Ήδη από τώρα, και «πριν αλέκτωρ φωνήσαι τρις», οι πολιτικές παλινωδίες της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ είναι ορατές!
Σε
αναμονή των προγραμματικών δηλώσεων της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ,
αναδημοσιεύουμε (προς γνώσιν, και όχι μόνο...) ορισμένα αποσπάσματα από
το κείμενο του
Ν. Πουλαντζά «Προλεγόμενα σχετικά με τον
κρατικό μηχανισμό και τους ιδεολογικούς μηχανισμούς» από το βιβλίο
«ΦΑΣΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΔΙΚΤΑΤΟΡΙΑ» (Ινστιτούτο Νίκος Πουλαντζάς, εκδ. ΘΕΜΕΛΙΟ):
Μοναδική και αξιοσημείωτη εξαίρεση αποτέλεσε ο Γκράμσι που ξεκινώντας από την πολιτική του πρακτική ως προλεταριακός ηγέτης, διατύπωσε τη θεωρία ότι οι ιδεολογικοί μηχανισμοί υπάγονται στο κρατικό σύστημα.
Καταρχήν, ο Γκράμσι πρόβαλε μερικές γενικές αναλύσεις επιμένοντας στο γεγονός ότι το κράτος δεν παίζει απλώς ρόλο «ισχύος», αλλά και ρόλο ιδεολογικό (ηγεμονία). Επανειλημμένα επεσήμανε, με τρόπο εμπεριστατωμένο και αναλυτικό, ότι δεν πρέπει ν’ αντιλαμβανόμαστε το κράτος μόνο με τον παραδοσιακό τρόπο (μηχανισμός «ισχύος») αλλά και ως «οργανωτή της ηγεμονίας»: το κράτος με την ολοκληρωμένη έννοια περιλαμβάνει, για τον Γκράμσι, οργανισμούς που συνήθως θεωρούνται ιδιωτικοί. Στην κατηγορία αυτών των οργανισμών κατέτασσε την Εκκλησία, τα σχολεία, τα συνδικάτα, τα κόμματα, το μηχανισμό πληροφόρησης:
«Έφτασα στο σημείο», γράφει, «να αναθεωρήσω ολόκληρη την έννοια του Κράτους· το θεωρούν γενικά ως «δικτατορία» κι όχι ως […] ηγεμονία μιας κοινωνικής ομάδας πάνω σε ολόκληρη την εθνική κοινότητα, που ασκείται χάρη σε ιδιωτικούς οργανισμούς, όπως η Εκκλησία, τα συνδικάτα, τα κόμματα, τα σχολεία κλπ.» Κι ακόμη: «…Αλλά τι σημαίνουν όλα αυτά, αν όχι ότι με τη λέξη κράτος πρέπει να εννοούμε, όχι μόνο τον κυβερνητικό μηχανισμό, αλλά και τον ιδιωτικό μηχανισμό ηγεμονίας». Και τέλος: «Αν κάθε Κράτος έχει την τάση να δημιουργεί και να διατηρεί έναν ορισμένο τύπο πολιτισμού κι έναν ορισμένο τύπο πολίτη […], να εξαλείφει ορισμένα έθιμα και στάσεις ζωής και να διαδίδει άλλες, τότε το δίκαιο είναι το εργαλείο που πετυχαίνει αυτόν τον σκοπό δίπλα στο σχολείο και τους άλλους θεσμούς».
[…] Φτάνουμε έτσι στο κέντρο του ζητήματος: ότι δηλαδή, ενώ νομιμοποιούμαστε να μιλάμε για τον κρατικό μηχανισμό, με τη στενή έννοια και στον ενικό, παράλληλα νομιμοποιούμαστε να μιλάμε για πολλούς κρατικούς ιδεολογικούς μηχανισμούς.
Πράγματι, θα ήταν λάθος να νομίζουμε ότι ο κρατικός μηχανισμός, με τη στενή έννοια, αποτελεί ένα είδος μονόλιθου χωρίς ρωγμές. Ο κρατικός μηχανισμός καταναγκασμού αποτελείται από εξειδικευμένους κλάδους: στρατός, αστυνομία, διοίκηση κλπ. Όμως, οι κρατικοί ιδεολογικοί μηχανισμοί παρουσιάζουν, και στις μεταξύ τους σχέσεις και στις σχέσεις τους με τον κρατικό μηχανισμό, ένα βαθμό και μια μορφή σχετικής αυτονομίας, που οι κλάδοι του κρατικού μηχανισμού δεν διαθέτουν. Ο κρατικός μηχανισμός καταναγκασμού, κεντρικός πυρήνας του κρατικού συστήματος και της κρατικής εξουσίας, διαθέτει μια εσωτερική ενότητα πολύ πιο ισχυρή και αυστηρή από τους ιδεολογικούς μηχανισμούς. Η εσωτερική ενότητα των κλάδων του μηχανισμού καταναγκασμού μας επιτρέπει να τους θεωρούμε ως πραγματικά υποσυστήματα μέσα στο πλαίσιο του κρατικού συστήματος μηχανισμών.
Μια πρώτη συνέπεια των διακρίσεων αυτών είναι ότι η καταστροφή του κράτους δεν είναι ταυτόσημη με την καταστροφή του κρατικού μηχανισμού καταναγκασμού και των κρατικών ιδεολογικών μηχανισμών: κι αντίστροφα, οι ιδεολογικοί μηχανισμοί δεν μπορούν να συντριβούν ούτε ταυτόχρονα ούτε με τον ίδιο τρόπο με τον κρατικό μηχανισμό καταναγκασμού.
Ποιές είναι οι αιτίες της σχετικής αυτονομίας των κρατικών ιδεολογικών μηχανισμών, που εκδηλώνεται συγκεκριμένα ως πολλαπλότητα των μηχανισμών αυτών;
Α) Η σχετική διάκριση των ταξικών ιδεολογιών σε σχέση με τους κρατικούς μηχανισμούς, δεν αναιρείται από τη θεσμοποίηση της κυρίαρχης ιδεολογίας σε κρατικούς μηχανισμούς. Πραγματικά, οι μηχανισμοί αυτοί δεν δημιουργούν την ιδεολογία, αλλά έχουν ως κύρια λειτουργία να την επεξεργάζονται και να την επιβάλουν. Οι κλασικοί του μαρξισμού είχαν κατανοήσει τα αποτελέσματα της αυτονομίας της ιδεολογίας σε σχέση με τους μηχανισμούς του κράτους, αυτονομία που οφείλεται στο γεγονός ότι οι μηχανισμοί είναι έκφανση της ταξικής πάλης. Είχαν καταλάβει δηλαδή την αξιοσημείωτη ιδιότητα της κυρίαρχης ιδεολογίας να διατηρείται και να διαρκεί ακόμη και μετά από τις αλλαγές των μηχανισμών (συμπεριλαμβανομένων και των ιδεολογικών μηχανισμών) και της κρατικής εξουσίας. Πραγματικά, αν οι ιδεολογικοί μηχανισμοί είναι μια από τις μορφές κοινωνικής ύπαρξης της ιδεολογίας, η ιδεολογία είναι όρος ύπαρξης των ιδεολογικών μηχανισμών. Η ιδεολογία ως όρος ύπαρξης των ιδεολογικών μηχανισμών, νοείται ως «αυθόρμητη ιδεολογία». Στον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής και για την κυρίαρχη τάξη η ιδεολογία συνδέεται με τον «φετιχισμό του εμπορεύματος». Για τούτη τη σχέση ιδεολογιών και θεσμών, βλ. επίσης τις παρατηρήσεις του M. Verret: «Το εποικοδόμημα, είναι πρώτα απ’ όλα θεσμοί πολιτικοί, νομικοί κλπ., στους οποίους αντιστοιχούν, λέει συχνά ο Μαρξ, μορφές κοινωνικής συνείδησης. Αντιστοιχία δε σημαίνει ταυτότητα, και δεν προεξοφλείται ότι το ιστορικό πεπρωμένο των μορφών κοινωνικής συνείδησης ακολουθεί αυτόματα το πεπρωμένο του εποικοδομήματος».
Β) Η σχετική αυτονομία των ιδεολογικών μηχανισμών βασίζεται στα θεμελιώδη δεδομένα της ταξικής πάλης: τα δεδομένα του ιδεολογικού τομέα καταρχήν. Μέσα σ’ ένα κοινωνικό σχηματισμό δεν υπάρχει μόνο η κυρίαρχη ιδεολογία: υπάρχουν πολλές αντιφατικές ιδεολογίες ή ιδεολογικά υποσυστήματα, που σχετίζονται με τις διάφορες αντιμαχόμενες τάξεις. Η κυρίαρχη ιδεολογία, γίνεται κυρίαρχη, μόνον από τη στιγμή που θα καταφέρει να κυριαρχήσει πάνω στις άλλες ιδεολογίες και τα ιδεολογικά υποσυστήματα, κάτι που πραγματοποιείται ακριβώς χάρη στους κρατικούς ιδεολογικούς μηχανισμούς. Η διαδικασία αυτή με τη σειρά της συνεπάγεται ότι οι ιδεολογικοί μηχανισμοί είναι η συμπυκνωμένη έκφραση εντονότατων ιδεολογικών αντινομιών, που εκφράζονται με τις συγκρούσεις των αξιωματούχων της ιδεολογίας που τους στελεχώνουν. Αποτέλεσμα αυτής της σύγκρουσης είναι η σχετική αυτονομία των ιδεολογικών μηχανισμών.
Γ) Έτσι, η σχετική αυτονομία των κρατικών ιδεολογικών μηχανισμών ανάγεται, τελικά, σε σχέσεις πολιτικής εξουσίας, με τη στενή έννοια, και εκφράζεται με σημαντικές αναντιστοιχίες μέσα στην κρατική εξουσία. Καταρχήν, η κρατική εξουσία συγκροτείται γενικά από μια συμμαχία κυρίαρχων τάξεων ή τμημάτων: άρχον συγκρότημα ενός καπιταλιστικού σχηματισμού. Έτσι, παρά το γεγονός ότι μια τάξη ή ένα τμήμα τάξης διατηρεί, γενικά, την ηγεμονία, η πολιτική εξουσία των άλλων τάξεων ή τμημάτων που συμμετέχουν στο άρχον συγκρότημα δημιουργεί διάφορες αναντιστοιχίες στους κρατικούς μηχανισμούς. Πραγματικά, δεν μπορούμε να μιλάμε για κρατική εξουσία, δηλαδή για ταξική πολιτική εξουσία, παρά μόνο στο βαθμό που αυτή συγκεκριμενοποιείται στους κρατικούς μηχανισμούς. Είναι λοιπόν δυνατόν, μέσα στους κρατικούς ιδεολογικούς μηχανισμούς (ή σε ορισμένους από αυτούς) και στον κρατικό μηχανισμό, διαφορετικές τάξεις ή τμήματα τάξεων να κατέχουν την εξουσία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα: κατά τη μετάβαση από τη φεουδαρχία στον καπιταλισμό, στις περιπτώσεις συμμαχίας αστισμού-ευγενών γαιοκτημόνων, για μεγάλο διάστημα η Εκκλησία αποτελούσε προμαχώνα της εξουσίας των ευγενών, ενώ η βάση της εξουσίας του αστισμού ήταν ο κρατικός μηχανισμός.
Έχει σημασία να υπογραμμιστεί ότι αυτές οι αναντιστοιχίες στην κρατική εξουσία εμφανίζονται κυρίως ανάμεσα στους ίδιους τους κρατικούς ιδεολογικούς μηχανισμούς και τους κρατικούς μηχανισμούς. Μπορεί να εμφανιστούν μέσα στον κρατικό μηχανισμό, με τη στενή έννοια, παρά την εσωτερική ενότητα υποσυστήματος που έχει. Ο στρατός, η διοίκηση ή η δικαστική αρχή είναι δυνατόν να αποτελούν την προνομιακή βάση της εξουσίας διαφορετικών τάξεων ή τμημάτων του άρχοντος συγκροτήματος.
Αλλά επειδή ο κρατικός μηχανισμός καταναγκασμού αποτελεί τον κεντρικό πυρήνα του κράτους, η ηγεμονεύουσα τάξη ή το ηγεμονεύον τμήμα κρατά κατά κανόνα την εξουσία στο μηχανισμό αυτό. Όταν άλλες τάξεις ή τμήματα μη ηγεμονικά διατηρούν την εξουσία σε ορισμένους κλάδους του μηχανισμού καταναγκασμού λόγω της εσωτερικής του ενότητας –«η συγκεντρωτικότητά του»- τότε, η εσωτερική οργάνωση πραγματοποιείται, ανάλογα με τις μορφές του κράτους, κάτω από την κυριαρχία του κλάδου που κρατά η ηγεμονική τάξη ή τμήμα. Μ’ αυτήν ακριβώς την έννοια μπορούμε να μιλάμε για συγκεκριμένη ενότητα (κι όχι «μοίρασμα») της κρατικής εξουσίας μέσα στον κρατικό μηχανισμό, στην περίπτωση όπου διάφορες τάξεις και τμήματα βρίσκονται στην εξουσία.
Η περίπτωση των ιδεολογικών μηχανισμών του κράτους διαφέρει. Αποτελούν μηχανισμούς πιο πρόσφορους στο να συγκεντρώνουν αποτελεσματικά την εξουσία των μη ηγεμονικών τάξεων και τμημάτων. Αίφνης, οι ιδεολογικοί μηχανισμοί είναι ταυτόχρονα το προνομιακό καταφύγιο αυτών των τάξεων και τμημάτων, και η κατεξοχήν λεία τους: εξουσία, λοιπόν, άλλων τάξεων και τμημάτων, που στην περίπτωση των μηχανισμών αυτών, μπορούν μάλιστα να μην είναι σύμμαχοι της ηγεμονικής τάξης αλλά ριζικά αντίπαλοί της.
Έτσι, οι ιδεολογικοί μηχανισμοί αποτελούν συχνά, είτε τις τελευταίες επάλξεις μιας παλιότερης ταξικής εξουσίας (Εκκλησία για ευγενείς γαιοκτήμονες), είτε τα πρώτα οχυρώματα μιας νέας ταξικής εξουσίας (σχολεία και εκδόσεις για τον αστισμό πριν από την Γαλλική Επανάσταση). Οι μηχανισμοί αυτοί μπορούν μάλιστα να εκπληρώσουν και τους δυο ρόλους για την ίδια τάξη, μέσα σε μια πορεία ιστορικής συνέχειας. Γνωρίζουμε ότι, στην περίπτωση μιας σοσιαλιστικής επανάστασης, όταν η αστική τάξη εκδιώκεται από τον κρατικό μηχανισμό καταναγκασμού καταφεύγει στους ιδεολογικούς μηχανισμούς, που διατηρούν την αστική μορφή τους, για να τους χρησιμοποιήσει ως όργανα επανάκτησης της κρατικής εξουσίας. Τέλος, και πάνω απ’ όλα, η πάλη των λαϊκών μαζών όχι μόνο διαπερνά τους ιδεολογικούς μηχανισμούς του κράτους –αυτό είναι ολοφάνερο- αλλά συχνά και κατά προτίμηση επηρεάζει ορισμένους απ’ αυτούς, και συγκεκριμένα εκείνους που προορίζονται ειδικά για τις μάζες: για παράδειγμα τα συνδικάτα, τα κόμματα σοσιαλδημοκρατικού τύπου κλπ.
Κοντολογίς, αυτό το παιχνίδι της ταξικής εξουσίας μεταξύ κρατικού μηχανισμού απ’ τη μια μεριά, κρατικών ιδεολογικών μηχανισμών από την άλλη, παιχνίδι που οφείλεται στην πάλη των τάξεων, εμφανίζεται ως η ουσιαστική αιτία, και ως ένα από τα αποτελέσματα, της σχετικής αυτονομίας των κρατικών ιδεολογικών μηχανισμών.
Είμαστε υποχρεωμένοι ν’ αναφερθούμε σ’ ένα τελευταίο σημείο: από το σύστημα των κρατικών ιδεολογικών μηχανισμών δεν μπορούν τελικά να ξεφύγουν παρά μόνον οργανώσεις επαναστατικές και ταξικής πάλης. Το πρόβλημα αυτό σχετίζεται με τη μαρξιστική-λενινιστική θεωρία για την οργάνωση: ας θυμηθούμε απλώς ότι το κύριο και κεντρικό ζήτημα της θεωρίας αυτής, συνίσταται ακριβώς στο πώς επαναστατικές-ταξικές οργανώσεις θα συγκροτηθούν και θα εκπληρώσουν την αποστολή τους, πώς θα συντρίψουν τον κλοιό των κρατικών ιδεολογικών μηχανισμών και, με την πρακτική τους πώς θα φυλαχτούν από το μόνιμο ολίσθημα προς το σύστημα κρατικών μηχανισμών που τις παραμονεύει».
ΥΓ:
ΑΚΕΠ- Γραφείο τύπου,Μίκα Στάθη