Αν και προέρχομαι από το διεθνές ρεπορτάζ, απέφυγα όλον αυτόν τον καιρό να σχολιάσω τα τεκταινόμενα στην αμερικανική πολιτική σκηνή στη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας.
Και προπαντός, απέφυγα να πάρω θέση. Δεν το έπραξα ούτε από την πλευρά της δημοσιογραφίας, ούτε από την πλευρά της πολιτικής.
Παρακολουθούσα τις δηλώσεις, τα σχόλια, τον προπαγανδιστικό τρόμο «ενώπιον του φαινομένου Τραμπ», τις περισπούδαστες «αναλύσεις» περί επικείμενου Αρμαγεδώνα, την ξαφνική λατρεία για τους Κλίντον, την «ντιστενγκέ» απέχθεια για τον αντίπαλο της Χίλαρι, τον Ντόναλντ Τραμπ, που τελικά εξελέγη Πρόεδρος των ΗΠΑ.
Παρακολουθούσα τον τρόπο με τον οποίο έσπερναν τον φόβο στους Έλληνες.
Τα φαινόμενα αυτά συνεχίστηκαν μέχρι την τελευταία ώρα, μέχρι την ετυμηγορία του αμερικανικού λαού – μουδιασμένες αντιδράσεις, βαθιά περισυλλογή, καθυστερημένα μηνύματα, αναφορές σε «διδάγματα», αναφορές στις δηλώσεις όλων εκείνων (Λεπέν, Φάρατζ, Βίλντερς, Γκρίλο, Στράχε, Εναλλακτική για τη Γερμανία, Χρυσή Αυγή) που θέλησαν να εκμεταλλευτούν πολιτικά το αμερικανικό εκλογικό αποτέλεσμα και άλλα τέτοια.
Σ’ αυτή τη δουλειά, μαθαίνεις να ενημερώνεσαι σε βάθος και μαθαίνεις να μελετάς τις αλλαγές στην διεθνή πολιτική σκακιέρα χωρίς να καταφεύγεις σε υπερβολικές κραυγές.
Και κυρίως μαθαίνεις να μην επηρεάζεσαι από όλους εκείνους που θέλουν να εκμεταλλευτούν πολιτικά τις νίκες των άλλων.
Και βέβαια γνωρίζεις πως η πολιτική των υπερδυνάμεων και οι διεθνείς τους σχέσεις δεν εξαρτώνται, ούτε αλλάζουν από μια πολιτική αλλαγή. Το καράβι είναι πολύ μεγάλο για να κάνει μεγάλες μανούβρες.
Στοιχειώδη πράγματα!
Τα κατάλαβαν όλοι εκτός από την Αθήνα και τις Βρυξέλλες.
Όλοι έσπευσαν να συγχαρούν και να δηλώσουν ότι προσδοκούν σε καλές σχέσεις με τη νέα ηγεσία των ΗΠΑ – ο Κύπριος Πρόεδρος Αναστασιάδης (με συγκεκριμένες αναφορές στο Κυπριακό και στις οικονομικές σχέσεις), ο Καναδός πρωθυπουργός Τριντό (που υπενθύμισε ότι
Ο Καναδάς δεν έχει φίλο, εταίρο ή σύμμαχο πιο κοντινό από τις Ηνωμένες Πολιτείες), ο Ιρανός Ροχανί («Το αποτέλεσμα των αμερικανικών εκλογών ουδεμία επίδραση έχει στην πολιτική της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Ιράν»), ο Ουκρανός Ποροσένκο (που κι’ αυτός αναφέρθηκε στις προσδοκίες της δικής του χώρας έναντι της Ρωσίας), ο Αιγύπτιος Σίσι (που ήταν ο πρώτος ο οποίος τηλεφώνησε για να συγχαρεί και να καλέσει τον Τραμπ στην χώρα του), ο Ρώσος Πούτιν (που τηλεφώνησε αμέσως στον Τραμπ και εξέφρασε την ελπίδα να δουλέψουν από κοινού ώστε να βγουν οι ρωσοαμερικανικές σχέσεις από την κατάσταση κρίσης – εδώ σημειώνουμε ότι στο σχόλιο του πρώην πρέσβη των ΗΠΑ στη Μόσχα ότι ο Πούτιν πέτυχε στην επέμβασή του στις αμερικανικές εκλογές, η εκπρόσωπος του ρωσικού ΥΠΕΞ απάντησε στα ρωσικά με τη λέξη «λεβέντης!»), ο Ιταλός Ρέντσι («Ο κόσμος χαιρετίζει την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ. Εξ ονόματος της Ιταλίας τον συγχαίρω, βέβαιος ότι η φιλία μας θα μείνει ισχυρή και ακλόνητη» κι’ ας θριαμβολόγησε με υβριστικό τρόπο ο Μπέπε Γκρίλο), ο Κινέζος Τζιπίνγκ (που υπενθύμισε τη σημασία των σινοαμερικανικών σχέσεων), ο Ισραηλινός Νετανιάχου (που χαιρέτισε την εκλογή «ενός πραγματικού φίλου του Κράτους του Ισραήλ, μιλώντας για «αναλλοίωτη σχέση» μεταξύ των δύο χωρών), η Παλαιστινιακή Αρχή (που διατύπωσε την ευχή η νέα αμερικανική ηγεσία να φέρει ισορροπία στις σχέσεις με τις ΗΠΑ), ο Βέλγος Μισέλ, οι Τούρκοι Ερντογάν, Τσαβούσογλου και Γιλντιρίμ (που μίλησαν για ευκαιρία περαιτέρω ενίσχυσης των διμερών σχέσεων), ο γ.γ. του ΝΑΤΟ Στόλτενμπεργκ, ο γ.γ. του ΟΗΕ Μπαν Κι Μουν (που είπε ότι ο Οργανισμός βασίζεται στη νέα διοίκηση για να ενισχύσει την διεθνή συνεργασία), ο Σαουδάραβας βασιλιάς (που είπε πως ελπίζει ο Τραμπ να φέρει τη σταθερότητα στη Μέση Ανατολή).
Όλοι δηλαδή έσπευσαν να αντιδράσουν έχοντας στο μυαλό τα συμφέροντα των χωρών τους.
Ακόμη και η δήλωση της επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας Μογκερίνι προς αυτήν την κατεύθυνση ήταν («Οι δεσμοί ανάμεσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και τις ΗΠΑ είναι ισχυρότεροι από κάθε πολιτική αλλαγή. Θα συνεχίσουμε να εργαζόμαστε μαζί, ξαναβρίσκοντας την δύναμη της Ευρώπης»).
Όσοι, όμως, είχαν «φορέσει πηλήκιο», όσοι δηλαδή είχαν αναφανδόν ταχθεί υπέρ της Κλίντον, είχαν πρόβλημα χθες. Και το πρόβλημα το είχαν δημιουργήσει οι ίδιοι, διαλέγοντας στρατόπεδο και αδιαφορώντας για το γεγονός ότι «η κάλπη είναι κάλπη».
Ο Γάλλος Πρόεδρος Ολάντ συνόδευσε τα συγχαρητήριά του με την παρατήρηση ότι το εκλογικό αποτέλεσμα «ανοίγει μια περίοδο ανασφάλειας».
Ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Ντόναλντ Τουσκ, έκανε λόγο για «στιγμή αβεβαιότητας στις διατλαντικές σχέσεις».
Ο πρόεδρος των Φιλελευθέρων Γκι Βερχόφστατ, δήλωσε απερίφραστα πως «δεν μπορούμε να στηριζόμαστε στον Τραμπ ως αξιόπιστο σύμμαχο».
Η Γερμανίδα καγκελάριος Μέρκελ, συνόδευσε τα δικά της συγχαρητήρια με μια πρόταση για στενή συνεργασία «βασισμένη στις κοινές δημοκρατικές αξίες και στον σεβασμό για τον άλλον».
Ο Γερμανός υπουργός Εξωτερικών Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάιερ δήλωσε ότι η νίκη του Ρεπουμπλικανού Ντόναλντ Τραμπ «δεν ήταν κάτι που οι περισσότεροι Γερμανοί ήθελαν» και ότι «η εξωτερική πολιτική της Ουάσιγκτον δεν θα είναι πια τόσο προβλέψιμη όσο ήταν».
Ο Γερμανός αντικαγκελάριος Ζίγκμαρ Γκάμπριελ δήλωσε ότι «ο Τραμπ είναι ο πρωτοπόρος ενός νέου αυταρχικού και σοβινιστικού διεθνούς κινήματος. Αποτελεί επίσης μια προειδοποίηση για εμάς»!
Ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Σουλτς έκανε και χαρακτηρισμούς περί «διαιρεμένου έθνους» (την ώρα που η ίδια η Κλίντον και ο Ομπάμα έδωσαν μεγάλη έμφαση στο θέμα της ενότητας, κάτι στο οποίο αναφέρθηκε από την πρώτη στιγμή και ο Τραμπ).
Μάλιστα, ο κ. Σουλτς είπε ότι «παραμένουν αναπάντητες οι περισσότερες ερωτήσεις σχετικά με την με την εξωτερική προοπτική της μελλοντικής προεδρίας Τραμπ. «Από τη Συρία στο Ιράκ, από την Ουκρανία στην Λιβύη, ο ρόλος του Τραμπ στη διπλωματία και την επίτευξη συμφωνιών θα δοκιμαστεί από την πρώτη μέρα και θα απαιτήσει το σωστό μίγμα της υπευθυνότητας, της συγκράτησης και της ηγεσίας».
Συγγνώμη, δεν θέλω να βάλω πηλήκιο, αλλά όλα αυτά τα προβλήματα ο Τραμπ και οι Ρεπουμπλικάνοι τα δημιούργησαν;
Γιατί, αν θυμάμαι καλά – και θυμάμαι καλά – όλα αυτά προκλήθηκαν τον καιρό που υπουργός των Εξωτερικών των ΗΠΑ ήταν η Χίλαρι Κλίντον. Είναι γνωστή η ικανοποιημένη αντίδρασή της όταν είδε το βίντεο του λιντσαρίσματος του Καντάφι, παραφράζοντας τη γνωστή φράση του Καίσαρα σε «ήλθαμε, είδαμε, πέθανε»! Και είναι γνωστές οι καταγγελίες Λαβρόφ για τον ρόλο της στη Συρία. Και τον Αύγουστο του 2012 συγκρότησε ομάδα εργασίας με την Τουρκία για συντονισμό της κοινής δράσης των δύο χωρών στη Συρία.
Αν θυμάμαι καλά, εκείνοι που ξεκίνησαν τον πόλεμο στο Αφγανιστάν ήσαν οι Δημοκρατικοί.
Αν θυμάμαι καλά, η Γιουγκοσλαβία βομβαρδίστηκε επί προεδρίας Κλίντον και υπουργού Εξωτερικών Ολμπράιτ, στενής φίλης και συμβούλου της Χίλαρι.
Αν θυμάμαι καλά, εκείνη είχε παρομοιάσει τον Πούτιν με τον Χίτλερ, τον Μάρτιο του 2014 – λόγω Ουκρανίας, στην οποία αναφέρθηκε ο κ. Σουλτς.
Αν θυμάμαι καλά, Ομπάμα και Χίλαρι είχαν κονταροχτυπηθεί άγρια διεκδικώντας το χρίσμα των Δημοκρατικών το 2008, τότε που την υποψηφιότητα Χίλαρι είχε θερμά υποστηρίξει ο Κίσινγκερ.
Αν θυμάμαι καλά, η Χίλαρι, το 2008, είχε επίσημα δηλώσει ότι οι ΗΠΑ είναι ικανές να εξαφανίσουν από τον χάρτη το Ιράν.
Αν θυμάμαι καλά, τον Δεκέμβριο του 2010, στο περιθώριο της Συνόδου του ΟΑΣΕ, η Χίλαρι ήταν εκείνη που είχε πει στον Γ. Παπανδρέου… «πάτε όχι απλώς καλά, αλλά πολύ καλά»!
Αν θυμάμαι καλά, η Χίλαρι, ως υπουργός των Εξωτερικών, υποστήριζε την είσοδο της ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ και είχε επισκεφθεί, τον Φεβρουάριο του 2011 την γειτονική χώρα και την αποκάλεσε «Μακεδονία» στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ (Σικάγο, Μάιος 2012).
Και αν θυμάμαι καλά, τον Αύγουστο του 2014, η Χίλαρι είχε υποστηρίξει τη στρατιωτική επιχείρηση του Ισραήλ στη Λωρίδα της Γάζας.
Δεν ήθελα να τα θυμηθώ όλα αυτά, αλλά το έκανα για να καταδείξω πόσο εύκολα η προπαγάνδα κάνει το μαύρο άσπρο, βασιζόμενη στην κοντή μνήμη (των άλλων, όχι όμως και των Αμερικανών που χρόνια τώρα βλέπουν τα παιδιά τους να φεύγουν για κάποιο μακρινό μέτωπο).
Το κάνω τώρα, αφού τελείωσαν όλα, διότι γνώριζα πως η Ελλάδα, ευρισκόμενη σε πολύ δεινή θέση, δεν έχει την πολυτέλεια να διαλέγει στρατόπεδα – και μάλιστα με ιδεοληψίες και κριτήρια που παραπέμπουν σε προπαγάνδα.
elzoni.gr