Η βουλευτής της ΝΔ Ντόρα Μπακογιάννη μίλησε σήμερα σε εκδήλωση της Γαλλικής Ακαδημίας, της οποίας είναι ισόβιο μέλος. Η Ντόρα Μπακογιάννη ανακηρύχτηκε το 2009 συνδεδεμένο ξένο μέλος της Ακαδημίας Ανθρωπιστικών και Πολιτικών Επιστημών και είναι η πρώτη ξένη γυναίκα Εταίρος της Γαλλικής Ακαδημίας.
Ακολουθεί η ομιλία της Ντόρας Μπακογιάννη:
«Με ιδιαίτερη συγκίνηση και ικανοποίηση επιστρέφω στην Γαλλική Ακαδημία, η εκλογή μου στην οποία ως επιτίμου μέλους αποτελεί μια από τις μεγαλύτερες τιμές που μου έγιναν κατά την διάρκεια της πολιτικής μου σταδιοδρομίας. Θα ήθελα λοιπόν να ευχαριστήσω το Προεδρείο για την πρόσκληση και την ευκαιρία που μου έδωσε να απευθυνθώ σήμερα σε ένα εκλεκτό κοινό.
Επιτρέψτε μου σήμερα να διεκδικήσω το δικαίωμα να μιλήσω για την Ευρώπη και το μέλλον της. Η αδιαμφισβήτητη κρισιμότητα των στιγμών και η εντύπωση που δίνουμε τα τελευταία χρόνια εμείς οι πολιτικοί, ότι δηλαδή έχουμε παραδώσει τα κλειδιά στους οικονομολόγους, καθιστά επιτακτική την επαναδιεκδίκηση του μεριδίου της πολιτικής που μας ανήκει στην Ευρωπαϊκή δημόσια σφαίρα.
Αναφέρομαι, ενδεχομένως παραδόξως, στην αξία της, εξόχως υποτιμημένης σήμερα, πολιτικής ως εργαλείου προόδου. Σε αρκετές χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης η πολιτική, ως έννοια αλλά και ως αξία, σφυροκοπείται από τα ΜΜΕ και μεγάλο μέρος της κοινής γνώμης. Τα λάθη, οι υπερβολές και οι στρεβλώσεις που μας οδήγησαν στην κρίση χρεώνονται, δικαίως θα έλεγα, σε εμάς τους πολιτικούς. Όμως η κρίση εκπροσώπησης, ευπρόσδεκτη στις δημοκρατίες που αναγεννώνται από τις στάχτες τους, δεν πρέπει να οδηγήσει και σε κρίση νομιμοποίησης του πολιτικού μας συστήματος. Όχι μόνον επειδή η δημοκρατία είναι το καλύτερο από τα χειρότερα πολιτεύματα, για να παραφράσω λίγο τον εξαιρετικό ορισμό του Τσώρτσιλ, αλλά και επειδή βλέπω ότι φτάνουμε στα άκρα, με επιλογές μισαλλοδοξίας και μίσους που τρέφονται από τον φόβο και από την έλλειψη της ελπίδας. Στην χώρα μου, για παράδειγμα, παιδιά και εγγόνια αυτών που πολέμησαν τον φασισμό και τον ναζισμό με όλες τους τις δυνάμεις, καταβάλλοντας υπέρτατες θυσίες, οδηγούνται σήμερα από την απόγνωση στον κινηματικό μαύρο τυχοδιωκτισμό με αξιοσημείωτους ρυθμούς σε ένα ιστορικά πρωτόγνωρο φαινόμενο για την μεταπολεμική εποχή. Το ίδιο παρατηρείται και αλλού. Η πολιτική παραμένει όμως μονόδρομος. Ρομαντικά μιλώντας μπορεί να είναι το πιο ευγενές λειτούργημα. Πρακτικά μιλώντας παραμένει ο πλησιέστερος δρόμος που μπορεί να ενώσει τους ανθρώπους σε κοινούς σκοπούς, δράση και αλλαγές. Είναι ο δρόμος για την σύνθεση, τη διαμόρφωση θέσεων και την πολιτική δράση, αναγκαία προϋπόθεση κάθε αλλαγής.
Θέλω να αναφερθώ ιδιαίτερα στην Ευρωπαϊκή δημόσια σφαίρα κατά τον Χάμπερμας. Ο δημόσιος διάλογος στην Ήπειρό μας πολλές φορές τα τελευταία χρόνια στάζει δηλητήριο. Δυστυχώς ο λαϊκισμός κυριαρχεί και μας οδηγεί σε ασκήσεις υπεραπλούστευσης Μανιχαϊσμού και μισαλλοδοξίας. Στερεότυπα, υπεραπλουστεύσεις, και αφορισμοί στιγματίζουν τον πολιτικό λόγο και ευτελίζουν τον δημόσιο διάλογο. Ο δημοφιλής αρχαιοελληνικός μύθος του Αισώπου που περιγράφει τα τζιτζίκια και τα μυρμήγκια μπορεί να είναι βολικός αλλά δεν αποτελεί ουσιαστική πολιτική κριτική. Αντίστοιχα, οι προσβολές εθνικών συμβόλων και η ανάκληση τραγικών στιγμών της νεώτερης ιστορίας μας, από τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο και εντεύθεν, είναι τραγικά κατώτερες του κοινού μας πολιτισμού. Διακινδυνεύω όμως να προβλέψω πως η κρίση αυτή έθεσε, κατά τρόπο ομολογουμένως οδυνηρό, τις βάσεις για μια νέα πραγματική δημόσια σφαίρα διαλόγου, δηλαδή ανταλλαγής ιδεών, απόψεων και προτάσεων. Ποτέ στο παρελθόν, ούτε στις πιο ένδοξες ημέρες την ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, δεν απασχόλησαν τόσο τις δημόσιες συνειδήσεις των χωρών μας, οι πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές εξελίξεις σε άλλες χώρες. Καθημερινά τα ΜΜΕ βρίθουν πληροφοριών για τα τεκταινόμενα σε όλη την Ευρώπη. Αναλογιστείτε μόνον το πανευρωπαϊκό ενδιαφέρον για τις γαλλικές ή τις ελληνικές εκλογές το 2012. Η ακούσια αυτή εξέλιξη αποτελεί πολύτιμη παρακαταθήκη για το μέλλον.
Αναφέρομαι σε μονοπώληση από τους οικονομολόγους, χωρίς καμία διάθεση να υποβαθμίσω τη σπουδαιότητα του επαγγέλματος αλλά επειδή θέλω να υπογραμμίσω την σημασία της πολιτικής υπέρβασης. Για τον Αριστοτέλη, η πολιτική είναι κάτι περισσότερο από το άθροισμα των επιμέρους μερών της. Η Ευρωπαϊκή ενοποίηση, αυτό το ιστορικά μοναδικό και πρωτοφανές πείραμα, ποτέ δεν προχώρησε με λογιστικούς όρους. Το αντίθετο. Όπως εσείς γνωρίζετε πολύ καλά, το Ευρώ - ιδιαίτερα η υιοθέτηση του από την Γερμανία - ήταν η πολιτική απάντηση της Γαλλίας στους φόβους που γεννούσε η Γερμανική ενοποίηση. Οι μεγάλοι ηγέτες του τέλους του περασμένου αιώνα, Μιττεράν και Κολ, έθεσαν τις βάσεις για μια νέα ισορροπία δυνάμεων στην Ευρώπη με καταλύτη το κοινό νόμισμα. Το Ευρώ δεν ταυτίζεται μόνο με ταspreads, ταυτίζεται με τη σταθερότητα, την αλληλεγγύη, την ειρήνη και την πρόοδο. Ο λόγος λοιπόν για εξόχως πολιτισμικά μεγέθη. Προϋπόθεση όμως είναι η διασφάλιση των κεκτημένων δημοκρατικών θεσμών, η πρωτοκαθεδρία των οποίων στην εποχή μας αμφισβητείται καθημερινά. Οι δυνάμεις της παγκοσμιοποίησης, το ελεύθερο εμπόριο, η περίπου ανεμπόδιστη ροή των κεφαλαίων, οι αγορές και οι πολυεθνικές έχουν δημιουργήσει μια ζούγκλα γεμάτη παγίδες στην οποία καλούνται να κινηθούν οι αιρετοί εκπρόσωποι των λαών μας. Ο αγώνας για τη δημοκρατία, τη δικαιοσύνη και την ανάπτυξη στις μέρες μας δεν μπορεί να παίρνει την μορφή μιας στείρας άρνησης του ιστορικού αυτού ρεύματος της παγκοσμιοποίησης, αλλά ούτε και εκείνης του οικονομικού εθνικισμού. Απαιτείται συνεργασία, συσπείρωση και ενότητα. Γι’ αυτό και η Ευρώπη, με το βαθιά πολιτικό της πρόταγμα, παραμένει πιο επίκαιρη από ποτέ.
Αναφέρομαι στην Ευρώπη των αρχών του διαφωτισμού. Την Ευρώπη των ιδεών της ελευθερίας και της ιερότητας του ατόμου αλλά και της αμφισβήτησης και του ορθολογισμού. Με αφετηρία τις αρχές και τις αξίες της γαλλικής επανάστασης η νεωτερικότητα μας οδήγησε, μέσα από αιμοσταγείς μάχες και τρομερούς πολέμους, στο κοινό μας όραμα για ένα μέλλον συμπόρευσης και συμβίωσης στην Ευρωπαϊκή οικογένεια. Παραμένω φανατική Ευρωπαία. Η πίστη μου εδράζεται στα μεγάλα επιτεύγματα της Ευρώπης τα τελευταία εξήντα χρόνια που ξεπέρασαν και τις πιο τολμηρές προσδοκίες των Monnet, Schuman ή Spaak. Η ιστορική εμπειρία δείχνει πως οι κρίσεις πολλές φορές μπορεί να είναι ευκαιρίες. Οι σημερινές ΗΠΑ πιθανώς δεν θα υπήρχαν αν δεν έπρεπε να επιβιώσουν της δημοσιονομικής κρίσης που μάστισε τις αμερικάνικές Πολιτείες στα τέλη του 18ου αιώνα. Από εμάς εξαρτάται κατά πόσον το αύριο της Ευρωπαϊκής ενοποίησης μπορεί να είναι καλύτερο από το χθες. Ποτέ στο παρελθόν δεν είχαμε τόσο ανάγκη ο ένας τον άλλον. Ποτέ στο παρελθόν δεν ήταν τόσο σαφές πως μπορούσαμε όλοι μαζί να πετύχουμε περισσότερα απ' ό, τι ο καθένας ξεχωριστά.
Η πραγματικότητα, όπως την βιώνουμε καθημερινά, είναι σκληρή και αδίστακτη. Οι χώρες του Νότου λυγίζουν κάτω από το βάρος δίδυμων διαρθρωτικών ελλειμμάτων - δημοσιονομικών και ανταγωνισμού. Η ανεργία μαστίζει της χώρες μας, με αυτή των νέων να αγγίζει τρομακτικά επίπεδα. Το κοινωνικό μας συμβόλαιο ξαναγράφεται. Η Ελλάδα, η Ιταλία, η Ισπανία η Πορτογαλία, η Κύπρος σήμερα. Η Σλοβενία αύριο. Πιθανώς η Γαλλία μεθαύριο. Όλοι δοκιμαζόμαστε. Την ίδια στιγμή, για να αναφέρω μερικά παραδείγματα, η φίλοι μας οι Βρετανοί επιθυμούν την επαναδιαπραγμάτευση της σχέσης τους με τις Βρυξέλλες. Στην Ουγγαρία αυτονόητες αρχές αμφισβητούνται και η κυβερνητική αστάθεια απειλεί χώρες όπως η γειτονική στην Ελλάδα Βουλγαρία. Ένα ιστορικό παράδοξο ορίζει την εποχή μας: Τα τελευταία τρία χρόνια, διαπιστώνουμε μιαν άνευ προηγουμένου μεταφορά πόρων σε υπερεθνικό επίπεδο. Την ίδια ώρα όμως το Ευρωπαϊκό οικοδόμημα, η ίδια αυτή αρχιτεκτονική που κάνει αυτή την έμπρακτη απόδειξη αλληλεγγύης εφικτή, τρίζει.
Η εξήγηση δεν είναι ούτε απλή, ούτε προφανής. Επιτρέψτε μου να στραφώ στην χώρα μου, απ' όπου άλλωστε ξεκίνησε η κρίση, ως παράδειγμα: Σε αντίθεση με την Ισπανία, με την έκρηξη της φούσκας των ακινήτων ή την Κύπρο, με τις στρεβλώσεις ενός υδροκέφαλου τραπεζικού τομέα, η Ελλάδα υπέφερε από διττή κρίση, χρέους και ανταγωνιστικότητας. Τα δημοσιονομικά μας μεγέθη και το ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών δεν ήταν βιώσιμα. Η συνέχεια είναι λίγο ως πολύ γνωστή. Δρακόντεια μέτρα, υπό την Δαμόκλειο σπάθη της άτακτης χρεοκοπίας, δημοσιονομική προσαρμογή αντίστοιχη της οποίας δεν έχει υπάρξει σε περίοδο ειρήνης. Απελευθέρωση της οικονομίας και μεταρρυθμίσεις, αν και ομολογώ πως θα ήθελα περισσότερες, σταδιακός εξορθολογισμός της δημόσιας διοίκησης. Ποτέ στο παρελθόν δεν έχει ζητηθεί από μια χώρα να κάνει τόσα πολλά, σε οικονομικό επίπεδο, σε τόσο λίγο χρόνο.
Σήμερα ο κίνδυνος της χρεωκοπίας ή ενός Grexit έχει περιοριστεί πολύ και οι Κασσάνδρες έχουν διαψευστεί. Το φως στο τέλος του τούνελ όμως αργεί να φανεί. Ιδιωτικοποιήσεις προχωράνε, επενδυτές επιδεικνύουν έντονο ενδιαφέρον, αλλά η δραματική απώλεια θέσεων εργασίας απειλεί την κοινωνική ειρήνη. Αν είμαι στην ευχάριστη θέση να μπορώ να σας διαβεβαιώσω σήμερα ότι η Ελλάδα θα τα καταφέρει δεν οφείλεται μόνον στο κύμα των αλλαγών που γίνονται στην χώρα μου αλλά κυρίως στο ανθρώπινό μας δυναμικό, η υψηλή κατάρτιση και οι δεξιότητες του οποίου, ιδιαίτερα των νέων, είναι το μεγαλύτερό μας ανταγωνιστικό πλεονέκτημα.
Η δική μας προσπάθεια όμως δεν αρκεί. Όπως δεν αρκούν και αυτές των Ιταλών, Ισπανών, Πορτογάλων, ή Κύπριων φίλων μας, Οι θυσίες των Ευρωπαίων θα είναι μάταιες αν δεν αλλάξει η Ευρώπη. Δεν αναφέρομαι μόνο στις κινήσεις για την εξασφάλιση της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους, για παράδειγμα, που έχουν άλλωστε ήδη προεξοφληθεί στα συμπεράσματα των Ευρωπαϊκών συμβουλίων και οι οποίες πιστεύω θα υλοποιηθούν. Αναφέρομαι κυρίως στις βαθιές τομές που υπαγορεύει ο νόμος της ανάγκης σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Η τραπεζική ενοποίηση, ο έλεγχος των εθνικών προϋπολογισμών, ένα δημοσιονομικό δίκτυ ασφαλείας, με την θέσπιση ευρωομολόγων για παράδειγμα, η εμβάθυνση της αγοράς υπηρεσιών, η αναμόχλευση πόρων του ευρωπαϊκού προϋπολογισμού μακριά από τους δογματισμούς του παρελθόντος, όπως για παράδειγμα η συνεχής εμμονή στην ΚΑΠ, στην κατεύθυνση επενδύσεων στην καινοτομία, την εξωστρέφεια, τις υποδομές και την ανταγωνιστικότητα, είναι ζητήματα τα οποία πρέπει να τεθούν στην δημόσια σφαίρα. Η δε αλλαγή των συνθηκών πρέπει να είναι το έλασσον συγκριτικά με τα μέγιστα. Ας μην ξεχνάμε άλλωστε πως όσο ομφαλοσκοπούμε ο παγκόσμιος οικονομικός χάρτης αλλάζει, με νέες αναδυόμενες δυνάμεις να εμφανίζονται στο προσκήνιο, όπως η Βραζιλία, η Ινδία και η Τουρκία, καθώς επίκειται μια συνολική αλλαγή των ισορροπιών προς όφελος της Ασίας με την Κίνα να ανοίγει τον δρόμο. Η ιστορία διδάσκει πως οι Γόρδιοι δεσμοί δεν λύνονται, κόβονται. Μόνον έτσι θα μπορέσει να αντιμετωπιστεί το ευρωπαϊκό μας παράδοξο.
Δυστυχώς όμως έχουμε επιτρέψει στους εαυτούς μας να πιαστούμε όμηροι εσωτερικών πολιτικών ισορροπιών και σκοπιμοτήτων κάποιων κρατών-μελών. Τα εκλογικά χρονοδιαγράμματα κάποιων δεν μπορούν να ταυτίζονται με ορόσημα στην πορεία για την ανόρθωση της Ευρώπης. Και είναι ψευδαίσθηση πως οι όποιες επιλογές της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας -όσο ριζοσπαστικές και αν είναι- καλύπτουν το κενό των αποφάσεων. Η αλήθεια είναι πως και πάλι ένα ιδιαίτερο βάρος πέφτει στην Γαλλία. Η χώρα σας είναι καταδικασμένη από την ιστορία και την γεωγραφία να παίξει καθοριστικό ρόλο στις ευρωπαϊκές εξελίξεις. Η Ευρωπαϊκή ιδέα, στην θεωρία και την πράξη, βασίζεται σε Γαλλο - Γερμανικά θεμέλια. Η ισορροπία της Ε.Ε. απαιτεί γαλλο-γερμανική ισορροπία. Τον τελευταίο καιρό όμως παρατηρούμε μια σχετική απομάκρυνση της Γαλλίας από την συμμετοχή στον σκληρό πυρήνα της λήψεως αποφάσεων στην Ευρώπη.
Το αποτέλεσμα είναι η διατάραξη της ισορροπίας, με αλυσιδωτές επιπτώσεις. Το παρελθόν μάς διδάσκει πως η διαφορά μεταξύ μια ευρωπαϊκής Γερμανίας και μιας γερμανικής Ευρώπης δεν είναι μόνον η συστολή του Βερολίνου αλλά και η παρέμβαση του Παρισιού. Αντιλαμβάνομαι της εσωτερικές δυσκολίες, τα οικονομικά προβλήματα και τις κοινωνικές προκλήσεις. Σήμερα όμως, περισσότερο από ποτέ, η Γαλλία καλείται να υψώσει το ανάστημά της. Η Ευρώπη έχει ανάγκη τη Γαλλία.
Οι επικείμενες Ευρωεκλογές, σε έναν χρόνο από σήμερα, θα είναι η μεγάλη μάχη για το σήμερα και το αύριο την ευρωπαϊκής ενοποίησης. Μια μεγάλη δοκιμασία για όλους μας. "Ο παλιός κόσμος πεθαίνει και ο νέος κόσμος πασχίζει να γεννηθεί. Τώρα είναι η εποχή των τεράτων." έλεγε ο Γράμσκι. Σήμερα είναι ορατός ο κίνδυνος να δούμε στα έδρανα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στις Βρυξέλλες και το Στρασβούργο ακραίες και άκριτες μορφές αντίδρασης, ξένες στην ευρωπαϊκή κουλτούρα, στις ευρωπαϊκές αρχές και αξίες, στο ευρωπαϊκό όραμα. Η συνήθης κατηγορία κατά των πολιτικών στην Ευρώπη είναι πως δεν μπόρεσαν να εξασφαλίσουν την ευημερία και την κοινωνική συνοχή, θέτοντας σε κίνδυνο το ευρωπαϊκό μοντέλο κοινωνικής προστασίας. Ακόμα όμως μεγαλύτερη από αυτή, κατά την γνώμη μου, είναι μια άλλη κατηγορία που πρέπει να απευθυνθεί στους Ευρωπαίους πολιτικούς της γενιάς μου, σε όλους εμάς που δεν ζήσαμε την καταστροφή του πολέμου: ότι θεωρήσαμε την Ευρώπη δεδομένη και αφήσαμε το ευρωπαϊκό όραμα απροστάτευτο. Βολευτήκαμε σε έναν «εσωτερικό» πολιτικό λόγο, αφήνοντας την υπεράσπιση της Ευρώπης σε μια γραφειοκρατία η οποία ήταν αδύνατον να προστατεύσει πολιτικά το ευρωπαϊκό όραμα. Σήμερα, ο χρόνος μετράει αντίθετα. Χρειαζόμαστε περισσότερη και όχι λιγότερη Ευρώπη, όχι μόνο στα λόγια αλλά κυρίως στην πράξη. Η υπόθεση της Ευρώπης δεν είναι υπόθεση πλέον μόνο των πολιτικών. Είναι υπόθεση όλων, κυρίως δε φορέων με κύρος όπως η Γαλλική Ακαδημία, και σας καλώ μέχρι τις Ευρωεκλογές να γίνετε πρωτοπόροι σε αυτόν τον αγώνα διότι για πρώτη φορά στη μεταπολεμική Ευρώπη ο κίνδυνος όσα χτίσαμε να χαθούν είναι ορατός. Σήμερα απαιτείται μια ουσιαστική φυγή προς τα εμπρός για ένα καλύτερο μέλλον για όλους».