Την πρόβλεψη ότι στα ΝΠΙΔ που καταργούνται οι δημόσιοι υπάλληλοι που έχουν συμβάσεις Ιδιωτικού Δικαίου Αορίστου Χρόνου (ΙΔΑΧ) θα απολύονται, περιέχει το πολυνομοσχέδιο που ενέκρινε το υπουργικό συμβούλιο και πρόκειται να κατατεθεί την το πρωί στη Βουλή και να συζητηθεί με τη διαδικασία του κατεπείγοντος ώστε να ψηφισθεί έως την Κυριακή. Πρόκειται για τη βάση από την οποία θα ξεκινήσει η υλοποίηση της συμφωνίας κυβέρνησης – τρόικας για την απομάκρυνση 15.000 δημοσίων υπαλλήλων έως τα τέλη του 2014 (4.000 φέτος και 11.000 του χρόνου).
Συγκεκριμένα όπως προβλέπεται στην υποπαράγραφο ΣΤ.12. «Η περί̟πτωση 3 της παραγράφου Ζ.2 της ̟αραγράφου Ζ του άρθρου
̟πρώτου του ν. 4093/2012 αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Οι ρυθμίσεις των ̟περι̟πτώσεων 1 και 2 εφαρμόζονται αναλόγως στους υ̟παλλήλους με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου του δημοσίου, ανεξάρτητων αρχών, Ν.Π. Δ.Δ. και Ο.Τ.Α. ̟πρώτου και δεύτερου βαθμού, οι θέσεις των ο̟οίων καταργούνται. Σε ̟περί̟πτωση κατάργησης θέσεων σε ΝΠΙΔ , ̟προβλέ̟πεται καταγγελία της σύμβασης εργασίας των υ̟παλλήλων με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου.»
Με το πολυνομοσχέδιο το τελικό κείμενο του οποίου γράφονταν μέχρι αργά το βράδυ της Πέμπτης στο υπουργείο Οικονομικών παρουσία και του γραμματέα συντονισμού της Κυβέρνησης, καταργούνται, επίσης, τα δευτεροβάθμια πειθαρχικά συμβούλια, καθώς οι δημόσιοι υπάλληλοι που παραπέμπονται με το ερώτημα υποβιβασμού και της οριστικής παύσης, θα έχουν το δικαίωμα να προσφύγουν στο ΣτΕ.
Επιπλέον συντομεύεται ο χρόνος λήψης της απόφαση των πειθαρχικών συμβουλίων σε δύο μήνες και σε τέσσερις μήνες, αν απαιτείται ανάκριση, ενώ οι πειθαρχικές αποφάσεις δεν θα ανακαλούνται.
Όσον αφορά τις ενστάσεις, θα πρέπει να ασκούνται μέσα σε 20 ημέρες από την κοινοποίηση της απόφασης στον υπάλληλο ή από την περιέλευσή της στα όργανα που δικαιούνται να ασκήσουν ένσταση και σε 40 ημέρες για εκείνους που διαμένουν στο εξωτερικό.
Να σημειωθεί ότι λόγω τους προβλήματος της στελέχωσης των πειθαρχικών συμβουλίων προβλέπεται η δυνατότητα συμμετοχής σε αυτά και συνταξιούχων δικαστικών λειτουργών.
Παράλληλα ορίζεται ότι κάθε πράξη με την οποία ασκείται πειθαρχική δίωξη κοινοποιείται υποχρεωτικά στο Σώμα Επιθεωρητών Δημόσιας Διοίκησης (ΣΕΕΔ) το οποίο παρακολουθεί τις πειθαρχικές διαδικασίες.
Συγκεκριμένα σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση:
Με την υποπαράγραφο ΣΤ.1. προβλέπεται η δυνατότητα συμμετοχής συνταξιούχων δικαστικών λειτουργών, ως αναπληρωτών των Προέδρων, στα πειθαρχικά συμβούλια. Η διάταξη αποσκοπεί στη διασφάλιση της λειτουργίας των πειθαρχικών συμβουλίων.
Με την υποπαράγραφο ΣΤ.2. διευρύνεται υποκειμενικά το δικαίωμα της ενστάσεως ενώπιον του πειθαρχικού συμβουλίου ή του Δευτεροβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου, το οποίο μπορούν να ασκήσουν εκτός από τον υπάλληλο που τιμωρήθηκε και υπέρ της διοίκησης ή υπέρ του υπαλλήλου, κάθε πειθαρχικώς προϊστάμενος, οι πρόεδροι των συλλογικών οργάνων του άρθρου 119 του ν. 3528/2007, ο Υπουργός, καθώς και ο Γενικός Επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης. Προβλέπεται εφεξής ότι οι αποφάσεις των πρωτοβάθμιων πειθαρχικών συμβουλίων, με τις οποίες επιβάλλονται οι πειθαρχικές ποινές της οριστικής παύσης και του υποβιβασμού, δεν υπόκειται σε ένσταση ενώπιον του Δευτεροβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου, αλλά σε προσφυγή ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας. Με τη ρύθμιση αυτή επιταχύνεται σημαντικά η πειθαρχική διαδικασία, ενώ παράλληλα η προσφυγή ουσίας στο Συμβούλιο της Επικρατείας παρέχει ισχυρά εχέγγυα δικαστικής κρίσης.
Με την υποπαράγραφο ΣΤ.3. η παραπάνω διάταξη εφαρμόζεται και στον Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων.
Με υποπαράγραφο ΣΤ.4. επιταχύνεται η πειθαρχική διαδικασία δια της κατάργησης της δυνατότητας ανακλήσεως των πειθαρχικών αποφάσεων.
Με την υποπαράγραφο ΣΤ.5. εκτείνεται η εφαρμογή της παραπάνω διάταξης και στον Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων.
Με την υποπαράγραφο ΣΤ.6. προβλέπεται σύντμηση της προθεσμίας εντός της οποίας αποφαίνονται επί των πειθαρχικών υποθέσεων τα πρωτοβάθμια πειθαρχικά συμβούλια. Η ρύθμιση ενισχύει την επίσπευση της πρώτης φάσης της πειθαρχικής διαδικασίας.
Με την υποπαράγραφο ΣΤ.7. προβλέπεται η σύντμηση των αντίστοιχων προθεσμιών και στον Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων.
Με την υποπαράγραφο ΣΤ.8. προβλέπεται σύντμηση των προθεσμιών των ενστάσεων κατά των αποφάσεων των πειθαρχικών συμβουλίων, με στόχο την επίσπευση της διαδικασίας.
Με την υποπαράγραφο ΣΤ.9. προβλέπεται η αντίστοιχη σύντμηση των προθεσμιών άσκησης των ενστάσεων και στον Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων.
Με την υποπαράγραφο ΣΤ.10. προβλέπεται προθεσμία εντός της οποίας πρέπει το Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο να εκδώσει την απόφασή του επί των ενστάσεων που έχουν ασκηθεί κατά των αποφάσεων του πρωτοβάθμιων πειθαρχικών συμβουλίων. Με την εν λόγω προθεσμία επισπεύδεται η διαδικασία εκδίκασης των ενστάσεων.
Με την υποπαράγραφο ΣΤ.11. και δεδομένης της επιτακτικής ανάγκης να παρακολουθείται υπεύθυνα σε κεντρικό επίπεδο η πειθαρχική λειτουργία των φορέων του δημόσιου τομέα, κρίνεται σκόπιμο να ανατεθεί η αρμοδιότητα αυτή στο Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. το οποίο άλλωστε έχει τη σχετική εμπειρία, δεδομένου ότι παρακολουθεί συστηματικά την πορεία των πειθαρχικών υποθέσεων στις περιπτώσεις που προτείνεται από τις εκθέσεις του η πειθαρχική δίωξη υπαλλήλου. Για το σκοπό αυτό θεσμοθετείται η υποχρέωση των αρμοδίων πειθαρχικών οργάνων, μονομελών και συλλογικών, να ανακοινώνουν στο ΣΕΕΔΔ τις πειθαρχικές υποθέσεις που χειρίζονται, απαλλασσόμενα από την υποχρέωση γνωστοποίησης και λήψης άδειας από την Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων όπως προβλέπεται στα άρθρα 6 και 7 του Ν. 2472/1997 (Α’ 50).
Με τον τρόπο αυτό το Σ.Ε.Ε.Δ.Δ., λαμβάνοντας υπόψη και τις σχετικές προβλέψεις της παρ. 4α και 4β του άρθρου 6 του ν. 3074/2002 περί υποχρεωτικής ενημέρωσής του από τους αρμόδιους Εισαγγελείς και τους Γραμματείς των Δικαστηρίων ή Δικαστικών Συμβουλίων για τις ποινικές υποθέσεις υπαλλήλων, θα έχει συνολική εικόνα επί της εφαρμογής των διατάξεων του πειθαρχικού δικαίου και της αποτελεσματικότητας των σχετικών διαδικασιών, ώστε να υπάρχει έγκυρη και υπεύθυνη ενημέρωση για τα ανωτέρω η οποία να λαμβάνεται υπόψη και κατά την κατάρτιση του προγράμματος ελεγκτικής του δράσης με σκοπό την αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση φαινομένων κακοδιοίκησης και διαφθοράς.
Με την υποπαράγραφο ΣΤ.12. δεν εφαρμόζεται το καθεστώς της διαθεσιμότητας σε περίπτωση κατάργησης θέσεων για το προσωπικό με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου των νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου (Ν.Π.Ι.Δ.) που ανήκουν στο δημόσιο τομέα, για το οποίο εφαρμόζονται οι οικείες διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας.
ΤΟ ΠΟΛΥΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ
Η ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ
aftodioikisi.gr
Συγκεκριμένα όπως προβλέπεται στην υποπαράγραφο ΣΤ.12. «Η περί̟πτωση 3 της παραγράφου Ζ.2 της ̟αραγράφου Ζ του άρθρου
̟πρώτου του ν. 4093/2012 αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Οι ρυθμίσεις των ̟περι̟πτώσεων 1 και 2 εφαρμόζονται αναλόγως στους υ̟παλλήλους με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου του δημοσίου, ανεξάρτητων αρχών, Ν.Π. Δ.Δ. και Ο.Τ.Α. ̟πρώτου και δεύτερου βαθμού, οι θέσεις των ο̟οίων καταργούνται. Σε ̟περί̟πτωση κατάργησης θέσεων σε ΝΠΙΔ , ̟προβλέ̟πεται καταγγελία της σύμβασης εργασίας των υ̟παλλήλων με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου.»
Με το πολυνομοσχέδιο το τελικό κείμενο του οποίου γράφονταν μέχρι αργά το βράδυ της Πέμπτης στο υπουργείο Οικονομικών παρουσία και του γραμματέα συντονισμού της Κυβέρνησης, καταργούνται, επίσης, τα δευτεροβάθμια πειθαρχικά συμβούλια, καθώς οι δημόσιοι υπάλληλοι που παραπέμπονται με το ερώτημα υποβιβασμού και της οριστικής παύσης, θα έχουν το δικαίωμα να προσφύγουν στο ΣτΕ.
Επιπλέον συντομεύεται ο χρόνος λήψης της απόφαση των πειθαρχικών συμβουλίων σε δύο μήνες και σε τέσσερις μήνες, αν απαιτείται ανάκριση, ενώ οι πειθαρχικές αποφάσεις δεν θα ανακαλούνται.
Όσον αφορά τις ενστάσεις, θα πρέπει να ασκούνται μέσα σε 20 ημέρες από την κοινοποίηση της απόφασης στον υπάλληλο ή από την περιέλευσή της στα όργανα που δικαιούνται να ασκήσουν ένσταση και σε 40 ημέρες για εκείνους που διαμένουν στο εξωτερικό.
Να σημειωθεί ότι λόγω τους προβλήματος της στελέχωσης των πειθαρχικών συμβουλίων προβλέπεται η δυνατότητα συμμετοχής σε αυτά και συνταξιούχων δικαστικών λειτουργών.
Παράλληλα ορίζεται ότι κάθε πράξη με την οποία ασκείται πειθαρχική δίωξη κοινοποιείται υποχρεωτικά στο Σώμα Επιθεωρητών Δημόσιας Διοίκησης (ΣΕΕΔ) το οποίο παρακολουθεί τις πειθαρχικές διαδικασίες.
Συγκεκριμένα σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση:
Με την υποπαράγραφο ΣΤ.1. προβλέπεται η δυνατότητα συμμετοχής συνταξιούχων δικαστικών λειτουργών, ως αναπληρωτών των Προέδρων, στα πειθαρχικά συμβούλια. Η διάταξη αποσκοπεί στη διασφάλιση της λειτουργίας των πειθαρχικών συμβουλίων.
Με την υποπαράγραφο ΣΤ.2. διευρύνεται υποκειμενικά το δικαίωμα της ενστάσεως ενώπιον του πειθαρχικού συμβουλίου ή του Δευτεροβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου, το οποίο μπορούν να ασκήσουν εκτός από τον υπάλληλο που τιμωρήθηκε και υπέρ της διοίκησης ή υπέρ του υπαλλήλου, κάθε πειθαρχικώς προϊστάμενος, οι πρόεδροι των συλλογικών οργάνων του άρθρου 119 του ν. 3528/2007, ο Υπουργός, καθώς και ο Γενικός Επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης. Προβλέπεται εφεξής ότι οι αποφάσεις των πρωτοβάθμιων πειθαρχικών συμβουλίων, με τις οποίες επιβάλλονται οι πειθαρχικές ποινές της οριστικής παύσης και του υποβιβασμού, δεν υπόκειται σε ένσταση ενώπιον του Δευτεροβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου, αλλά σε προσφυγή ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας. Με τη ρύθμιση αυτή επιταχύνεται σημαντικά η πειθαρχική διαδικασία, ενώ παράλληλα η προσφυγή ουσίας στο Συμβούλιο της Επικρατείας παρέχει ισχυρά εχέγγυα δικαστικής κρίσης.
Με την υποπαράγραφο ΣΤ.3. η παραπάνω διάταξη εφαρμόζεται και στον Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων.
Με υποπαράγραφο ΣΤ.4. επιταχύνεται η πειθαρχική διαδικασία δια της κατάργησης της δυνατότητας ανακλήσεως των πειθαρχικών αποφάσεων.
Με την υποπαράγραφο ΣΤ.5. εκτείνεται η εφαρμογή της παραπάνω διάταξης και στον Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων.
Με την υποπαράγραφο ΣΤ.6. προβλέπεται σύντμηση της προθεσμίας εντός της οποίας αποφαίνονται επί των πειθαρχικών υποθέσεων τα πρωτοβάθμια πειθαρχικά συμβούλια. Η ρύθμιση ενισχύει την επίσπευση της πρώτης φάσης της πειθαρχικής διαδικασίας.
Με την υποπαράγραφο ΣΤ.7. προβλέπεται η σύντμηση των αντίστοιχων προθεσμιών και στον Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων.
Με την υποπαράγραφο ΣΤ.8. προβλέπεται σύντμηση των προθεσμιών των ενστάσεων κατά των αποφάσεων των πειθαρχικών συμβουλίων, με στόχο την επίσπευση της διαδικασίας.
Με την υποπαράγραφο ΣΤ.9. προβλέπεται η αντίστοιχη σύντμηση των προθεσμιών άσκησης των ενστάσεων και στον Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων.
Με την υποπαράγραφο ΣΤ.10. προβλέπεται προθεσμία εντός της οποίας πρέπει το Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο να εκδώσει την απόφασή του επί των ενστάσεων που έχουν ασκηθεί κατά των αποφάσεων του πρωτοβάθμιων πειθαρχικών συμβουλίων. Με την εν λόγω προθεσμία επισπεύδεται η διαδικασία εκδίκασης των ενστάσεων.
Με την υποπαράγραφο ΣΤ.11. και δεδομένης της επιτακτικής ανάγκης να παρακολουθείται υπεύθυνα σε κεντρικό επίπεδο η πειθαρχική λειτουργία των φορέων του δημόσιου τομέα, κρίνεται σκόπιμο να ανατεθεί η αρμοδιότητα αυτή στο Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. το οποίο άλλωστε έχει τη σχετική εμπειρία, δεδομένου ότι παρακολουθεί συστηματικά την πορεία των πειθαρχικών υποθέσεων στις περιπτώσεις που προτείνεται από τις εκθέσεις του η πειθαρχική δίωξη υπαλλήλου. Για το σκοπό αυτό θεσμοθετείται η υποχρέωση των αρμοδίων πειθαρχικών οργάνων, μονομελών και συλλογικών, να ανακοινώνουν στο ΣΕΕΔΔ τις πειθαρχικές υποθέσεις που χειρίζονται, απαλλασσόμενα από την υποχρέωση γνωστοποίησης και λήψης άδειας από την Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων όπως προβλέπεται στα άρθρα 6 και 7 του Ν. 2472/1997 (Α’ 50).
Με τον τρόπο αυτό το Σ.Ε.Ε.Δ.Δ., λαμβάνοντας υπόψη και τις σχετικές προβλέψεις της παρ. 4α και 4β του άρθρου 6 του ν. 3074/2002 περί υποχρεωτικής ενημέρωσής του από τους αρμόδιους Εισαγγελείς και τους Γραμματείς των Δικαστηρίων ή Δικαστικών Συμβουλίων για τις ποινικές υποθέσεις υπαλλήλων, θα έχει συνολική εικόνα επί της εφαρμογής των διατάξεων του πειθαρχικού δικαίου και της αποτελεσματικότητας των σχετικών διαδικασιών, ώστε να υπάρχει έγκυρη και υπεύθυνη ενημέρωση για τα ανωτέρω η οποία να λαμβάνεται υπόψη και κατά την κατάρτιση του προγράμματος ελεγκτικής του δράσης με σκοπό την αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση φαινομένων κακοδιοίκησης και διαφθοράς.
Με την υποπαράγραφο ΣΤ.12. δεν εφαρμόζεται το καθεστώς της διαθεσιμότητας σε περίπτωση κατάργησης θέσεων για το προσωπικό με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου των νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου (Ν.Π.Ι.Δ.) που ανήκουν στο δημόσιο τομέα, για το οποίο εφαρμόζονται οι οικείες διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας.
ΤΟ ΠΟΛΥΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ
Η ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ
aftodioikisi.gr