Παρασκευή 4 Νοεμβρίου 2011

«Ο Πρωθυπουργός, οι Υπουργοί και οι Βουλευτές του ΠΑΣΟΚ μας χρωστάνε μια υπεύθυνη στάση»

Σχόλιο του Κώστα Κόλλια για τις πολιτικές εξελίξεις

 
Από τη Δευτέρα η χώρα βρίσκεται σε καθεστώς ομηρίας. Την στιγμή που ο Πρωθυπουργός της χώρας μίλησε για δημοψήφισμα, με διακύβευμα το ευρωπαϊκό κεκτημένο της χώρας μας, έβαλε τη χώρα σε ένα δρόμο χωρίς επιστροφή. Προκάλεσε τις αμυντικές αντιδράσεις των Ευρωπαίων ηγετών, οι οποίοι είδαν ξαφνικά τα spreads και τα ασφάλιστρα κινδύνου των δικών τους ομολόγων, της Ιταλίας, της Γαλλίας, της Ισπανίας, να εκτοξεύονται. Προκάλεσε την οργή των εταίρων και δανειστών μας, οι οποίοι τρεις ημέρες νωρίτερα, στις 27 Οκτωβρίου, έκλεισαν μια συμφωνία με την ελληνική κυβέρνηση, την οποία είχαν πασχίσει για να την εγκρίνουν τα δικά τους κοινοβούλια, με κόστος και πολιτικό και οικονομικό, μόνο και μόνο για να τους αφήσει ξεκρέμαστους ο Έλληνας Πρωθυπουργός. Προκάλεσε τον εξευτελισμό της Ελλάδας η οποία, στο πρόσωπο του Πρωθυπουργού της, παρουσιάστηκε για μια ακόμη φορά ως ένας αναξιόπιστος, αφερέγγυος και ψεύτης καιροσκόπος.
Αποτέλεσμα όλων αυτών ήταν να του επιδοθεί στις Κάννες ένα τελεσίγραφο, το οποίο πια δεν έθετε το δίλημμα κούρεμα ή όχι, αλλά το δίλημμα ευρώ ή δραχμή. Και ο μόνος τρόπος να αποχωρήσει μία χώρα μέλος από το ευρώ, είναι να αποχωρήσει και από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Το δίλημμα επομένως ήταν Ευρώπη ή απομόνωση. Το ευρωπαϊκό κεκτημένο, το οποίο ο αείμνηστος Κωνσταντίνος Καραμανλής είχε την πρόνοια να εξασφαλίσει για τη χώρα μας, κλυδωνίστηκε.
Υπό αυτές τις συνθήκες, η Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΠΑΣΟΚ, ακόμα και οι Υπουργοί που μέχρι τότε κολάκευαν τον εργοδότη τους, αντέδρασε επιτέλους με τη σειρά της, αναγνωρίζοντας το λάθος του κ. Παπανδρέου και ζητώντας του να διευκολύνει τις πολιτικές εξελίξεις στην κατεύθυνση του σχηματισμού μίας κυβέρνησης συνεργασίας. Ο κύριος Παπανδρέου επέστρεψε από τις Κάννες όχι μόνο χωρίς καμία πρόθεση να σώσει την κατάσταση, όχι χωρίς διάθεση να διευκολύνει τις εξελίξεις και να παραιτηθεί, αλλά αντιθέτως, επέστρεψε με ανανεωμένη υπεροψία να ζητήσει ψήφο εμπιστοσύνης.
Τα όσα ακούστηκαν το βράδυ της Πέμπτης από τον κύριο Παπανδρέου δεν έχουν προηγούμενο. Είπε ότι έθεσε το δίλημμα του δημοψηφίσματος για να εκβιάσει τη συναίνεση του Αντώνη Σαμαρά. Είπε ότι επειδή δεν αναλάμβανε ο πολιτικός κόσμος τις ευθύνες του, κατέφυγε στο λαό – όχι όμως με εκλογές, αλλά με δημοψήφισμα. Είπε ότι ζητά ψήφο εμπιστοσύνης για να επιδιώξει μία συνεργασία με την ελπίδα να τύχει πολιτικής στήριξης. Δεν είπε ο κύριος Παπανδρέου ότι θέλει κυβέρνηση συνεργασίας. Δεν αναγνώρισε ότι δεν υπάρχει άλλη λύση από την πολιτική συνεργασία. Δεν είπε καν ότι αν δεν πετύχει αυτή τη συνεργασία θα πάει σε εκλογές.
Ο Αντώνης Σαμαράς άμεσα κατέθεσε την πρότασή του για μια μεταβατική Κυβέρνηση, με συγκεκριμένο χρονικό ορίζοντα και με συγκεκριμένο έργο να διασφαλίσει την έκτη δόση και να κυρώσει τη σύμβαση της 27ης Οκτωβρίου. Διότι έχει απόλυτη συναίσθηση της κατάστασης. Γνωρίζει ότι αυτή τη στιγμή υπάρχει έλλειμμα νομιμοποίησης. Γνωρίζει ότι, έπειτα από τους χειρισμούς του κυρίου Παπανδρέου,  το ευρωπαϊκό κεκτημένο έγινε διακύβευμα. Και γνωρίζει ότι, όπως είπα στην αρχή, η χώρα είναι σε καθεστώς ομηρίας. Διότι έπειτα από το εκβιασμό και το παιχνίδι που έπαιξε ο κύριος Παπανδρέου με το δημοψήφισμα, τα διαπραγματευτικά μας χαρτιά κάηκαν. Καμία ελληνική κυβέρνηση στο εξής, από όποιον πολιτικό χώρο και αν προέρχεται, είτε αυτοδύναμη είτε συνεργασίας, δεν έχει δυνατότητα διαπραγμάτευσης.
Πρέπει να διασφαλίσουμε την έκτη δόση και τη συμφωνία της 27ης Οκτωβρίου. Αυτή είναι η προτεραιότητα, διότι σε αυτόν τον μονόδρομο μας έσπρωξε ο Γιώργος Παπανδρέου. Όμως αυτές θα πρέπει να είναι και οι τελευταίες πράξεις του πολιτικού συστήματος όπως είναι σήμερα. Από εκεί και έπειτα, οι εκλογές είναι ο μόνος νόμιμος και ηθικός τρόπος να προχωρήσει η χώρα. Αντίθετα, ο κύριος Παπανδρέου αρνείται πεισματικά να εγκαταλείψει την καρέκλα του. Αρνείται πεισματικά τις εκλογές. Και φαίνεται ότι θέλει να σύρει το πολιτικό σύστημα σε μία συνενοχή διαρκείας, χωρίς όρους και χωρίς καμία νομιμοποιητική βάση. Ανεξάρτητα από τα αποτελέσματα της ψηφοφορίας για την παροχή στήριξης στην Κυβέρνησης, η ελληνική κοινωνία περιμένει μία πρωτοβουλία του Πρωθυπουργού, της Κυβέρνησης και της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΠΑΣΟΚ που να αφορά το καλό της χώρας και όχι την καρέκλα.»