Παρασκευή 12 Απριλίου 2013

«Αθέμιστη» Ευρώπη

Γράφει ο
Προκόπης Παυλόπουλος
 
 
Ο «ευρωσκεπτικισμός» εξαπλώνεται –intra muros και όχι μόνο- με ρυθμούς, οι οποίοι τείνουν να εξαντλήσουν ως και τις αντοχές που εξακολουθούν να βρίσκουν έρεισμα στις βαθύτερες ρίζες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στην εγκαρτέρηση όσων μένουν ακόμη πιστοί στις προοπτικές της.  Κοινό σημείο εκκίνησης ενός τέτοιου διαλυτικού «ευρωσκεπτικισμού» συνιστά το γεγονός ότι, τούτες τις ώρες της κρίσης που έχει τα χαρακτηριστικά τρίτου παγκόσμιου οικονομικού πολέμου, η Ευρωπαϊκή Ένωση –και πρωτίστως η οικονομική «καρδιά» της, η Ευρωζώνη- αντί να εκπροσωπεί το υπόδειγμα της ηγέτιδας δύναμης εξόδου απ’ αυτήν, αφήνει την πικρή γεύση ενός αρχικώς πολλά υποσχόμενου προτύπου που «γέρασε» πριν «ανδρωθεί».  Κι ακόμη χειρότερα, η Ευρωπαϊκή Ένωση αντί ν’ αποτελεί την ελπίδα εξόδου από την παγκόσμια οικονομική κρίση αναδεικνύεται σε μέρος –ίσως δε και σ’ αιτία- του συγκλονιστικού τούτου προβλήματος.

Ι. Υπό τα δεδομένα αυτά οι «ευρωσκεπτικιστές» μπορούν να ενταχθούν σε δύο, κατά βάση, κατηγορίες, ανάλογα με τη πορεία πλεύσης που ακολουθούν στα σύγχρονα «αχαρτογράφητα νερά» του ευρωπαϊκού γίγνεσθαι:

Α.  Στη πρώτη κατηγορία ανήκουν εκείνοι που θα μπορούσε κανείς να τους κατατάξει στους «απαισιόδοξους», ή και στους «ευρωαυτόχειρες».  Είναι δηλαδή όλοι αυτοί –και γίνονται, δυστυχώς, κάθε μέρα και περισσότεροι- οι οποίοι σκέφτονται με την, «εσχατολογικής» προέλευσης, λογική του «δεν αξίζει ν’ αγωνιζόμαστε για μιαν Ευρώπη που θα παρακμάσει νομοτελειακώς».

Β. Στη δε δεύτερη κατηγορία εμπίπτουν όσοι πιστεύουν ότι η «ευρωπαϊκή φλόγα» δεν έχει σβήσει μέσα στην καταιγίδα, την οποία προκαλεί ο ανεξέλεγκτος «νεοφιλελεύθερος τυφώνας».  Άρα αυτοί που, ανεξάρτητα από την ιδεολογική αφετηρία από την οποία ξεκινούν και εκφράζοντας την «ευρωαγωνία» τους για το σκοτεινό σήμερα, θεωρούν πως η Ευρωπαϊκή Ένωση όχι μόνο μπορεί να βρει ξανά το δρόμο της αλλά είναι σε θέση να γίνει ο πυλώνας στήριξης του γνήσιου καπιταλισμού: Του καπιταλισμού που, κατά την καταγωγή του, εκφράζει ο ριζοσπαστικός φιλελευθερισμός υπό συνθήκες κοινωνικής δικαιοσύνης και τον προβάλλει ως «αντίπαλο δέος» έναντι των επίδοξων, «αγοραίων», βιαστών του.

ΙΙ. Πιστεύω ακραδάντως ότι έχουμε, ως Έλληνες οι οποίοι διεκδικούμε βασίμως τον πνευματικό κορμό του γενεαλογικού δένδρου της ευρωπαϊκής ενότητας, χρέος να ταχθούμε –και, γιατί όχι, να παίξουμε ηγετικό ρόλο- στο πλευρό όσων εκπροσωπούν αυτόν τον δεύτερο, «αισιόδοξο ευρωσκεπτικισμό», που επιλέγει, έχοντας την αγωνία της Ευρώπης, ως ιστορικό ρόλο όχι την «ερήμωση».  Αλλά, όλως αντιθέτως, την «αναστήλωση» του ευρωπαϊκού ιδεώδους.  Αν μη τι άλλο και για λόγους οικονομικούς, ασχέτως αν  -όπως θα εκθέσω στη συνέχεια- αυτό δεν είναι το καίριο και το κύριο στην πορεία του χρόνου για τον Τόπο μας.

Α. Με απλές λέξεις όσο υπάρχει «Ευρωζώνη», ως βάση της νομισματικής –όχι όμως, δυστυχώς, και της οικονομικής- ένωσης της Ευρώπης οφείλουμε να δώσουμε μαζί με όλους τους ευρωπαϊκούς λαούς που μοιράζονται την κοινή μας κοινωνικοοικονομική δοκιμασία τον αγώνα ύπαρξης εντός αυτής.  Γιατί έξω από την Ευρωζώνη, υπό τις σημερινές οικονομικές συνθήκες, δεν υπάρχει τρόπος εθνικής οικονομικής επιβίωσης.  Είτε το θέλουμε είτε όχι, είμαστε εγκλωβισμένοι στο «οχυρό» του ευρώ. Και, ας το δούμε κατάματα, σε περίπτωση «ηρωικής» εξόδου απ’ αυτό δεν υπάρχει «Μωυσής», ο οποίος θα μπορέσει να μας οδηγήσει στη διάβαση της τρικυμισμένης «Ερυθράς Θάλασσας» του σύγχρονου διεστραμμένου καπιταλιστικού οικοδομήματος.

Β. Εθελοτυφλούν λοιπόν –συνειδητώς ή ασυνειδήτως, δεν έχει σημασία στη ροή της ιστορίας -όσοι πιστεύουν ή, ακόμη χειρότερα, ενδίδοντας στα θέλγητρα του λαϊκισμού διακηρύσσουν, πως  μπορούμε ν’ απαλλαγούμε «ανεξόδως» από τα οικονομικά και, συνακόλουθα, νομισματικά «δεσμά» της Ευρωζώνης.  Διότι είναι άλλο ζήτημα το να επιλέγεις ελεύθερος το δρόμο σου σε περίπτωση συμπεφωνημένης ολικής διάλυσής της και εντελώς άλλο το να παίρνεις απερίσκεπτα το ρίσκο μονομερούς εξόδου απ’ αυτήν, όσο ακόμη υπάρχει και λειτουργεί.  Το τελευταίο ισοδυναμεί, αναπότρεπτα, με «οικονομικό θάνατο» της Χώρας.  Και υπ’ αυτή την έννοια ναι, το ευρώ είναι σήμερα εθνικό «φετίχ».  Αλλά μόνον υπ’ αυτή την έννοια.

ΙΙΙ.  Όμως, και σύμφωνα με τις προαναφερόμενες σκέψεις που επιβάλλουν την παραμονή μας στην Ευρωζώνη και την συνακόλουθη υπεράσπισή της, ο ρόλος μας, ως Ελλήνων, στην Ευρωπαϊκή Ένωση καθορίζεται πρωτίστως με όρους θεσμικούς.

Α. Αντίθετα από την, μαρξιστικής προέλευσης, αντίληψη, η αλήθεια είναι ότι η η «περιπέτεια» του ευρώ και της Ευρωζώνης αποτελεί, κατά βάση, απόρροια του τεράστιου θεσμικού ελλείμματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης: Η οικονομική και νομισματική ένωση της Ευρώπης ξεκίνησε –και, δυστυχώς, πορεύεται ως σήμερα- με «αβδηριτική» νοοτροπία και «φιλισταϊκή» αντίληψη, χωρίς θεσμικές ρίζες.  Ακριβώς γι’ αυτό έχουμε φθάσει στον ιδιόμορφο ευρωπαϊκό «εμφύλιο πόλεμο» μεταξύ βορρά και νότου.  Και τούτο συνιστά την «αχίλλειο πτέρνα της».  Ευκαιρία λοιπόν, ως Έλληνες, να θυμηθούμε την πρώτη –στην ιστορία του Ανθρώπου και της Ανθρωπότητας- επική κατακραυγή εναντίον του εμφύλιου πολέμου στην Ιλιάδα του Ομήρου (βιβλίο Ι, no 63-64): «Αφρήτωρ αθέμιστος ανέστιός εστιν εκείνος, ος πολέμου έραται επιδημίου, οκρυόεντος» («δεν έχει πατρογονικές ρίζες, ούτε θεσμούς, ούτε σπίτι εκείνος, ο οποίος χαίρεται όταν ξεσπάει ο τρομερός εμφύλιος πόλεμος»).

Β. Η σημερινή Ευρωπαϊκή Ένωση είναι «αθέμιστη» γιατί το ευρωπαϊκό θεσμικό κεκτημένο, αυτό το θεμέλιο της μελλοντικής της ενοποίησης, καταρρέει μέσα από την αντίστοιχη αυθαίρετη θεσμική διαφοροποίηση μεταξύ βορρά και νότου:  Στο βορρά, και ιδίως στη Γερμανία, το ευρωπαϊκό θεσμικό κεκτημένο είναι «ιερό και απαραβίαστο».  Στο νότο όμως οι ευρωπαϊκοί θεσμοί όχι μόνο παραβιάζονται αλλά, κυριολεκτικώς, περιθωριοποιούνται στο βωμό ενός ιδιότυπου και καταστροφικού νεοφιλελεύθερου οικονομικού κυνισμού.  Κάπως έτσι στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το Κράτος Δικαίου και τα Δικαιώματα του Ανθρώπου – δηλαδή οι θεσμικοί πυλώνες της- καταρρέουν.  Και μαζί μ’ αυτούς, κατ’ επέκταση, καταρρέουν οι πυλώνες όλου δυτικού πολιτισμού.  Και για να γίνω σαφέστερος:

1. Το ευρωπαϊκό Κράτος Δικαίου υπάρχει και λειτουργεί όταν μέσα από τις θεσμικές του εγγυήσεις κατοχυρώνονται, με βάση το ευρωπαϊκό θεσμικό κεκτημένο, τα Δικαιώματα του Ανθρώπου στο σύνολο του ευρωπαϊκού πεδίου.  Άρα και η ίδια η Αντιπροσωπευτική Δημοκρατία, που από τη φύση της λειτουργεί ως εφαλτήριο ανάδειξης της ελευθερίας του Ανθρώπου. Βεβαίως όμως της ελευθερίας η οποία αφορά όλους, ανεξαιρέτως, τους ευρωπαίους πολίτες.

2. Μόνο που το ελληνικό παράδειγμα, μέσα από την «μνημονιακή πολιτική» η οποία κάθε μέρα αποδεικνύει την απουσία στοιχειώδους ευρωπαϊκής αυτογνωσίας, δείχνει μ’ ενάργεια πως και γιατί η Ευρωπαϊκή Ένωση «αυτοκτονεί» θεσμικώς. Η «περιπέτεια» των, κάθε είδους, Δικαιωμάτων του Ανθρώπου το τεκμηριώνει.

α) Στο επίπεδο των ατομικών δικαιωμάτων, δύο συνιστώσες του βεβαιώνουν «του λόγου το ασφαλές»:

α1) Η ατομική ιδιοκτησία, κολοφώνας της ίδιας της Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας, φθίνει επικίνδυνα μέσα από την αποδυνάμωσή της στη λογική της επίτευξης ανερμάτιστων δημοσιονομικών στόχων. Ειδικότερα στην Ελλάδα, οι διατάξεις των άρθρων 17 και 18 του Συντάγματος αλλά και του άρθρου 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου ακρωτηριάζονται στην «προκρούστεια κλίνη» μιας αδίστακτης νεοφιλελεύθερης οικονομικής λογικής.

α2) Το ίδιο συμβαίνει και στο πεδίο των εργασιακών σχέσεων, όπου οι συλλογικές διαπραγματεύσεις, αυτή η αντηρίδα που θεμελιώνεται στο Σύνταγμα (άρθρο 22) αλλά και στο ευρωπαϊκό θεσμικό κεκτημένο (Διεθνείς Συμβάσεις Εργασίας και Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης) υπονομεύεται με «ευρωπαϊκές ευλογίες» για χάρη μιας «αόρατης» και εξ ορισμού ανύπαρκτης «ανταγωνιστικότητας».

β) Στο δε επίπεδο των κοινωνικών δικαιωμάτων, αυτό τούτο το κοινωνικό κράτος δικαίου –ναι, το «καύχημα» της Ευρωπαϊκής Ένωσης- αποκηρύσσεται ως «αποδιοπομπαίος τράγος».  Το παράδειγμα του «κατώτατου μισθού» το τεκμηριώνει μ’ ενάργεια.

β1) Στη μεν Γερμανία, όπου ισχύει ο απόλυτος σεβασμός των συνταγματικών εγγυήσεων π.χ. του «κατώτατου μισθού» (Εxistenzminimum), το γερμανικό Ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δικαστήριο μάχεται «υπέρ βωμών και εστιών» για τους οικονομικώς ασθενέστερους.

β2) Μόνο που στην Ελλάδα –και, επέκεινα, στις χώρες του «δύσμοιρου» νότου- δεν ισχύει το ίδιο.  Εδώ, και υπό τα «καυδιανά δίκρανα» του Μνημονίου και της Τρόικας, ο κατήφορος του κατώτατου μισθού δεν έχει όρια.  Και, κατ’ ακολουθία, η ανθρώπινη εξαθλίωση…

γ) Παρήγορο σημάδι υπεράσπισης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, που σήμερα φαίνονται εγκαταλελειμμένα από τα προς τούτο εντεταλμένα όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εκπέμπουν ορισμένα Ανώτατα Δικαστήρια των χωρών του ευρωπαϊκού νότου.  Όπως είναι κάποιες πρόσφατες αποφάσεις του δικού μας Συμβουλίου της Επικρατείας, κι ακόμη πιο πρόσφατα η τελευταία απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου της Πορτογαλίας.  Να λοιπόν πως τα εθνικά δικαστήρια εκείνων των κρατών-μελών που χειμάζονται οικονομικώς είναι σε θέση να δείξουν το δρόμο των εγγυήσεων των ίδιων των ευρωπαϊκών θεσμών.

Αυτή την «αθέμιστη» Ευρώπη της σημερινής υποκρισίας και της αναποτελεσματικότητας οφείλουμε να την αλλάξουμε.  Πριν όμως πρέπει να την υπερασπισθούμε για να μην διαλυθεί.  Κι αυτή την παρακμιακή της πορεία πρέπει, όλοι λαοί που έχουν συναίσθηση της ιστορικής τους ευθύνης -κυρίως δε εμείς, οι Έλληνες- ν’ αγωνισθούμε για να την αναστρέψουμε και να την μετατρέψουμε σε δρόμο ελπίδας και δημιουργίας.  Σε σύγχρονο όραμα, αντίβαρο μιας επερχόμενης παγκόσμιας οικονομικής και κοινωνικής καταστροφής.  Στη δε Γερμανία, η οποία δεν φαίνεται να διαθέτει εδραία ιστορική μνήμη, έχουμε χρέος ν’ αντιτάξουμε, χωρίς ίχνος ρεβανσισμού ή αμετροέπειας, τούτο:  Επειδή μάλλον δεν διδάσκεται από το παρελθόν της, που οδήγησε ακόμη και το λαό της στην καταστροφή, είμαστε έτοιμοι να συμπορευθούμε και για μιαν ευρωπαϊκή Γερμανία.  Όχι όμως για μια γερμανική Ευρώπη.  Αφού κάτι τέτοιο, σύμφωνα με τα διδάγματα της πρόσφατης ιστορίας, θα οδηγήσει και στο τέλος της Γερμανίας αλλά και, πολύ περισσότερο, στο τέλος της Ευρώπης.

(Από τα «Επίκαιρα»)
 elzoni.gr