Κυριακή 26 Οκτωβρίου 2014

Κάποιοι "αφανείς" ήρωες από εκείνα τα χρόνια της δεκαετίας του 40.


Μανώλης Πατεράκης
«Ό Χίτλερ δεν πίστευε στα αυτιά του. Κάθισε βαριά στην πολυθρόνα του. Στη “φωλιά των αετών” στον πύργο και στρατηγείο του στο Berchtesgaden στα χιονισμένα βουνά των Βαυαρικών Άλπεων. Με το ένα του χέρι χάιδεψε το αγαπημένο του λυκόσκυλο την Μπλόντι. Το άλλο το έφερε στο μέτωπο του και το έτριψε. Ζήτησε λίγο ουίσκι δίχως παγάκια από τον πιστό του υπηρέτη τον Χάιντς Λίγκε.
Ήταν έτοιμος να καταρρεύσει. Ο Υποστράτηγος Karl Heinrich Georg Ferdinand Kreipe, ο οποίος για τη Wehrmacht ήταν ένας ζωντανός θρύλος, ένας αξιωματικός που πολεμούσε από τον Πρώτο παγκόσμιο πόλεμο και που στον Δεύτερο είχε διακριθεί και παρασημοφορηθεί για τις ικανότητες και το θάρρος του στο Ανατολικό μέτωπο, απήχθη από μια ντουζίνα ντόπιους Κρητικούς και Άγγλους κομάντο»...

Ένα ηχηρό πλήγμα στις γερμανικές δυνάμεις στη Μεγαλόνησο κατάφερε και ο επικεφαλής των Κρητικών αγωνιστών, Μανώλης Πατεράκης, με τη συνεργασία δύο Βρετανών αξιωματικών. Οργάνωσαν και εκτέλεσαν την απαγωγή του στρατιωτικού διοικητή του νησιού στρατηγού Κράιπε. Συνέλαβαν το στρατηγό, τον οδήγησαν στα βουνά και στη συνέχεια τον επιβίβασαν σε υποβρύχιο, όπου στάλθηκε αιχμάλωτος στο συμμαχικό στρατηγείο στο Κάιρο. Σύμφωνα με ιστορικούς η απαγωγή του Στρατηγού Κράιπε στην Κρήτη, τσάκισε το ηθικό των Γερμανών.
 Μετά τον πόλεμο ο ήρωας Πατεράκης βρίσκεται χωρίς δουλειά και χωρίς αναγνώριση από το ελληνικό κράτος. Σε αναγνώριση της άψογης, «στρατιωτικής» συμπεριφοράς του απέναντι στον αιχμάλωτο Γερμανό στρατηγό, οι Γερμανοί τον διορίζουν φύλακα στο γερμανικό στρατιωτικό νεκροταφείο του Μάλεμε. Δικό μας σχόλιο: Η πατρίς.........ευγνωμονούσα!

Μαρία Δημάδη
Καταγόμενη από εύπορη οικογένεια του Αγρινίου, πατέρας της ο γιατρός και ποιητή Γιάννης Δημάδης, η Μαρία Δημάδη, ιδιαιτέρως μορφωμένη, φιλάνθρωπη και καλλιεργημένη, σπουδάζει φιλολογία στο Αμβούργο. Στην διάρκεια του πολέμου, οι γείτονές της, ο αρχιτέκτονας Κώστας Καζαντζής και ο γιατρός Δημήτριος Πανόπουλος, την μυούν, όπως γράφει ο Φ. Γελαδόπουλος στο σχετικό βιβλίο του, στο ΕΑΜ. Στην εξοχική της βίλα, στο χωριό Πλάτανος γίνεται μάλιστα και η πρώτη Συνδιάσκεψη του ΕΑΜ της περιοχής με εκείνη να είναι η πρώτη γυναίκα που οργανώνεται από την Αιτωλοακαρνανία στις γραμμές της Εθνικής Αλληλεγγύης. Χάρη στη μόρφωση της και στην άριστη γνώση των Γερμανικών, προσλαμβάνεται ως διερμηνέας των Γερμανών στο φρουραρχείο του Αγρινίου. Εκεί παρακολουθεί τηλεφωνικές συνδιαλέξεις, κρυφακούει συζητήσεις, ανοίγει βιβλία, διαβάζει απόρρητα έγγραφα και τα αποτυπώνει στο μυαλό της. Χρησιμοποιεί καινούρια καρμπόν για να έχει στα χέρια της λεπτομέρειες των κινήσεων του γερμανικού στρατού. Παράλληλα, όπως επίσης γράφει ο Φίλιππας Γελαδόπουλος, η νέα διερμηνέας πείθει τον διοικητή του Φρουραρχείου να γίνει έρανος για τους φτωχούς της περιοχής, συγκροτούνται επιτροπές και συγκεντρώνονται 50.000 οκάδες καλαμπόκι, στάρι, λάδι. Οι δέκα χιλιάδες μοιράζονται στους φτωχούς και οι υπόλοιπες 40.000 στέλνονται στον ΕΛΑΣ . Χωρίς να κινήσει υποψίες, με το πρόσχημα της εργασίας, παρακολουθεί τα πάντα, και μεταδίδει πληροφορίες για τις στρατιωτικές κινήσεις των κατακτητών στο Θέρμο, το Μακρυνόρος και το Καρπενήσι, όπου κατευθύνονται 50.000 Γερμανοί από Αγρίνιο και Λαμία με στόχο την κυβέρνηση της Ελεύθερης Ελλάδας. Όταν γίνεται αντιληπτή, μάλλον από κάποιον καταδότη, ανακρίνεται αλλά αρνείται τα πάντα. Έτσι το Σεπτέμβριο του 1944, λίγες μέρες πριν οι Γερμανοί εγκαταλείψουν οριστικά την πόλη, οδηγείται στο εκτελεστικό απόσπασμα, όπου εκτελείται από Έλληνες συνεργάτες των Γερμανών σε ηλικία 37 ετών, έξω από το νεκροταφείο της Αγίας Τριάδος και απέναντι σχεδόν από τις εκεί φυλακές.

 
Δημήτρης Ίτσιος
Ο λοχίας Ίτσιος υπηρετεί ως πολυβολητής στα οχυρά Μεταξά και μάχεται υπέρ βωμών και εστιών. Αποστολή των εννέα πολυβολείων είναι να καθυστερήσουν την προέλαση του εχθρού μέχρι να συμπτυχθούν οι ελληνικές δυνάμεις στα Κρούσια. Τα 8 από τα πολυβολεία καταλαμβάνονται και σιγούν. Το μόνο που αντιστέκεται και παραμένει είναι το Π8 του Δημήτρη Ιτσιού. Όταν έχουν απομείνει 38.000 σφαίρες, ο πυροβολητής ζητά από τους υπόλοιπους στρατιώτες να φύγουν μένοντας εκείνος πίσω να τους καλύψει. Οι περισσότεροι φεύγουν και αφήνουν πίσω τον Ίτσιο με άλλα δύο άτομα. Πριν τελειώσουν οι σφαίρες και παραδοθούν, σκοτώνουν πάνω από 200 γερμανούς στρατιώτες. Όταν ανοίγουν την πόρτα του πολυβολείου ο γερμανός διοικητής του δείχνει τους εκατοντάδες νεκρούς στην Ομορφοπλαγιά. Ο Ίτσιος αφού χαιρετά στρατιωτικά απαντά «έκανα το καθήκον μου» τότε ο γερμανός απαντά «πρέπει να κάνω κι εγώ το δικό μου» εκτελώντας τον εν ψυχρώ μπροστά στα μάτια των συντρόφων του. Ο Γερμανός Διοικητής έγραφε αργότερα στο ημερολόγιο του «δεν μπορούσα να αφήσω στη ζωή έναν άνθρωπο που μου προξένησε τόσο μεγάλο κακό»…


Ηρώ Κωνσταντοπούλου
 «Δεκαεφτά σφαίρες για έναν άγγελο» ήταν ο τίτλος της Ελληνικής ταινίας το 1981 που εξιστορούσε την σύντομη ζωή μιας ακόμη αγωνίστριας που αποτέλεσε παράδειγμα ηρωισμού και αυτοθυσίας στα δύσκολα χρόνια της Κατοχής. Η Ηρώ Κωνσταντοπούλου γεννημένη στις 16 Ιουλίου 1927 στην Αθήνα ήταν ακόμα μαθήτρια του οκτατάξιου Γυμνασίου του Αρσακείου στο Ψυχικό, όταν εντάχθηκε το 1943, στην ΕΠΟΝ. Κάτω από την μπλε ποδιά της, έκρυβε από προκηρύξεις μέχρι όπλα. Συμμετείχε σε σαμποτάζ και άλλες αντιστασιακές δράσεις. Αρχές Ιουλίου 1944, μια ομάδα των Ταγμάτων Ασφαλείας εισέβαλε στο σπίτι της στο Κουκάκι. Αφού τη χτύπησαν, τη μετέφεραν στα κρατητήρια. Μετά από πάμπολα βασανιστήρια χωρίς να καταδώσει κανέναν, ο πατέρας της κατάφερε να πετύχει την προσωρινή της απελευθέρωσή με ένα αρκετά καλό χρηματικό ποσό για τα δεδομένα της εποχής. Οι πληγές στο πρόσωπο και στο κορμί δεν τσάκισαν το ηθικό της. Αντίθετα, συνέχισε πιο έντονα τον αγώνα. Συμμετείχε μάλιστα λόγω των άριστων γερμανικών της σε μια από τις πιο δύσκολες επιχειρήσεις, στην ανατίναξη ενός γερμανικού τρένου γεμάτου πυρομαχικά και πολεμοφόδια. Μετά από αυτό συλλαμβάνεται για δεύτερη φορά στις 31 Ιουλίου 1944, τη μέρα που τελείωνε τις απολυτήριες εξετάσεις της. Για τέσσερα μερόνυχτα βασανιζόταν άγρια για να μαρτυρήσει τους συνεργάτες της. Όχι μόνο δεν μίλησε, αλλά προκαλούσε κι έβριζε τους βασανιστές της σε άπταιστα γερμανικά. Η Ηρώ, μαζί με άλλους 49, μεταφέρεται στις 5 Σεπτεμβρίου 1944 στο σκοπευτήριο της Καισαριανής. Εκεί γαζώνεται από το εκτελεστικό απόσπασμα με τόσες σφαίρες όσα ήταν και τα χρόνια της, για παραδειγματισμό…


Μιλτιάδης Ιατρίδης 
Γεννήθηκε το 1906 στο Σοφικό Κορινθίας, τόπο καταγωγής της μητέρας του. Ο Μιλτιάδης Ιατρίδης εισήχθη στη Σχολή των Ναυτικών Δοκίμων το 1921 και αποφοίτησε ως μάχιμος Σημαιοφόρος στις 26 Ιανουαρίου του 1926, που υπηρέτησε κυρίως στα υποβρύχια. Στις 10 Φεβρουαρίου 1939, προβιβάστηκε στο βαθμό του Πλωτάρχη και στη συνέχεια ανέλαβε κυβερνήτης του (υποβρυχίου) «Υ/Β Παπανικολής» (Υ-2) που παρουσίασε την μεγαλύτερη δράση στον αγώνα εναντίον του Άξονα .Ήταν το πρώτο Υ/Β που απέπλευσε την 28 Οκτω6ρίου 1940 στις 16:00 με Κυβερνήτη τον Πλωτάρχη Μίλτο Ιατρίδη.Το Δεκέμβριο του 1940, το «Υ/Β Παπανικολής» του πολεμικού μας ναυτικού με κυβερνήτη τον Ιατρίδη έγραψε μια από τις πιο λαμπρότερες σελίδες της ιστορίας, στη διάρκεια του Ελληνοϊταλικού πολέμου. Με τις πρώτες επιτυχίες του ενθουσίασε τον Ελληνικό λαό, γιατί έδειξε ότι μπορούσαμε να αμφισβητήσουμε την κυριαρχία του πανίσχυρου Ιταλικού στόλου, στις κύριες γραμμές του ανεφοδιασμού του στην Αδριατική θάλασσα. Στην δεύτερη περιπολία του, τον Δεκέμβριο του 1940 επιτέθηκε εναντίον μεγάλης ιταλικής νηοπομπής στην Αδριατική και κατόρθωσε να βυθίσει στα Στενά του Οτράντο τα Ιταλικά οπλιταγωγά MS ANTOINETTA (22-12-40) και MV FIRENZE (3952 BRT) 3.950 τόνων (24-12-40) κοντά στο νησί Saseno, τα οποία προστατεύοντα από συνοδεία πολεμικών, τα οποία καταδιώξαν το ελληνικό Υ/Β χωρίς αποτέλεσμα. Τα εχθρικά πολεμικά πλοία συνολικού βάρους 25.000 τόνων, μετέφεραν πολεμοφόδια στα παράλια της Αλβανίας, για να ενισχύσουν τις ιταλικές δυνάμεις που αγωνίζονταν στο μέτωπο κατά τις Ελλάδος. Στην τρίτη περιπολία του, τα μεσάνυχτα της 29 Ιανουαρίου του 1941 πλέοντας «εν επιφανεία» εντόπισε ένα φορτηγό που το βύθισε με μία τορπίλη, όπου αμέσως καταδιώχθηκε από τρία αντιτορπιλικά (Α/Τ) και «εν καταδύσει» επί αρκετές ώρες, τους διέφυγε.Στις 30 Δεκεμβρίου 1940 ο κυβερνήτης Ιατρίδης προβιβάστηκε σε Αντιπλοίαρχο επ’ ανδραγαθία και παρασημοφορήθηκε με το “Χρυσούν Αριστείον Ανδρείας”. Εκτέλεσε πολλές ακόμη πολεμικές περιπολίες και αντιμετώπισε αρκετούς κινδύνους. Στα τέλη Δεκεμβρίου 1941, ο Ιατρίδης στάλθηκε στην Αγγλία ως κυβερνήτης για να παραλάβει το αντιτορπιλικό «Α/Τ Μιαούλης». Υπηρέτησε στη Βάση Υποβρυχίων και σε άλλες υπηρεσίες της ξηράς. Μετά το τέλος του πολέμου, επιστάτησε στις επισκευές του ιταλικού καταδρομικού «Ευγένιος της Σαβοΐας», που είχε δοθεί τότε στην Ελλάδα, ως πολεμική αποζημίωση και μετονομάστηκε «Έλλη». Ο Μ. Ιατρίδης αποστρατεύτηκε στις 29 Δεκεμβρίου 1952, με το βαθμό του Πλοιάρχου. Οκτώ χρόνια αργότερα, το 1960, σκοτώθηκε σε τροχαίο δυστύχημα, σε ηλικία 54 ετών