Παρασκευή 6 Μαΐου 2011

ΚΟΡΙΝΘΙΑΚΟΣ ΚΟΛΠΟΣ

Προκαταρτικό Κείμενο προς Διαβούλευση


Τα κριτήρια της UNESCO

Σύμφωνα με την UNESCO μνημεία παγκόσμιας κληρονομιάς είναι τα έργα των ανθρώπων και της φύσης που αξίζουν να τα διατηρήσουμε. Για να συμπεριληφθεί κάποιο μνημείο στον κατάλογο της UNESCO θα πρέπει να πληρούνται κάποια κριτήρια. Σύμφωνα με την διακήρυξη του Οργανισμού αυτά είναι:
  • «να περιέχει εξαιρετικά φυσικά φαινόμενα ή περιοχές εξαιρετικής φυσικής ομορφιάς και αισθητικής».
  • «να είναι ιδιάζοντα παραδείγματα μειζόνων φάσεων της ιστορίας της γης, του αρχείου της ζωής, σημαντικών εν εξελίξει γεωλογικών διαδικασιών για την ανάπτυξη γεωσχηματισμών ή σημαντικών γεωμορφικών ή φυσιογραφικών χαρακτηριστικών».
  • «να είναι ιδιάζοντα παραδείγματα σημαντικών εν εξελίξει οικολογικών και βιολογικών διαδικασιών στην εξέλιξη και ανάπτυξη οικοσυστημάτων χερσαίων, γλυκού ύδατος, παράκτιων και θαλάσσιων οικοσυστημάτων και κοινοτήτων φυτών και ζώων».
  • «Να περιέχει τα σημαντικότερα φυσικά ενδιαιτήματα συντήρησης της βιοποικιλότητας, να περιλαμβάνει απειλούμενα είδη παγκόσμιας αξίας από την άποψη της επιστήμης ή της συντήρησης του είδους».


Έως το τέλος του 2004 υπήρχαν έξι κριτήρια για την πολιτιστική κληρονομιά και τέσσερα κριτήρια για τη φυσική κληρονομιά. Το 2005 αυτό το καθεστώς τροποποιήθηκε σε μία ενοποιημένη ομάδα δέκα κριτηρίων. Τα μνημεία παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς οφείλουν να είναι «ιδιάζουσας παγκόσμιας αξίας» και να πληρούν ένα από τα παρακάτω δέκα κριτήρια.

Πολιτιστικά κριτήρια
I. «Να αποτελεί αριστούργημα της ανθρώπινης δημιουργικής διάνοιας».
II. «Να επιδεικνύει σημαντικές ανθρώπινες αξίες για μακρά περίοδο χρόνου ή σε μία πολιτιστική περιοχή του κόσμου, σε εξελίξεις στην αρχιτεκτονική ή την τεχνολογία, τις μνημειακές τέχνες, την πολεοδομία ή τον σχεδιασμό τοπίου».
III. «Να φέρει μια μοναδική ή τουλάχιστον εξαιρετική μαρτυρία για κάποια πολιτισμική παράδοση, ζώντα ή εξαφανισμένο πολιτισμό».
IV. «Να αποτελεί σημαντικό παράδειγμα τύπου κτηρίου, αρχιτεκτονικού ή τεχνολογικού συνόλου ή τοπίου που απεικονίζει σημαντική ή σημαντικές φάσεις της ανθρώπινης ιστορίας».
V. «Να αποτελεί σημαντικό παράδειγμα παραδοσιακής ανθρώπινης εγκατάστασης, χερσαίας ή θαλάσσιας χρήσης, αντιπροσωπευτικής πολιτισμού ή πολιτισμών), ή ανθρώπινης αλληλεπίδρασης με το περιβάλλον, ιδιαίτερα όταν το τελευταίο έχει γίνει ευάλωτο υπό την πίεση ανεπίστροφων αλλαγών».
VI. «Να συνδέεται άμεσα ή διακριτά με γεγονότα ή ζώσες παραδόσεις, με ιδέες ή πίστεις, με καλλιτεχνικά ή λογοτεχνικά έργα εξέχουσας παγκόσμιας σημασίας». (Η Επιτροπή θεωρεί ότι το συγκεκριμένο κριτήριο θα πρέπει να χρησιμοποιείται σε συνδυασμό με άλλα κριτήρια).

Φυσικά κριτήρια
VII. «Να περιέχει εξαιρετικά φυσικά φαινόμενα ή περιοχές εξαιρετικής φυσικής ομορφιάς και αισθητικής».
VIII. «Να είναι ιδιάζοντα παραδείγματα μειζόνων φάσεων της ιστορίας της γης, του αρχείου της ζωής, σημαντικών εν εξελίξει γεωλογικών διαδικασιών για την ανάπτυξη γεωσχηματισμών ή σημαντικών γεωμορφικών ή φυσιογραφικών χαρακτηριστικών».
IX. «Να είναι ιδιάζοντα παραδείγματα σημαντικών εν εξελίξει οικολογικών και βιολογικών διαδικασιών στην εξέλιξη και ανάπτυξη οικοσυστημάτων χερσαίων, γλυκού ύδατος, παράκτιων και θαλάσσιων οικοσυστημάτων και κοινοτήτων φυτών και ζώων».
X. «Να περιέχει τα σημαντικότερα φυσικά ενδιαιτήματα συντήρησης της βιοποικιλότητας, να περιλαμβάνει απειλούμενα είδη παγκόσμιας αξίας από την άποψη της επιστήμης ή της συντήρησης του είδους».

Για να κριθεί η εξαιρετική παγκόσμια αξία του, ένα μνημείο πρέπει να κριθεί και σε δύο άλλους παράγοντες: την «αυθεντικότητα» και/η την «ακεραιότητα» και πρέπει να απολαμβάνει ιδιαίτερης προστασίας και συστημάτων διαχείρισης ώστε να διασφαλίζεται η προστασία του. Το κριτήριο της αυθεντικότητας αναφέρεται στα μνημεία τα οποία εντάσσονται με βάση τα κριτήρια I-VI ενώ το κριτήριο της ακεραιότητας αναφέρεται σε όλα τα μνημεία, ανεξαρτήτως κριτηρίου ένταξης.

Αναφέρουμε το VIII (8ο) κατά σειρά των φυσικών κριτηρίων το οποίο πληροί πλήρως ο Κορινθιακός Κόλπος, τα υπόλοιπα κριτήρια πληροί κατά σημαντικό ποσοστό.

VIII. «Να είναι ιδιάζοντα παραδείγματα μειζόνων φάσεων της ιστορίας της γης, του αρχείου της ζωής, σημαντικών εν εξελίξει γεωλογικών διαδικασιών για την ανάπτυξη γεωσχηματισμών ή σημαντικών γεωμορφικών ή φυσιογραφικών χαρακτηριστικών».

Ο Κορινθιακός Κόλπος είναι μια βαθιά ασύμμετρη τεκτονική λεκάνη μεταξύ της Στερεάς Ελλάδας και της Πελοποννήσου.
Έχει μήκος περίπου 140 χλμ. και πλάτος περίπου 40 χλμ. και βάθος το οποίο φτάνει τα 940,00 μέτρα, με συνήθη βάθη 600 – 700 μέτρα. Χωρίζεται προς Δυσμάς από τον Πατραϊκό Κόλπο μέσω των στενών του Ρίου – Αντιρρίου πλάτους 1.800,00 μ. και βάθος 65,00 μ.
Λόγω του μεγάλου βάθους και των ρευμάτων εξασφαλίζεται η ανανέωση των υδάτων έτσι ώστε ο Κορινθιακός Κόλπος έχει ωκεανογραφικό χαρακτήρα ανοικτής θαλάσσης και όχι κλειστού κόλπου.
Ο κόλπος αυτός είναι αποτέλεσμα γεωλογικών διεργασιών που άρχισαν από το Ολιγόκαινο, 30.000.000 χρόνια πριν, με την δημιουργία της Ελληνικής Γης η οποία ήταν μια συμπαγής ξηρά από το Ιόνιο Πέλαγος μέχρι την Μικρά Ασία. Είναι γνωστή με το επιστημονικό όνομα Αιγαιίς. Στο Πλειόκαινο – περίπου 15.000.000 χρόνια πριν – έγιναν ποικίλες γεωλογικές μεταβολές, καταποντίσεις και υπήρξε σημαντική ηφαιστειακή δραστηριότητα. Έτσι καταλήφθηκαν από τη θάλασσα χαμηλότερες περιοχές και δημιουργήθηκαν λιμνοθάλασσες, θάλασσες, Λίμνες.
Μεταξύ των Λιμνών και η Κορινθιακή, με νερά τα οποία εισχώρησαν από τα στενά του Ρίου – Αντιρρίου.
Οι Γεωλογικές μεταβολές συνεχίσθηκαν, υψώθηκε ο Ισθμός της Κορίνθου, καταβυθίσθηκε η βόρεια πλευρά του Κορινθιακού Κόλπου και πρόβαλλαν οι απότομες πλευρές της Βοιωτίας και Φωκίδας. Αναδύθηκαν από τη θάλασσα οι βορινές πλευρές της Πελοποννήσου, οι ακτές της Αργολικής Χερσονήσου και αποχωρίσθηκε η Αίγινα από την Στερεά Ελλάδα.
Έτσι στο τέλος του Πλειοκαίνου, πριν 2.000.000 χρόνια, η μορφολογία και το ανάγλυφο της ελληνικής ξηράς έχει οριστικοποιηθεί και διαμορφωθεί σε γενικές γραμμές.
Στην επόμενη περίοδο το Πλειοτόκαινο, από το 1.800.000 έως 10.000 π.Χ. διαμορφώθηκε τελικά η σημερινή μορφή του Ελληνικού χώρου. Την εποχή αυτή λαμβάνει και την τελική του μορφή ο Κορινθιακός Κόλπος.
Είναι λοιπόν ο Κορινθιακός Κόλπος μια ενεργή λεκάνη η οποία εξελίσσεται συνεχώς από το Νεογενές μέχρι σήμερα σε ένα τεκτονικό περιβάλλον εφελκυστικών – επεκτατικών τάσεων.
Η λεκάνη αυτή οριοθετείται προς Νότο από ένα σύστημα πολλών διακριτών υποθαλάσσιων ρηγμάτων, τα οποία είναι περίπου παράλληλα προς τις ακτές του κόλπου και διατάσσονται κλιμακωτά κατά μήκος αυτού.
Αυτά τα ρήγματα αποτελούν το κυριότερο ρηξιγενές σύστημα της τάφρου. Τα ρήγματα, 19 τον αριθμό, είναι διακριτά και διακοπτόμενα μεταξύ τους.
Με την χαρτογράφηση των ρηγμάτων θα δημιουργηθεί το υποθαλάσσιο τεκτονικό πλαίσιο του Κόλπου και στη συνέχεια θα συσχετισθούν συγκεκριμένα υποθαλάσσια ρήγματα με τις ολοκαινικές ανυψώσεις των ακτών.
Η τεκτονική των ανωτέρων ρηγμάτων όχι μόνο επιδρά αλλά κυριαρχεί και στην παράκτια και υποθαλάσσια γεωμορφολογία, ως και στην μεταφορά και στην απόθεση ιζημάτων και στην κατανομή των ιζηματογενών φάσεων, σε μια σύγχρονη “εν εξελίξει” τεκτονική λεκάνη του Κορινθιακού.
Η ακτογραμμή στο Νότιο Κορινθιακό είναι σχετικά ευθύγραμμη. Δεν παρουσιάζει εγκολπώσεις και διακόπτεται μόνο από αποθέσεις κορημάτων και προϊόντα λατομείων αποθέσεων .
Στη νότια πλευρά η ηπειρωτική κατωφέρεια είναι απότομη. Η παράκτια ζώνη είναι στενή και διασχίζεται από πλήθος χαραδρών με διεύθυνση Βόρεια και Βορειοανατολική. Πολλές από αυτές είναι βαθιές με απότομες πλαγιές τύπου Canyon.
Η μορφολογική εικόνα της βόρειας πλευράς του Κόλπου είναι τελείως διάφορος. Απουσιάζει η βαθμιδωτή διάταξη των αναβαθμών του ανάγλυφου και οι βαθιές κοιλάδες με απότομη κλίση, ενώ η ακτογραμμή είναι οδοντωτή σχηματίζουσα μάλλον μεγάλους Κόλπους (Αντίκυρα, Ιτέα).
Λόγω εφελκυστικών τάσεων οι δύο πλευρές του Κορινθιακού απομακρύνονται μεταξύ τους με τιμή 1,5 χιλιοστό/έτος με σύγχρονη ανύψωση της Πελοποννήσου της τάξεως 5 χιλιοστά/έτος.
Τα προαναφερθέντα μορφοτεκτονικά χαρακτηριστικά του Κορινθιακού Κόλπου μαζί με το υδρογραφικό δίκτυο που έχει διαμορφωθεί στο έντονο ανάγλυφο της περιβάλλουσας χέρσου καθιστούν τον Κορινθιακό Κόλπο, ένα μοναδικό περιβάλλον, σε παγκόσμια κλίμακα Μελέτης.
Αποτελεί συγχρόνως ένα γεωλογικό Μουσείο που πρέπει και δύναται να αξιοποιηθεί  για τη γνώση, ενημέρωση, εκπαίδευση των ανθρώπων, εντάσσοντας την γνώση  στη συμβίωση ανθρώπου και φύσης και στην επιτυχία της αειφόρου ανάπτυξης στο τοπικό, περιφερειακό εθνικό και παγκόσμιο επίπεδο.
Η Γεωλογία του Κορινθιακού σχετίζεται και με την εμφάνιση των σεισμικών γεγονότων. Η σεισμική ιστορία των περιοχών που περιβάλλουν των Κορινθιακό Κόλπο είναι από τα πιο πυκνά κεφάλαια της γενικότερης γεωλογικής ιστορίας του ελληνικού χώρου. Αριθμεί πολλά ισχυρά σεισμικά επεισόδια που επέφεραν καταστροφές.
Η Ιστορική Σεισμολογία του Κόλπου μας δίνει πληροφορίες για τους σεισμούς που έλαβαν χώρα και επηρέασαν ανθρώπους, πόλεις, δομήματα, ιδέες και προκάλεσαν μέχρι καταβυθίσεις και εξαφανίσεις πόλεων όπως Ελίκη, Βούρα στο σεισμό του 373 π.Χ.
Η τεκτονική λοιπόν η οποία αναπτύσσεται στον Κορινθιακό Κόλπο, είναι μεν πηγή καταστροφών, συγχρόνως είναι όμως δημιουργός της μοναδικής ομορφιάς και αισθητικής που πλάθει στις περιοχές του.
Έτσι πληρούνται και το VII (7ο) κριτήριο της κλίμακας της UNESCO.

VII. «Να περιέχει εξαιρετικά φυσικά φαινόμενα ή περιοχές εξαιρετικής φυσικής ομορφιάς και αισθητικής».

Ο Κορινθιακός Κόλπος αποτέλεσε το λίκνο και τη μήτρα για τη συγκρότηση κοινωνιών, την οργάνωση των οικισμών, την αστικοποίηση των πόλεων και γενικά την εξέλιξη των πολιτισμών, από την προϊστορική εποχή μέχρι σήμερα.
Γύρω από τον Κόλπο δημιουργήθησαν πολλές και μεγάλες πόλεις με συνεχή ιστορία, με έντονη παρουσία σ’ αυτήν. Και τον άνθρωπο να συμβιώνει και να συνεργάζεται με τη φύση ως δημιούργημα της.
Εδώ εφαρμόσθηκαν τα επιτεύγματα της τεχνολογίας της εποχής τους, οι καινοτομίες στην κατασκευή των πολλών και μεγάλων λιμένων, θεάτρων, οχυρώσεων και του Διόλκου. Το θαυμαστό δημιούργημα των Κορινθίων, η Τριήρης, πρωτοκατασκευάστηκε εδώ.
Ο πέριξ χώρος της ξηράς δεν ήταν μόνο παραγωγικός και αστικός. Εδώ γινόντουσαν τα Ίσθμια σε τόπο ιερό, πάνω στον Ισθμό. Η ιερότητα του τόπου αυτού αποτελούσε την βεβαιότητα και εγγύηση εφαρμογής των Συνθηκών.
Αλλά και στη νεότερη Ιστορία η διόρυξη του Ισθμού της Κορίνθου, για την κατασκευή της διώρυγας, αποτέλεσε την Ευρωπαϊκή απάντηση στη διώρυγα του Σουέζ. Ένα θαύμα κατασκευής με προηγμένη μεθοδολογία και εξαίρετων τεχνικών.
Αυτό είναι το και το πνεύμα το οποίο δημιουργεί η πηγή ζωής και ιδεών ο Κορινθιακός Κόλπος.
Στρατηγικός στόχος είναι να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις και μελλοντικά να γίνει πραγματικότητα ή η εγγραφή του Κόλπου στον κατάλογο της Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO ή οτιδήποτε άλλο προκύψει από την διαβούλευση. Η διαβούλευση, είναι ανοιχτή σε κάθε ιδέα και δύναται να επεκταθεί σε κάθε έκφραση ζωής στον Κορινθιακό Κόλπο, στην επίδραση της θάλασσας στη δημιουργία πόλεων και οικισμών, στη σχέση ανθρώπου και θάλασσας, στη θαλάσσια ζωή, στη βιοποικιλότητα, στα αλιευτικά αποθέματα και σε μέτρα ευαισθητοποίησης του κοινού για το θαλάσσιο περιβάλλον.



ΑΝΤΙΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΡΧΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ





ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΠΑΠΑΦΩΤΙΟΥ