Σάββατο 24 Σεπτεμβρίου 2016

ΕΥΑ ΤΕΡΖΗ ΑΝΑΔΡΟΜΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ


Όταν καταλαγιάζουν οι «δαίμονες» και οι αδυναμίες μας, τότε είναι πιθανό να βρεθούμε σε κόσμους ευφορίας φανερούς αλλά ξεχασμένους μέσα μας. Ακριβοθώρητους. Εκεί, όπου βιώνουμε μία πρωτόγνωρη, γόνιμη σιωπή ευγνωμοσύνης, συμπόνιας και αγάπης για ό,τι εφήμερο και αιώνιο μας περιβάλλει: για τους ανθρώπους, τη φύση, τον εαυτό μας, τη μνήμη, το όραμα, τη δημιουργία… 
Εκεί, όπου απολαμβάνουμε τη συνύπαρξη μέσω της ενσυναίσθησης του Άλλου, του Κόσμου, της ομορφιάς, της  ισορροπίας. Ένα τέτοιο καταφύγιο αναζητά και επινοεί με τρόπο λυρικό η Εύα Τερζή.
η εικόνα προφίλ της Ευα ΤερζηΤο έργο της στο σύνολό του είναι απότοκο της  όσμωσης βαθιά ουμανιστικών εννοιών και βιωματικών παραστάσεων, χρωμάτων και αισθήσεων. Εικόνες της φύσης  και της παιδικής ηλικίας  αναμειγνύονται με σκιές  της ενήλικης ζωής, ανταμώνουν μνήμες από μικρές καθημερινές αποδράσεις ή ταξίδια στο εξωτερικό, εγκλωβίζουν ήχους, μυρωδιές, επιφάνειες και φως, πειραματίζονται με τεχνοτροπίες διαφορετικές. Κι όλα αυτά σε ένα ατέρμονο ταξίδι εργατικότητας και παραγωγής.


 Να μια αξία που πραγματικά αγαπάει η Εύα Τερζή: την εργατικότητα. Δεν επιθυμεί διακαώς να οικειοποιηθεί  την ταυτότητα του καλλιτέχνη-ειδικού και δεν «συστήνεται» μέσω συγκεκριμένων καλλιτεχνικών μέσων έκφρασης. Παρατηρεί, αφήνεται στην περιπέτεια της πλαστικότητας και της δημιουργίας και το μοιράζεται. Βαθιά καλλιτεχνική φύση ως ψυχοσύνθεση, ακολουθεί επίμονα το μονοπάτι της αυτοεξερεύνησης, της εξερεύνησης του υλικού, της Φύσης και του Ανθρώπου, με γνώσεις  και εργαλεία που πάσχισε και πασχίζει μόνη της να κατακτήσει .  Εκφράζεται πηγαία, «εκτίθεται», «μοιράζεται» και ταυτόχρονα μέσα από αυτή τη διαδικασία προφυλάσσει τις μνήμες της, μετουσιώνει  σχεδόν πεισματικά το «αρνητικό» σε θετικό,  διασώζει  μία αισιόδοξη θεώρηση της ανθρώπινης εμπειρίας ως modus vivendi.
Με μια αξιοσημείωτη ποικιλία εκφραστικών εργαλείων (ζωγραφική, γλυπτική, κολλάζ, κατασκευές, μικτές τεχνικές και φωτογραφία) η Εύα Τερζή εμπνέεται κυρίως από το «εφήμερο» και τη Φύση, με οικολογική συνείδηση και μεταφυσική ευαισθησία. Αφετηρία της είναι σχεδόν πάντα η περιπλάνησή της σε τόπους. Τόποι όπως το βουνό και η θάλασσα, ο κήπος και οι τριανταφυλλιές ή το ποτάμι που στιγμάτισαν την παιδική της ηλικία, οι ωκεανοί σε πιο μακρινά ταξίδια,  το Σούνιο ή οι παραμυθένιοι κήποι στο Göttingen. Τόποι που κατακτήθηκαν ή τόποι ψυχικοί που αναδύθηκαν κάποτε, τόποι-οράματα που αποζητούν δυνητικούς ταξιδιώτες.
Μέσα από την περιπατητική της περιπέτεια η καλλιτέχνιδα συλλέγει εικόνες, υλικά και θραύσματα (κοχύλια, πέτρες, φυτά και διαφόρων ειδών οργανισμούς της θάλασσας) όχι μόνο γιατί την ενδιαφέρει η φόρμα των στοιχείων αυτών ή ο ενδεχόμενος οικολογικός συμβολισμός τους.  Καθώς τα αποσπά, κλέβει λίγο από τον «ήχο» τους. Αυτόν τον ξεχωριστό ήχο που μπορεί κάποιος να φανταστεί όταν αντικρίζει ένα κοχύλι. Όταν επιλέγει να κάνει τους «Μπλε Ωκεανούς», δεν προσθέτει το «Μπλε» ως αυτονόητο περιγραφικό προσδιορισμό. Ανακαλεί τον ήχο μέσα από την ένταση του χρώματος. Eκείνον τον ήχο που συντονίζεται με το σύμπαν και προκαλεί δέος: «βγάζει η θάλασσα κρυφή φωνή», όπως έγραφε ο Καβάφης[1]. Ομοίως και στα έργα ζωγραφικής ή γλυπτικής. Μέσα από τους «Μυστικούς Κήπους», λόγου χάρη, ή τα τριαντάφυλλα που συχνά χρησιμοποιεί στα έργα της,  η δημιουργός θέλει να αναδείξει θροϊσματα και ευωδιές . Όλες οι αισθήσεις διεκδικούν συμμετοχή στο έργο της. Ακοή, όσφρηση (βλάστηση-λουλούδια) και αφή (τα υλικά που ενσωματώνει στη δουλειά της) στριμώχνονται στη δύναμη του χρώματος και τη φόρμα.
Μία δεύτερη ανάγνωση της δουλειάς της Εύας Τερζή μας επιτρέπει να αντιληφθούμε τη θέση που κατέχει σε αυτή το στοιχείο του «αρχέγονου». Η γυναικεία φιγούρα, η γη, η θάλασσα -η «μεγάλη μας αρχαιότητα, η λάμπουσα μητέρα της βιολογίας»[2]- ως παραδοσιακές μεταφορές της γονιμότητας, σταθερές και άχρονες αξίες, αντιπαραβάλλονται  με την αίσθηση του εφήμερου που διαπερνά το έργο της.  Είναι ακριβώς οι μήτρες που διασφαλίζουν και προστατεύουν τη συνεχή ροή, την ζωή. Συμβολίζουν επίσης το «άσπιλο», τη γαλήνη, την αναγέννηση.
Η Εύα Τερζή περιπλανάται στους «κήπους της ψυχής» με τις αποσκευές της γεμάτο πλούτο, εσωτερικό, υλικό και ανθρώπινο. Κρύβουν  εκτός από τη φύση και ανθρώπους, μεγάλους καλλιτέχνες που θαυμάζει (Picasso, Vincent van Gogh) και δασκάλους της τέχνης (καθηγητές της Α.Σ.Κ.Τ. κοκ), εμπεριέχουν ενίοτε αντιδραστικότητα αλλά κυρίως «συμφιλίωση», αγάπη για το μυστηριώδες αλλά και το εξαγνιστικό. Κάπως έτσι μεταστοιχειώνει τα πραγματικά της ταξίδια, την ζωή της αυτή καθεαυτή, σε μεταφυσικά, εικαστικά ταξίδια. Εκεί, όπου σαν να «λείπει ο θόρυβος» ο επίγειος.
Κείμενο
Βάνα Βερροιοπούλου
Ιστορικός  & Θεωρητικός Τέχνης, Υπ. Διδάκτωρ ΑΣΚΤ-Université Paris VIII



[1] Καβάφης Κ.Π., Φωνή απ’ τη θάλασσα, «Αποκηρυγμένα», εκδ. Ίκαρος, 1983.
[2] Καρούζος Ν. Δ., Θάλασσα, η αρχαιότητα της γεωγραφίας.