Σχεδόν από το ξεκίνημα της ελληνικής κρίσης χρέους, μετά τις εκλογές του 2009 και την επιστροφή του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία, ήταν ευκρινές το συμπέρασμα πως η διαχείρισή της δεν είχε αμιγώς οικονομικές πτυχές, αλλά πρωτίστως και κυρίως πολιτικές. Προφανώς και η Ελλάδα θα υποχρεωνόταν, όπως και έγινε, με άγαρμπο ωστόσο τρόπο, να θέσει δημοσιονομικούς στόχους και να τους πετύχει, η αξιολόγηση της προσπάθειας ωστόσο, θα αφηνόταν στα χέρια των πολιτικών. Στα κέντρα λήψης των αποφάσεων. Στις Βρυξέλλες, και φυσικά στο Βερολίνο.
Η εξέλιξη της εθνικά δύσκολης διαδρομής στο δύσβατο μονοπάτι της πρώτης δανειακής σύμβασης, αλλά και της ακόμη πιο «στριφνής» δεύτερης, επιβεβαίωσε την παραπάνω εκτίμηση. Η πολιτική απόφαση των Ευρωπαίων εταίρων ήταν και παραμένει να μην διακινδυνευτεί τυχόν έξοδος της Ελλάδας από την ευρωζώνη.
Παρά τα όσα κατά καιρούς λέγονται και γράφονται, η Ευρώπη γνωρίζει ότι δεν θα μπορεί ποτέ να αισθανθεί βεβαιότητα για την κατάλληλη προετοιμασία της, απέναντι στην προοπτική χρεοκοπίας της Ελλάδας. Το παράδειγμα της Lehman Brothers, η κατάρρευση της οποίας ξεκίνησε με χειροκροτήματα για τον τότε υπουργό Οικονομικών της κυβέρνησης Μπους Χένρι Πόλσον, και μέσα σε μερικά 24ωρα εξελίχτηκε σε συστημική κρίση παγκοσμίων διαστάσεων, είναι εξαιρετικά πρόσφατο για να διαφεύγει της προσοχής όλων. Κυρίως των Γερμανών, που θα κληθούν να καταβάλλουν και το μεγαλύτερο οικονομικό τίμημα, σε περίπτωση χρεοκοπίας κάποιας χώρας-μέλους της ευρωζώνης.
Η πραγματικότητα αυτή είναι απτή, και δεν θα πρέπει να προσεγγίζεται με… κουτοπόνηρη ματιά από την ελληνική πλευρά. Ναι, δεν μπορούν να μας διώξουν. Μπορούν όμως να καταστήσουν αφόρητη την εθνική καθημερινότητά μας. Και επειδή προς τα εκεί βαδίζουμε, απαιτείται άμεσα εθνική ανάταση και επανεκκίνηση.
Οι προϋποθέσεις υπάρχουν. Οι εκλογές που έρχονται, θα απαλλάξουν την Ελλάδα από την κοινοβουλευτική ανορθογραφία μιας Βουλής που προέκυψε από τη συνειδητή παραπλάνηση του «λεφτά υπάρχουν». Και μια νέα ηγεσία, ισχυρή και αυτοδύναμη, θα έχει την ευκαιρία να διαπραγματευτεί με τους εταίρους και δανειστές. Όπως δεν έκανε η σημερινή εθνική ηγεσία, ούτε φυσικά και η προηγούμενη.
Πέρα μάλιστα από σενάρια συνωμοσίας, θεωρίες και συστολές, οι έρευνες που πρόκειται να ξεκινήσουν για την ανάδειξη και αξιοποίηση των όποιων κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου υπάρχουν στη χώρα, μπορούν να αποτελέσουν τον φυσικό πρόλογο της επαναδιαπραγμάτευσης.
Τα στοιχεία δείχνουν ότι τέτοια κοιτάσματα πρέπει να υπάρχουν σε τουλάχιστον 12 περιοχές της χώρας, εκτός από τα ήδη γνωστά 15 οικόπεδα στο Ιόνιο Πέλαγος και τη Νότια Κρήτη. Με μια στοιχειωδώς εμπνευσμένη ηγεσία, που δεν θα έχει εξαρτήσεις, και θα προσεγγίζει το μέλλον ελληνοκεντρικά, χωρίς να αισθάνεται… απέχθεια για τη χώρα, όπως πολύ έντονα βιώσαμε το προηγούμενο διάστημα, η Ελλάδα μπορεί να διαπραγματευτεί. Και να διεκδικήσει μια καλύτερη τύχη. Να ζητήσουμε πίσω το μέλλον που μας αφαίρεσαν. Και μάλιστα… με τόκο.
ΜΑΝΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΗΣ / statesmen.gr
Η εξέλιξη της εθνικά δύσκολης διαδρομής στο δύσβατο μονοπάτι της πρώτης δανειακής σύμβασης, αλλά και της ακόμη πιο «στριφνής» δεύτερης, επιβεβαίωσε την παραπάνω εκτίμηση. Η πολιτική απόφαση των Ευρωπαίων εταίρων ήταν και παραμένει να μην διακινδυνευτεί τυχόν έξοδος της Ελλάδας από την ευρωζώνη.
Παρά τα όσα κατά καιρούς λέγονται και γράφονται, η Ευρώπη γνωρίζει ότι δεν θα μπορεί ποτέ να αισθανθεί βεβαιότητα για την κατάλληλη προετοιμασία της, απέναντι στην προοπτική χρεοκοπίας της Ελλάδας. Το παράδειγμα της Lehman Brothers, η κατάρρευση της οποίας ξεκίνησε με χειροκροτήματα για τον τότε υπουργό Οικονομικών της κυβέρνησης Μπους Χένρι Πόλσον, και μέσα σε μερικά 24ωρα εξελίχτηκε σε συστημική κρίση παγκοσμίων διαστάσεων, είναι εξαιρετικά πρόσφατο για να διαφεύγει της προσοχής όλων. Κυρίως των Γερμανών, που θα κληθούν να καταβάλλουν και το μεγαλύτερο οικονομικό τίμημα, σε περίπτωση χρεοκοπίας κάποιας χώρας-μέλους της ευρωζώνης.
Η πραγματικότητα αυτή είναι απτή, και δεν θα πρέπει να προσεγγίζεται με… κουτοπόνηρη ματιά από την ελληνική πλευρά. Ναι, δεν μπορούν να μας διώξουν. Μπορούν όμως να καταστήσουν αφόρητη την εθνική καθημερινότητά μας. Και επειδή προς τα εκεί βαδίζουμε, απαιτείται άμεσα εθνική ανάταση και επανεκκίνηση.
Οι προϋποθέσεις υπάρχουν. Οι εκλογές που έρχονται, θα απαλλάξουν την Ελλάδα από την κοινοβουλευτική ανορθογραφία μιας Βουλής που προέκυψε από τη συνειδητή παραπλάνηση του «λεφτά υπάρχουν». Και μια νέα ηγεσία, ισχυρή και αυτοδύναμη, θα έχει την ευκαιρία να διαπραγματευτεί με τους εταίρους και δανειστές. Όπως δεν έκανε η σημερινή εθνική ηγεσία, ούτε φυσικά και η προηγούμενη.
Πέρα μάλιστα από σενάρια συνωμοσίας, θεωρίες και συστολές, οι έρευνες που πρόκειται να ξεκινήσουν για την ανάδειξη και αξιοποίηση των όποιων κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου υπάρχουν στη χώρα, μπορούν να αποτελέσουν τον φυσικό πρόλογο της επαναδιαπραγμάτευσης.
Τα στοιχεία δείχνουν ότι τέτοια κοιτάσματα πρέπει να υπάρχουν σε τουλάχιστον 12 περιοχές της χώρας, εκτός από τα ήδη γνωστά 15 οικόπεδα στο Ιόνιο Πέλαγος και τη Νότια Κρήτη. Με μια στοιχειωδώς εμπνευσμένη ηγεσία, που δεν θα έχει εξαρτήσεις, και θα προσεγγίζει το μέλλον ελληνοκεντρικά, χωρίς να αισθάνεται… απέχθεια για τη χώρα, όπως πολύ έντονα βιώσαμε το προηγούμενο διάστημα, η Ελλάδα μπορεί να διαπραγματευτεί. Και να διεκδικήσει μια καλύτερη τύχη. Να ζητήσουμε πίσω το μέλλον που μας αφαίρεσαν. Και μάλιστα… με τόκο.
ΜΑΝΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΗΣ / statesmen.gr