Πέμπτη 6 Σεπτεμβρίου 2012

Αυτοψία στο στρατόπεδο της Κορίνθου

Γραφει ο Ευρωβουλευτής
Θόδωρος Σκυλακάκης

Άρθρο στην Athens Voice

Πριν λίγες μέρες επισκέφθηκα το στρατόπεδο στο οποίο κρατούνται παράνομοι μετανάστες στην Κόρινθο. Το στρατόπεδο βρίσκεται στις παρυφές της πόλης ενταγμένο στον οικιστικό ιστό. Καλύπτει πάνω από 200 στρέμματα. Ο χώρος όπου κρατούνται όμως οι παράνομοι μετανάστες είναι μόνο δύο διώροφα κτίρια των 450 τ.μ. ανά όροφο το καθένα στη μέση του στρατοπέδου που περιβάλλονται από ένα πρόχειρα εγκατεστημένο χαμηλό συρματόπλεγμα, που μπορεί κανείς άνετα να το πηδήσει ρίχνοντας πάνω του ένα στρώμα.


Μέσα από το συρματόπλεγμα υπάρχουν 400 περίπου παράνομοι μετανάστες. Έξω από αυτό, σε βάρδιες, περίπου 100 αστυνομικοί που τους φυλάνε. Οι μετανάστες (η σίτιση των οποίων έχει ανατεθεί σε catering), είναι ουσιαστικά εκτός ελέγχου σε ό,τι αφορά το εσωτερικό του συρματοπλέγματος, μια που δεν υπάρχει οργανωμένο σύστημα κράτησης (κάμερες παρακολούθησης. πόρτες και παράθυρα ασφαλείας κ.λπ.), όπως αυτά που υπάρχουν στις φυλακές ή τα κρατητήρια. Κάτι που δημιουργεί κάθε είδους πιθανότητες κακοποίησης για τους ίδιους τους εγκλείστους (από άλλους εγκλείστους), αλλά και σοβαρό κίνδυνο οργανωμένης προσπάθειας μαζικής απόδρασης. Γι αυτό και περιπολούν επίσης τον χώρο γύρω από το στρατόπεδο μονάδες της ομάδας ΔΙΑΣ, τους οποίους είδα να ταξιδεύουν στο δρόμο Αθήνα-Κόρινθο για την αλλαγή της σχετικής βάρδιας. Εκτός στρατοπέδου δεν ήταν κανείς. Οι Χρυσαυγήτες της περιοχής, αφού τελείωσαν οι εντυπωσιοθηρικές τους δραστηριότητες, είχαν άλλες δουλειές να κάνουν.
Κάνοντας έναν πρόχειρο υπολογισμό της σχέσης κόστους οφέλους της επιχείρησης αυτής προκύπτουν τα εξής. Κάθε μετανάστης που κρατείται εκεί έχει ένα ετήσιο κόστος της τάξεως των 8.000 ευρώ το χρόνο (κόστος προσωπικού & catering μόνο). Με δεδομένο ότι οι παράνομοι μετανάστες εκτιμώνται μεταξύ των 500.000 και του 1 εκ. είναι προφανές ότι η κράτηση σε στρατόπεδο δεν αποτελεί μόνιμη λύση στο πρόβλημα. Τόσο οικονομικά όσο και διοικητικά, το κλειδί δεν είναι ο εγκλεισμός αλλά ο επαναπατρισμός ικανού αριθμού. Ιδίως των μεταναστών από μακρινά κράτη με πολύ διαφορετική κουλτούρα, που είναι πολύ δυσκολότερο να απελαθούν και έχουν και τις μεγαλύτερες δυσκολίες αφομοίωσης.
Το 2011 έγιναν 11 χιλ. απελάσεις. Όχι γιατί η Ελλάδα δεν μπορούσε να στείλει πίσω περισσότερους, αλλά γιατί ο αριθμός απελάσεων που αποδέχονται οι χώρες προέλευσης είναι μικρός και πεπερασμένος και δεν υπάρχει εύκολος τρόπος να τους επιβάλουμε μεγαλύτερους αριθμούς. Το πρόβλημα άλλωστε δεν έχει επιλυθεί από πολύ ισχυρότερες χώρες της Ευρώπης όπως η Ισπανία και η Ιταλία. Πώς μπορεί λοιπόν κανείς -με το δεδομένο αυτό- να εφαρμόσει μια αποτελεσματική μεταναστατευτική πολιτική που να μην επιδιώκει τις πρόχειρες εντυπώσεις αλλά μόνιμο αποτέλεσμα;
Το κλειδί σε μια τέτοια προσπάθεια είναι η ανατροπή των οικονομικών κινήτρων που προσελκύουν στη χώρα τους παράνομους μετανάστες. Πολλοί δεν το γνωρίζουν αλλά για τους μετανάστες η έλευση σε μια χώρα της ΕΕ, όπως είναι η Ελλάδα δεν είναι συνήθως μια τυφλή απόφαση που λαμβάνεται υπό το καθεστώς της απόλυτης απόγνωσης. Μεταξύ της Ελλάδας άλλωστε και των χωρών προέλευσης υπάρχουν πολλές ενδιάμεσες χώρες που θα μπορούσε κανείς να εγκατασταθεί (και πάρα πολλοί πράγματι εγκαθίστανται). Η παράνομη είσοδος στην Ελλάδα είναι μια οικονομική απόφαση να διακινδυνεύσει μια επένδυση αρκετών χιλιάδων ευρώ που έχει κάνει ο μετανάστης για να φτάσει μέχρι τα ελληνικά σύνορα. Για να κάνει κάποιος ολόκληρο το ταξίδι από μια χώρα όπως το Αφγανιστάν μπορεί να φτάσει να ξοδέψει μέχρι και 5.000. Χρήματα τα οποία προέρχονται συνήθως από οικονομίες που κάνουν οι μετανάστες δουλεύοντας στη διαδρομή, που μπορεί να κρατήσει αρκετά χρόνια.
Αν η επένδυση δεν μπορεί να αποδώσει τότε ο μετανάστης δεν έρχεται και αν μετά την έλευσή του δεν αποδίδει αρκετά, τότε ο μετανάστης φεύγει και πάει αλλού.
Το οικονομικό ερώτημα λοιπόν είναι που είναι πιο χρήσιμοι οι 100 αστυνομικοί; Στο στρατόπεδο με αναλογία 1 για 4 μετανάστες, ή διώκοντας το παραεμπόριο, την «μαύρη» εργασία και την «μαύρη» ενοικίαση διαμερισμάτων, σε συνεργασία με τις άλλες δημόσιες αρχές; Πότε θα επιτύχουμε μεγαλύτερη αποτροπή, εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα μεγαλύτερα δημόσια έσοδα σε μια εποχή σκληρών μέτρων λόγω δημοσιονομικών ελλειμμάτων;
Ένα δεύτερο καίριο ερώτημα είναι πως μπορεί να πετύχει η ίδια η αποτροπή της φύλαξης και της απέλασης, αν δεν γνωρίζουμε πόσοι και ποιοι είναι οι παράνομοι μετανάστες; Γιατί δηλαδή οι κυβερνήσεις (περιλαμβανόμενης και της σημερινής), αντί για κινήσεις εντυπώσεων δεν κάνουν τη δουλειά βάθους που είναι η συστηματική καταγραφή των μεταναστών (σύλληψη όσων δεν έχουν χαρτιά, φωτογράφηση, δακτυλικά αποτυπώματα, στοιχεία γενετικού υλικού, βασική ιατρική εξέταση για κινδύνους επιδημιών); Μια δουλειά που θα μας επέτρεπε να γνωρίζουμε την πραγματική έκταση του προβλήματος και να ιεραρχούμε ποιους και πως θα απομακρύνουμε, αφού θα μπορούσαμε μετά την πρώτη καταγραφή να θέτουμε σε προτεραιότητα απομάκρυνσης τους καινούριους μετανάστες καθιστώντας πολύ λιγότερο αποδοτική την οικονομική απόφαση της επιλογής του προορισμού Ελλάδα. Αν απελαύνεις κατά προτεραιότητα νεοαφιχθέντες η πιθανότητα απέλασης για τους καινούριους μετανάστες (συνεπώς και απώλειας της οικονομικής επένδυσης που έχουν κάνει), αυξάνεται εκθετικά. Επιπροσθέτως η ίδια η καταγραφή θα λειτουργούσε ως εργαλείο αποτροπής (θα αισθάνονταν περισσότερο ότι υπάρχει κράτος που αν μη τι άλλο γνωρίζει ποιοι είναι), κάτι που έμμεσα θα μείωνε και την εγκληματική δραστηριότητα.
Το πρόβλημα της παράνομης μετανάστευσης είναι κατ’ εξοχήν δύσκολο και δεν έχει επιλυθεί από κράτη πολύ πιο οργανωμένα από ο δικό μας (π.χ. οι ΗΠΑ). Ο περιορισμός του απαιτεί μια σοβαρή και διαρκή προσπάθεια και σε κάθε περίπτωση δεν μπορεί να είναι αντικείμενο του κανενός είδους πολιτικής εκμετάλλευσης. Η σοβαρή και χωρίς εντυπωσιοθηρία συζήτησή του, είναι η ελάχιστη υποχρέωσή μας έναντι του κόσμου που υφίσταται τις επιπτώσεις του.
Επανέρχομαι στην Κόρινθο. Σε σουπερμάρκετ της περιοχής κουβαλώντας τα καρότσια, με σκοπό να αποσπάσουν το ευρώ που χρησιμοποιείται ως «κλειδί», απασχολούντο δύο αδέλφια από το Πακιστάν εκ των οποίων το ένα βρίσκεται τώρα στο στρατόπεδο. Το δεύτερο συνεχίζει τη δραστηριότητά του. Μόνο που τώρα έχει «προσληφθεί» από τσιγγάνους για να πουλά λίγο πιο κάτω (αφορολόγητα) καρπούζια με μεροκάματο 10 ευρώ. Η ζωή συνεχίζεται.