Όταν σαν σήμερα πριν από 18 ακριβώς χρόνια, στις 6 Μαρτίου του 1994, οι τηλεοπτικοί σταθμοί διέκοπταν την κανονική ροή του προγράμματός τους, για να μεταδώσουν με έκτακτο δελτίο την είδηση του θανάτου της Μελίνας Μερκούρη, στο νοσοκομείο «Memorial» της Νέας Υόρκης, η Ελλάδα κοντοστεκόταν, θυμόταν και δάκρυζε.
Η Μελίνα άλλωστε είχε καταφέρει να καρφιτσώσει την εικόνα της στο εθνικό μωσαϊκό, ως η Μελίνα όλων των Ελλήνων. Όχι μονάχα ως η Μελίνα του ΠΑΟΚ, της Κεντροαριστεράς, της πολιτικής, ή των τεχνών. Ήταν μια εθνική απώλεια, που άνοιγε το χορό για άλλες που θα ακολουθούσαν, και θα έκαναν τις σημερινές γενιές περισσότερο φτωχές σε ποιότητα, ικανότητα και αναμνήσεις. Με προφανή υστέρηση παραδειγμάτων, αλλά και συμπεριφορικών υποδειγμάτων, για το παρόν και το μέλλον.
Η Μελίνα Μερκούρη είχε καταφέρει να κερδίσει την καρδιά ακόμη και του Εθνάρχη Κωνσταντίνου Καραμανλή. Δεν δίστασε πολλές φορές να συγκρουστεί με τον Ανδρέα Παπανδρέου, μια πολιτική τόλμη που εξηγεί πλήρως γιατί δεν δίστασε επίσης να τα βάλει με τους Βρετανούς, σε ζωντανή τηλεοπτική μετάδοση, για την… παρακράτηση των Μαρμάρων του Παρθενώνα. Μαρμάρων που έρχονται από όσο μακριά… δεν φαντάζονται, εκείνοι που τα έχουν σήμερα στην κατοχή τους.
Η Μελίνα βέβαια, έχει πιστωθεί ιστορικά και με μια φράση, στο μακρινό 1989, προς τον Ανδρέα Παπανδρέου, που μέσα στην απλότητα της εκφοράς της κρύβει βαθιά και διαχρονικά πολιτικά νοήματα: «Δεν αρέσουμε, πρόεδρε».
Και είχε δίκιο. Εκείνο το ΠΑΣΟΚ δεν άρεσε στην ελληνική κοινωνία, επειδή το έθνος είχε συνειδητοποιήσει επαρκώς το κακό που είχε προκαλέσει στο τότε παρόν, και το προδιαγραφόμενο μέλλον. Άλλο βέβαια αν μετά… το έθνος ξεχάστηκε, και ακούμπησε και πάλι τον ώμο του στους πολιτικούς ώμους του ταλαιπωρημένου από τα προβλήματα υγείας Ανδρέα Παπανδρέου.
Σε μια εικονική… τηλεμεταφορά στο σήμερα, η Μελίνα Μερκούρη θα επαναλάμβανε την ίδια ακριβώς φράση σε δυο προέδρους: Στον Γιώργο Παπανδρέου που φεύγει, και στον Ευάγγελο Βενιζέλο που έρχεται. Γιατί, αυτό που δεν αρέσει, δεν είναι το ΠΑΣΟΚ του Γιώργου Παπανδρέου. Είναι το ΠΑΣΟΚ του Γιώργου, του Βενιζέλου, του Χρυσοχοϊδη, του Παπουτσή, του Λοβέρδου, της Διαμαντοπούλου, του Ανδρουλάκη. Είναι το «όλον» και μοιραίο για την ιστορική εξέλιξη της Ελλάδας ΠΑΣΟΚ.
Το κόμμα που κρύφτηκε πίσω από τον ιδεολογικό μανδύα του Κινήματος, και αλλοίωσε τον γενετικό κώδικα της προόδου. Σταμάτησε την πρόοδο, από κοινού με τη Γενιά του Πολυτεχνείου, η οποία κατά πλειοψηφία εκφράστηκε στους κόλπους του.
Το ΠΑΣΟΚ δεν αρέσει. Επειδή είναι το κόμμα που καταδίκασε την Ελλάδα στο Μνημόνιο της εθνικής μελαγχολίας και απόγνωσης. Και επειδή, ακόμη και σήμερα, εκείνοι που επιδιώκουν να εκφράσουν το «επόμενο ΠΑΣΟΚ», αναζητούν επιχειρήματα υπεράσπισης μιας δανειακής σύμβασης στην οποία έχουν πάψει να πιστεύουν ακόμη και εκείνοι που την εμπνεύστηκαν.
MANOΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΗΣ / statesmen.gr
Η Μελίνα άλλωστε είχε καταφέρει να καρφιτσώσει την εικόνα της στο εθνικό μωσαϊκό, ως η Μελίνα όλων των Ελλήνων. Όχι μονάχα ως η Μελίνα του ΠΑΟΚ, της Κεντροαριστεράς, της πολιτικής, ή των τεχνών. Ήταν μια εθνική απώλεια, που άνοιγε το χορό για άλλες που θα ακολουθούσαν, και θα έκαναν τις σημερινές γενιές περισσότερο φτωχές σε ποιότητα, ικανότητα και αναμνήσεις. Με προφανή υστέρηση παραδειγμάτων, αλλά και συμπεριφορικών υποδειγμάτων, για το παρόν και το μέλλον.
Η Μελίνα Μερκούρη είχε καταφέρει να κερδίσει την καρδιά ακόμη και του Εθνάρχη Κωνσταντίνου Καραμανλή. Δεν δίστασε πολλές φορές να συγκρουστεί με τον Ανδρέα Παπανδρέου, μια πολιτική τόλμη που εξηγεί πλήρως γιατί δεν δίστασε επίσης να τα βάλει με τους Βρετανούς, σε ζωντανή τηλεοπτική μετάδοση, για την… παρακράτηση των Μαρμάρων του Παρθενώνα. Μαρμάρων που έρχονται από όσο μακριά… δεν φαντάζονται, εκείνοι που τα έχουν σήμερα στην κατοχή τους.
Η Μελίνα βέβαια, έχει πιστωθεί ιστορικά και με μια φράση, στο μακρινό 1989, προς τον Ανδρέα Παπανδρέου, που μέσα στην απλότητα της εκφοράς της κρύβει βαθιά και διαχρονικά πολιτικά νοήματα: «Δεν αρέσουμε, πρόεδρε».
Και είχε δίκιο. Εκείνο το ΠΑΣΟΚ δεν άρεσε στην ελληνική κοινωνία, επειδή το έθνος είχε συνειδητοποιήσει επαρκώς το κακό που είχε προκαλέσει στο τότε παρόν, και το προδιαγραφόμενο μέλλον. Άλλο βέβαια αν μετά… το έθνος ξεχάστηκε, και ακούμπησε και πάλι τον ώμο του στους πολιτικούς ώμους του ταλαιπωρημένου από τα προβλήματα υγείας Ανδρέα Παπανδρέου.
Σε μια εικονική… τηλεμεταφορά στο σήμερα, η Μελίνα Μερκούρη θα επαναλάμβανε την ίδια ακριβώς φράση σε δυο προέδρους: Στον Γιώργο Παπανδρέου που φεύγει, και στον Ευάγγελο Βενιζέλο που έρχεται. Γιατί, αυτό που δεν αρέσει, δεν είναι το ΠΑΣΟΚ του Γιώργου Παπανδρέου. Είναι το ΠΑΣΟΚ του Γιώργου, του Βενιζέλου, του Χρυσοχοϊδη, του Παπουτσή, του Λοβέρδου, της Διαμαντοπούλου, του Ανδρουλάκη. Είναι το «όλον» και μοιραίο για την ιστορική εξέλιξη της Ελλάδας ΠΑΣΟΚ.
Το κόμμα που κρύφτηκε πίσω από τον ιδεολογικό μανδύα του Κινήματος, και αλλοίωσε τον γενετικό κώδικα της προόδου. Σταμάτησε την πρόοδο, από κοινού με τη Γενιά του Πολυτεχνείου, η οποία κατά πλειοψηφία εκφράστηκε στους κόλπους του.
Το ΠΑΣΟΚ δεν αρέσει. Επειδή είναι το κόμμα που καταδίκασε την Ελλάδα στο Μνημόνιο της εθνικής μελαγχολίας και απόγνωσης. Και επειδή, ακόμη και σήμερα, εκείνοι που επιδιώκουν να εκφράσουν το «επόμενο ΠΑΣΟΚ», αναζητούν επιχειρήματα υπεράσπισης μιας δανειακής σύμβασης στην οποία έχουν πάψει να πιστεύουν ακόμη και εκείνοι που την εμπνεύστηκαν.
MANOΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΗΣ / statesmen.gr