Οι επιδοτήσεις και η άμεση οικονομική υποστήριξη των νοικοκυριών για
θέρμανση δεν μπορούν να εξασφαλίσουν μακροπρόθεσμη λύση στο πρόβλημα της
ενεργειακής φτώχειας. Αντίθετα, λαμβάνοντας μέτρα ριζικής ενεργειακής
ανακαίνισης στις κατοικίες που πλήττονται από αυτήν, το πρόβλημα μπορεί
να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά και σε βάθος χρόνου.
Τα παραπάνω αποτελούν το βασικό συμπέρασμα μελέτης που εξέδωσε το
Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο Απόδοσης Κτιρίων (Buildings Performance Institute
Europe – BPIE), με θέμα «Μετριάζοντας την ενεργειακή φτώχεια στην
Ευρώπη».
Σύμφωνα με την μελέτη, «η εφαρμογή οικονομικών πολιτικών για την αντιμετώπιση της ενεργειακής φτώχειας σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες έχουν καταδείξει ότι, παρόλο που τα μέτρα βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης έχουν αποδειχθεί η πιο βιώσιμη λύση, λαμβάνουν μικρότερες επιχορηγήσεις σε σχέση με τα σχήματα οικονομικής στήριξης εισοδήματος και ενεργειακών τιμών.
Η ενεργειακή φτώχεια αποτελεί μείζον πρόβλημα στην Ευρώπη, καθώς εκατομμύρια ανθρώπων δεν έχουν την οικονομική άνεση να εξασφαλίσουν συνθήκες θερμικής άνεσης στους χώρους κατοικίας τους. Παρόλο που δεν υφίσταται επίσημος ευρωπαϊκός ορισμός για την ενεργειακή φτώχεια, η σπουδαιότητα του προβλήματος, καθώς και οι σοβαρές επιπτώσεις της στην υγεία, είναι ευρέως αναγνωρισμένες.
Προκειμένου να αξιολογηθεί το μέγεθος του προβλήματος, η μελέτη εξετάζει την υφιστάμενη κατάσταση στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), χρησιμοποιώντας στοιχεία από τη Eurostat. Οι χρησιμοποιούμενοι δείκτες για την ποσοτική εκτίμηση της ενεργειακής φτώχειας αναφέρονται στο ποσοστό του πληθυσμού που αδυνατεί να διατηρήσει την κατοικία του επαρκώς ζεστή, να πληρώσει τα λειτουργικά κόστη (λογαριασμοί ΔΕΚΟ κλπ) και να διαμένει σε κατοικίες χωρίς τεχνικά ελαττώματα (διαρροές, υγρασία, μούχλα κλπ).
Το 2012, το 10,8 % του πληθυσμού της ΕΕ δεν κατάφερε να διατηρήσει την κατοικία του επαρκώς ζεστή, με το ποσοστό να φτάνει στο 24,4 % αναφερόμενο στα άτομα χαμηλού εισοδήματος. Στην Ελλάδα τα αντίστοιχα ποσοστά είναι 26,1% και 47,6%, αρκετά υψηλά σε σχέση με τον μέσο όρο και μεταξύ των υψηλότερων στην ΕΕ. Στη μελέτη επίσης διατυπώνονται προτάσεις για την επίτευξη των κοινωνικών, περιβαλλοντικών και ενεργειακών στόχων που έχουν τεθεί από την ΕΕ για το 2020».
Για να διαβάσετε ολόκληρη της μελέτη του BPIE πατήστε εδώ
energypress.gr
Σύμφωνα με την μελέτη, «η εφαρμογή οικονομικών πολιτικών για την αντιμετώπιση της ενεργειακής φτώχειας σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες έχουν καταδείξει ότι, παρόλο που τα μέτρα βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης έχουν αποδειχθεί η πιο βιώσιμη λύση, λαμβάνουν μικρότερες επιχορηγήσεις σε σχέση με τα σχήματα οικονομικής στήριξης εισοδήματος και ενεργειακών τιμών.
Η ενεργειακή φτώχεια αποτελεί μείζον πρόβλημα στην Ευρώπη, καθώς εκατομμύρια ανθρώπων δεν έχουν την οικονομική άνεση να εξασφαλίσουν συνθήκες θερμικής άνεσης στους χώρους κατοικίας τους. Παρόλο που δεν υφίσταται επίσημος ευρωπαϊκός ορισμός για την ενεργειακή φτώχεια, η σπουδαιότητα του προβλήματος, καθώς και οι σοβαρές επιπτώσεις της στην υγεία, είναι ευρέως αναγνωρισμένες.
Προκειμένου να αξιολογηθεί το μέγεθος του προβλήματος, η μελέτη εξετάζει την υφιστάμενη κατάσταση στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), χρησιμοποιώντας στοιχεία από τη Eurostat. Οι χρησιμοποιούμενοι δείκτες για την ποσοτική εκτίμηση της ενεργειακής φτώχειας αναφέρονται στο ποσοστό του πληθυσμού που αδυνατεί να διατηρήσει την κατοικία του επαρκώς ζεστή, να πληρώσει τα λειτουργικά κόστη (λογαριασμοί ΔΕΚΟ κλπ) και να διαμένει σε κατοικίες χωρίς τεχνικά ελαττώματα (διαρροές, υγρασία, μούχλα κλπ).
Το 2012, το 10,8 % του πληθυσμού της ΕΕ δεν κατάφερε να διατηρήσει την κατοικία του επαρκώς ζεστή, με το ποσοστό να φτάνει στο 24,4 % αναφερόμενο στα άτομα χαμηλού εισοδήματος. Στην Ελλάδα τα αντίστοιχα ποσοστά είναι 26,1% και 47,6%, αρκετά υψηλά σε σχέση με τον μέσο όρο και μεταξύ των υψηλότερων στην ΕΕ. Στη μελέτη επίσης διατυπώνονται προτάσεις για την επίτευξη των κοινωνικών, περιβαλλοντικών και ενεργειακών στόχων που έχουν τεθεί από την ΕΕ για το 2020».
Για να διαβάσετε ολόκληρη της μελέτη του BPIE πατήστε εδώ
energypress.gr