Η Βουλή την Τετάρτη 29 Ιουνίου ψήφισε το μεσοπρόθεσμο πλαίσιο δημοσιονομικής στρατηγικής για το 2012-2015. Ένα πλαίσιο που είναι λάθος από τη σύλληψη του.
Ένα 2o μνημόνιο πολύ πιο απάνθρωπο και ανθελληνικό από το πρώτο. Ένα πλαίσιο δέσμευσης και περιορισμού της εθνικής κυριαρχίας για ένα και μόνο λόγο; να εξοικονομηθεί χρόνος. Να εξασφαλίσει χρόνο η κυβέρνηση μέχρι να δει πως θα αντιμετωπίσει τους Έλληνες, να κερδίσουν χρόνο οι Ευρωπαίοι πολιτικοί που δεν ξέρουν πως θα ξεπεράσουν το πρόβλημα της διάλυσης του ευρώ και της μετάδοσης της κρίσης στην Ευρωζώνη, να κερδίσουν χρόνο οι κάτοχοι ομολόγων που είναι κυρίως οι τραπεζικοί οργανισμοί.
Είναι αλήθεια ότι το κράτος έχει άμεση ανάγκη τα χρήματα από την 5η δόση του Ιουλίου. Όμως, θα έχουμε την ίδια ανάγκη και για την 6η και για την 7η και για την 8η δόση. Τα δανεικά αυτά με τους όρους που μας δίνονται δε λύνουν κανένα πρόβλημα. Αντιθέτως, αυξάνουν το χρέος, αυξάνουν του τόκους, διαλύουν τον οικονομικό ιστό, εξανεμίζουν την όποια ανταγωνιστικότητα της Ελληνικής οικονομίας, μειώνουν το εισοδήματα του Έλληνα πολίτη, τον εξωθούν στην ανεργία, την απαξίωση και στην αναγκαστική μετανάστευση.Σύμφωνα με το μεσοπρόθεσμο πλαίσιο δημοσιονομικής στρατηγικής μπορεί να υπάρξει πρωτογενές πλεόνασμα το 2012! Πως όμως και με τι κόστος; Αυξάνοντας κατά πολύ περισσότερο τους τόκους και τα χρεολύσια και ταυτόχρονα μειώνοντας κατά ακόμη περισσότερο μισθούς και συντάξεις. Για παράδειγμα, για το 2011 σε σχέση με το 2010: για μία μεταβολή του πρωτογενούς αποτελέσματος κατά 4 δις ευρώ (από -6,2 δις σε -2,1 δις), απαιτούνται 2,5 δις ευρώ επιπλέον σε τόκους, 3,6 δις ευρώ επιπλέον σε χρεολύσια και 0,5 δις ευρώ σε απώλεια μισθών και συντάξεων.
Γιατί λοιπόν τόσο η κυβέρνηση όσο και οι Ευρωπαίοι εταίροι μας επιμένουν σε ένα πρόγραμμα δανεισμού που όλοι, ακόμη και αυτοί που το ψήφισαν, πιστεύουν ότι θα αποτύχει; Με τον δανεισμό της Ελλάδας, οι Ευρωπαίοι πολιτικοί μετατρέπουν το χρέος του Ελληνικού κράτους προς τους κατόχους ομολόγων, σε χρέος του Ελληνικού κράτους προς τους δανειστές του. Η αποπληρωμή των ομολόγων που κατέχουν μεταξύ άλλων, η ΕΚΤ, οι γερμανικές, γαλλικές και ελληνικές τράπεζες, γίνεται μέσω των χρημάτων της δανειακής σύμβασης που υπέγραψε ο Κ. Παπακωνσταντίνου και θα συνεχίσει μέσω της 2ης δανειακής σύμβασης που είναι στο σχεδιασμό της κυβέρνησης και θα υπογράψει ο κ. Βενιζέλος. Τα χρήματα της δανειακής σύμβασης δίνονται στο Ελληνικό κράτος μέσω της Τρόικας. Τα χρήματα αυτά όμως είναι χρήματα που έχουν λάβει η ΕΚΤ και οι χώρες που μας δανείζουν από τους φορολογούμενους πολίτες. Το αποτέλεσμα είναι να δημιουργηθεί ένα χρέος απέναντι στους πολίτες, και με τέτοιο κόστος δανεισμού που να κάνει την αποπληρωμή του αδύνατη. Υπάρχουν συνάδελφοι οικονομολόγοι επιστήμονες που θεωρούν την πολιτική απόφαση της ΕΕ να στηρίξει την Ελλάδα με δανειακές συμβάσεις ως ένα μηχανισμό αναδιανομής εισοδήματος από τους πολίτες στις τράπεζες.
Ακόμη και αν το μεσοπρόθεσμο πλαίσιο υλοποιηθεί, τότε, αυτό που θα επιτευχθεί είναι ένα δημόσιο χρέος στο 120% του ΑΕΠ το 2017, υποθέτοντας όμως πρωτογενές πλεόνασμα σταθερό στο 6% του ΑΕΠ και ονομαστικό ρυθμό ανάπτυξης στο 3% με 5% ετησίως.
Σε καμία περίπτωση δεν μπορούμε να δεχτούμε την υποτέλεια της πατρίδας μας. Απαιτούμε να έχουμε πολιτικούς που να λένε την αλήθεια στον Ελληνικό λαό. Απαιτούμε ένα δημοσιονομικό πλαίσιο το οποία θα επαναπροσδιορίσει τις δανειακές μας σχέσεις με τους εταίρους μας στην ΕΕ αλλά και τους υπόλοιπους δανειστές μας, ΔΝΤ, Κεντρικές Τράπεζες, και κατόχους ομολόγων. Να σταματήσουμε να δανειζόμαστε εφόσον οι εταίροι μας δεν αποφασίζουν ένα κοινό μέτωπο με την Ελληνική κυβέρνηση για την οριστική αντιμετώπιση της Ελληνικής κρίσης κρατικού χρέους, είτε αυτή η λύση ονομαστεί έκδοση ευρωομολόγου, αναμόρφωση χρέους, αναδιάρθρωση χρέους, επιμήκυνση χρέους, κοκ.
Ο διαρκής και ακριβός δανεισμός δεν αποτρέπουν την πτώχευση. Όσο πρόβλημα έχει η χώρα που οφείλει, άλλο τόσο πρόβλημα έχουν αυτοί που δάνεισαν τη χώρα ή τη χρέωσαν πουλώντας χρηματοοικονομικά προϊόντα που είτε δεν είχε ανάγκη, είτε ήταν προϊόντα με αμφισβητούμενη τιμή και αξία. Μία πολιτική λύση είναι εφικτή για μία χώρα σαν την Ελλάδα που το συνολικό εξωτερικό της χρέος είναι λιγότερο από το 4% του συνολικού εξωτερικού χρέους της Ευρωζώνης.
Γι αυτό πρέπει η κυβέρνηση να προβεί σε απευθείας συζητήσεις με τους δανειστές και να συμφωνήσει το χρέος που οφείλει, σε πόσο χρόνο και με ποιο επιτόκιο θα το αποπληρώσει. Ο στόχος θα πρέπει να είναι η σταδιακή μείωση του κόστους δανεισμού προς το Ελληνικό κράτος. Επιχειρήματα της μορφής ότι το επιτόκιο δανεισμού θα είναι υψηλό λόγω της κακής κατάστασης της Ελληνικής οικονομίας δεν έχουν καμία επαφή με την κοινή λογική. Δεν πρέπει οι αγορές να αντιμετωπίζουν τα κράτη σαν τους ιδιώτες. Εάν η ΕΕ επιθυμεί την έξοδο από το αδιέξοδο να συμφωνήσουμε μαζί της σε ένα κοινό πλάνο δράσης. Εάν δεν μειωθεί το κόστος δανεισμού, ούτε οι θυσίες του Ελληνικού λαού θα έχουν αποτέλεσμα, αλλά ούτε και η φορολογική επιβάρυνση των Ευρωπαίων πολιτών προκειμένου να μας δανείσουν.
Η παρούσα οικονομική κρίση σύμφωνα με δηλώσεις κορυφαίων ευρωπαίων αξιωματούχων, όπως ο κ. Τρισέ, δεν είναι αποτέλεσμα κάποιας τυχαίας φυσικής καταστροφής αλλά είναι πάνω απ’όλα κρίση συστημική. Δεν πρέπει να αφήσουμε κανέναν να οδηγήσει την Ελλάδα στο να πληρώσει το χρέος την κατάρρευσης του οικονομικού μοντέλου που βασίζεται στην συνεχή αναχρηματοδότηση του χρέους με ολοένα και υψηλότερο επιτόκιο με αποτέλεσμα τη δημιουργία ολοένα και μεγαλύτερου χρέους.
Οι χρηματοοικονομικοί κύκλοι έχοντας ως μοναδικό στόχο το λόγο ύπαρξής τους, που είναι η κερδοσκοπία, επιχειρούν με την κυρίαρχη θέση που έχουν στο σύστημα να φορτώσουν τις ζημιές τους στις πλάτες των λαών. Δεν κατακρίνουμε αυτούς τους κύκλους που πράττουν αυτό που οφείλουν να πράξουν (ως εταιρείες που μεγιστοποιούν τα οφέλη των μετόχων τους) αλλά το Ευρωπαϊκό πολιτικό σύστημα που παρακολουθεί, αδύναμο να αντιδράσει απέναντί τους.
Ως οικονομολόγος προτείνω τους εξής άξονες που πρέπει να βασιστούν οι επόμενοι κρατικοί προϋπολογισμοί. Στον αφανισμό της διαφθοράς, στις ιδιωτικοποιήσεις αλλά όχι στο ξεπούλημα, στον επαναπατρισμό των κεφαλαίων που βρίσκονται στο εξωτερικό, στην επιβολή μόνο δίκαιων φόρων και μόνο με τη διεύρυνση της φορολογικής βάσης, στην προσέλκυση άμεσων ξένων επενδύσεων, στην οικοδόμηση κλίματος εμπιστοσύνης, στην άρση όλων των περιορισμών που εμποδίζουν τους παράνομους μετανάστες να φύγουν από την χώρα.
Ένα χρόνο μετά από την εφαρμογή του μνημονίου είναι αποδεκτό ότι το μνημόνιο απειλεί να παρασύρει τη χώρα σε πρωτοφανή οικονομική και κοινωνική τραγωδία. Το παρόν μνημόνιο σπρώχνει τη χώρα στην άβυσσο της ύφεσης, αφού η εξοντωτική λιτότητα που επιβάλλει εξαθλιώνει το βιοτικό επίπεδο και συνθλίβει τη ζήτηση και την αγοραστική δύναμη των πολιτών. Σε ότι αφορά την κυβερνητική συναίνεση, οφείλουμε να τονίσουμε ότι όταν υπογραφόταν το μνημόνιο ουδέποτε ζητήθηκε η άποψη και η γνώμη των αρμόδιων θεσμικών φορέων, όπως είναι το ΟΕΕ.
Ο επανασχεδιασμός της εξωτερικής και οικονομικής πολιτικής απαιτεί άμεσες και γρήγορες ενέργειες με την συμμετοχή όλων των υγιών πολιτών και τεχνοκρατών. Πρέπει να υπάρξει ένα κοινό μέτωπο των χωρών με υψηλά δημοσιονομικά χρέη όπως είναι η Ελλάδα, η Ιρλανδία, η Πορτογαλία, η Ισπανία, η Ιταλία. Αν δεν ληφθούν δραστικές αποφάσεις, δυστυχώς το έλλειμμα δε θα μηδενιστεί, και το χρέος θα αυξάνεται έως ότου η χώρα οδηγηθεί για άλλη μια φορά σε αδιέξοδο.
(Ομιλία στην Ημερίδα Οικονομικού Επιμελητηρίου της Ελλάδας με θέμα «Η Επόμενη Μέρα της Ελληνικής Οικονομίας» -Σάββατο 9 Ιουλίου 2011-)