Ο Αναπληρωτής Υπεύθυνος του Τομέα Πολιτικής Ευθύνης Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων της Νέας Δημοκρατίας, κ. Σπύρος Ταλιαδούρος, έκανε την ακόλουθη δήλωση:
«H απόφαση της Κυβέρνησης, για κατάργηση και συγχώνευση σχεδόν 2.000 σχολικών μονάδων γίνεται πρόχειρα, ατεκμηρίωτα και χωρίς να έχει προηγηθεί ο οποιοσδήποτε διάλογος με την εκπαιδευτική κοινότητα, την Τοπική Αυτοδιοίκηση και τους συλλόγους γονέων.
Δεν αποσκοπεί στην καλύτερη εκπαίδευση, αλλά αποκλειστικά και μόνο στην εξοικονόμηση πόρων. Λαμβάνονται αποφάσεις χωρίς πρόταση του Περιφερειακού Συμβουλίου και της οικονομικής του επιτροπής, όπως προβλέπεται από τη νομοθεσία. Χωρίς να υπάρχει η κτιριακή υποδομή σε όλα τα σχολεία που συνενώνονται. Χωρίς να υπάρχει η κατάλληλη υποδομή στους καλλικρατικούς Δήμους για τη μεταφορά των μαθητών (λεωφορεία, συνοδοί, οδηγοί). Και χωρίς να έχουν εξασφαλιστεί οι απαιτούμενοι, για το σκοπό αυτό, πόροι. Κατά συνέπεια το κόστος της μεταφοράς θα μετακυληθεί στις οικογένειες των μαθητών.
Επιπλέον, πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι η μετακίνησή τους είναι εξαιρετικά δύσκολη, καθώς σε πολλές περιπτώσεις δεν υπάρχουν κατάλληλες συγκοινωνίες. Όπως επίσης και τα ζητήματα που αφορούν στην ασφαλή μετακίνησή τους.
Οι καταργήσεις και συγχωνεύσεις σχολικών μονάδων που επιχειρεί η Κυβέρνηση θα έχουν ως αποτέλεσμα τη δημιουργία σχολικών μονάδων μαμούθ, τον σχηματισμό πληθωρικών τμημάτων και τελικά την υποβάθμιση της παρεχόμενης εκπαίδευσης. Ταυτόχρονα, το κλείσιμο σχολικών μονάδων αποτελεί την αρχή για την εγκατάλειψη και την ερημοποίηση της υπαίθρου. Καταργούνται δημοτικά σχολεία σε χωριά που έχουν 20, 30 και 35 μαθητές. Χωρίς να λαμβάνεται υπ’ όψιν ότι το μονοθέσιο είναι το κύτταρο, η ψυχή της μικρής κοινωνίας και ότι η κατάργησή του αποτελεί τη χαριστική βολή για τον χαμό του χωριού.
Ακόμη, καταργούνται λυκειακές τάξεις που έχουν άριστες υποδομές και μεταφέρονται σε άλλα σχολεία που δεν έχουν τις επαρκείς υποδομές.
Επίσης, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το Δημοτικό Σχολείο δεν μπορεί να λειτουργεί με τους ίδιους όρους που λειτουργεί ένα γυμνάσιο και ένα λύκειο.
Όλα αυτά σημαίνουν μια μαύρη εποχή για την παιδεία. Οδηγούμαστε στην υποβάθμιση της παρεχόμενης εκπαίδευσης. Σε μια λογιστική αντιμετώπιση των εκπαιδευτικών και των μαθητών.
Τα πραγματικά προβλήματα είναι άλλα. Είναι οι μειωμένες λειτουργικές δαπάνες των σχολείων που δεν έχουν να πληρώσουν τα έξοδά τους. Είναι οι ελλείψεις σε υλικοτεχνική υποδομή. Είναι τα υπεράριθμα τμήματα, τα οποία η Κυβέρνηση ευνοεί. Είναι η μείωση του εκπαιδευτικού προσωπικού.
Δυστυχώς, το “νέο σχολείο” που προωθεί η Κυβέρνηση, με τον κατακερματισμό της γνώσης, τον τεμαχισμό σε δεκάδες γνωστικά αντικείμενα και με υπερβολικές ώρες υποχρεωτικής διδασκαλίας για τα παιδιά του Δημοτικού, όχι μόνο δεν καλύπτει της ανάγκες των μαθητών, αλλά αντιθέτως υποβαθμίζει την γνώση και το εκπαιδευτικό μας σύστημα.
Αποδεικνύεται, έτσι, ότι το δήθεν όραμα της Κυβέρνησης για ένα νέο “ποιοτικό σχολείο” δεν υφίσταται. Αντιθέτως, το σχολείο υποβαθμίζεται. Μετατρέπεται σε ένα “φθηνό σχολείο”. Στο όνομα της εξοικονόμησης πόρων, περικόπτονται αδιακρίτως χρηματοδοτήσεις, επιδόματα, διοικητικές δομές, χωρίς σχέδιο και διαβούλευση. Η Κυβέρνηση φαίνεται να ξεχνάει ότι η ποιοτική εκπαίδευση αποτελεί την ατμομηχανή της ανάπτυξης.
Εμείς, ως Νέα Δημοκρατία, είμαστε υπέρ της ανάπτυξης και της βελτίωσης του εκπαιδευτικού μας συστήματος, ώστε να γίνει πράξη ένα σύγχρονο σχολείο που θα παρέχει ποιοτική και ουσιαστική γνώση, θα εξοπλίζει τους μαθητές με όλα τα απαραίτητα εφόδια, θα ενισχύει την κριτική σκέψη και θα βοηθά τους μαθητές να αναπτύσσουν τις κλίσεις και τα ταλέντα τους. Η επένδυση στην παιδεία είναι ο μόνος σίγουρος δρόμος για την ανάπτυξη και την έξοδο της Πατρίδας μας από τα αδιέξοδα, ώστε να γίνει πραγματικότητα ένα καλύτερο αύριο».