόταν ολόκληρη η
στάση της ζωής της από μια αντισυμβατικότητα απέναντι στα κοινωνικά ταμπού.
Με την πτώση της δικτατορίας και την
ομαλοποίηση της πολιτικής κατάστασης το 1974, η Μελίνα δραστηριοποιείται στην πολιτική και το 1981
καταλαμβάνει τον υπουργικό θώκο στο Υπουργείο Πολιτισμού ξεσηκώνοντας πληθώρα
αντιδράσεων στη συντηρητική ακόμα Ελληνική κοινωνία που δεν μπορούσε να
εξηγήσει πώς μια γυναίκα ηθοποιός που είχε υποδυθεί ρόλους πόρνης μπορούσε να
αναλάβει υψηλά κυβερνητικά αξιώματα, προορισμένα, όχι από το Σύνταγμα αλλά από
την καθεστηκυία νοοτροπία, μόνο για άνδρες βουλευτές . Η Μελίνα όμως και εδώ
στάθηκε παλικάρι και κράτησε τη θέση της μέχρι και το 1994, ως το τέλος της
ζωής της κερδίζοντας παράλληλα με το έργο της το σεβασμό της κοινωνίας, αλλά
και των πολιτικών της αντιπάλων.
Πάντα μαχητής, πάλεψε με το θάνατο
μέχρι την τελευταία στιγμή κι όταν αποκαμωμένη πια από την αρρώστια έφτασε στο
τέρμα η πολιτεία την τίμησε με τιμές αρχηγού κράτους ενώ την τελευταία εξαετία
έχουν θεσπισθεί στη μνήμη της για την προσφορά της στον πολιτισμό βραβεία
«Μελίνα Μερκούρη» διεθνούς εμβέλειας τόσο από την ελληνική πολιτεία όσο και από
την ευρωπαϊκή επιτροπή αλλά και την UNESCO που απονέμονται ετησίως την ημέρα
του θανάτου της και συνοδεύονται από χρηματικό ποσό, ενώ υπάρχει και
Πολιτιστικό ίδρυμα Μελίνα Μερκούρη που σκοπό έχει την επιστροφή των αρχαίων
γλυπτών της Ακρόπολης.
Αν μπορούσαμε να παραφράσουμε τη
φράση της Μελίνας, θα λέγαμε ότι γεννήθηκε για να είναι το σύμβολο της απόλυτης
Ελληνίδας γυναίκας, αφού άνοιξε ένα άλλο δρόμο με διαφορετική οπτική γωνία για
τη θέση της γυναίκας στην Ελλάδα, άλλωστε τιμήθηκε εν ζωή για αυτό το λόγο από
τον Σύνδεσμο Ελληνίδων Επιστημόνων με το βραβείο «Υπατία».
Βέβαια, η ιδέα της ισοτιμίας και της
ισότητας των δύο φύλων δεν έχει παγιωθεί ακόμα για τα καλά στη συνείδηση της
Ελληνικής κοινωνίας και κυρίως στην επαρχία, αν και σαφώς δεν επικρατούν οι απαρχαιωμένες
αντιλήψεις της περασμένης τριακονταετίας, ενώ από την άλλη δεν έλειψαν και οι υπερβολές από την
αντίπερα όχθη ∙ υπάρχει δρόμος που πρέπει να διανυθεί ώστε το αξιακό σύστημα να συμπεριλάβει πλήρως
όλους τους πολίτες χωρίς διάκριση σε φύλα ή ο,τιδήποτε άλλο, αυτό που τόσο
απλοϊκά και όμορφα ειπώθηκε από τον Πατροκοσμά ότι ο Θεός έπλασε την Εύα από το
πλευρό του Αδάμ για να είναι ίση του κι όχι από το πόδι για να μην είναι
κατώτερη ούτε από το κεφάλι για να μην είναι ανώτερη, υποδηλώνοντας έτσι ότι
όλα τα πλάσματα έχουν ακριβώς την ίδια αξία. Ίσως στη θέση της αντιπαράθεσης θα
έπρεπε να βάλουμε την συνύπαρξη χωρίς διαχωρισμούς και στεγανά έτσι όπως θα το
ήθελε κι η Μελίνα.
Χρήστος Α. Κατσαρός (Chris Sintiki)
Αρθρογράφος - Διεθνής αναλυτής