Ομιλία στην ολομέλεια της Βουλής πραγματοποίησε ο Βουλευτής Κορινθίας κ. Κώστας Κόλλιας, σχετικά με τα προβλήματα των κτηνοτρόφων. Στην τοποθέτησή του, μεταξύ άλλων, αναφέρθηκε στο ζήτημα του ειδικού τέλους ακινήτων σε αγρότες και κτηνοτρόφους. Σχετικά με θέμα ο κ. Κόλλιας δήλωσε:
«Σήμερα στην ολομέλεια συζητήσαμε ένα νομοσχέδιο το οποίο ασχολείται με τη διευκόλυνση της αδειοδότησης των κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων. Είναι γνωστό ότι στη χώρα μας εξακολουθεί να υφίσταται μία απαράδεκτη κατάσταση ανομίας, όπου το 85% των κτηνοτροφικών εκμεταλλεύσεων λειτουργούν χωρίς άδεια. Και βεβαίως αυτό δεν συμβαίνει με ευθύνη των κτηνοτρόφων, αλλά με ευθύνη του κράτους, η γραφειοκρατία του οποίου κοστίζει άπειρο χρόνο και χρήμα σε όποιον θέλει να είναι νομοταγής και παραγωγικός.
Δυστυχώς, το νομοσχέδιο δεν ασχολείται καθόλου με το μείζον ζήτημα του ειδικού τέλους ακινήτων, που βαρύνει αδειοδοτημένες αγροτικές και κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις. Αυτό το θέμα έθιξα στην ολομέλεια, επισημαίνοντας ότι ο νόμος 4021, ο οποίος εξαιρεί αυτές τις εγκαταστάσεις από την καταβολή ειδικού τέλους ακινήτων, δεν εφαρμόζεται. Από την πρώτη στιγμή είχα επισημάνει ότι η απόφαση 1211 του Υπουργού Οικονομικών, που συνέδεσε την εξαίρεσή τους με το αγροτικό τιμολόγιο της ΔΕΗ, θα οδηγούσε σε καταστρατήγηση του νόμου.
Αυτό που συνέβη βεβαίως είναι ότι οι αγρότες και οι κτηνοτρόφοι κλήθηκαν να πληρώσουν κανονικά το χαράτσι για μεγάλους βοηθητικούς χώρους, αποθήκες προϊόντων, ζωοτροφών, εφοδίων, μηχανημάτων. Εστάλησαν εξοντωτικοί λογαριασμοί, τους οποίους οι παραγωγοί σε καμία περίπτωση δεν μπορούν, αλλά και δεν οφείλουν να πληρώσουν. Και είναι απαράδεκτο το κράτος να θεσπίζει νόμους, τους οποίους όχι μόνο δεν εφαρμόζει, αλλά και σκοπίμως τους ακυρώνει. Διότι προσωπικά θεωρώ ότι το Υπουργείο Οικονομικών εσκεμμένα συνέδεσε το ειδικό τέλος με το αγροτικό τιμολόγιο, γνωρίζοντας ότι το διαθέτουν ελάχιστες αγροτικές και κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις.
Τώρα πληροφορούμαι ότι το Υπουργείο Οικονομικών έχει έτοιμη μία άλλη απόφαση, η οποία δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί, και που ορίζει τη διαδικασία αναγνώρισης αγροτικής χρήσης και εξαίρεσης από το τέλος. Δυστυχώς, το περιεχόμενό της είναι πρόχειρο, αόριστο και φοβούμαι ότι περισσότερο θα περιπλέξει τα πράγματα παρά θα τα διευκολύνει. Κατ’ αρχήν καλεί τον αγρότη πρώτα τα πληρώσει και στη συνέχεια τον στέλνει στην εφορία να πάρει τα λεφτά του πίσω, χωρίς να γνωρίζει ποια ακριβώς δικαιολογητικά θα υποβάλει που να αποδεικνύουν ότι το κτίριο έχει αγροτική χρήση.
Ο αγρότης καλείται να προσκομίσει στη ΔΟΥ «κάθε πρόσφορο έγγραφο». Όμως ούτε οι ΔΟΥ ούτε καμία άλλη δημόσια υπηρεσία δέχεται έγγραφα έτσι γενικά και αόριστα. Κάθε Έφορος μπορεί να θεωρεί «πρόσφορο» άλλο έγγραφο. Έτσι δεν θα αναγνωρίζονται τα δικαιολογητικά και θα έχουμε πάλι φαινόμενα άλλα έγγραφα να δέχεται η μία ΔΟΥ, άλλα η άλλη. Το Υπουργείο θα μπορούσε να λύσει το θέμα ζητώντας συγκεκριμένα την προσκόμιση βεβαίωσης από την τοπική Διεύθυνση Αγροτικής Ανάπτυξης ή από τον οικείο Δήμο, έπειτα από αυτοψία. Και αυτή τη βεβαίωση θα μπορούσε ο παραγωγός να την προσκομίσει στη ΔΕΗ ώστε να εξαιρεθεί μέσα από το μηχανογραφικό της σύστημα και να λυθεί το θέμα διαπαντός.
Είναι φανερό ότι το Υπουργείο Οικονομικών δεν θέλει να λύσει το πρόβλημα, θέλει να δείξει έσοδα. Γι’ αυτό άλλωστε έχει επιβαρύνει τους αγρότες με ένα τεράστιο κόστος παραγωγής, με αλλεπάλληλες αυξήσεις στον ΦΠΑ, στα καύσιμα, στις εισφορές του ΟΓΑ, του ΕΛΓΑ και τόσα άλλα. Τα Υπουργεία οφείλουν να σεβαστούν τη μοναδική θετική ρύθμιση εδώ και δύο χρόνια για τους αγρότες μας και να εφαρμόσουν στην πράξη την απαλλαγή από το ειδικό τέλος, χωρίς άλλη χρονοτριβή και χωρίς άλλη γραφειοκρατία.»