Δευτέρα 28 Ιανουαρίου 2013

Ο Σημίτης (εξακολουθεί να) αποθεώνει… το έργο του

Kostas-Simitis-Lukas-Papademos
Η Ιστορία… ξεκίνησε να γράφει ότι ο Κώστας Σημίτης ήταν η πολιτική “βαλβίδα” του εκσυγχρονισμού που είχε ανάγκη η Ελλάδα σε όλα τα επίπεδα, όταν διαδέχτηκε στην πρωθυπουργία και στη συνέχεια στην ηγεσία του ΠΑΣΟΚ τον Ανδρέα Παπανδρέου.
Ο μέχρι τότε επικεφαλής της “ομάδας των τεσσάρων” εξέφραζε μια άλλη άποψη, μια διαφορετική προσέγγιση για τα πράγματα. Που έμοιαζε… λυτρωτική για την κοινωνική βάση αλλά και τους Mediaκούς βραχίονες του λεγόμενου “συστήματος ΠΑΣΟΚ”, ώστε να διατηρηθεί στην εξουσία. Όπως και έγινε.
Για οκτώ συναπτά έτη, από το 1996 μέχρι το 2004, ένα ΠΑΣΟΚ που στην πραγματικότητα δεν είχε αλλάξει… καθόλου, συνέχισε να ασκεί την εξουσία, έχοντας μάλιστα πολιτική νομιμοποίηση λόγω της επικράτησής του στις εκλογές του 1996 και του 2000.
Φυσικά, η Ιστορία δεν επρόκειτο να είναι τόσο γενναιόδωρη με τον πρώην πρωθυπουργό. Η κατάληξη της πρωθυπουργίας του συνοδεύτηκε από γενική απαξία, και από μια εκκωφαντική ήττα την 7η Μαρτίου του 2004. Μια ήττα με στρατηγικά χαρακτηριστικά, που θα μπορούσε να… παρκάρει το ΠΑΣΟΚ μόνιμα σε περιφερειακό ρόλο στο πολιτικό σύστημα, αν δεν είχε μεσολαβήσει η αναμέτρηση του “λεφτά υπάρχουν”, το 2009.
Σήμερα, ο Κώστας Σημίτης εξακολουθεί να υπερασπίζεται το έργο εκείνης της περιόδου, τουλάχιστον το έργο που ο ίδιος θεωρεί ότι έγινε. Απολύτως θεμιτό για έναν πολιτικό ηγέτη, πόσο μάλλον για έναν πρωθυπουργό οκταετίας. Η ενόχληση ξεκινά όταν η υπεράσπιση μετατρέπεται σε… (αυτο)αποθέωση.
Στο σημερινό “Έθνος της Κυριακής”, ο Κώστας Σημίτης χρειάστηκε δυο (!) σελίδες για να περιγράψει σε άρθρο του τη δική του προσέγγιση για τα παγιωμένα προβλήματα του τόπου, και για το τι πρέπει να γίνει.
Ένας πολιτικός με την εμπειρία και τη διαδρομή του πρώην πρωθυπουργού, προφανώς και έχει πολλά και χρήσιμα να πει. Παραμένει ωστόσο το λάθος “μέσο-μήνυμα” των όποιων θετικών ψηφίδων μπορεί να προσθέσει στο νέο εθνικό μωσαϊκό.
Στο άρθρο του, ο Κώστας Σημίτης… αποθεώνει την περίοδο της διακυβέρνησης του τόπου από τον ίδιο. Μιλάει για “μια χώρα που παρουσίαζε στις αρχές της δεκαετίας έναν από τους υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης στην Ευρωπαϊκή Ένωση και έλεγχε τα δημοσιονομικά της θέματα κατά τρόπο πιο ικανοποιητικό από ό, τι οποιαδήποτε άλλη φορά τα προηγούμενα σαράντα χρόνια, βρέθηκε σε πέντε περίπου χρόνια, το 2009, σε κατάσταση χρεοκοπίας. Την ελπίδα για το μέλλον αντικατέστησε ο φόβος”. Και, φυσικά, επιρρίπτει τις ευθύνες στη διακυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας υπό τον Κώστα Καραμανλή.
Η χώρα για την οποία μιλάει ο Κώστας Σημίτης, η… λεγόμενη “ισχυρή Ελλάδα”, δεν υπήρξε την περίοδο στην οποία αναφέρεται εκείνος. Δεν υπήρξε στην περίοδο της πρωθυπουργίας του. Και σίγουρα δεν υπήρξε ως απόρροια των δικών του πολιτικών.
Η οκταετία 1996-2004 ήταν η μοιραία οκταετία για την Ελλάδα, στη διάρκεια της οποίας μπήκαν οι βάσεις για το διαρκές φλερτ με την εθνική χρεοκοπία, που κληρονομήσαμε στις μέρες μας.
Η οκταετία 1996-2004 ήταν η οκταετία στη διάρκεια της οποίας η Ελλάδα γνώρισε ακρωτηριασμούς. Στη διάρκεια της οποίας οικοδομήθηκε η νοοοτροπία του δήθεν και της αρπαχτής, περισσότερο από κάθε άλλη φορά “τα τελευταία σαράντα χρόνια”, για να επικαλεστούμε τη σχετική αποστροφή του Κώστα Σημίτη.
Η οκταετία 1996-2004 άλλαξε με τελεσίδικο τρόπο το dna των Ελλήνων, στο οποίο είχε ήδη προλάβει να παρέμβει με… βαρβαρότητα το ΠΑΣΟΚ από το 1981.
Όσο για τους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης στους οποίους αναφέρεται ο πρώην πρωθυπουργός, είναι αυταπόδεικτο ότι αδικεί τον εαυτό του, όταν… παραγνωρίζει τα μεγάλα έργα που ξεκίνησαν και ολοκληρώθηκαν, όχι χάρη στη δική του πρωθυπουργία ή τις εμπνευσμένες πολιτικές των υπουργών του (που όλοι καταδικάστηκαν στις εκλογές του 2004), αλλά στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας. Για τη διοργάνωση των οποίων η δική του κυβέρνηση κάθε άλλο παρά βοήθησε ουσιαστικά την Οργανωτική Επιτροπή και τη Γιάννα Αγγελοπούλου.
Ο Κώστας Σημίτης διετέλεσε οκτώ χρόνια πρωθυπουργός, και σχεδόν 15 κορυφαίος υπουργός. Είχε μια διαδρομή στα δημόσια πράγματα, σε κορυφαίους ρόλους και δυνατότητα παρεμβάσεων, που ξεπέρασε τα τριάντα χρόνια. Τρεις δεκαετίες. Δηλαδή… πόσο χρόνο χρειάζεται κάποιος για να αφήσει το αποτύπωμά του στη δουλειά που αναλαμβάνει να φέρει εις πέρας; Ακόμη κι αν το αποτύπωμα αυτό είναι… μακέτο;

MΑΝΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΗΣ  / ysterografa.gr